Τι είναι η ξηροφθαλμία


Η ξηροφθαλμία (Dry Eye Disease) αποτελεί μία από τις πιο κοινές και συχνότερες παθήσεις των οφθαλμών που μπορεί μακροπρόθεσμα να έχει δυσάρεστες επιπτώσεις στην όραση. Έχοντας λοιπόν έναν αντικειμενικό τρόπο μέτρησης και διαχείρισής της θα ωφελήσει σημαντικά τους ασθενείς.

Η εμφάνισή της στον γενικό πληθυσμό πιθανόν να έχει αυξηθεί κατά μεγάλο βαθμό τις τελευταίες τρείς δεκαετίες. Αυτό ίσως οφείλεται ως ένα βαθμό στην αυξημένη χρήση των φακών επαφής, στα αεροπορικά ταξίδια, στην ατμοσφαιρική ρύπανση και στην πιο μεγάλη από ποτέ αυξημένη χρήση της τεχνολογίας (Η/Υ και tablets).

Ένα πρόσφατο άρθρο δημοσιευμένο στο British Journal of Ophthalmology εφιστά την προσοχή στο κλινικό προσωπικό σε ασθενείς με κλινικά πολύ σημαντική ξηροφθαλμία διότι μπορεί να υπονομεύεται Σύνδρoμο SJÖGREN (S.S.). Η έρευνα που έγινε σε 327 ασθενείς αποκάλυψε ότι σχεδόν το 12% των περιπτώσεων των ασθενών με ξηροφθαλμία λόγω ανεπάρκειας παραγωγής δακρύων (ADDE: aqueous-deficient dry eye) έχουν S.S. Πάνω από το μισό (55%) των περιπτώσεων αυτών εντάσσονται στο πρωτοπαθές S.S.(P.S.S.) ενώ οι υπόλοιπες στην δευτερογενή μορφή του συνδρόμου, η οποία συνοδεύεται από ένα αυτοάνοσο νόσημα του συνδετικού ιστού ευρέως γνωστό ως ρευματοειδής αρθρίτιδα. Παρατηρήθηκε επίσης πως ασθενείς με ADDE που ήταν θετικοί σε αντιπυρηνικά αντισώματα (ΑΝΑ) είχαν περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν PSS. Πρέπει να σημειωθεί ότι αυτό αφορά περισσότερο γυναίκες μετά τα 40 έτη.

Στην πρώτη γραμμή των διαγνωστικών εργαλείων για την διάγνωση της ξηροφθαλμίας όπως αναφέρει ο Dr. Starr σε ένα άρθρο του είναι: η μέτρηση της ωσμωμοτικότητας της δακρυικής στοιβάδας, το OCT, η τοπογραφία και οι προηγμένες μέθοδοι απεικόνισης του κερατοειδή.

Ο Dr .Starr πιστεύει πως πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στη θεραπεία για την ξηροφθαλμία και το καθημερινό περιβάλλον του κάθε ασθενούς το οποίο πολλοί κλινικοί ιατροί παραβλέπουν.
Κατά τους Dr.Nichols και Dr.Blackie σημαντικό ρόλο στην ξηροφθαλμία παίζουν οι μεϊβομιανοί αδένες (οι αδένες ‘’λαδιού’’ που εκρέουν στο χείλος των βλεφάρων). Η φλεγμονή των αδένων meibomian έχει ελληνική ονομασία και λέγεται βλεφαρίτιδα. Είναι δε με τη ροδόχρο ακμή πολύ συχνή στους Έλληνες.

