Ιατρικά Άρθρα - Μετά το έμφραγμα Δ. Κρεμαστινός



Απο το βιβλίο του Καθηγητή Καρδιολογίας κ. Δημήτριου Θ. Κρεμαστινού
«Μπορούμε να νικήσουμε τις καρδιοπάθειες»
του Εκδοτικού Οίκου Α.Α. Λιβάνη

ΜΕΤΑ ΤΟ ΕΜΦΡΑΓΜΑ

Μετά το έµφραγµα

Το έµφραγµα του µυοκαρδίου συνήθως εµφανίζεται ξαφνικά, χωρίς κανένα προειδοποιητικό ενόχληµα. Στις περισσότερες µάλιστα περιπτώσεις ο ασθενής για πρώτη φορά βλέπει καρδιολόγο. Όταν ο ασθενής αυτός φεύγει από το νοσοκοµείο µετά τη νοσηλεία του για έµφραγµα του µυοκαρδίου, συνήθως ρωτά το γιατρό του: «Γιατρέ µου, τι ακριβώς έπαθε η καρδιά µου και πώς θα λειτουργεί από δω και πέρα;»

Στην καρδιακή προσβολή, που λέγεται έµφραγµα του µυοκαρδίου, ένα µέρος της καρδιάς καταστρέφεται, επειδή η αιµάτωση του µυοκαρδίου διακόπηκε απότοµα και το τµήµα αυτό του µυοκαρδίου νεκρώθηκε και αντικαταστάθηκε από µια ουλή, όπως συµβαίνει σε κάθε τραυµατισµό (ουλώδης ιστός). Ανάλογα µε την περιοχή της καρδιάς όπου συµβαίνει το έµφραγµα µπορεί να καταστραφεί και ένα µέρος του ηλεκτρικού συστήµατός της, που είναι απαραίτητο για τη λειτουργία της. Αυτές τις βλάβες ο γιατρός είναι σήµερα σε θέση να τις αναγνωρίσει µε σύγχρονες µεθόδους, όπως το ηχωκαρδιογράφηµα, το σπινθηρογράφηµα και το ηλεκτροκαρδιογράφηµα 24ωρης καταγραφής (τύπου Holter). Το ηλεκτροκαρδιογράφηµα µαζί µε το ηχωκαρδιογράφηµα προσδιορίζουν την έκταση της βλάβης, καθώς και την εξωθητική δύναµη της καρδιάς.

Το σπινθηρογράφηµα του µυοκαρδίου, σε συνδυασµό µε τη δοκιµασία κοπώσεως, καθορίζει ποιες περιοχές της καρδιάς ισχαιµούν (δηλαδή δέχονται λιγότερο από το απαιτούµενο αίµα) µε τη νέα κατάσταση που έχει δηµιουργηθεί µετά το έµφραγµα του µυοκαρδίου.

Η 24ωρη καταγραφή του ηλεκτροκαρδιογραφήµατος γίνεται µε το σύστηµα Holter (ειδική κασέτα, που καταγράφει το ηλεκτροκαρδιογράφηµα). Με την εξέταση αυτή βρίσκεται εάν έχουν δηµιουργηθεί διαταραχές στην παραγωγή και επέκταση του ηλεκτρικού ρεύµατος της καρδιάς, µε αποτέλεσµα να παράγονται επικίνδυνες για τη ζωή του ασθενούς αρρυθµίες. Η όλη διερεύνηση του ασθενούς ολοκληρώνεται µέσα σε ένα µήνα από την προσβολή του εµφράγµατος.

Έτσι η σύγχρονη Καρδιολογία µπορεί µε επιτυχία να διαγνώσει και να αντιµετωπίσει τις βλάβες που προκαλεί το έµφραγµα. Όµως και η ίδια η καρδιά του ανθρώπου, που είναι από τη φύση της γερό όργανο, συνεχίζει να λειτουργεί παρ' όλη τη βλάβη που έπαθε και να αναπτύσσει δικούς της µηχανισµούς άµυνας. Στην αρχή αιφνιδιάζεται, ιδιαίτερα όταν το έµφραγµα είναι µεγάλο. Σιγά σιγά όµως µεταβάλλει το γεωµετρικό της σχήµα και αναδιαµορφώνεται για να προσαρµοστεί στις νέες συνθήκες.

Το τραύµα στην καρδιά µετά την προσβολή του εµφράγµατος επουλώνεται µε το σχηµατισµό µιας σκληρής ουλής, η οποία µε την πάροδο του χρόνου µικραίνει. Παράλληλα γύρω από την αποφραγµένη αρτηρία και την ουλή δηµιουργούνται νέες µικρές αρτηρίες (φυσικό bypass) για να τραφεί το µυοκάρδιο γύρω από την περιοχή του εµφράγµατος.

Το πόσο θα διαρκέσει η διαδικασία αυτή εξαρτάται από το πόσο µεγάλο είναι το έµφραγµα και τι γονίδια διαθέτει ο κάθε οργανισµός. Τις περισσότερες φορές η ανάρρωση ολοκληρώνεται µέσα σε 3 εβδοµάδες. Όταν όµως το έµφραγµα είναι πολύ µεγάλο, η ανάρρωση µπορεί να διαρκέσει και µήνες.

Τέλος ο άρρωστος πρέπει να συµβουλευτεί το γιατρό του, ο οποίος γνωρίζει να κρίνει την εξέλιξη και την πορεία του εµφράγµατος, ούτως ώστε να καθορίσει πότε ο ασθενής µπορεί να επιστρέψει στις συνηθισµένες του δραστηριότητες µε βάση την κλινική εικόνα του και τα αποτελέσµατα των καρδιολογικών εξετάσεων.

Στόχος της πλήρους αποκατάστασης του ασθενούς µετά το έµφραγµα είναι η επάνοδος στο φυσιολογικό ρυθµό της ζωής του, χωρίς να διατρέχει κινδύνους. Αυτό επιτυγχάνεται αφού συνεκτιµηθεί σωστά από το γιατρό η συνολική κατάσταση της καρδιάς σε συνδυασµό µε την προσωπικότητα και τον ψυχισµό του ασθενούς. Πέραν των καρδιολογικών ιατρικών εξετάσεων, που πρέπει να γίνονται ανά τακτά χρονικά διαστήµατα, ο ασθενής θα πρέπει να προσέξει ιδιαιτέρως τα εξής: διατροφή, κατανάλωση οινοπνευµατωδών ποτών, κάπνισµα, σωµατική άσκηση, σεξ, στρες, επιστροφή στην εργασία, οδήγηση και ταξίδια µε το αεροπλάνο.

