Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΝΕΚΡΙΝΕ ΤΟ DENOSUMAB ΓΙΑ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΟΣΤΕΟΠΟΡΩΣΗ ΠΟΥ ΠΡΟΚΑΛΕΙΤΑΙ ΑΠΟ ΓΛΥΚΟΚΟΡΤΙΚΟΕΙΔΗ




ΡΕΠΟΡΤΑΖ ΥΓΕΙΑΣ
28/06/2018

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε μία νέα ένδειξη για το Denosumab για τη θεραπεία της οστικής απώλειας που σχετίζεται με μακροχρόνια συστηματική θεραπεία με γλυκοκορτικοειδή σε ενήλικες ασθενείς που αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο καταγμάτων. Η έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής βασίζεται στα θετικά αποτελέσματα μίας Φάσης 3 μελέτης η οποία αξιολόγησε την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα του Denosumab σε σύγκριση με risedronate (ρισεδρονάτη) σε ασθενείς που λάμβαναν θεραπεία με γλυκοκορτικοειδή.

«Είμαστε ευτυχείς που η σημερινή έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής παρέχει στους ιατρούς μια νέα θεραπευτική επιλογή για την οστική απώλεια που σχετίζεται με τη χρήση γλυκοκορτικοειδών», δήλωσε ο Sean E. Harper, M.D., Εκτελεστικός Αντιπρόεδρος Έρευνας και Ανάπτυξης της Amgen. «Ως ηγέτης στο πεδίο της οστικής υγείας με περισσότερα από 20 χρόνια εμπειρίας στην έρευνα της οστεοπόρωσης, θεωρούμε ότι το Denosumab είναι σε θέση να καλύψει την κρίσιμη θεραπευτική ανάγκη των ασθενών με οστεοπόρωση που προκαλείται από γλυκοκορτικοειδή στην Ευρώπη και σε ολόκληρο τον κόσμο».

«Η μακροχρόνια θεραπεία με γλυκοκορτικοειδή συσχετίζεται με ταχεία και πρώιμη μείωση της οστικής πυκνότητας και με αύξηση του κινδύνου καταγμάτων», δήλωσε ο Καθηγητής Δρ. Willem F. Lems, ερευνητής και ρευματολόγος στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο VU στο Άμστερνταμ. «Η συγκεκριμένη έγκριση προσφέρει μια νέα θεραπευτική επιλογή για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των αρνητικών επιπτώσεων της θεραπείας με γλυκοκορτικοειδή στα οστά για τους ασθενείς με αυξημένο κίνδυνο καταγμάτων».

Η έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υποστηρίζεται από μία Φάσης 3 τυχαιοποιημένη, διπλά τυφλή, με διπλό εικονικό φάρμακο και ελεγχόμενη με ενεργό φάρμακο μελέτη που αξιολόγησε την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα του Denosumab σε σύγκριση με risedronate σε ασθενείς που λάμβαναν θεραπεία με γλυκοκορτικοειδή. Η μελέτη περιλάμβανε δύο ομάδες ασθενών: ασθενείς οι οποίοι λάμβαναν σταθερά θεραπεία με γλυκοκορτικοειδή και ασθενείς οι οποίοι μόλις ξεκίνησαν να λαμβάνουν θεραπεία με γλυκοκορτικοειδή. Η μελέτη πέτυχε το κύριο τελικό σημείο (ποσοστιαία μεταβολή από την έναρξη της μελέτης της οστικής πυκνότητας [BMD] της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης τον 12ο μήνα, αξιολογώντας τη μη κατωτερότητα) και όλα τα δευτερεύοντα τελικά σημεία (ποσοστιαία μεταβολή από την έναρξη της μελέτης της οστικής πυκνότητας [BMD] οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης και ολικού ισχίου τον 12ο και 24ο μήνα, αξιολογώντας την ανωτερότητα).

