Συγκοπή


Συγκοπή είναι η προσωρινή απώλεια της συνείδησης, η οποία περιγράφεται και ως «λιποθυμία». Συνήθως οφείλεται στην προσωρινή μείωση της ροής του αίματος προς τον εγκέφαλο. Πιο συχνά παρατηρείται, όταν αρτηριακή πίεση είναι πολύ χαμηλή (υπόταση) και η καρδιά αδυνατεί να τροφοδοτήσει τον εγκέφαλο με την απαραίτητη ποσότητα οξυγόνου.

Πως εκδηλώνεται η συγκοπή

Η συγκοπή μπορεί να είναι αποτέλεσμα ψυχικού στρες, έντονου πόνου, συσσώρευσης του αίματος από τον εγκέφαλο στα πόδια λόγω ξαφνικών αλλαγών στην θέση του σώματος, έντονης εφίδρωσης ή μεγάλης εξάντλησης. Συγκοπή μπορεί επίσης να εκδηλωθεί κατά την διάρκεια έντονου βήχα που συνοδεύεται από ταχείες μεταβολές της αρτηριακής πίεσης. Ακόμα η συγκοπή μπορεί να είναι συνέπεια καρδιακών, νευρολογικών, ψυχιατρικών, μεταβολικών ή πνευμονολογικών διαταραχών. Τέλος μπορεί να είναι παρενέργεια κάποιων φαρμάκων. Κάποιες φορές η συγκοπή μπορεί να υποκρύπτει ένα σοβαρό υποκείμενο νόσημα, ιδιαίτερα, όταν επέρχεται κατά την κόπωση, όταν συνοδεύεται από αίσθημα παλμών ή ανωμαλίες στον καρδιακό ρυθμό (αρρυθμίες) και όταν σχετίζεται με οικογενειακό ιστορικό συχνών συγκοπών ή αιφνίδιου θανάτου.

Νευρογενής συγκοπή

Η πιο συχνά απαντώμενη συγκοπή είναι η νευρογενής συγκοπή, η οποία είναι μια καλοήθης αιτία λιποθυμίας. Εντούτοις και απειλητικές για την ζωή καταστάσεις μπορεί να εκδηλωθούν με συγκοπή. Η νευρογενής συγκοπή είναι πιο συχνή στα παιδιά και τους νεαρούς ενήλικες, αν και μπορεί να παρουσιαστεί σε οποιαδήποτε ηλικία. Η νευρογενής συγκοπή είναι αποτέλεσμα απότομης πτώσης της αρτηριακής πίεσης, η οποία οδηγεί στην μείωση της κυκλοφορίας του αίματος προς τον εγκέφαλο και προκαλεί απώλεια συνειδήσεως. Τυπικά η νευρογενής συγκοπή επέρχεται όταν το άτομο στέκεται όρθιο, ενώ συχνά προηγείται αίσθημα ζέστης, τάση για έμετο, έντονη κεφαλαλγία και θάμβος οράσεως. Αν η συγκοπή είναι παρατεταμένη μπορεί να πυροδοτήσει σπασμούς. Η τοποθέτηση σε οριζόντια θέση και η ανασήκωση των κάτω άκρων θα αποκαταστήσει την ροή του αίματος προς τον εγκέφαλο και θα επαναφέρει την συνείδηση του ατόμου διακόπτοντας ταυτόχρονα και τους σπασμούς.

Η πλειοψηφία των ατόμων που θα παρουσιάσουν συγκοπή δεν έχουν υποκείμενο καρδιακό νόσημα ή αρρυθμία. Έτσι, σπάνια χρειάζονται περαιτέρω εξετάσεις. Συνήθως, αρκεί η λεπτομερής φυσική εξέταση και η μέτρηση της αρτηριακής πίεσης και της καρδιακής συχνότητας σε όρθια και οριζόντια θέση. Σε μερικές όμως περιπτώσεις είναι απαραίτητη η διενέργεια ηλεκτροκαρδιογραφήματος, υπερηχογραφήματος ή δοκιμασίας κοπώσεως. Ακόμα μπορεί να χρειαστεί η 24/ωρη καταγραφή του ρυθμού ή ακόμα και η διενέργεια ηλεκτροφυσιολογικής μελέτης. Αν ολες οι παραπάνω εξετάσεις είναι φυσιολογικές πρέπει να συσταθεί μια δοκιμασία ανακλίσεως (tilt test). Κατά την δοκιμασία ανακλίσεως μετράται η αρτηριακή πίεση και η καρδιακή συχνότητα ενώ το άτομα βρίσκεται ξαπλωμένο σε ένα κρεββάτι, το οποίο ανασηκώνεται απότομα. Ένα άτομο με νευρογενή συγκοπή συνήθως θα λιποθυμήσει κατά την διάρκεια της δοκιμασίας ανακλίσεως, λογω ταχείας πτώσης της αρτηριακής πίεσης και της καρδιακής συχνότητας. Μόλις το κρεββάτι τοποθετηθεί πάλι σε οριζόντια θέση, η ροή του αίματος και η συνείδηση του ατόμου αποκαθίστανται πλήρως.

Πρόληψη έλευσης συγκοπής

Για την πρόληψη έλευσης συγκοπής τα άτομα με επανειλημμένα επεισόδια νευρογενούς συγκοπής πρέπει να καταναλώνουν τροφές με αλάτι και πολλά υγρά και πρέπει να αποφεύγουν την αφυδάτωση για να διατηρούν σταθερό τον όγκο αίματος. Επίσης, αν τα άτομα αυτά νιώθουν κάποιο απο τα πρόδρομα συμπτώματα, όπως ζάλη, τάση για λυποθυμία ή έντονη εφίδρωση θα πρέπει άμεσα να καθήσουν ή να ξαπλώσουν. Αν παρά τα παραπάνω μέτρα ένα άτομα παρουσιάζει επεισόδια νευρογενούς συγκοπής, ίσως κριθεί απαραίτητη η χορήγηση φαρμάκων.

Χριστόδουλος Ι. Στεφανάδης
Καθηγητής Καρδιολογίας
Πρόεδρος Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών


    Στην κορυφή