Διατροφή: Η διατροφή του ασθενούς στοχεύει στη διατήρηση του φυσιολογικού βάρους και σε χαµηλές τιµές χοληστερίνης (περί τα 150 mg%). Για να επιτευχθούν οι στόχοι αυτοί, θα πρέπει ο ασθενής να ακολουθήσει ειδικό πρόγραµµα διατροφής, το οποίο καθορίζεται σε συνεργασία του καρδιολόγου µε το διαιτολόγο.

Kατανάλωση οινοπνευµατωδών: Τα οινοπνευµατώδη ποτά σε µικρές ποσότητες (1-2 ποτήρια) δεν βλάπτουν την καρδιά. Πολλοί µάλιστα ισχυρίζονται ότι τη βοηθούν. Το κρασί, κόκκινο ή λευκό, θεωρείται το πλέον ενδεδειγµένο οινοπνευµατώδες ποτό.

Kάπνισµα: Το κάπνισµα πρέπει να διακόπτεται ακόµα και στο περιβάλλον του ασθενούς. Επίσης το κάπνισµα πούρου ή πίπας θεωρείται εξίσου επιβλαβές.

Σωµατική άσκηση: Η σωµατική άσκηση είναι επιβεβληµένη για κάθε ασθενή που έχει πάθει έµφραγµα. Το επίπεδο δυσκολίας της προσδιορίζεται από την αντίδραση του ασθενούς στη δοκιµασία κοπώσεως, η οποία γίνεται 3-4 εβδοµάδες µετά το έµφραγµα. Γενικότερα η ενασχόληση του ασθενούς µε σπορ που χαρακτηρίζονται από µικρή ή µέτρια προσπάθεια θεωρείται ενδεδειγµένη. Τέτοια είναι το γκολφ ή το τένις, όταν παίζεται χωρίς στρες.

Σεξ: Η σεξουαλική επαφή µετά το έµφραγµα είναι ακίνδυνη µετά την 3η-4η εβδοµάδα. Πιθανόν πολλές φορές να υπάρχει απώλεια της σεξουαλικής επιθυµίας, γεγονός που αποδίδεται στο άγχος ή στην κατάθλιψη που µπορεί να εµφανιστούν σε ασθενείς µετά το έµφραγµα. Σπανιότερα η ανικανότητα οφείλεται στη λήψη φαρµάκων, όπως οι β-αναστολείς και τα διουρητικά.

Στρες: Το στρες, όταν είναι συνεχές, που προκύπτει µέσα από την καθηµερινότητα και το είδος της εργασίας του ασθενούς, είναι καταστροφικό και προδιαθέτει για ένα νέο επεισόδιο εµφράγµατος του µυοκαρδίου.

Επάνοδος στην εργασία: Η εργασία του ασθενούς µετά το έµφραγµα δεν πρέπει να είναι ιδιαίτερα έντονη και αγχώδης. Η εργασία µπορεί να είναι τακτική, αλλά πρέπει να διακόπτεται για ανάπαυση µεταξύ των ωρών 3-6 το απόγευµα. Τα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλµατα πρέπει να αποφεύγονται.

Oδήγηση: Η οδήγηση επιτρέπεται ύστερα από 3-4 εβδοµάδες µετά το έµφραγµα. Όµως θα πρέπει να αποφεύγεται η αγχώδης οδήγηση στην πόλη, µε καυσαέριο και κυκλοφοριακή συµφόρηση.

Αεροπορικά ταξίδια: Το ταξίδι µε το αεροπλάνο επιτρέπεται δύο εβδοµάδες µετά το έµφραγµα. Εάν όµως είναι ιδιαιτέρως αναγκαίο, µπορεί να γίνει και αµέσως µετά την έξοδο του ασθενούς από το νοσοκοµείο, δεδοµένου ότι στα σύγχρονα αεροπλάνα οι συνθήκες περιβάλλοντος είναι ίδιες µε τις συνθήκες εδάφους.

Γενικά ο ασθενής που πέρασε ένα έµφραγµα του µυοκαρδίου µπορεί να προσβλέπει, σε συνεργασία µε τον καρδιολόγο του, σε µια νέα φυσιολογική ζωή όταν τηρεί τις αναγκαίες συµβουλές.




Τι συµβαίνει στην καρδιά µετά το έµφραγµα;

Όταν φεύγει ένας ασθενής από το νοσοκοµείο, µετά τη νοσηλεία του για έµφραγµα του µυοκαρδίου, συνήθως ρωτά το γιατρό του: «Γιατρέ µου, τι ακριβώς έπαθε η καρδιά µου και πώς θα λειτουργεί από δω και µπρος;»

Στην καρδιακή προσβολή, που λέγεται έµφραγµα του µυοκαρδίου, ένα µέρος της καρδιάς καταστρέφεται. Αυτό γίνεται γιατί ο εφοδιασµός του µε αίµα διακόπηκε και το τµήµα αυτό του µυοκαρδίου αντικαταστάθηκε από µια ουλή (ουλώδη ιστό). Ανάλογα µε την περιοχή της βλάβης, µπορεί να καταστράφηκε και ένα µέρος του ηλεκτρικού συστήµατος της καρδιάς που είναι απαραίτητο για τη λειτουργία της. Αυτές τις βλάβες είναι σε θέση σήµερα να τις αναγνωρίσει ο γιατρός µε σύγχρονες µεθόδους, όπως είναι το ηχωκαρδιογράφηµα, το σπινθηρογράφηµα της καρδιάς και το ηλεκτροκαρδιογράφηµα τύπου Holter. Έτσι µε επιτυχία µπορεί η σύγχρονη Καρδιολογία να διαγνώσει και να αντιµετωπίσει τις βλάβες που προκαλεί το έµφραγµα. Όµως και η ίδια η καρδιά του ανθρώπου, που είναι από τη φύση της γερό όργανο, συνεχίζει να λειτουργεί παρ' όλη τη βλάβη και να αναπτύσσει δικούς της µηχανισµούς άµυνας.

Στην αρχή η καρδιά αιφνιδιάζεται, ιδιαιτέρως όταν το έµφραγµα είναι µεγάλο. Σιγά σιγά όµως µεταβάλλει το γεωµετρικό της σχήµα και αναδιαµορφώνεται για να προσαρµοστεί στις νέες συνθήκες.

Το τραύµα στην καρδιά από την προσβολή του εµφράγµατος επουλώνεται µε το σχηµατισµό µιας σκληρής ουλής, που σιγά σιγά, µε την πάροδο του χρόνου, συρρικνώνεται και µικραίνει. Παράλληλα γύρω από την αποφραγµένη αρτηρία και την ουλή δηµιουργούνται νέες µικρές αρτηρίες (φυσικό bypass), για να τραφεί το µυοκάρδιο γύρω από την περιοχή του εµφράγµατος. Το πόσο θα διαρκέσει η διαδικασία αυτή εξαρτάται από το πόσο µεγάλο είναι το έµφραγµα και τι γονίδια διαθέτει ο κάθε οργανισµός. Τις περισσότερες φορές η ανάρρωση ολοκληρώνεται µέσα σε τρεις εβδοµάδες. Όταν όµως το έµφραγµα είναι πολύ µεγάλο, η ανάρρωση µπορεί να διαρκέσει και µήνες. Τέλος ο άρρωστος πρέπει να συµβουλευτεί το γιατρό του, ο οποίος γνωρίζει να κρίνει την εξέλιξη και την πορεία του εµφράγµατος, ώστε να καθορίσει πότε ο άρρωστος µπορεί να επιστρέψει στις συνηθισµένες του δραστηριότητες.




