Το Bιο-ψυχο-κοινωνικό μοντέλο και πώς μπορούμε να το αξιοποιήσουμε στο Χρόνιο Πόνο


Προς τα τέλη του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ού, οι μεγάλες κατακτήσεις της βιοϊατρικής, και ειδικότερα της μικροβιολογίας, οδήγησαν σε εξασθένηση του κινήματος της κοινωνικής ιατρικής και σε αποδοχή μιας μονοδιάστατης ερμηνείας της υγείας και της αρρώστιας, που στηρίζονταν κυρίως στα ευρήματα της εργαστηριακής και κλινικής ιατρικής. Έτσι, το ανθρώπινο σώμα αντιμετωπίστηκε ως «μηχανή», η υγεία ταυτίστηκε με την απουσία αρρώστιας και η ιατρική θεωρήθηκε ο θεματοφύλακάς της. Η επικράτηση της ιατροκεντρικής αντίληψης για την υγεία και η κυριαρχία ενός βιοϊατρικού μοντέλου σφράγισαν το μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα.

Η προσέγγιση αυτή αφορά κυρίως τη σωματική διάσταση της υγείας, ενώ φαίνεται να αγνοεί την ύπαρξη της ψυχικής και της κοινωνικής διάστασης. Όμως, ακόμα και η σωματική λειτουργία δύσκολα μπορεί να προσδιοριστεί ανεξάρτητα από το ευρύτερο φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον. Η υγεία είναι μια έννοια με πολλές διαστάσεις. Ένας ορισμός πρέπει να έχει τη γενικότητα που θα του επιτρέπει να συμπεριλάβει όλες τις διαστάσεις της προσδιοριζόμενης έννοιας. Η υγεία εκτός από βιολογικό είναι και κοινωνικό φαινόμενο, το οποίο ενσωματώνει την ποιότητα των σχέσεων που διατηρούν οι άνθρωποι με το περιβάλλον τους, καθώς και μεταξύ τους. Επομένως, δεν θα πρέπει να ορίζεται χωρίς αναφορές στο υλικό, φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον, στο οποίο ζει και δρα κάθε άτομο.

Οι Turk et al (2002), υποστηρίζουν την σημασία των ψυχολογικών παραγόντων στην ποιότητα ζωής και τη λειτουργικότητα – δυσλειτουργικότητα στο χρόνιο πόνο. Tη βάση στο βιο-ψυχο-κοινωνικό μοντέλο που προτείνουν για το χρόνιο πόνο αποτελεί το πώς ο ασθενής εκτιμά τα συμπτώματά του, αλλά και το πώς διαχειρίζεται τον πόνο και τα ζητήματα που τον συνοδεύουν.

Το μοντέλο αυτό, λαμβάνει ως δεδομένη τη σημαντικότητα και την αλληλεπίδραση των βιολογικών, των ψυχολογικών και των κοινωνικών παραγόντων στον καθορισμό της υγείας. Η υγεία και η ασθένεια είναι οι δύο όψεις ενός συνεχούς ενιαίου συστήματος. Στα πλαίσια του βιοψυχοκοινωνικού μοντέλου υγείας, απαιτείται μια ολιστική παρέμβαση σε ατομικό επίπεδο (οργανικό και ψυχολογικό), όσο και σε κοινωνικό επίπεδο.

Η διαχείριση του φόβου και του άγχους μέσα από την ψυχολογική παρέμβαση, μπορεί να επηρεάζει σημαντικά την έκβαση μιας χρόνιας κατάσταση αλλά και να συνεισφέρει σε σημαντική ύφεση των συμπτωμάτων. To μοντέλο αυτό, φαίνεται να είναι το πιο αποτελεσματικό τόσο σε ό,τι αφορά την συνολική σωματική και ψυχική υγεία του ατόμου, αλλά και το κόστος της θεραπείας για το χρόνιο πόνο. 'Ερευνα του Πανεπιστημίου της Οττάβα, μας ενημερώνει πώς για κάθε 1$ που επενδύεται για την ψυχολογική υποστήριξη ασθενών, εξοικονομούνται συνολικά 5$ από το σύστημα υγείας. Συνολικά, ο μέσος όρος εξοικονόμισης χρημάτων του συστήματος υγείας, μετά την αξιοποίηση ψυχολογικών παρεμβάσεων έφτασε το 30% .

Εάν στα παραπάνω προσθέσουμε και το ότι παραδοσιακά, η συνηθέστερη μέθοδος θεραπείας είναι η φαρμακευτική αγωγή με τις όποιες αναμενόμενες ή απρόβλεπτες παρενέργειες της, η εικόνα γίνεται πιο ξεκάθαρη. Ορισμένες θεραπείες αρχικά δεν έχουν αποτέλεσμα και πρέπει να χορηγηθούν για εβδομάδες προκειμένου τα φάρμακα να ανακουφίσουν. Σε άλλες περιπτώσεις, τα φάρμακα επιδρούν αρχικά αλλά, στη συνέχεια η αποτελεσματικότητά τους μειώνεται κι ο ασθενής χάνει την εμπιστοσύνη του στο σχήμα κι αναζητά άλλον γιατρό. Μόνο το 50% των φαρμάκων φαίνεται να έχει θετικό αποτέλεσμα και αυτό μόνο για το 50% των ασθενών. 'Ετσι, συχνά, ο ασθενής απογοητεύεται και θυμώνει επειδή ο πόνος επιμένει. Αντίστοιχα και οι γιατροί απογοητεύονται, επειδή δεν καταφέρνουν πάντα να αντιμετωπίσουν με επιτυχία τον πόνο του ασθενή. Πρόκειται λοιπόν για ένα σύνθετο ζήτημα, που χρήζει πολύπλευρης αντιμετώπισης

