Θρόμβωση, Αιμορραγική Διάθεση & Ρύθμιση Αντιπηκτικής Αγωγής


Οι θάνατοι από αρτηριακή και φλεβική θρόμβωση κατέχουν σήμερα την πρώτη θέση στο Δυτικό κόσμο, έχοντας ξεπεράσει τους θανάτους από νεοπλάσματα και είναι σημαντικό αντικείμενο μελέτης όχι μόνο της βασικής έρευνας για τη διερεύνηση των αιτίων της αλλά και της σύγχρονης φαρμακολογίας για την ανάπτυξη καινούργιων φαρμάκων που συμβάλλουν στην πρόληψη και στην αντιμετώπισή της. Η θρόμβωση είναι μια πολυπαραγοντική νόσος και τα αίτιά της μπορεί να είναι περιβαλλοντικά αλλά και κληρονομικά. Τα περιβαλλοντικά αίτια αποτελούν όλοι οι γνωστοί παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν τη λειτουργία του αγγειακού συστήματος, όπως το κάπνισμα, η κακή διατροφή, ο καθιστικός τρόπος ζωής το υπερβολικό βάρος, η μόλυνση της ατμόσφαιρας, η χρήση κάποιων φαρμάκων. Τη διαδικασία της θρόμβωσης όμως μπορούν να πυροδοτήσουν και άλλα υποκείμενα νοσήματα όπως ο καρκίνος και ο σακχαρώδης διαβήτης, ανοσολογικά νοσήματα όπως το αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο και ο συστηματικός ερυθηνατώδης λύκος (ΣΕΛ) και τέλος κάποιες παροδικές υπερπηκτικές καταστάσεις, όπως ένα βαρύ χειρουργείο, η παρατεταμένη κατάκλιση, η εγκυμοσύνη και η λοχεία στις γυναίκες. Τις τελευταίες δεκαετίες η πρόοδος της μοριακής βιολογίας έφερε στο φως την ύπαρξη κληρονομικών παραγόντων που όταν είναι παρόντες δημιουργούν μια προδιάθεση για θρόμβωση. Τα άτομα που έχουν κληρονομική θρομβοφιλία, δηλαδή μια υπερβολική τάση για θρόμβωση, μπορούν να παρουσιάσουν κάποιο θρομβωτικό επεισόδιο σε νεαρή ηλικία σε συνδυασμό με κάποιον άλλο επιβαρυντικό παράγοντα. Στις γυναίκες η κληρονομική θρομβοφιλία συνδέεται με ιστορικό αποβολών, προεκλαμψίας, εμβρυικού θανάτου και άλλων επιπλοκών κατά την εγκυμοσύνη και τη λοχεία. Επίσης, μπορεί να συνδεθεί με θρομβώσεις κατά τη λήψη αντισυλληπτικών και αγωγής ορμονικής υποκατάστασης. Τα άτομα με κληρονομική θρομβοφιλία έχουν οικογενειακό ιστορικό θρομβώσεων. Αν και η ύπαρξη της κληρονομικής θρομβοφιλίας δεν συνδέεται απαραίτητα με δημιουργία θρόμβωσης, η γνώση της παρουσίας και τον κλινικό γιατρό, αφού η πρόληψή της είναι πλέον μια απλή και καθόλου επίπονη διαδικασία.

Η διερεύνηση για την ύπαρξη κληρονομικών θρομβοφιλικών παραγόντων γίνεται από εξειδικευμένα εργαστήρια και ισχύει για όλη τη ζωή του εξεταζόμενου. Τα αντιθρομβωτικά φάρμακα είναι θεραπεία εκλογής σε ασθενείς με φλεβικές θρομβώσεις, και καρδιαγγειακά προβλήματα. Η ρύθμιση της κατάλληλης δόσης για κάθε φάρμακο που επηρεάζει το μηχανισμό της πήξης είναι η επίτευξη μιας πολύ λεπτής ισορροπίας ανάμεσα στη θρόμβωση και την αιμορραγία. Ένα από τα συχνότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλινικός γιατρός στην καθημερινή πράξη είναι η λεγόμενη αντίσταση στο φάρμακο, δηλαδή η μη αποτελεσματική χρήση του, που μπορεί να οφείλεται σε κακή πρακτική στη λήψη του (έλλειψη συμμόρφωσης του ασθενούς), σε κακή απορρόφηση από το πεπτικό σύστημα ή σε αδυναμία δράσης του οφειλόμενη σε ιδιαιτερότητα του ασθενή. Η αντίσταση στα αντιπηκτικά φάρμακα έχει σαν συνέπεια την υποτροπή της θρόμβωσης που εμφανίζεται σαν νέο οξύ επεισόδιο. Από την άλλη πλευρά, η συχνότερη παρενέργεια των αντιπηκτικών είναι η αιμορραγία που πολλές φορές μπορεί να είναι και απειλητική για τη ζωή του ασθενούς. Για την αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων και τη διατήρηση της κρίσιμης αυτής ισορροπίας μεταξύ θρόμβωσης και αιμορραγίας, δημιουργήσαμε στο Ιατρικό Ψυχικού, το μοναδικό στον ιδιωτικό τομέα Πρότυπο Εργαστήριο Θρόμβωσης, Αιμορραγικής Διάθεσης & Ρύθμισης Αντιπηκτικής Αγωγής.