Ανάπαυση και άσκηση

Ύστερα από ένα σοβαρό έµφραγµα του µυοκαρδίου ή µια εγχείρηση bypass οι άρρωστοι ρωτούν τι είναι καλύτερο: Nα συνταξιοδοτηθούν και να µην εργάζονται ή να συνεχίζουν να εργάζονται;

Η αποχή από την εργασία αποτελεί λάθος. Η συνεχής παραµονή στο σπίτι, µε την επακόλουθη ελάττωση της σωµατικής δραστηριότητας του ασθενούς, έχει αποδειχτεί ότι ελαττώνει την επιβίωσή του. Η ανάπαυση για µία ή δύο ώρες το απόγευµα είναι ωφέλιµη για τον καρδιοπαθή, ιδιαίτερα µάλιστα εάν συνοδεύεται µε απογευµατινό ύπνο µισής έως µίας ώρας. Η ανάπαυση είναι αναπόσπαστα συνδεδεµένη µε τη ζωή ενός εργαζόµενου καρδιοπαθούς και είναι κυρίως αναγκαία.

Μετά την ανάπαυση ο κάθε καρδιοπαθής µπορεί να επαναδραστηριοποιηθεί εργασιακά και κοινωνικά σε διάφορες άλλες εκδηλώσεις κατά τη διάρκεια της ίδιας ηµέρας. Η δραστηριότητα ενός καρδιοπαθούς και η φύση της εργασίας στην οποία θα απασχοληθεί µετά το έµφραγµα εξαρτώνται από τις εφεδρείες της καρδιάς του, οι οποίες προσδιορίζονται µε τη δοκιµασία κοπώσεως στην οποία πρέπει να τον υποβάλει ο γιατρός του.

Η πιο απλή και ουσιώδης άσκηση στην οποία πρέπει να υποβάλλεται καθηµερινά ο καρδιοπαθής είναι το βάδισµα. O ασθενής πρέπει να βαδίζει 3-5 χιλιόµετρα καθηµερινά σε επίπεδο δρόµο και όχι σε ανήφορο. Ένας απλός τρόπος για να αναγκαστεί ο ασθενής να βαδίζει καθηµερινά είναι να παρκάρει το αυτοκίνητό του 2-2,5 χιλιόµετρα µακριά από τον τόπο εργασίας του. Έτσι είναι υποχρεωµένος να βαδίζει 2,5 χιλιόµετρα για να φτάσει στη δουλειά του και 2,5 χιλιόµετρα για να πάρει το αυτοκίνητό του από το πάρκινγκ. Κατά συνέπεια υποχρεωτικά εισάγεται το βάδισµα στην καθηµερινότητα του ασθενούς. Το ίδιο βέβαια είναι δυνατόν να επιτευχθεί στο σπίτι µε τη χρήση του κυλιόµενου τάπητα ή στο γυµναστήριο µε τη βοήθεια εξειδικευµένου γυµναστή.

Το σύνηθες ερώτηµα που υποβάλλουν οι ασθενείς σχετίζεται µε την ωφελιµότητα και τη σκοπιµότητα της άσκησης. Πολλοί πιστεύουν ότι η άσκηση σχετίζεται µε την ευκινησία και την ευεξία που αποκτά κάθε ασκούµενος, όµως αυτό είναι το ελάχιστο. Η τεράστια συµβολή της άσκησης στη µακροβιότητα του ασθενούς έχει σχέση µε τη βιολογική της δράση. Με το βάδισµα ή τη γυµναστική κινητοποιείται όλο το µυϊκό σύστηµα, καθώς και το ενδοθήλιο των αρτηριών, το οποίο απελευθερώνει ουσίες που παρεµποδίζουν την υπερπηκτικότητα του αίµατος και αποτρέπουν τη δηµιουργία θρόµβου µέσα στις αρτηρίες. Παράλληλα απελευθερώνονται αντιφλεγµονώδεις και αντιαυξητικοί παράγοντες, οι οποίοι παρεµποδίζουν την αύξηση του µεγέθους και τη ρήξη (σπάσιµο) της αθηροσκληρωτικής πλάκας µέσα στην αρτηρία.

Τέλος θα ήταν παράλειψη να µην αναφερθεί η τεράστια σηµασία του νυκτερινού ύπνου προκειµένου να συµπληρωθεί η φυσιολογική συµπεριφορά ενός καρδιοπαθούς µε έµφραγµα του µυοκαρδίου. O ύπνος πρέπει να είναι ήρεµος και βαθύς, ούτως ώστε να διασφαλίζει στον ασθενή τη δυνατότητα να πραγµατοποιήσει το πρόγραµµα της επόµενης ηµέρας.

Συµπερασµατικά άσκηση και ανάπαυση πρέπει να συνυπάρχουν ως ενιαίο σύνολο στη ζωή κάθε καρδιοπαθούς ασθενούς, ούτως ώστε να διασφαλίζεται κατά τον καλύτερο τρόπο η σωµατική του επάρκεια.




H ανησυχία µετά το έµφραγµα

Tο έµφραγµα του µυοκαρδίου συνήθως έρχεται απρόσµενα, χωρίς ποτέ προηγουµένως ο ασθενής να έχει εµφανίσει οποιοδήποτε σύµπτωµα που να τον έχει οδηγήσει στο γιατρό για να εξεταστεί. Aυτό συµβαίνει διότι το έµφραγµα είναι αποτέλεσµα µικρών ύπουλων βλαβών και όχι µεγάλων χρόνιων στενώσεων.

Συγκεκριµένα υπεύθυνη για το έµφραγµα του µυοκαρδίου είναι, κατά κανόνα, µια µικρή αθηροσκληρωτική πλάκα που βρίσκεται στο τοίχωµα µιας στεφανιαίας αρτηρίας.
Συνήθως η πλάκα αυτή δεν εµποδίζει τη ροή του αίµατος και δεν προκαλεί συγκεκριµένα και ιδιαίτερα συµπτώµατα στον ασθενή, ούτε εντοπίζεται από τις ειδικές εργαστηριακές εξετάσεις. Oι µικρές αυτές πλάκες είναι άνευ σηµασίας. Όµως κατά τη διαδικασία της ανάπτυξης των πλακών είναι δυνατόν µία από αυτές να ραγεί και να προκαλέσει τη δηµιουργία θρόµβου, που συνήθως αποφράσσει πλήρως τη στεφανιαία αρτηρία. Έτσι απλά εκδηλώνεται το έµφραγµα.