Με τη συμβουλευτική – ψυχολογική υποστήριξη, οι ασθενείς αποκτούν δεξιότητες για τη διαχείριση του χρόνιου πόνου αλλά και των καταθληπτικών συμπτωμάτων. Μιλώντας για τον χρόνιο πόνο, τα συναισθήματα και τις σκέψεις ή ιδέες που προκαλεί, είναι όχι μόνο ανακουφιστικό αλλά συμβάλλει και στην αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση του πόνου συνολικά. Μέσα από το θεραπευτικό διάλογο, γνωρίζουμε καλύτερα τον εαυτό μας και είμαστε σε θέση να διαχειριστούμε καλύτερα συμπεριφορές και καταστάσεις. Η έγκαιρη ψυχοθεραπευτική παρέμβαση στις περιπτώσεις του χρόνιου πόνου μπορεί ναπρολάβει ακόμα και την εμφάνιση της κατάθλιψης.

Η ψυχοσυναισθηματική υποστήριξη του ατόμου όχι μόνο συμβάλλει στην αποτελεσματικότητα της φαρμακοθεραπείας απέναντι στον πόνο, αλλά είναι καθοριστικός παράγοντας και για τη βελτίωση της συναισθηματικής κατάστασης του ατόμου και των καταθλιπτικών προεκτάσεων του πόνου.

'Ερευνα του Πανεπιστημίου του Bath σε ασθενείς με ρευματικές νόσους, κατέγραψε βελτίωση, για την κατάθλιψη, 41.8%, για το σχετιζόμενο με τον πόνο, άγχος, 49.1% και συνολική βελτίωση της λειτουργικότητας του ασθενή, 44.0%!

Αρκετές έρευνες πια, δείχνουν πως οι μη φαρμακευτικές – ιατρικές παρεμβάσεις είναι αποτελεσματικές, καθώς όχι μόνο ενισχύουν την ποιότητα ζωής, αλλά βελτιώνουν τις πιθανότητες επιτυχίας και των ίδιων των ιατρικών θεραπειών. H διατήρηση της συναισθηματικής ισορροπίας, των κοινωνικών σχέσεων, της αυτοεκτίμησης, πάντα σε συνδυασμό με την φαρμακευτική αγωγή είναι κοινές συνισταμμένες προκειμένου να εξασφαλιστεί ο πιο ανώδυνος αλλά και αποτελεσματικός τρόπος αντιμετώπισης μιας πάθησης.

Ο ασθενής θα πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι ο πόνος δεν είναι ένας εξωτερικός εχθρός αλλά αποτελεί μέρος της ζωής του. Έτσι το άτομο οδηγείται σταδιακά σε έναν νέο τρόπο αντίληψης του εαυτού αλλά και της κατάστασής του, υιοθετεί αλλαγές στη συμπεριφορά του και συμμορφώνεται αποτελεσματικότερα στη θεραπεία του. Ο χρόνιος πόνος είναι μια πολυπαραγοντική πάθηση που αντίστοιχα χρειάζεται πολύπλευρη θεραπευτική αντιμετώπιση. Οι νέες αυτές εξελίξεις ενισχύουν την πρόταση για ψυχολογική παρέμβαση στον χρόνιο πόνο, ώστε και ο πόνος να μειωθεί και η συνολική κατάσταση του ασθενή να βελτιωθεί με σημαντικά μικρότερο κόστος.

Κέλλυ Μπούσια
Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια
www.myoskeletiko.com

Πηγές:

1.Eccleston C. (2010). "Psychology of chronic pain and evidence based psychological interventions". In C.F. Stammard, E. Kalso & J. Ballantyne (Eds.). Evidence based chronic pain management. Oxford: BMJ Books

2.Fishbain DA, Cutler R, Rosomoff HL, Rosomoff RS. (1997). Chronic pain-associated depression: antecedent or consequence of chronic pain? A review. Clin J Pain;13:116–37.

3.Hunsley, J. (2012). School of Psychology, University of Ottawa, CPA ISBN 1896538703

4.Gatchel, R. J., et al. (2007). The biopsychosocial approach to chronic pain: Scientific advances and future directions.Psychological Bulletin, Vol 133(4), 581-624.

5.Lance M. McCracken, "Psychology and chronic pain", Anaesthesia & Intensive Care Medicine, Volume 9, Issue 2, February 2008, Pages 55–58.

6.McCaffrey Μ (1983) "Nursing the patient in pain". Harper and Row, London.

7.McLeod G.A, Davies Η.O.Τ. Calvin JK (1995) "Shapping attitudes to postoperative pain relief. The role of the acute pain team". Journal of pain and symptom management νοl 10 Νο 7 Ρ 30 – 34.

8.Pohl, M., MD, (2012) "A day without pain", http://www.psychologytoday.com

9.Τurk, D. C. et al. (2002). Psychological factors in chronic pain: Evolution and revolution.Vol 70(3), 678-690.

10. Vowles, Κ. Ε., and McCracken, L. M. (2008), University of Bath and Royal National Hospital for Rheumatic Diseases, Journal of Consulting and and Clinical Psychology, Vol. 76




Διαβάστε περισσότερα άρθρα...

    Στην κορυφή