Η συμβολή του εργαστηρίου στη ρύθμιση αλλά και στην αναστροφή της δράσης των αντιπηκτικών, όταν αυτό απαιτείται, είναι βασική. Στις περιπτώσεις αυτές χρειάζεται να εκτιμάται συνολικά και σφαιρικά η αιμοστατική ικανότητα του ασθενούς. Τα τελευταία χρόνια η μέθοδος που έρχεται να απαντήσει σε αυτές τις ανάγκες είναι η θρομβοελαστογραφία.

Η τεχνική της θρομβοελεστογραφίας εφαρμόζεται την τελευταία δεκαετία πιλοτικά σε δεκάδες εργαστήρια της Ευρώπης με εντυπωσιακά αποτελέσματα στην εξοικονόμηση αίματος κατά τη διάρκεια των χειρουργείων, είναι όμως πολύτιμη επίσης για τη διαδικασία αναστροφής της αντιθρομβωτικής αγωγής, όπως επίσης στην παρακολούθηση υπερπηκτικών καταστάσεων π.χ. η εγκυμοσύνη.

Η ρύθμιση της ευαισθησίας στη χορηγούμενη αντιαιμοπεταλιακή αγωγή αντιμετωπίζεται σήμερα με παρακολούθηση σε εξειδικευμένα εργαστήρια, που διαθέτουν υψηλής τεχνολογίας εξοπλισμό και ειδικευμένο προσωπικό για τη διενέργεια των συγκεκριμένων εξετάσεων.

Ο έλεγχος αντίστασης στην αντιαιμοπεταλιακή αγωγή έχει αποτελέσει αντικείμενο μελέτης πολλών επιστημονικών ομάδων την τελευταία πενταετία και η χρήση αναλυτών λειτουργικότητας αιμοπεταλίων νέας γενιάς έχει συμβάλλει σημαντικά. Παράλληλα, η πληθώρα σκευασμάτων και οι διαφορές στη δοσολογία, η συγχορήγηση άλλων φαρμάκων που περιορίζουν την απορρόφηση και οι ιδιοστασιακές διαφορές των ασθενών δυσχεραίνουν ακόμα περισσότερο το έργο των κλινικών, καθιστώντας τον εργαστηριακό έλεγχο απαραίτητο για τη ρύθμιση της δόσης. Η συχνότερη παρενέργεια των αντιαιμοπεταλιακών είναι η πρόκληση αιμορραγιών. Ένα πολύτιμο εργαλείο για τη ρύθμιση της βέλτιστης δόσης στα αντιαιμοπεταλιακά είναι η χρήση των αναλυτών λειτουργικότητας αιμοπεταλίων τελευταίας γενιάς, που κάνουν τον έλεγχο αυτό γρηγορότερο και ευκολότερο σε σχέση με τις παλαιότερες μεθόδους. Η ταχύτητα εξαγωγής αποτελέσματος κάνει τον έλεγχο των αιμοπεταλίων δυνατό, όχι μόνο πριν από μεγάλες χειρουργικές επεμβάσεις, αλλά ακόμα και κατά τη διάρκεια επεμβάσεων υπό αντιαιμοπεταλιακή αγωγή ή επεμβάσεων τοποθέτησης stent. Η εισαγωγή στην κλινική πράξη των νεώτερων αντιπηκτικών σκευασμάτων, όπως οι αναστολείς της θρομβίνης και οι νέοι από στόματος χορηγούμενοι αντι- Χα παράγοντες έχει αλλάξει σημαντικά τα δεδομένα στην αντιθρομβωτική αγωγή, αφού προσφέρουν μεγαλύτερη ευκολία στη χορήγηση και καλύτερα θεραπευτικά αποτελέσματα.

Το Πρότυπο Εργαστήριο Θρόμβωσης – Αιμορραγικής Διάθεσης και Ρύθμισης Αντιπηκτικής Αγωγής του Ιατρικού Ψυχικού έρχεται να καλύψει αυτές ακριβώς τις ανάγκες και να προσφέρει στους κλινικούς γιατρούς όλων των ειδικοτήτων μια σημαντική βοήθεια υπέρ του ασθενούς πραγματοποιώντας:

• Έλεγχο του σφαιρικού αιμοστατικού προφίλ ασθενών που πρόκειται να υποβληθούν σε μεγάλες χειρουργικές επεμβάσεις (Θρομβοελαστογραφία).

• Έλεγχο αποτελεσματικότητας της αντιαιμοπεταλιακής αγωγής σε ασθενείς με καρδιακά και αγγειακά νοσήματα.

• Ρύθμιση αντιπηκτικής αγωγής στην εγκυμοσύνη, στον τοκετό και στη λοχεία.

• Ρύθμιση και παρακολούθηση αντιπηκτικής αγωγής ασθενών που λαμβάνουν από στόματος αντιπηκτική αγωγή και τα αντιπηκτικά φάρμακα νέας γενιάς.

• Παρακολούθηση ογκολογικών ασθενών με διαταραχές της αιμόστασης.

• Έλεγχος και παρακολούθηση ασθενών με κληρονομική και επίκτητη θρομβοφιλία.


Ανθή Σ. Τραυλού
Καθηγήτρια Αιματολογίας
Επικεφαλής Πρότυπου Εργαστηρίου Θρόμβωσης, Αιμορραγικής Διάθεσης & Ρύθμισης Αντιπηκτικής Αγωγής, Ιατρικού Ψυχικού



    Στην κορυφή