Στον υποπληθυσμό ασθενών που συνέχιζαν να λαμβάνουν θεραπεία με γλυκοκορτικοειδή, το Denosumab κατέδειξε υψηλότερη αύξηση της οστικής πυκνότητας της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης σε σύγκριση με το risedronate κατά το πρώτο έτος (Denosumab 3,6%, risedronate 2,0%· p < 0,001) και το δεύτερο έτος (Denosumab 4,5%, risedronate 2,2%· p < 0,001). Στον υποπληθυσμό ασθενών που μόλις ξεκίνησαν να λαμβάνουν θεραπεία με γλυκοκορτικοειδή, το Denosumab κατέδειξε υψηλότερη αύξηση της οστικής πυκνότητας της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης σε σύγκριση με το risedronate κατά το πρώτο έτος (Denosumab 3,1%, risedronate 0,8%· p < 0,001) και το δεύτερο έτος (Denosumab 4,6%, risedronate 1,5%· p < 0,001).

Επιπλέον, σε σύγκριση με το risedronate, το Denosumab κατέδειξε σημαντικά υψηλότερη μέση ποσοστιαία αύξηση της οστικής πυκνότητας από την έναρξη της μελέτης κατά το πρώτο και δεύτερο έτος στις τιμές του ολικού ισχίου, του αυχένα του μηριαίου οστού και του τροχαντήρα τόσο στον υποπληθυσμό που συνέχιζε να λαμβάνει θεραπεία με γλυκοκορτικοειδή όσο και στον υποπληθυσμό που μόλις ξεκίνησε να λαμβάνει θεραπεία με γλυκοκορτικοειδή. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες και οι σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες υπήρξαν παρόμοιες στις ομάδες θεραπείας και συμβατές με το γνωστό προφίλ ασφάλειας του Denosumab. Δεν αναφέρθηκαν σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες με συχνότητα εμφάνισης 2% ή υψηλότερη από καμία ομάδα θεραπείας.

Ο Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) των ΗΠΑ ενέκρινε τη διευρυμένη ένδειξη του Denosumab για τη θεραπεία της οστεοπόρωσης που σχετίζεται με την έναρξη ή συνέχιση συστηματικής θεραπείας με γλυκοκορτικοειδή σε άνδρες και γυναίκες που αντιμετωπίζουν υψηλό κίνδυνο καταγμάτων στις 18 Μαΐου, 2018.

Σχετικά με την Προκαλούμενη από Γλυκοκορτικοειδή Οστεοπόρωση (GIOP)

Η GIOP είναι η πιο συχνά εμφανιζόμενη μορφή δευτεροπαθούς οστεοπόρωσης.2 Ωστόσο, το ποσοστό των ασθενών που πληρούν τις προϋποθέσεις για διάγνωση GIOP και σχετική παρέμβαση είναι πολύ μικρό και εξαρτάται από το επίπεδο της έκθεσης σε φαρμακευτικές αγωγές γλυκοκορτικοειδών. Επίσης, ένα σημαντικό ποσοστό των ασθενών που λάμβαναν μακροχρόνια θεραπεία με φαρμακευτικές αγωγές γλυκοκορτικοειδών έχουν ήδη διαγνωστεί με μετεμμηνοπαυσιακή οστεοπόρωση ή λαμβάνουν θεραπεία με φαρμακευτικές αγωγές για την οστεοπόρωση. Είναι σημαντικό ότι, με παρόμοια επίπεδα BMD, οι μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες που λάμβαναν γλυκοκορτικοειδή παρουσιάζουν σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης κατάγματος σε σύγκριση με εκείνες που δεν χρησιμοποιούν γλυκοκορτικοειδή. Τα πιο συχνά εμφανιζόμενα χρόνια φλεγμονώδη νοσήματα που σχετίζονται με τη μακροχρόνια χρήση γλυκοκορτικοειδών είναι η χρόνια αποφρακτική πνευμονική διαταραχή (ΧΑΠ), το άσθμα και η ρευματοειδής αρθρίτιδα.6 Περισσότεροι από το 10% των ασθενών που λαμβάνουν μακροχρόνια θεραπεία με γλυκοκορτικοειδή διαγιγνώσκονται με κλινικό κάταγμα, ενώ το 30% έως 40% έχουν ακτινογραφικές ενδείξεις σπονδυλικών καταγμάτων.

