ΤΑ ΟΛΙΓΟΘΕΡΜΙΔΙΚΑ ΓΛΥΚΑΝΤΙΚΑ ΔΕΝ ΣΥΝΔΕΟΝΤΑΙ ΜΕ ΚΙΝΔΥΝΟ ΑΥΞΗΣΗΣ ΒΑΡΟΥΣ


ΡΕΠΟΡΤΑΖ ΥΓΕΙΑΣ
19/07/2017

Τα συμπεράσματα μιας νέας συστηματικής ανασκόπησης των Azad και συν. ότι τα ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά μπορούν να συνδέονται με κίνδυνο αύξησης βάρους και καρδιακών παθήσεων με βάση τα ευρήματα από προοπτικές μελέτες παρατήρησης, δεν υποστηρίζονται από το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων από καλά σχεδιασμένες μελέτες σε ανθρώπους και προηγούμενες διεξοδικές συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις. Είναι σημαντικό ότι οι ισχυρισμοί αυτοί δεν επιβεβαιώνονται από τα ευρήματα της μετα-ανάλυσης των τυχαιοποιημένων ελεγχόμενων κλινικών δοκιμών (RCTs) που διεξήχθησαν από τους συγγραφείς αυτού του επιστημονικού άρθρου.

Στην πραγματικότητα, ένα ισχυρό σύνολο κλινικών δοκιμών σε ανθρώπους έχει δείξει με συνέπεια ότι τα ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά μπορούν να βοηθήσουν στον έλεγχο του βάρους, όταν χρησιμοποιούνται στη θέση της ζάχαρης και ως μέρος μιας υγιεινής διατροφής κι ενός υγιεινού τρόπου ζωής. Σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς της μελέτης των Azad και συν., οι προοπτικές μελέτες παρατήρησης, λόγω του σχεδιασμού τους, δεν αποδεικνύουν και δεν μπορούν να αποδείξουν ότι τα ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά συνδέονται με αύξηση του σωματικού βάρους ή με καρδιακές παθήσεις, δεδομένου ότι υπόκεινται σε συστηματικό σφάλμα και συνεπώς, η ύπαρξη αντίστροφης αιτιότητας δεν μπορεί να αποκλειστεί. Ουσιαστικά, δεν υπάρχει μία δημοσιευμένη τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη κλινική δοκιμή, η οποία αποτελεί και το «χρυσό κανόνα» στη διατροφική έρευνα, που να δείχνει ότι τα ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά μπορούν να οδηγήσουν σε αύξηση του σωματικού βάρους ή να έχουν οποιαδήποτε αρνητική επίδραση στην υγεία.

Για να θέσουμε τα ευρήματα των Azad και συν. σε συγκεκριμένο πλαίσιο, ορισμένες μελέτες παρατήρησης όντως διαπιστώνουν ότι οι άνθρωποι που είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι και τα άτομα με διαβήτη ή άλλα καρδιομεταβολικά προβλήματα υγείας που συνήθως σχετίζονται με την παχυσαρκία, τείνουν να χρησιμοποιούν συχνότερα ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά. Ωστόσο, αυτό μπορεί να συμβαίνει στο πλαίσιο της προσπάθειά τους και ως μια στρατηγική μείωσης της πρόσληψης θερμίδων και ζάχαρης, η οποία είναι μια συνήθης διατροφική σύσταση για τέτοιες παθήσεις. Επιπλέον, στις περισσότερες μελέτες παρατήρησης, η διόρθωση για μεταβλητές που σχετίζονται με την παχυσαρκία εξασθενεί ή ελαττώνει τις παρατηρούμενες συσχετίσεις, οδηγώντας έτσι σε μη στατιστικά σημαντική σχέση.

Για να αποδόσουμε την παρατήρηση ότι τα υψηλότερα ποσοστά παχυσαρκίας στους συχνούς καταναλωτές ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών οφείλονται στη χρήση ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών αυτή καθεαυτή, και όχι σε μερικούς άλλους συγχυτικούς παράγοντες που δεν μετρήθηκαν, γεγονός το οποίο θα αποδεικύει την αιτιότητα, απαιτείται μία δοκιμή τυχαιοποιημένου ελεγχόμενου σχεδιασμού. Αυτός είναι ο μοναδικός σχεδιασμός μελέτης σε ανθρώπους που φτάνει στο επίπεδο της απόδειξης αιτίας και αποτελέσματος και στην περίπτωση της επίδρασης των ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών στο σωματικό βάρος, τα αποδεικτικά στοιχεία από τα RCTs είναι σαφή και συνεπή και δείχνουν ένα μέτριο όφελος της χρήσης των ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών στην απώλεια και διατήρηση του σωματικού βάρους. Είναι σημαντικό ότι δοκιμές μεγαλύτερης διάρκειας έχουν δείξει μεγαλύτερη απώλεια και διατήρηση του σωματικού βάρους με τη χρήση ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών.

Παραδόξως, οι συγγραφείς υποστηρίζουν επίσης ότι «τα αποδεικτικά στοιχεία από τα RCTs δεν υποστηρίζουν σαφώς τα επιδιωκόμενα οφέλη των ολιγοθερμιδικών γλυκαντικών στη διαχείριση βάρους», ωστόσο τα κριτήρια επιλογής που χρησιμοποιήθηκαν για την μετα-ανάλυση των RCTs στη μελέτη αυτή οδήγησαν στον αποκλεισμό ορισμένων καλά σχεδιασμένων κλινικών δοκιμών που συμπεριλήφθηκαν σε μια προηγούμενη, πιο διεξοδική, συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση των Rogers και συν.

Σε μια εποχή που η παχυσαρκία και οι σχετικές παθήσεις αυξάνονται, τα ολιγοθερμιδικά γλυκαντικά μπορούν να αποτελέσουν ένα χρήσιμο διατροφικό εργαλείο στο πλαίσιο μίας ισορροπημένης διατροφής και ενός υγιεινού τρόπου ζωής, με βάση την ισορροπία ισχυρών αποδεικτικών στοιχείων που καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι, συνολικά, η χρήση τους στη θέση της ζάχαρης οδηγεί σε μειωμένη πρόσληψη ενέργειας και μέτρια απώλεια βάρους.
    Στην κορυφή