Πρώιμη παρέμβαση σε μικρά παιδιά, προσχολικής ηλικίας που παρουσιάζουν σοβαρές αναπτυξιακές δυσκολίες/διαταραχές


Η πρώιμη παρέμβαση περιλαμβάνει μια σειρά από διεπιστημονικές υπηρεσίες, οι οποίες προσφέρονται σε παιδιά ηλικίας από 0-5χρ, με στόχο να προωθήσουν την ψυχική υγεία και την ευημερία τους, να ενισχύσουν τις αναδυόμενες ικανότητές τους, να ελαχιστοποιήσουν τις αναπτυξιακές καθυστερήσεις, να αποκαταστήσουν στον μέγιστο δυνατό βαθμό υπάρχουσες ή αναδυόμενες αναπηρίες, να αποτρέψουν λειτουργική επιδείνωση των δυσκολιών και να προωθήσουν τη γονεϊκή και τη συνολικότερη οικογενειακή λειτουργία (Shonkoff & Meisels, 2000).

Οι στόχοι αυτοί επιτυχάνονται προσφέροντας εξατομικευμένες, αναπτυξιακές, εκπαιδευτικές και θεραπευτικές υπηρεσίες για τα παιδιά σε συνδυασμό με παράλληλη υποστήριξη για τις οικογένειές τους (Shonkoff & Meisels, 2000).

Πρώιμη παρέμβαση σε περίπτωση αναπτυξιακών και διάχυτων αναπτυξιακών διαταραχών

Η πρώιμη παρέμβαση φαίνεται να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική σε περιπτώσεις αναπτυξιακών διαταραχών και διάχυτων αναπτυξιακών διαταραχών (διαταραχές του φάσματος του αυτισμού). Έτσι διάφορα πρόγραμματα έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία είκοσι χρόνια, (με συμπεριφορικό κυρίως προσανατολισμό) καθώς οι γνώσεις για τις διαταραχές αυτές εξελίσσονται (Wood, Glaser & Eliez, 2013).

Ο πρώιμος παιδικός αυτισμός είναι μια σοβαρή, διάχυτη,αναπτυξιακή διαταραχή, μια σύνθετη παθολογία της οποίας η αιτιολογία είναι ακόμα άγνωστη. Δεν μπορούμε να συνδέσουμε τον αυτισμό, με γραμμικό τρόπο, με μια μόνη αιτία (μεταβολική, γενετική) (Hochmann, 2005). Σήμερα κυριαρχεί η υπόθεση ότι ο αυτισμός έχει μια νευροβιολογική αιτία/βάση(l’hypothèse neurobiologique) και οι ερευνητές μιλούν για γενετική ευαλωτότητα (vulnérabilité génétique) (Hochmann, 2012).

Υπάρχουν διάφορες ταξινομήσεις των διάχυτων αναπτυξιακών διαταραχών (DSM-V, ICD-10, CFTMEA, DC:0-3), όμως όλοι οι μελετητές συμφωνούν ότι χαρακτηρίζονται από καθυστερήσεις και αποκλίσεις της ανάπτυξης σε τρεις βασικούς τομείς:

την κοινωνική αλληλεπίδραση, τις κοινωνικές δεξιότητες
τη λεκτική και μη λεκτική επικοινωνία
τη συμπεριφορά (στερεοτυπίες, εμμονές)
(Kaplan & Sadock, 2009).

Χάρη στην πρόοδο των επιστημονικών γνώσεων, η διάγνωση του αυτισμού τίθεται ολοένα και νωρίτερα, σε ορισμένες περιπτώσεις ήδη από την ηλικία των 2 χρόνων. Όμως είναι σημαντικό να έχουμε κατά νου ότι κλινικοί και ερευνητές διαπίστωσαν ότι κάποια παιδιά, ενώ ήταν ακόμα μωρά μας απευθύνουν πρώιμα σημεία ψυχικής οδύνης, χωρίς να σημαίνει ότι όλα θα εξελιχθούν σε άτομα με αυτισμό. (Delion, 2000, 2012). Έτσι είναι σημαντικό το ζήτημα του πρώιμου εντοπισμού και της κατάλληλης πρώιμης παρέμβασης που θα προταθεί.

Πρώιμη διάγνωση, πρώιμη παρέμβαση

Στην προσχολική ηλικία που είναι η ηλικία της πρώτης διάγνωσης, η στιγμή που οι γονείς θα εντοπίσουν το πρόβλημα και οι ειδικοί θα το ονομάσουν και θα το διαγνώσουν, είναι σημαντικό να έχουμε κατά νου τη σημασία και τον ρόλο του εντοπισμού των πρώιμων σημείων αλλά και της διαφοροδιάγνωσης.
Το ζήτημα αυτό, δηλαδή ο εντοπισμός των πρώιμων σημείων (και άρα η πρώιμη παρέμβαση) σε παιδιά που διατρέχουν «αυτιστικό κίνδυνο», έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλών εργασιών, με κυριότερες (στη Γαλλία) τις εργασίες του Didier Houzel, η A. Baghdadli, ο André Carel (Delion, 2000. 2005) και άλλων, ενώ πάρα πολλές μελέτες υπάρχουν και στην αγγλοσαξωνική βιβλιογραφία (Kaplan & Sadock, 2009).