Η αυξημένη τιμή της ωσμωτικότητας του δακρυικού φίλμ παρατηρείται σε όλες τις μορφές της ξηροφθαλμίας. Επιπλέον η διαφορά της τιμής της μεταξύ των δύο οφθαλμών αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της αστάθειας του δακρυικού φίλμ. Το Tear Osmolarity είναι μία νέα τεχνολογία για την μέτρηση της ωσμωτικότητας της δακρυικής στιβάδας και τη διάγνωση της ξηροφθαλμίας. Η μέτρηση της ωσμωτικότητας μπορεί να χρησιμοποιηθεί όχι μόνο για τη διάγνωση της ξηροφθαλμίας αλλά και σαν μέσο παρακολούθησης της αποτελεσματικότητας της θεραπείας της. Με τη συσκευή Tear Osmolarity επωφελούνται επίσης και τα άτομα που παρουσιάζουν ξηροφθαλμία και ενδιαφέρονται να υποβληθούν σε διόρθωση της όρασής τους με laser. Περίπου το 85% των ατόμων αυτών έχουν κάποια μορφή ξηροφθαλμίας. Από την άλλη υπάρχουν άτομα που δεν τους αρέσει να φοράνε γυαλιά και χρησιμοποιούν φακούς επαφής τις περισσότερες ώρες της ημέρας. Η ξηροφθαλμία τους προοδευτικά επιδεινώνεται και δεν μπορούν να αντέξουν τους φακούς επαφής τους. Η ύπαρξη ξηροφθαλμίας δεν εμποδίζει παρ' όλα αυτά να υποβληθεί κάποιος σε επέμβαση laser. Απαραίτητη προϋπόθεση βέβαια είναι το άτομο να αξιολογηθεί κατάλληλα πριν την επέμβαση και η ξηροφθαλμία να έχει διαγνωστεί και θεραπευτεί σωστά, για να μην υπάρξει καμία επιπλοκή. Η ωσμωτικότητα της δακρυικής στοιβάδας λοιπόν αποδεικνύεται εξαιρετικά χρήσιμη στην ομάδα αυτή των ασθενών.

Σύμφωνα με ένα άλλο πρόσφατο δημοσιευμένο άρθρο παρατηρήθηκε πως η τιμή της ωσμωτικότητας της δακρυικής στιβάδας ήταν αυξημένη σε ασθενείς που ακολουθούν θεραπεία για την αντιμετώπιση του γλαυκώματος ή της οφθαλμικής υπέρτασης. Ιδιαίτερα μάλιστα σε εκείνους που χρησιμοποιούν κολλύρια πολλαπλών χρήσεων με συντηρητικά. Βασισμένοι σε αυτά που τώρα γνωρίζουμε πως η αυξημένη τιμή της ωσμωτικότητας των δακρύων συσχετίζεται με ασθένειες της οφθαλμικής επιφάνειας, είναι ιδιαίτερα σημαντικό οι οφθαλμίατροι που διαχειρίζονται ασθενείς με γλαύκωμα να λάβουν υπόψη τους το παράγοντα αυτό. Η ανάλυση της ωσμωτικότητας των δακρύων έχει αποδειχθεί ότι αποτελεί πολύτιμο μέσο για την εκτίμηση και την ανίχνευση οποιασδήποτε βλάβης στο κερατοειδή και στον επιπεφυκότα στους ασθενείς αυτούς.

Επίσης, για τις αρνητικές συνέπειες των συντηρητικών των αντιγλαυκωματικών κολλυρίων κάνει αναφορά και ο Dr. Verges από τη Βαρκελώνη, ο οποίος υποστηρίζει ότι το benzalconium chlroide(BAK) φέρει τις χειρότερες επιπτώσεις. Τονίζει ακόμα το όφελος της μέτρησης της ωσμωτικότητας για να καθοριστεί πότε υπάρχει βλάβη στην οφθαλμική επιφάνεια (περιλαμβανομένης της απόπτωσης και της φλεγμονής).

Τέλος, είναι σημαντικό επίσης να αναφερθούν και τα συμπτώματα της ξηροφθαλμίας.

Αυτά είναι:

  • Τσούξιμο ή κάψιμο στα μάτια
  • Κνησμός
  • Οινώδης βλέννη μέσα ή γύρω από τα μάτια(λήμη ή τσίμπλα)
  • Έντονος ερεθισμός του ματιού από τον καπνό ή τον άνεμο
  • Δακρύρροια
  • Δυσκολία τοποθετήσεως φακών επαφής.
Η δακρύρροια από έναν ''ξηρό οφθαλμό'' ακούγεται κάπως παράδοξη, αλλά εάν τα δάκρυα τα οποία ευθύνονται για την διατήρηση της εφυγράνσεως δεν κρατούν τον οφθαλμό σε αρκετά υγρό περιβάλλον το μάτι ερεθίζεται. Κατά τον ερεθισμό αυτό, ο δακρυικός αδένας παράγει μεγάλη ποσότητα δακρύων που υπερβαίνει το όριο του αποχετευτικού συστήματος του οφθαλμού. Αυτή η αυξημένη ποσότητα δακρύων τελικώς ξεχειλίζει από το μάτι.


Επιμέλεια:

Δρ. Αναστάσιος Ι. Κανελλόπουλος
Νίκη Μανάλη
Φλάβια-Αλεξάνδρα Τζάνη



Διαβάστε περισσότερα άρθρα...


    Στην κορυφή