ΚΕΕΛΠΝΟ: ΤΟ ΕΜΒΟΛΙΟ ΣΩΖΕΙ ΖΩΕΣ




ΡΕΠΟΡΤΑΖ ΥΓΕΙΑΣ
01/12/2016

Τα μέλη των ιατρικών συλλόγων που διαμηνύουν τη σημασία της πρόληψης μέσω του εμβολιασμού ολοένα και αυξάνονται, με τελευταία ηχηρή τοποθέτηση αυτή του ιατρικού συλλόγου Ρεθύμνου. Με ανακοίνωση στην οποία παρέθεσε τις θέσεις του για το επίκαιρο ζήτημα της ανοσοποίησης ενάντια στη γρίπη, ο Ιατρικός Σύλλογος Ρεθύμνου τοποθετήθηκε στο πλευρό του ΚΕ.ΕΛ.Π.ΝΟ. ενισχύοντας την εκστρατεία του φορέα για την πρόληψη και την ανοσοποίηση των ευπαθών πληθυσμιακών ομάδων.

Ελλιπής ανοσοποίηση αυξάνει τη νοσηρότητα του πληθυσμού

Σύμφωνα με τα επιδημιολογικά στοιχεία του ΚΕ.ΕΛ.Π.ΝΟ. κατά την περίοδο 2015-2016 καταγράφηκαν 435 σοβαρά κρούσματα γρίπης, εκ των οποίων 197 θάνατοι, πολλά εκ των οποίων θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί εντελώς με τον ορθό και έγκαιρο εμβολιασμό. Ο εμβολιασμός είναι η καλύτερη μορφή πρόληψης διαμηνύουν οι υγειονομικοί φορείς της χώρας. Εξαιτίας της ελλιπούς ανοσοποίησης, ωστόσο, ο ιατρικός κόσμος έρχεται αντιμέτωπος με ασθένειες που μέχρι πρότινος ήταν ελεγχόμενες.

Ιδιαίτερη ανησυχία στις υγειονομικές υπηρεσίες της χώρας προκαλεί η επανεμφάνιση της ηπατίτιδας Β και C, η οποία τέθηκε, μάλιστα, ως το βασικό θέμα συζήτησης στην Ευρωπαϊκή Εβδομάδα Εξέτασης (που υλοποιήθηκε την εβδομάδα 20-27 Νοεμβρίου). Αντίστοιχη έχει αναδειχθεί από τις αρχές του φθινοπώρου η περίπτωση μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου τύπου Β, η οποία κατά μ.ο. σημειώνει 1 κρούσμα την εβδομάδα.

Έκθετα τα βρέφη στη μηνιγγίτιδα Β

Μέχρι σήμερα, ο εμβολιασμός έναντι της μηνιγγίτιδας Β γίνεται με ιδιωτική πρωτοβουλία, με παραίνεση των παιδιάτρων. Έρευνα που διεξήχθη τον περασμένο Ιούνιο υπό την επιστημονική ευθύνη του επ. Καθηγητή Κυριάκου Σουλιώτη, καταδεικνύει ότι μόνο 3 στους 10 γονείς έχουν εμβολιάσει το παιδί τους έναντι της νόσου, με τους υπόλοιπους 7 στους 10 να αποδίδουν τον μη εμβολιασμό των παιδιών τους στη μη αποζημίωση του εμβολίου, με αποτέλεσμα ένα σημαντικό τμήμα του ευπαθούς πληθυσμού, που είναι κυρίως τα βρέφη κάτω του 1 έτους, να είναι έκθετο στον κίνδυνο μετάδοσης της νόσου.

Το Εθνικό Κέντρο Αναφοράς Μηνιγγίτιδας καταγράφει τα περισσότερα κρούσματα μηνιγγίτιδας Β σε βρέφη κάτω τους ενός έτους και παιδιά ηλικίας έως 4 ετών και η παιδιατρική κοινότητα της χώρας τοποθετείται σύσσωμη υπέρ της επικαιροποίησης του ΕΠΕ με την ένταξη του εμβολίου κατά της μηνιγγίτιδας Β, ειδικά μετά τα νέα πρόσφατα δεδομένα που επιβεβαιώνουν την υψηλή αποτελεσματικότητά του. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό «The Lancet» τον περασμένο Οκτώβριο, τα κρούσματα της νόσου στο Η.Β., την πρώτη χώρα που ενέταξε το εμβόλιο στο αντίστοιχο εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμού εμφανίζονται μετά από ένα έτος χορήγησης του εμβολίου, μειωμένα κατά 50%, ενώ η συνολική αποτελεσματικότητα του εμβολίου είναι 94,2%.

Πρόσθετη επιβάρυνση €18εκ. στο σύστημα υγείας από τη μη αντιμετώπιση της μηνιγγίτιδας Β

Ο συνολικός αριθμός κρουσμάτων μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου για τους τύπους A, C, W135 και Y μπορεί να έχει μειωθεί τα τελευταία έτη, γεγονός που αποδίδεται στην ένταξη των αντίστοιχων εμβολίων στο ΕΠΕ, δεν ισχύει το ίδιο όμως και για τη μηνιγγίτιδα τύπου Β, η οποία εμφανίζει σταθερό αριθμό κρουσμάτων. Η διαχείριση των νέων κρουσμάτων δημιουργεί μία πρόσθετη επιβάρυνση €18εκ. ετησίως στο σύστημα υγείας, αφού η νόσος αφήνει σε όσους επιβιώνουν σοβαρά κατάλοιπα. Με βάση τα στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, 1 στα 5 άτομα που καταφέρνει να επιβιώσει εμφανίζει σοβαρές μόνιμες αναπηρίες. Σύμφωνα, όμως, με τους οικονομολόγους της υγείας, το κόστος χορήγησης του εμβολίου στις ευπαθείς ομάδες είναι πολύ χαμηλότερο.

Εν αναμονή επικαιροποίησης του ΕΠΕ

Με φόντο τις δεσμεύσεις της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Υγείας για αλλαγές που θα διασφαλίσουν την καθολική και ισότιμη πρόσβαση στην υγεία, οι υγειονομικοί φορείς της χώρας τελούν σε αναμονή του επικαιροποιημένου Εθνικού Προγράμματος Εμβολιασμού, το οποίο αναμένεται να ανακοινωθεί μέχρι το τέλος του έτους. Τα βλέμματα είναι στραμμένα στην Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών, η οποία παρακολουθεί, επικαιροποιεί και προσαρμόζει το ΕΠΕ συνεκτιμώντας τις ανάγκες ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης του πληθυσμού και τα σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα.






    Στην κορυφή