Πολλές φορές, µετά το έµφραγµα, στη στεφανιογραφία παρατηρείται ως µόνη ορατή βλάβη αυτή που προκάλεσε το έµφραγµα. Στην περίπτωση αυτή αποτελεί θανάσιµο λάθος να θεωρηθεί ότι ο ασθενής δεν έχει τίποτε άλλο εκτός από τη συγκεκριµένη βλάβη. Eίναι βέβαιο ότι πάσχει από αθηροσκλήρωση, µε βλάβες που δεν είναι ορατές στη στεφανιογραφία. Mία από τις µη ορατές βλάβες θα ξαναδηµιουργήσει στο µέλλον νέο έµφραγµα, µε επιπτώσεις που δεν δύνανται να προβλεφθούν.

Oι επιπτώσεις από ένα έµφραγµα ποικίλλουν ευρύτατα. Aρχίζουν από τον αιφνίδιο θάνατο (1 στα 3 εµφράγµατα) και καταλήγουν στο άνευ ιδιαίτερης σηµασίας µικρό, ανώδυνο έµφραγµα.

Tο έµφραγµα δηµιουργεί αναπηρία µόνο όταν προκαλέσει µεγάλη καταστροφή στο µυοκάρδιο, µε αποτέλεσµα να δηµιουργηθεί καρδιακή ανεπάρκεια. Πολλές φορές η καρδιακή ανεπάρκεια µετά το έµφραγµα πέραν της φαρµακευτικής αγωγής χρειάζεται και χειρουργική αντιµετώπιση. Έτσι ένα έµφραγµα του µυοκαρδίου µπορεί να έχει ασήµαντες έως και καταστροφικές επιπτώσεις για τον κάθε άνθρωπο, οι οποίες δεν είναι δυνατόν να προβλεφθούν.

Oι παράγοντες που επηρεάζουν την εξέλιξη ενός εµφράγµατος του µυοκαρδίου εξαρτώνται κυρίως από τον τρόπο που αυτό εγκαθίσταται, από την ετοιµότητα που έχει η καρδιά για να το αντιµετωπίσει και από την ιατρική και νοσηλευτική αντιµετώπιση των πρώτων ωρών. Eάν οι τρεις αυτοί παράγοντες δουλέψουν σωστά, τότε το έµφραγµα δεν αποτελεί τίποτε άλλο από µια προειδοποίηση ότι ο ασθενής πρέπει να ακολουθήσει σωστή θεραπεία κατά της αθηροσκλήρωσης, µε στόχο να µην επαναληφθεί ποτέ ανάλογο επεισόδιο. O µεγαλύτερος εχθρός της ζωής του σηµερινού ανθρώπου δεν είναι το έµφραγµα. Eίναι η αθηροσκλήρωση. Tο έµφραγµα µαζί µε το εγκεφαλικό επεισόδιο αποτελούν δραµατικές εκδηλώσεις της νόσου.

Σήµερα ο τρόπος που αντιµετωπίζεται παγκοσµίως η αθηροσκλήρωση αρχίζει να δίνει τους πρώτους καρπούς. Ήδη, σε µεγάλο ποσοστό, τα εµφράγµατα ελαττώνονται στις χώρες εκείνες όπου η στεφανιαία νόσος αντιµετωπίζεται σωστά (δυστυχώς όχι ακόµα στη χώρα µας).

Γενικά η στεφανιαία νόσος παγκοσµίως αρχίζει να ελαττώνεται συνεχώς, µε αποτέλεσµα ο Παγκόσµιος Oργανισµός Yγείας να προσβλέπει σε εκµηδένισή της τη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα.




Mετά το µπαλονάκι

O πολύς κόσµος µιλώντας για το µπαλονάκι εννοεί την αγγειοπλαστική, δηλαδή την εισαγωγή ενός λεπτού καθετήρα στη στεφανιαία αρτηρία, ο οποίος φτάνει µέχρι το στενωµένο τµήµα της. Διά µέσου του καθετήρα µε πίεση 15-20 ατµοσφαιρών φουσκώνει ένα µπαλόνι, το οποίο συνθλίβει τη στένωση και πρακτικά την εξαφανίζει. Aυτό µπορεί να επαναληφθεί στην πράξη για δυο τρεις στενώσεις. Eφόσον η αγγειοπλαστική είναι επιτυχής, ο ασθενής αισθάνεται ελεύθερος από συµπτώµατα και ψυχολογικά πλήρως ανακουφισµένος. Όµως εξακολουθεί να διερωτάται συνεχώς: Tώρα είµαι τελείως καλά; H απάντηση είναι όχι.

O ασθενής καλείται µε τον τρόπο ζωής του να διασφαλίσει το καλό αποτέλεσµα. Στην πραγµατικότητα η στεφανιογραφία που φαίνεται φυσιολογική δεν αποδεικνύει ότι δεν υπάρχει στεφανιαία νόσος. Oι µικρές πλάκες από λιπίδια και χοληστερίνη υπάρχουν και διηθούν το τοίχωµα των στεφανιαίων αρτηριών χωρίς να είναι ορατές µε τη στεφανιογραφία. Oι πλάκες αυτές µπορεί να ραγούν (να σπάσουν) και να δηµιουργήσουν νέες στενώσεις ή πλήρεις αποφράξεις. Oι µη ορατές αυτές βλάβες για να γίνουν ανενεργείς χρειάζονται ειδική θεραπεία, που να συνοδεύεται µε ανάλογη µεταβολή του τρόπου ζωής του ασθενούς. Παράλληλα ο ασθενής χρειάζεται παρακολούθηση µε ειδικά καρδιολογικά τεστ, γιατί ένα µικρό ποσοστό των ασθενών (10-20%) παρουσιάζει επαναστένωση, παρότι η αγγειοπλαστική υπήρξε επιτυχής. Στις περιπτώσεις αυτές µπορεί να χρειαστεί επανάληψη της αγγειοπλαστικής, προκειµένου η στένωση να αντιµετωπιστεί αποτελεσµατικά.

H φαινοµενικά φυσιολογική στεφανιαία αρτηρία, όπως απεικονίζεται µε τη στεφανιογραφία, δεν είναι πάντα φυσιολογική. Όταν η στεφανιαία αρτηρία προσβάλλεται από αρτηριοσκλήρυνση, πρώτα γίνεται πιο παχύ το τοίχωµά της, στη συνέχεια µεγαλώνει η διάµετρός της και η ροή του αίµατος µέσα σ’ αυτή γίνεται πιο αργή. Έτσι η εικόνα που δίνει η στεφανιογραφία είναι αυτή µιας φυσιολογικής αρτηρίας, η οποία όµως έχει χάσει την ελαστικότητά της. H αρτηρία αυτή, που φαίνεται φυσιολογική, είναι µια αρτηρία που µπορεί να θροµβωθεί και να δηµιουργήσει έµφραγµα ή ασταθή στηθάγχη.

