Εμβόλιο για την εποχική γρίπη


Υπάρχουν δύο είδη εμβολίων για τη γρίπη. Και τα δύο είδη είναι τριδύναμα καθόσον περιέχουν τρείς ιούς [H1N1 (ο νέος «των χοίρων») H3N2 του τύπου Α, και ένα ιό τύπου Β]. Το εμβόλιο που περιέχει αδρανοποιημένους (νεκρούς) ιούς της γρίπης γίνεται με ενδομυϊκή ένεση, ενώ το εμβόλιο που περιέχει εξασθενημένους ιούς της γρίπης γίνεται με ψεκασμό στο ρινικό βλεννογόνο.

Το εμβόλιο με τους αδρανοποιημένους ιούς γίνεται σε οποιαδήποτε ηλικία αρχίζοντας από βρέφη μεγαλύτερα των έξι μηνών και είναι αποτελεσματικό στο 70–90% των ατόμων.

Το εμβόλιο με τους εξασθενημένους ιούς γίνεται σε άτομα ηλικίας 5–49 ετών και είναι αποτελεσματικό στο 87% περίπου των ατόμων.

Το εμβόλιο της γρίπης γίνεται τον Οκτώβριο για το Βόρειο ημισφαίριο κάθε χρόνο (ο ιός αλλάζει συνέχεια και χρειάζεται καινούργιο εμβόλιο).

Τα παιδιά που είναι ηλικίας μικρότερης των 9 ετών που εμβολιάζονται για πρώτη φορά κάνουν συνήθως δύο δόσεις του εμβολίου σε διάστημα ενός μηνός.

Το τριδύναμο εμβόλιο που περιέχει αδρανοποιημένους ιούς συνιστάται σε:

α) Παιδιά ηλικίας 6 μηνών έως 4 ετών.

β) Άτομα ηλικίας μεγαλύτερης των 60 ετών.

γ) Γυναίκες σε εγκυμοσύνη. Οι οδηγίες του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης λοιμώξεων των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (Center for Disease Control, CDC) συστήνουν το εμβόλιο να γίνεται σε οποιαδήποτε ηλικία της εγκυμοσύνης, ενώ οι οδηγίες του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης των λοιμώξεων (European Center for Disease Control — ECDC) συστήνουν το εμβόλιο να γίνεται στο δεύτερο και τρίτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης.

δ) Άτομα που περιποιούνται βρέφη ηλικίας μικρότερης των 6 μηνών.

ε) Άτομα από 2 ετών μέχρι 60 ετών που πάσχουν από: καρδιοαναπνευστικά προβλήματα (εξαιρείται η υπέρταση), μεταβολικά νοσήματα (π.χ. διαβήτη), ηπατική και νεφρική ανεπάρκεια, νευρολογικά νοσήματα, αιματολογικές διαταραχές (αιμοσφαιρινοπάθειες ή λευχαιμίες) και επίκτητες ή συγγενείς ανοσοανεπάρκειες.

στ) Άτομα σε ανοσοκαταστολή.

ζ) Άτομα που θεραπεύονται μόνιμα με ασπιρίνη (έχει διαπιστωθεί ότι η γρίπη σε άτομα που παίρνουν ασπιρίνη μπορεί να προκαλέσει βαριά παθολογική κατάσταση (σύνδρομο Reye).

η) Παχύσαρκα άτομα.

Δε συνιστάται σε:

α) Νήπια ηλικίας μικρότερης των 6 μηνών.
β) Άτομα με αλλεργική αντίδραση στα αβγά.
γ) Άτομα που είχαν εμφανίσει αλλεργική αντίδραση σε προηγούμενους εμβολιασμούς για τη γρίπη.
δ) Άτομα με εμπύρετη νόσο.
ε) Άτομα που έχουν πάθει στο παρελθόν το σύνδρομο οξείας χαλαρής παράλυσης (Guillain-Barré).

