Τα συχνότερα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα



ΓΟΝΟΚΟΚΚΙΚΗ ΛΟΙΜΩΞΗ


Αποτελεί λοίμωξη του βακτηρίου Neisseria gonorrhea. Στο 90% των περιπτώσεων εμφανίζεται ως οξεία πυώδης έκκριση μπορεί όμως και να παραμείνει ασυμπτωματική. Το βακτήριο μεταδίδεται με τη σεξουαλική επαφή, έχει χρόνο επώασης 2-14 ημέρες και τα κύρια συμπτώματα της νόσου αποτελούν το άφθονο πυώδες έκκριμα από το σημείο που έγινε η μόλυνση ,τα δυσουρικά ενοχλήματα και η περιφερική στην ευρύτερη περιοχή ενόχληση Η διάγνωση τίθεται με εργαστηριακές εξετάσεις και κυρίως με την καλλιέργεια δείγματος από την περιοχή του πυώδους εκκρίματος. Για τη θεραπεία και τη ριζική αντιμετώπιση της λοίμωξης συνιστάται χορήγηση κατάλληλης αντιβιοτικής αγωγής ,με πιο διαδεδομένη τη χορήγηση κινολόνης ή κεφαλοσπορίνης 3ης γενιάς.

ΜΗ ΓΟΝΟΚΟΚΚΙΚΗ ΛΟΙΜΩΞΗ

Αποτελεί λοίμωξη που δεν προκαλείται από το βακτήριο της N.gonorrhoea αλλά από διάφορους άλλους μικροοργανισμούς με κυριότερους ως προς τη συχνότητα : Clamydia trachomatis, Mycoplasma genitalium, τριχομονάδες του κόλπου, αναερόβια μικρόβια,μυκητιασεις απο Candida. Η περίοδος επώασης της νόσου είναι 10-30 ημέρες μετά την επαφή Η κλινική εικόνα είναι παρόμοια με την εικόνα της γονοκοκκικής λοίμωξης (έκκριμα από την πάσχουσα περιοχή, δυσουρικά ενοχλήματα και περιουριθρική ενόχληση), ενώ αρκετά συχνά μπορεί να μην αναφέρονται συμπτώματα. Η διάγνωση της νόσου και η ταυτοποίηση του υπεύθυνου μικροβίου γίνεται με καλλιέργεια του εκκρίματος. Γενικά για τη θεραπεία της μη γονοκοκκικής λοίμωξης συνιστάται αντιβιοτική αγωγή με αντιχλαμυδιακή και αντιμυκοπλασματική δράση με χορήγηση αζιθρομυκίνης ή δοξυκυκλίνης ή ερυθρομυκίνης ή οφλοξασίνης.Οι τριχομονάδες αντιμετωπίζονται με λήψη μετρονιδαζολης. Οι λοιμώξεις από Candida αντιμετωπίζονται με αζολες τοπικά ή συστηματικά

ΕΡΠΗΣ ΓΕΝΝΗΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ

Αποτελεί λοίμωξη από τον ιό του απλού έρπητα και προκαλεί ανάπτυξη φυσαλίδων και ελκών στη γεννητική περιοχή. Ο ιός μεταδίδεται με την άμεση επαφή με τις βλάβες και μέσω των εκκρίσεων . Η κλινική εικόνα της νόσου κατά την πρωτοπαθή εκδήλωση αποτελείται από γενικά συμπτώματα όπως πυρετός, κακουχία και μυαλγίες και από τοπικά συμπτώματα όπως άλγος, κνησμός, δυσουρικά ενοχλήματα, έκκριμα από την περιοχή της βλάβης με τοπικές φυσαλίδες και εξελκώσεις καθώς και αμφοτερόπλευρη λεμφαδενοπάθεια στη βουβωνική χώρα. Κατά τις υποτροπές της νόσου τα συμπτώματα είναι ηπιότερα συνήθως μόνο τοπικά ,ενώ πολλές φορές η υποτροπή κυρίως στις γυναίκες δεν γίνεται αντιληπτή από την ασθενή. Η διάγνωση της νόσου βασίζεται στην καλλιέργεια και σε νεότερες μεθόδους όπως η PCR. Η θεραπεία είναι είτε τοπική είτε συστηματική με αντιικη αγωγη( η δεύτερη είναι σαφώς αποτελεσματικότερη) και συνιστάται τόσο στην πρωτοπαθή εκδήλωση της νόσου όσο και στις υποτροπές.

ΟΞΥΤΕΝΗ ΚΟΝΔΥΛΩΜΑΤΑ

Αποτελεί λοίμωξη από τον ανθρώπινο ιό των θηλωμάτων (HPV) και προκαλεί κονδυλώματα που εντοπίζονται στην πάσχουσα περιοχή. Τα κονδυλώματα έχουν την τάση να διασπείρονται σε περιοχές του σώματος με αυξημένη υγρασία ενώ η μορφή τους μπορεί να διαφέρει στον κάθε ασθενή. Γενικά οι βλάβες παρουσιάζονται συνήθως ως βλατίδες με ρόδινη ή λευκωπή χροιά, με λεία επιφάνεια. Η θεραπεία είναι δύσκολη και μακροχρόνια και οι μέθοδοι που κυρίως εφαρμόζονται είναι η κρυοθεραπεία, η ηλεκτροκαυτηρίαση ,τα laser και η απόξεση καθώς επίσης και τοπικά ενδείκνυται η χρήση κρεμών ,διαλυμάτων ή γέλης. Θα πρέπει να σημειωθεί πως τα κονδυλώματα μπορεί να οδηγήσουν στην εμφάνιση καρκίνου με πιο συχνή εστία τον τράχηλο της μήτρας για την πρόληψη του οποίου συνιστάται ο γυναικολογικός έλεγχος, η κολποσκόπηση και το τεστ Παπανικολάου, ακόμα και όταν δεν υπάρχουν εμφανείς βλάβες.

Γενικά, θα πρέπει να γίνεται πλήρης έλεγχος του ασθενούς για τυχόν συνύπαρξη και άλλων σεξουαλικώς μεταδιδόμενων λοιμώξεων. Επίσης ο ασθενής θα πρέπει να αποφεύγει την ερωτική επαφή χωρίς προστασία μέχρι να ολοκληρωθεί η θεραπεία, να εκπαιδευτεί σχετικά με τις αρχές του ασφαλούς σέξ, και να εντοπίσει τους πρόσφατους σεξουαλικούς συντρόφους του (οι οποίοι είναι πολύ πιθανό να είναι ασυμπτωματικοί) ώστε να ενημερωθούν και να θεραπευτούν. Τέλος οι ασθενείς θα πρέπει να γνωρίζουν ότι για την επιβεβαίωση της ίασης και τον αποκλεισμό άλλων αρχόμενων λοιμώξεων χρήζουν επανεξέτασης με νέο έλεγχο μετά το πέρας της θεραπείας.


Κατερίνα Λαμπρινοπούλου Μd.PhD
Δερματολογος-Αφροδισιολογος

Διαβάστε περισσότερα άρθρα...

    Στην κορυφή