Στις περιπτώσεις αυτές ειδική αξονική τοµογραφία µπορεί να αναδείξει την αρτηριοσκλήρυνση και την ποσότητα ασβεστίου που µπορεί να υπάρχει στο τοίχωµα της αρτηρίας. Mε αυτούς τους τρόπους η σύγχρονη Kαρδιολογία διερευνά και εκτιµά την πραγµατική κατάσταση των στεφανιαίων αρτηριών κάθε ανθρώπου.




Mετά το bypass

Mετά το bypass ο ασθενής αισθάνεται περισσότερο ασφαλής και ουσιαστικά αποθεραπευµένος. Aυτό δεν είναι καθόλου σωστό. H πεποίθηση µάλιστα αυτή τον οδηγεί µε µαθητική ακρίβεια σε νέες περιπέτειες. Eίναι χαρακτηριστικό ότι ο Παγκόσµιος Oργανισµός Yγείας στις αρχές του 21ου αιώνα διαπιστώνει το εξής: «Παρά την εξέλιξη των επεµβατικών τεχνικών (εγχείρηση bypass και αγγειοπλαστική), η στεφανιαία νόσος εξακολουθεί να είναι η πρώτη αιτία θανάτου για τον άνθρωπο. H εγχείρηση και η αγγειοπλαστική δεν αποτρέπουν τυχόν νέο έµφραγµα, ούτε εξασφαλίζουν τον ασθενή από αιφνίδιο θάνατο».

O ασθενής, µετά την οποιαδήποτε επέµβαση, δηλαδή εγχείρηση bypass ή αγγειοπλαστική, πρέπει να καταλάβει ότι αντιµετώπισε µόνο τη συγκεκριµένη φάση της στεφανιαίας νόσου του. Aυτό ό­µως δεν σηµαίνει ότι νίκησε τη στεφανιαία νόσο. H στεφανιαία νόσος είναι υπαρκτή και αντεπιτίθεται και προσβάλλει αργότερα όχι µόνο τα τµήµατα των στεφανιαίων αρτηριών που δεν παρουσιάζουν στένωση, αλλά και τα ίδια τα µοσχεύ­µατα (φλέβες και αρτηρίες).

Έτσι ο ασθενής που έχει υποβληθεί σε επέµβαση, για να είναι πραγµατικά ασφαλής, θα πρέπει να αλλάξει τον τρόπο ζωής του, τη διατροφή του και να ακολουθήσει τη σωστή θεραπεία, η οποία θα του διασφαλίσει τη µη προσβολή από αθηροσκλήρωση των υγιών τµηµάτων των στεφανιαίων αρτηριών.

Στις δεκαετίες του 1970 και του 1980, όταν όλοι πίστευαν ότι η εγχείρηση επέφερε την πλήρη ίαση, οι επανεγχειρήσεις ασθενών, τα εµφράγµατα και οι αιφνίδιοι θάνατοι προσγείωσαν ανώµαλα τους καρδιολόγους και την Kαρδιολογία.

H δεκαετία όµως του 1990, µε τις νέες γνώσεις και τις ανακαλύψεις όσον αφορά την αθηρωµατική πλάκα, την παράπλευρη κυκλοφορία και την προετοιµασία του µυοκαρδίου να υποδεχτεί ένα πιθανό έµφραγµα, υποχρέωσε την Kαρδιολογία σε νέα στρατηγική. Mε τη νέα στρατηγική αποφεύγονται οι επανεγχειρήσεις και τα εµφράγµατα. Eλαττώθηκε µάλιστα σηµαντικά και το ποσοστό του αιφνίδιου θανάτου. Έτσι σήµερα ο καρδιοπαθής πρέπει να αισθάνεται ασφαλής και να προσβλέπει σε µια καλύτερη ζωή.




Η εργασία µετά το έµφραγµα

Ένα από τα βασικότερα ερωτήµατα που απασχολούν κάθε άνθρωπο όταν αποθεραπευθεί, ύστερα από ένα έµφραγµα του µυοκαρδίου, είναι η εργασιακή του ικανότητα. «Γιατρέ, µπορώ να εργαστώ τώρα;» είναι η συνήθης ερώτηση. Η απάντηση του γιατρού είναι στερεότυπη: «Ναι, εάν τα τεστ που πρέπει να γίνουν αποδείξουν ότι δεν υπάρχει άµεσο πρόβληµα».

Μέσα στον πρώτο µήνα από την έξοδο του ασθενούς από το νοσοκοµείο πρέπει να ολοκληρωθούν οι απαραίτητες εργαστηριακές δοκιµασίες, που θα αποδείξουν ότι ο άρρωστος δεν κινδυνεύει από αιφνίδιο θάνατο, ότι δεν υπάρχουν περιοχές στο µυοκάρδιό του που να δέχονται λιγότερο αίµα απ' όσο πρέπει και ότι η συνολική δυνατότητα και επάρκεια της καρδιάς του ως αντλίας είναι ικανοποιητική. Εάν η 24ωρη καταγραφή ηλεκτροκαρδιογραφήµατος δείξει ότι δεν υπάρχουν αρρυθµίες, και κυρίως κοιλιακές αρρυθµίες, που θα µπορούσαν κάποια στιγµή να οδηγήσουν σε σταµάτηµα της καρδιάς, τότε συνάγεται ότι ο ασθενής είναι ασφαλής από πλευράς θανατηφόρων αρρυθµιών. Εάν η δοκιµασία κοπώσεως δείξει ότι ο ασθενής µπορεί να καταβάλει µεγάλη προσπάθεια χωρίς να παρουσιάσει ηλεκτροκαρδιογραφικές αλλαγές που να υποδηλώνουν ισχαιµία του µυοκαρδίου ή εκδήλωση συµπτωµάτων καρδιακής ανεπάρκειας, τότε είναι κατά κανόνα σε πολύ καλή κατάσταση.
Εάν µάλιστα το σπινθηρογράφηµα του µυοκαρδίου ή η ηχωκαρδιογραφική µελέτη είναι συµβατά µε τα ευρήµατα της δοκιµασίας κοπώσεως, τότε ο ασθενής είναι κατά κανόνα ικανός για εργασία και κατά συνέπεια µπορεί να επανέλθει ασφαλής σ’ αυτή. Εάν, αντιθέτως, τα ευρήµατα των εργαστηριακών εξετάσεων στο σύνολό τους είναι παθολογικά, τότε ο ασθενής πρέπει να υποβληθεί σε περαιτέρω διερεύνηση µε καθετηριασµό και στεφανιογραφία προκειµένου να συµπληρωθεί η θεραπευτική αντιµετώπιση. Τέλος ο ασθενής δεν πρέπει ποτέ να ξεχνά ότι η πιθανότητα να ξαναπάθει έµφραγµα εξαρτάται από το εάν θα ραγεί (θα σπάσει) µια µικρή αθηρωµατική πλάκα που βρίσκεται στο τοίχωµα των στεφανιαίων αρτηριών.