Σχετικά με το Denosumab

Το denosumab είναι η πρώτη εγκεκριμένη θεραπεία που στοχεύει συγκεκριμένα τον Συνδέτη του RANK, έναν απαραίτητο ρυθμιστή των κυττάρων που αποδομούν το οστό (οστεοκλάστες). Το denosumab είναι εγκεκριμένο και κυκλοφορεί σε περισσότερες από 80 χώρες παγκοσμίως.

Το denosumab είναι εγκεκριμένο στην ΕΕ για τη θεραπεία της οστεοπόρωσης σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες και σε άνδρες που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καταγμάτων. Σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, το denosumab μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισης σπονδυλικών και μη σπονδυλικών καταγμάτων, καθώς και καταγμάτων ισχίου.

Το denosumab είναι επίσης εγκεκριμένο για τη θεραπεία της οστικής απώλειας που σχετίζεται με αποστέρηση ορμονών σε άνδρες με καρκίνο του προστάτη, οι οποίοι διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καταγμάτων. Σε άνδρες με καρκίνο του προστάτη που λαμβάνουν θεραπεία αποστέρησης ορμονών, το denosumab μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο σπονδυλικών καταγμάτων.

Το denosumab χορηγείται ως μία και μόνη υποδόρια ένεση των 60 mg μία φορά κάθε έξι μήνες. Παρακαλείστε να ανατρέξετε στις σημαντικές πληροφορίες για την ασφάλεια πιο κάτω.

Ανεπιθύμητες Αντιδράσεις

Οι πιο συχνά εμφανιζόμενες ανεπιθύμητες αντιδράσεις (>5% και με μεγαλύτερη συχνότητα σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο) στις γυναίκες με μετεμμηνοπαυσιακή οστεοπόρωση είναι η οσφυαλγία, ο πόνος στα άκρα, ο μυοσκελετικός πόνος, η υπερχοληστερολαιμία και η κυστίτιδα. Οι πιο συχνά εμφανιζόμενες ανεπιθύμητες αντιδράσεις (>5% και με μεγαλύτερη συχνότητα σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο) στους άνδρες με οστεοπόρωση είναι η οσφυαλγία, η αρθραλγία και η ρινοφαρυγγίτιδα. Παγκρεατίτιδα έχει επίσης αναφερθεί με τη χρήση του denosumab.

Σε γυναίκες με μετεμμηνοπαυσιακή οστεοπόρωση, η συνολική επίπτωση νέων κακοηθειών ήταν 4,3% στην ομάδα του εικονικού φαρμάκου και 4,8% στην ομάδα του denosumab. Σε άνδρες με οστεοπόρωση, δεν αναφέρθηκαν κακοήθειες σε ασθενείς της ομάδας του εικονικού φαρμάκου, ενώ αναφέρθηκαν σε 4 (3,3%) ασθενείς στην ομάδα του denosumab. Δεν έχει εδραιωθεί κάποια αιτιολογική σχέση με την έκθεση στο φάρμακο.

Οι πιο συχνές (με επίπτωση ≥ 10% στους ασθενείς) ανεπιθύμητες αντιδράσεις που αναφέρθηκαν με το denosumab σε ασθενείς με οστική απώλεια που λάμβαναν ADT για τον καρκίνο του προστάτη ή επικουρική θεραπεία με ΑΙ για τον καρκίνο του μαστού είναι η αρθραλγία και η οσφυαλγία. Πόνος στα άκρα και μυοσκελετικός πόνος έχουν επίσης αναφερθεί σε κλινικές δοκιμές. Επίσης, σε άνδρες με μη μεταστατικό καρκίνο του προστάτη που έχουν λάβει θεραπεία με denosumab και λαμβάνουν ADT, έχει παρατηρηθεί μεγαλύτερη επίπτωση καταρράκτη.

Το denosumab είναι ένα ανθρώπινο μονοκλωνικό αντίσωμα. Όπως ισχύει με όλες τις θεραπευτικές πρωτεΐνες, υπάρχει η πιθανότητα εμφάνισης ανοσογονικότητας.
    Στην κορυφή