Το τριδύναμο εμβόλιο που περιέχει εξασθενημένους ιούς συνιστάται σε άτομα ηλικίας 2–49 ετών που δεν έχουν προβλήματα υγείας. Εξαιρούνται γυναίκες της αναπαραγωγικής ηλικίας σε κατάσταση εγκυμοσύνης.

Το εμβόλιο αυτό δε συνιστάται σε:

α) Άτομα αλλεργικά στα αβγά.
β) Άτομα ηλικίας μικρότερης των 2 ετών και μεγαλύτερης των 50 ετών (δεν έχει αποδειχθεί η ασφάλειά του).
γ) Άτομα που πάσχουν από: καρδιοαναπνευστικά προβλήματα (εξαιρείται η υπέρταση), μεταβολικά νοσήματα (π.χ. διαβήτη), ηπατική και νεφρική ανεπάρκεια, νευρολογικά νοσήματα, αιματολογικές διαταραχές (αιμοσφαιρινοπάθεια ή λευχαιμία), επίκτητη ή συγγενή ανοσοανεπάρκεια, αυτοάνοσες νόσους που θεραπεύονται με ανοσοκατασταλτικά.
δ) Γυναίκες σε κατάσταση εγκυμοσύνης.
ε) Γυναίκες που πρόκειται να μείνουν έγκυες αν δεν περάσουν τουλάχιστον τρείς μήνες μετά τον εμβολιασμό.
στ) Άτομα που στο παρελθόν εμφάνισαν οξεία παράλυση (σύνδρομο Guillain-Barré).
ζ) Παιδιά και εφήβους κάτω των 18 ετών που λαμβάνουν μόνιμα ασπιρίνη.

Παρενέργειες

Εμβόλιο με αδρανοποιημένους ιούς.

Το περίπου των εμβολιαζομένων παρουσιάζουν μία τοπική αντίδραση στη σημείο της ένεσης, όπως ευαισθησία, οίδημα (πρήξιμο), ερυθρότητα, που περνάει μετά 1–2 ημέρες. Πολύ μικρό ποσοστό (περίπου 1%) παρουσιάζουν πυρετό και πόνους στους μύες. Μερικά εμβόλια αυτού του τύπου περιέχουν θειομεροζάλη (θειομερσάλη) μία υδραργυρούχο ένωση. Είχε διατυπωθεί παλαιότερα η άποψη ότι η ουσία αυτή σχετίζεται με αυτισμό. Όμως σύμφωνα με απόλυτα τεκμηριωμένες μελέτες αυτό δεν ισχύει. Ωστόσο, για λόγους που αναφέρονται σε ανησυχία των γονέων, κυκλοφορούν εμβόλια γρίπης χωρίς τη θειομερσάλη.

Εμβόλια με εξασθενημένους ιούς.

Σε μερικά άτομα και ιδιαίτερα παιδιά παρατηρείται συνάχι, συμφόρηση της μύτης (μπούκωμα), πυρετός, πονοκέφαλος ή πόνοι στους μύς. Τα συμπτώματα αυτά περνάνε μετά 1–2 ημέρες.


Στέλιος Χατζηπαναγιώτου
Ιατρός Βιοπαθολόγος – Κλινικός Μικροβιολόγος
Αναπληρωτής Καθηγητής Μικροβιολογίας στην Ιατρική Σχολή της Αθήνας

Νικόλαος–Στέφανος Ι. Λεγάκης
Ομότιμος Καθηγητής Μικροβιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών
Επίτιμος Πρόεδρος της Ελληνικής Μικροβιολογικής Εταιρείας και της Πανελλήνιας Ένωσης Ιατρικής Βιοπαθολογίας



Απο το βιβλίο "ΤΑ ΜΙΚΡΟΒΙΑ ΚΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ" (http://www.tamikrovia.gr)
Διαβάστε περισσότερα άρθρα...
    Στην κορυφή