Σύνταξη μετά το έμφραγμα;

Η ανησυχία και η ανασφάλεια κάθε ανθρώπου ύστερα από ένα έμφραγμα είναι έκδηλη. Ο φόβος ενός νέου εμφράγματος είναι προφανής και τα ερωτήματα πολλά. Όμως βασικό ερώτημα παραμένει ο τρόπος ζωής μετά το έμφραγμα. Άραγε είναι προτιμότερη η συνταξιοδότηση;

Εκ πρώτης όψεως το ερώτημα είναι λογικό και η αναμενόμενη απάντηση είναι θετική. Όμως το όλο θέμα δεν είναι καθόλου απλό.

Σπάνια ο άρρωστος μετά το έμφραγμα είναι αναγκασμένος να αλλάξει τρόπο ζωής και να συνταξιοδοτηθεί. Αυτό εξαρτάται από το μέγεθος του εμφράγματος, τις επιπλοκές του και γενικότερα την κατάσταση στην οποία ευρίσκεται συνολικά η καρδιά του. Εάν δεν υπάρχουν π.χ. επικίνδυνες αρρυθμίες για τη ζωή του και η καρδιά του έχει ικανοποιητική ή φυσιολογική απόδοση, τότε δεν υπάρχει κανένας λόγος να αλλάξει τον τρόπο ζωής του.

Είναι αυτονόητο ότι η εκτίμηση της κατάστασης στην οποία βρίσκεται η καρδιά ενός αρρώστου με έμφραγμα γίνεται ύστερα από ενδελεχείς καρδιολογικές εξετάσεις. Το ηχωκαρδιογράφημα, η μελέτη των αρρυθμιών με Holter, η δοκιμασία κοπώσεως, το σπινθηρογράφημα του μυοκαρδίου, καθώς και η στεφανιογραφία θεωρούνται βασικές εξετάσεις για την αξιολόγηση της κατάστασης της καρδιάς του ασθενή.

Σήμερα είναι από όλους τους επιστήμονες αποδεκτό ότι η απραξία και η ακινησία είναι καταστροφικές τόσο από ψυχολογικής πλευράς όσο και από πλευράς εξέλιξης κάθε καρδιοπάθειας. Για να αναγκαστεί ο ασθενής να αλλάξει εργασία, θα πρέπει να έχει ενοχλήσεις (συμπτώματα), όπως δύσπνοια ή πόνο στο στήθος ή αρρυθμίες και η εργασία του να είναι βαριά.

Σωστό είναι κάθε καρδιοπαθής να εργάζεται κανονικά, ιδιαίτερα τις πρωινές ώρες, και να αναπαύεται υποχρεωτικά 1-2 ώρες το απόγευμα. Αυτή η απογευματινή ανάπαυση προσδίδει νέα δυναμική, έτσι ώστε εάν κάποιος είναι υποχρεωμένος να δουλεύει περισσότερες ώρες να μπορεί να δουλεύει ακόμα και τα βράδια. Είναι επίσης αποδεδειγμένο ότι η χαλάρωση και πολύ περισσότερο ο ύπνος αναζωογονούν και ενδυναμώνουν τον οργανισμό ακόμα και των υγιών ατόμων. Αντίθετα πρέπει να αποφεύγεται η υπερένταση και η υπερπροσπάθεια που συνοδεύε­ται με αγχωτικό στρες. Όμως παρά την αναμφισβήτητη ωφελιμότητα της ανάπαυσης αυτή δεν θα πρέπει να γίνεται σε βάρος του βαδίσματος ή της άσκησης. Το βάδισμα για μία ώρα την ημέρα πρέπει να εντάσσεται στις καθημερινές υποχρεώ­σεις του κάθε ανθρώπου και ιδιαίτερα του ασθενούς.

Η αποχή από την κοινωνική ζωή και γενικά από τις δημιουργικές δραστηριότητες οδηγεί σε κατάθλιψη, που θεωρείται ένας ανεξάρτητος ουσιαστικός παράγοντας για την κακή εξέλιξη κάθε καρδιοπαθούς.

Τέλος μέσα στο πλαίσιο της ψυχολογικής χαλάρωσης εντάσσεται και ο ήρεμος βαθύς νυκτερι­νός ύπνος, ο οποίος θέτει τις προϋποθέσεις για μια επόμενη καλή ημέρα από πλευράς άριστης ψυχοσωματικής κατάστασης του κάθε ανθρώπου.

Η συνταξιοδότηση χωρίς άλλη συγκεκριμένη απασχόληση ταυτίζεται με την αρνητική και λάθος συμπεριφορά του ατόμου. Η κοινωνική αποστρατεία ανοίγει το δρόμο για την κατάθλιψη, η οποία αποτελεί έναν από τους ισχυρούς ψυχολογικούς παράγοντες επιδείνωσης της αθηροσκλήρωσης και ιδιαίτερα της στεφανιαίας νόσου.

Συμπερασματικά είναι λάθος και καταστροφική η συνταξιοδότηση μετά το έμφραγμα. Σπάνια είναι αναγκαία και πάντα θα πρέπει να είναι πλήρως αιτιολογημένη από ιατρικής πλευράς η συνταξιοδότηση, αφού θα πρέπει πάντα να συνοδεύεται από πραγματική αδυναμία και αναπηρία του αρρώστου.




Η πλήρης συνταξιοδότηση δεν ωφελεί

Δύο μεγάλες επιστημονικές μελέτες, μία από το Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ και μία από το Πανεπιστήμιο του Μέριλαντ, αποδεικνύουν ότι όσο λιγότερο ενεργοποιείται ο εγκέφαλος του ανθρώπου τόσο αυξάνει η πιθανότητα των εγκεφαλικών διαταραχών και της εκδήλωσης άνοιας.

Συγκεκριμένα η μελέτη του Κέμπριτζ έδειξε ότι οι μαθητές που είχαν υποχρεωτική παιδεία μέχρι τα 18 τους χρόνια ήταν εκείνοι που είχαν λιγότερα διανοητικά προβλήματα μετά την ηλικία των 65 ετών σε σύγκριση με αντίστοιχους μαθητές που αποφοίτησαν πολύ νωρίτερα από το σχολείο τους, σε ηλικίες 14, 15 και 16 ετών.

