Ψωρίαση - Η σύγχρονη προσέγγιση


27/10/2023


Ελληνική Δερματολογική & Αφροδισιολογική Εταιρεία
Στοιχεία, στατιστικά και πληροφορίες για την ψωρίαση

Η ψωρίαση παλαιότερα χαρακτηριζόταν ως μια «χρόνια, φλεγμονώδης, υποτροπιάζουσα, δυσίατος δερματοπάθεια». Σήμερα, όμως, μετά από χρόνια μελετών έχει επιτευχθεί σημαντική διαλεύκανση της παθογένειας με επιβεβαίωση του ανοσολογικού μηχανισμού της νόσου.

Έτσι, πλέον, η ψωρίαση θεωρείται μία μη μεταδοτική, αυτοφλεγμονώδης νόσος που μπορεί να συνυπάρχει με πολλά συστηματικά νοσήματα και έχει σημαντικές επιπτώσεις, τόσο κοινωνικοοικονομικές όσο και στην καθημερινότητα και ψυχολογία των πασχόντων, εντέλει δηλαδή στην ποιότητα ζωής τους. Νεότερα στοιχεία υποδηλώνουν μια γενετική βάση της νόσου, η οποία πιθανώς να ενεργοποιείται από ενδογενείς και εξωγενείς παράγοντες, όπως το κάπνισμα, το stress, το αλκοόλ, οι διατροφικές συνήθειες, οι λοιμώξεις, διάφορα φάρμακα, τραυματισμοί κ.ά.

Η ψωρίαση κατά́ πλάκας είναι ο πιο συχνός τύπος ψωρίασης, με σχεδόν το 80% των ατόμων που αναπτύσσουν ψωρίαση να πάσχουν από τον συγκεκριμένο τύπο. Η ψωρίαση κατά́ πλάκας εμφανίζεται με τη μορφή́ ερυθηματωδών πλακών που καλύπτονται από́ χαρακτηριστικά́ αργυρόχρωμα λέπια και οι συχνότερες θέσεις εντόπισης των ανωτέρω βλαβών είναι οι αγκώνεςς, τα γόνατα και το τριχωτό́ της κεφάλης. Οι χαρακτηριστικές αυτές βλάβες του δέρματος αποτελούν μια δυσάρεστη εικόνα και έχουν σημαντικά́ αρνητική́ επίδραση στην ψυχολογία των ασθενών.

Υπολογίζεται ότι η ψωρίαση αφορά́ το 2% έως 2,5% του Ελληνικού πληθυσμού́, περισσότεροι δηλαδή από́ 200.000 συνάνθρωποι μας ζουν με αυτήν, ενώ παρουσιάζεται εξίσου και στα δυο φύλα. Μπορεί́ να εμφανιστεί́ σε όλες τις ηλικίες, αλλά́ είναι πιο σπάνια στην παιδική́ ηλικία και πιο συχνή́ στους ενηλίκους. Η έναρξη της νόσου φαίνεται να έχει δύο κορυφώσεις, μεταξύ́ των ηλικιών 30 έως 39 και μεταξύ́ 50 έως 60 ετών. Η κληρονομικότητα παίζει ρόλο στην εμφάνιση της ψωρίασης, αν και τα παιδιά́ ενός γονιού́ με ψωρίαση μπορεί́ να μην την εμφανίσουν ποτέ́. Επιπρόσθετα, έως και το 30% των ασθενών με ψωρίαση μπορεί́ να αναπτύξουν ψωριασική αρθρίτιδα, η οποία επίσης οφείλεται στη διαταραγμένη λειτουργία του ανοσοποιητικού́, χαρακτηρίζεται από́ διόγκωση και ευαισθησία των αρθρώσεων, καθώς και χαρακτηριστική́ πρωινή́ δυσκαμψία. Η ψωρίαση δεν είναι κάτι παροδικό́, έχει χρόνια πορεία, με χαρακτηριστικές υφέσεις και εξάρσεις. Μέχρι σήμερα η νόσος δεν θεωρείται ιάσιμη, αλλά́ με τις διαθέσιμες θεραπευτικές επιλογές οι ασθενείς μπορούν να επιτύχουν μεγάλες περιόδους ύφεσης.
Επιπτώσεις της νόσου στην ποιότητα ζωής των ασθενών

Οι αντιδράσεις του κοινωνικού́ περιγύρου στην εικόνα του δέρματος με τις χαρακτηριστικές βλάβες οδηγούν πολλούς ασθενείς με ψωρίαση σε απομόνωση και σε αυξημένη συχνότητα εμφάνισης άγχους, ακόμη και κατάθλιψης. Σε διάφορες μελέτες φαίνεται ότι σχεδόν έξι στους δέκα ασθενείς έχουν πρόβλημα με την ερωτική́ τους ζωή́ λόγω της ψωρίασης, ενώ ο ένας στους τρεις αισθάνεται ότι οι άλλοι τον αποφεύγουν στη διάρκεια περιόδων έξαρσης της νόσου. Σχεδόν όλοι, εξάλλου, έρχονται συστηματικά́ αντιμέτωποι με την άγνοια του κόσμου. Είναι γνωστή η σύγχυση του κόσμου μεταξύ ψωρίασης και ψώρας. Είναι σημαντικό συνεπώς να τονίσουμε και να ενημερώσουμε/εκπαιδεύσουμε το κοινό ότι η ψωρίαση δεν είναι μεταδοτική́, ούτε οφείλεται σε κάποιον ιό́ ή σε κάποιο μικρόβιο. Οι άνθρωποι με ψωρίαση, όπως και με τα υπόλοιπα αυτοάνοσα – αυτοφλεγμονώδη δερματικά νοσήματα, δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζουν το στίγμα που επιφέρουν οι παθήσεις αυτές. Η ψωρίαση δεν τους ορίζει, δεν τους χαρακτηρίζει και κυρίως δεν θα πρέπει να επηρεάζει τη ζωή τους. Θα πρέπει να αντιμετωπίζουν την ασθένειά τους σε συνεργασία με τον δερματολόγο τους. Να φροντίζουν τον δέρμα τους και να το αγαπούν.
Θεραπείες και νεότερα δεδομένα

Η ήπια ψωρίαση αντιμετωπίζεται κυρίως με τοπικά σκευάσματα (τοπικά ανάλογα Βιταμίνης D, κορτικοστεροειδή), ενώ για την μέτρια και σοβαρή ψωρίαση ενδείκνυνται οι συστηματικές θεραπείες.

Η θεραπευτική φαρέτρα της ψωρίασης έχει εμπλουτιστεί τα τελευταία χρόνια με την εμφάνιση νέων στοχευμένων θεραπειών, των Βιολογικών παραγόντων καθώς και νέων μικρών μορίων. Οι θεραπείες αυτές παρουσιάζουν μακροχρόνια αποτελεσματικότητα και σταθερό προφίλ ασφάλειας, ενώ βασικό τους πλεονέκτημα είναι ο έλεγχος της ψωρίασης και των συννοσηροτήτων που σχετίζονται με αυτή. Πρέπει να τονιστεί ότι είναι σημαντικό ο ψωριασικός ασθενής να αντιμετωπίζεται ολιστικά από τον θεράποντα δερματολόγο του και οι διάφοροι παράγοντες κινδύνου να αναγνωρίζονται και να αντιμετωπίζονται εγκαίρως.







    Στην κορυφή