Οι κλινικοί και οι ερευνητές τονίζουν τη σημασία μιας πρώιμης ανίχνευσης αλλά και μιας «συνετής» ανακοίνωσης της διάγνωσης, όπως επισημαίνει ο Γάλλος παιδοψυχίατρος B. Golse (2000), σε ένα «παλιό» αλλά πάντα επίκαιρο κείμενο γύρω από τον «κίνδυνο του αυτισμού και τον κίνδυνο της πρόβλεψης».
Συγκεκριμένα στις ηλικίες αυτές (ιδιαίτερα στα μικρά παιδιά που δεν μιλάνε), η διαφοροδιάγνωση είναι εξαιρετικά σημαντική και απαιτεί μεγάλη προσοχή, καθώς υπάρχουν κοινά σημεία μεταξύ διαφορετικών μεταξύ τους καταστάσεων.

Έτσι είναι απαραίτητος ο έγκαιρος εντοπισμός σημείων – ενδείξεων κινδύνου στα μικρά παιδιά, που μπορεί να λειτουργήσει θετικά επιτρέποντας μια κατάλληλη παρέμβαση και μια ευνοϊκή εξέλιξη του παιδιού, χωρίς, όμως, να υπάρξει μια βιαστική κατάταξη του παιδιού σε μια διαγνωστική κατηγορία, γεγονός που μπορεί να συμβάλλει στην παγίωση και μονιμοποίηση παθολογικών καταστάσεων (Αμπατζόγλου, 2000. Delion, 2000, Golse, 2000).

Η πρώιμη παρέμβαση, είναι επομένως, καλό, να οργανώνεται λαμβάνοντας υπόψη τη στενή σύνδεση ανάπτυξης και ψυχοπαθολογίας στην προσχολική ηλικία καθώς τη βιολογική και ψυχολογική ευπλαστότητα που χαρακτηρίζει την ηλικία αυτή και η οποία επιτρέπει ειδικές παρεμβάσεις (συχνά σύντομες) με πολύτιμα αποτελέσματα (Αμπατζόγλου, Βλαχάκη[1])

Χριστίνα Χατζηδημητρίου
Κλινική Ψυχολόγος
Διδάκτωρ Α.Π.Θ.
Επιστημονική Συνεργάτης Υπηρεσίας Παιδιού και Εφήβου της Γ. Ψυχιατρικής Κλινικής του Νοσοκομείου Α.Χ.Ε.Π.Α. Θεσσαλονίκης
Ψυχολόγος στο Πρόγραμμα Πρώιμης Παρέμβασης για Μικρά Παιδιά με Αναπτυξιακές Δυσκολίες , Μέριμνα Παιδιού ( Πηγή: http://www.qualityinhealth.gr/)


Βιβλιογραφία

Delion P., (2005). Le dépistage clinique précoce. Introduction à la deuxième édition. In : Les bébés à risque autistique. Paris : ERES.

Delion P., (2000). Τα βρέφη σε αυτιστικό κίνδυνο. Θεσσαλονίκη, University Studio Press.

Golse B., (1998). Από τον κίνδυνο του αυτισμού στον κίνδυνο της πρόβλεψης. Στο: Delion P., (2000). Τα βρέφη σε αυτιστικό κίνδυνο. Θεσσαλονίκη, University Studio Press.

Hochmann J., (2012). Ο παιδικός αυτισμός ανάμεσα στις νευροεπιστήμες και την ψυχανάλυση. Ένα πλαίσιο για πιθανή συζήτηση. Σύναψη, 8, σελ. 38-45.

Hochmann J., (2005). Η αφηγητική στην εργασία με αυτιστικά παιδιά σε οργανωμένο πλαίσιο. Περιοδικό Παιδί και Έφηβος, τόμος 7, τεύχος 2, σελ. 29-43.

Kaplan & Sadock’s (2009). Διάχυτες Αναπτυξιακές Διαταραχές. Στο: Επιτομη Ψυχιατρική Παιδιών και Εφήβων. Ιατρικές Εκδόσεις Λίτσας.

Roberts, J. M. A., & Prior, M. (2006). A review of the research to identify the most effective models of practice in early intervention of children with autism spectrum disorders. Australian Government Department of Health and Ageing, Australia.

Shonkoff J.P, & Meisels S.J. (2000). Handbook of early childhood intervention. Cambridge University press.

Wood, Glaser & Eliez, (2013). L’autisme - les nouveaux programmes thérapeutiques. Swiss Archives of Neurology and Psychiatry, 164(1): 13-9.


[1] Αμπατζόγλου Γ. & Βλαχάκη. ΠΡΩΙΜΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΣΕ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΑΥΤΙΣΤΙΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ. Πρόταση δημιουργίας Κέντρων Πρώιμης Ιατροκοινωνικής Δράσης (για παιδιά προσχολικής ηλικίας).



Διαβάστε περισσότερα άρθρα...



    Στην κορυφή