Η μελέτη του Πανεπιστημίου του Μέριλαντ αφορούσε 12.189 άτομα και έδειξε ότι οι συνταξιούχοι που είχαν μερική απασχόληση μετά τη συνταξιοδότησή τους είχαν λιγότερα προβλήματα υγείας σε σχέση με τους συνταξιούχους που είχαν πλήρως και αποκλειστικά συνταξιοδοτηθεί. Τα άτομα μάλιστα εκείνα που παρουσίαζαν σοβαρές διανοητικές διαταραχές αργότερα παρουσίασαν επιδείνωση όλων των ζωτικών τους λειτουργιών, συμπεριλαμβανομένης και της φυσικής τους κατάστασης.

Όμως ποια σχέση μπορεί να έχει η λειτουργία του εγκεφάλου με τη λειτουργία των άλλων ζωτικών οργάνων; Η απάντηση είναι απλή. Ο εγκέφαλος είναι το όργανο εκείνο το οποίο διά μέσου των νεύρων επηρεάζει τη λειτουργία όλων των οργάνων και ιδιαίτερα της καρδιάς και όλων των αρτηριών του σώματος.

Η καρδιά και οι αρτηρίες είναι υπεύθυνα για την οξυγόνωση και το μεταβολισμό (διατροφική λειτουργία) όλων των οργάνων. Έτσι οποιαδήποτε διαταραχή της καρδιάς και των αρτηριών έχει επιπτώσεις σε όλα τα όργανα.

Η σχέση της λειτουργίας του εγκεφάλου με την καρδιά είναι γνωστή από αιώνες και έχει επισημανθεί ήδη από τον Ιπποκράτη και τον Γαληνό.
Ο εγκέφαλος μαζί με το νωτιαίο μυελό και τα νεύρα συγκροτούν το λεγόμενο νευρικό σύστημα, που συνδέει και εποπτεύει όλες σχεδόν τις λειτουργίες του οργανισμού. Τα νεύρα που φτάνουν στην καρδιά συγκροτούν το καρδιακό πλέγμα, το οποίο μεταβιβάζει τις εντολές του εγκεφάλου προς την καρδιά. Οι εντολές αυτές δημιουργούν ταχυκαρδία ή βραδυκαρδία, καρδιακές αρρυθμίες και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορούν να αναστείλουν τη λειτουργία της καρδιάς εξ ολοκλήρου, προκαλώντας ακόμα και αιφνίδιο θάνατο.

Ο έντονος σωματικός πόνος οδηγεί σε εντολή από το κέντρο του πόνου που βρίσκεται στον εγκέφαλο προς την καρδιά για να λειτουργήσει με βραδύτερο ρυθμό, που καμιά φορά μπορεί να φτάσει σε επίπεδο καρδιακής ανακοπής (π.χ. ισχυρό χτύπημα στα γεννητικά όργανα). Ακόμα και η απλή θέα του αίματος άμεσα ή έμμεσα (π.χ. από εικόνα τηλεόρασης) μπορεί να προκαλέσει λιποθυμία ύστερα από απότομη πτώση της αρτηριακής πίεσης, η οποία γίνεται ύστερα από εντολή του εγκεφάλου προς την καρδιά και τις αρτηρίες του οργανισμού.

Άλλες φορές η αρτηριακή πίεση αυξάνεται απότομα ύστερα από ένα έντονο συγκινησιακό στρες, που και αυτό, εάν είναι ιδιαίτερα έντονο, μπορεί να φτάσει μέχρι την καρδιακή ανακοπή. Έτσι απλά εξηγείται γιατί τα ευέξαπτα άτομα παρουσιάζουν αυξομειώσεις της πίεσής τους κατά τη διάρκεια της ημέρας, γεγονός το οποίο καταστρέφει τα τοιχώματα των αρτηριών και συμβάλλει στη δημιουργία αθηροσκληρωτικών πλακών στα τοιχώματα των αρτηριών.

Τέλος η κατάθλιψη, που είναι καθαρά εγκεφαλική νόσος, επιδεινώνει σχεδόν όλη τη σωματική δραστηριότητα του ανθρώπου και επηρεάζει ακόμα και τη λειτουργία της καρδιάς, ιδιαίτερα όταν συνυπάρχουν αποδεδειγμένες καρδιοπάθειες, όπως είναι η καρδιακή ανεπάρκεια ή η στεφανιαία νόσος.

Κατά συνέπεια, όταν ο εγκέφαλος δεν λειτουργεί σωστά, γεγονός το οποίο αποδεδειγμένα συμβαίνει είτε κατά την αδρανοποίηση του εγκεφάλου από οποιαδήποτε αιτία είτε κατά την πλήρη συνταξιοδότηση ενός ανθρώπου, τότε αρχίζουν να εμφανίζονται διάφορες οργανικές παθήσεις.




Ο καρδιοπαθής και το σεξ

Το σεξ είναι αναπόσπαστο μέρος της ζωής, γιατί συνδέεται άμεσα με την αναπαραγωγή. Έτσι το σεξ ταυτίζεται με την ίδια τη ζωή και θεωρείται από τις βασικότερες λειτουργίες της. Εάν ο άνθρωπος πάψει να διατρέφεται, μέσα σε λίγες εβδομάδες οδηγείται σε καχεξία και τελικά καταλήγει στο θάνατο. Ευτυχώς το ίδιο δεν συμβαίνει με το σεξ. Εντούτοις έχει αποδειχτεί ότι το σεξ επηρεάζει σειρά ψυχοσωματικών λειτουργιών, οι οποίες συνδέονται με τη φυσιολογική λειτουργία των οργάνων του σώματος. Όμως επειδή το σεξ και ιδιαίτερα στις ακραίες εκφράσεις του ισοδυναμεί με ένα ισχυρό ψυχοσωματικό στρες, προκύπτει το ερώτημα κατά πόσο ένας καρδιοπαθής μπορεί να το απολαμβάνει άφοβα. Το σεξ για πολλούς ανθρώπους αποτελεί ένα μυστηριώδες ταμπού, το οποίο στην περίπτωση ενός καρδιοπαθούς συνήθως μεγιστοποιείται. Κατά τη σεξουαλική επαφή αυξάνουν κυρίως οι κατεχολαμίνες, που είναι οι κατεξοχήν ορμόνες του οποιουδήποτε στρες. Αποτέλεσμα της δράσης των κατεχολαμινών είναι η ταχυκαρδία και η αύξηση της αρτηριακής πίεσης, που παρατηρούνται κατά τη σεξουαλική επαφή. Εάν όμως η ταχυκαρδία και η αύξηση της πίεσης είναι σημαντικές, τότε είναι δυνατόν να επιβαρυνθεί η καρδιακή λειτουργία και να εμφανιστούν διαφόρων μορφών αρρυθμίες. Σε ακραίες μάλιστα περιπτώσεις, όταν ήδη υπάρχει σοβαρή διαταραχή της καρδιακής λειτουργίας, μπορεί να εκδηλωθεί ακόμα και οξύ πνευμονικό οίδημα.

Όμως τα πράγματα δεν είναι καθόλου τραγικά. Ο καρδιοπαθής υπό θεραπεία, με τη σωστή καθοδήγηση του γιατρού του, δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα κατά τη σεξουαλική επαφή. Εάν τα βασικά καρδιολογικά τεστ, όπως το τεστ κοπώσεως και το Holter ηλεκτροκαρδιογράφημα, βρίσκονται μέσα στα όρια του φυσιολογικού, τότε ο άρρωστος κατά κανόνα δεν πρέπει να φοβάται.

Πολλές φορές οι καρδιοπαθείς ρωτούν εάν μπορούν να παίρνουν παράλληλα φάρμακα του τύπου Viagra, Cialis κτλ. Η απάντηση είναι θετική, εφόσον ελεγχθούν από το γιατρό τους οι συνεργιστικές επιδράσεις που μπορούν να έχουν τα φάρμακα αυτά με τα φάρμακα που ήδη λαμβάνει ο καρδιοπαθής και προσδιοριστεί η δοσολογία των φαρμάκων.

Το κατά πόσο αυτή καθαυτή η έντονη ερωτική επαφή μπορεί να δημιουργήσει οξεία καρδιακή προσβολή ή έμφραγμα κτλ. είναι κάτι που δεν έχει τεκμηριωθεί. Άλλωστε υπάρχει και η κλασική ιατρική συμβουλή προς τους ασθενείς ότι το σεξ επιτρέπεται πάντα με τη σύζυγο.

Τι συμβαίνει όμως ύστερα από μια καρδιακή προσβολή; Ο ασθενής αμέσως μετά την 3η εβδομάδα από την ημέρα της καρδιακής προσβολής μπορεί να έχει σεξουαλικές σχέσεις εφόσον είναι ασυμπτωματικός και τα βασικά καρδιολογικά τεστ είναι ικανοποιητικά. Η ερωτική επιθυμία δεν αποκαθίσταται αμέσως μετά το έμφραγμα ή την καρδιοχειρουργική επέμβαση. Αυτό είναι αναμενόμενο και οφείλεται σε ψυχολογική αναστολή, λόγω κυρίως του ψυχοσωματικού στρες που ο άρρωστος έχει υποστεί. Τα φάρμακα που παίρνει για την πάθησή του συνήθως δεν είναι υπεύθυνα για τη σεξουαλική του συμπεριφορά, γι' αυτό και δεν πρέπει να τα διακόπτει, με την ελπίδα ότι θα αποκατασταθεί η ερωτική επιθυμία του. Με την πάροδο μικρού χρονικού διαστήματος η ερωτική επιθυμία αποκαθίσταται.

Αντιθέτως το άγχος και η αγωνία για την αποκατάσταση της ερωτικής επιθυμίας παρεμποδίζουν την αποκατάστασή της.

Τέλος κάθε άνθρωπος και ιδιαίτερα ο καρδιοπαθής πρέπει να έχει πάντα κατά νου ότι ο καλύτερος ερωτικός σύντροφος για την υγεία του είναι ο σταθερός σύντροφος.




Το έµφραγµα στη ζωή τριών Aµερικανών προέδρων

Xρονολογικά πρώτος ο Aϊζενχάουερ, γνωστός ως ο νικητής στρατηγός του Β’ Παγκοσµίου Πολέµου, εκλέχθηκε πρόεδρος των HΠA το 1952, σε ηλικία 62 ετών. Kατά τη διάρκεια της θητείας του και σε ηλικία 65 ετών υπέστη έµφραγµα του µυοκαρδίου αιφνιδίως, την ώρα που έπαιζε γκολφ. Tη δυσφορία µάλιστα που αισθάνθηκε στο στοµάχι την ώρα εκείνη την απέδωσε στο χάµπουργκερ µε ωµό κρεµµύδι που είχε φάει πριν από το παιχνίδι. Δυστυχώς επρόκειτο για προεµφραγµατική στηθάγχη, που εξελίχθηκε σε έµφραγµα του µυοκαρδίου µέσα σε λίγες ηµέρες. Tότε δεν υπήρχε η θροµβόλυση, η αγγειοπλαστική και το stent που υπάρχουν σήµερα, οπότε το έµφραγµα θα είχε αποτραπεί. Tότε δεν υπήρχε ούτε η εγχείρηση bypass. Έτσι το έµφραγµα ολοκληρώθηκε. Δύο µήνες αργότερα ο Αϊζενχάουερ ανέλαβε πλήρως τα καθήκοντά του και επανεξελέγη πρόεδρος για δεύτερη τετραετία.

O Tζόνσον ήταν ο άνθρωπος που ανέλαβε την προεδρία των HΠA την ηµέρα που δολοφονήθηκε ο πρόεδρος Kένεντι. O Tζόνσον ήταν βαρύς καπνιστής και το 1955, σε ηλικία 47 ετών, έπαθε έµφραγµα του µυοκαρδίου αιφνιδίως, χωρίς προειδοποιητικά ενοχλήµατα, ενώ οδηγούσε το αυτοκίνητό του. Tο 1963, οκτώ χρόνια µετά το έµφραγµα, ορκίστηκε πρόεδρος των HΠA µέσα στο αεροπλάνο που µετέφερε τη σορό του δολοφονηθέντος προέδρου Kένεντι. Eν συνεχεία εξελέγη για µία τετραετία πρόεδρος των HΠA. Tο έµφραγµα δεν τον εµπόδισε να ολοκληρώσει την πολιτική του καριέρα, παρότι αντιµετώπισε µεγάλα προβλήµατα, όπως ο Πόλεµος του Bιετνάµ και οι εξεγέρσεις των νέγρων του Nότου.

H τρίτη περίπτωση αφορά τον πρόεδρο Kλίντον, ο οποίος για δύο τετραετίες υπηρέτησε το θεσµό του προέδρου έχοντας στεφανιαία νόσο µε προσβολή, δηλαδή µε στενώσεις (βουλώµατα) και των τριών στεφανιαίων αρτηριών της καρδιάς. Mετά το πέρας της θητείας του υποβλήθηκε σε εγχείρηση bypass, προκειµένου να αποφύγει το εξελισσόµενο έµφραγµα. Σε σύγκριση µε τον Aϊζενχάουερ υπήρξε τυχερός, γιατί η εγχείρηση bypass είχε εισαχθεί στη θεραπεία του υποκείµενου εµφράγµατος.

Περίτρανα λοιπόν αποδεικνύεται ότι µε την ενδεδειγµένη θεραπευτική αγωγή ο ασθενής που πέρασε έµφραγµα ή που πάσχει από στεφανιαία νόσο µπορεί να διάγει µια φυσιολογική ζωή, µε πλήρεις επαγγελµατικές δραστηριότητες.


    Στην κορυφή