"ΒΑΡΥ" ΤΟ ΚΟΣΤΟΣ ΤΗΣ ΟΣΤΕΟΠΟΡΩΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΥΓΕΙΑΣ


Η διαχείριση της οστεοπόρωσης και κυρίως των καταγμάτων που οφείλονται σε αυτή, καταδεικνύεται δαπανηρή για το Ελληνικό Σύστημα Υγείας, εάν δεν διαγνωστεί έγκαιρα και δεν αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά. Αυτό προέκυψε από την πρώτη μελέτη που πραγματοποιήθηκε στην Ελλάδα για την οικονομική αξιολόγηση της οστεοπόρωσης από την Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, με την υποστήριξη των εταιριών Amgen και GlaxoSmithKline.

Ειδικότερα, στόχος της μελέτης ήταν η αποτύπωση της διαχείρισης της οστεοπόρωσης στην Ελλάδα σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες άνω των 50 ετών, καθώς και του κόστους που η νόσος συνεπάγεται για το ελληνικό σύστημα υγείας. Τα δεδομένα της μελέτης αντλήθηκαν με τη μέθοδο των προσωπικών συνεντεύξεων σε σύνολο 137 ιατρών, Ορθοπεδικών, Ενδοκρινολόγων και Ρευματολόγων από την Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Πάτρα.

Πιο αναλυτικά και σύμφωνα με όσα παρουσιάστηκαν σε σχετική Συνέντευξη Τύπου της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας, σημαντική διαφοροποίηση καταγράφεται στο κόστος αντιμετώπισης της μη εγκατεστημένης, χωρίς δηλαδή προϋπάρχον κάταγμα, έναντι της εγκατεστημένης οστεοπόρωσης, όταν δηλαδή η μετεμμηνοπαυσιακή ασθενής έχει υποστεί κάταγμα στο παρελθόν. Ειδικότερα, το μέσο ετήσιο κόστος της εγκατεστημένης οστεοπόρωσης εκτιμάται κατά 78% υψηλότερο, προσεγγίζοντας τα 2.027,46 ευρώ, έναντι των 1.139,63 ευρώγια τη μη εγκατεστημένη οστεοπόρωση.

Ιδιαίτερα δαπανηρά για το σύστημα υγείας αναδείχθηκαν τα κατάγματα που κατεγράφησαν σε ασθενείς με εγκατεστημένη οστεοπόρωση, κυρίως λόγω της αυξημένης κατανάλωσης υγειονομικών πόρων που επιφέρει η αντιμετώπισή τους. Τη μεγαλύτερη επιβάρυνση στο σύστημα υγείας προκαλούν τα κατάγματα ισχίου, με μέσο ετήσιο κόστος 4.334,27 ευρώ, λόγω της αντιμετώπισής τους, η οποία στο 90% των περιπτώσεων επιβάλλει τη διενέργεια χειρουργικής επέμβασης. Aντιστοίχως, το μέσο ετήσιο κόστος του κλινικού σπονδυλικού κατάγματος ανέρχεται στα 2.723,27ευρώ και του κατάγματος καρπού στα 1.731,35 ευρώ.

Συνολικά, η μελέτη καταδεικνύει ότι το άμεσο κόστος που επωμίζεται το ΕΣΥ για την οστεοπόρωση φτάνει τα 890 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση. «Είναι χαρακτηριστικό εύρημα το γεγονός ότι η εμφάνιση ενός κατάγματος αυξάνει έως και κατά 300% περίπου το μέσο ανά ασθενή ετήσιο κόστος, ιδίως στην περίπτωση των καταγμάτων ισχίου, όπου η χειρουργική επέμβαση αποτελεί τη σημαντικότερη μεταβλητή του κόστους» τόνισε ο Καθηγητής Γιάννης Κυριόπουλος, Κοσμήτωρ της ΕΣΔΥ.

Τα στοιχεία αυτά καθιστούν σαφή την ανάγκη για σωστή ενημέρωση των μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών αναφορικά με τους παράγοντες κινδύνου, όπως το βεβαρυμμένο κληρονομικό οστεοπόρωσης, το χαμηλό σωματικό βάρος, το ιστορικό καπνίσματος κλπ, με στόχο την πρόληψη της νόσου, αλλά και την όσο το δυνατόν έγκαιρη διάγνωσή της. Εξίσου σημαντική αναδεικνύεται και η ανάγκη για την ύπαρξη αποτελεσματικών θεραπειών που δύνανται να μειώσουν τα κατάγματα και ταυτόχρονα να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση του ασθενούς, μειώνοντας έτσι την διενέργεια χειρουργικών επεμβάσεων, τη νοσηλεία των ασθενών και επιτυγχάνοντας, κατ’ επέκταση σημαντική εξοικονόμηση πόρων για το σύστημα υγείας.

Η έρευνα κατέδειξε επίσης ότι το 79% των μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών άνω των 50 παρουσιάζει κάποιο παράγοντα κινδύνου: ηλικία, χαμηλό Δείκτη Μάζας Σώματος (Β.Μ.Ι.), προηγούμενο κάταγμα, οικογενειακό ιστορικό οστεοπορωτικών καταγμάτων, κάπνισμα,. Λαμβάνοντας υπόψη την υψηλή συχνότητα της νόσου, η οποία αγγίζει το 30% σε γυναίκες άνω των 50 ετών σύμφωνα με διεθνή στοιχεία, η έγκαιρη διάγνωση και αποτελεσματική θεραπεία της οστεοπόρωσης μπορεί όχι μόνο να εξοικονομήσει πόρους για το σύστημα υγείας, αλλά και να διασφαλίσει τη μείωση των καταγμάτων σε ασθενείς, λιγότερες νοσηλείες, υψηλότερη παραγωγικότητα και τελικά καλύτερη ποιότητα ζωής.
Τα αποτελέσματα της μελέτης παρουσιάζουν για πρώτη φορά, μια σαφή οικονομική αποτίμηση για τη διαχείριση της οστεοπόρωσης στην Ελλάδα, καλύπτοντας ένα σημαντικό κενό στην υπάρχουσα ελληνική βιβλιογραφία, ενώ δύναται να αποτελέσουν πολύτιμη εισροή για τη διαδικασία λήψης αποφάσεων, καθώς και την ερευνητική διαδικασία, τόσο από την οικονομική οπτική όσο και από την πλευρά της κλινικής διαχείρισης της νόσου.


Από αριστερά προς τα δεξιά:
1) κ. Κώστας Αθανασάκης, Συνεργάτης της ΕΣΔΥ,
2) κ. Γιάννης Κυριόπουλος, Κοσμήτωρ της ΕΣΔΥ και

3) κ. Γιώργος Λυρίτης, Πρόεδρος Ελληνικού Ιδρύματος Οστεοπόρωσης (ΕΛΙΟΣ).




Ταυτότητα της Έρευνας

Στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε επιλογή του δείγματος, το οποίο περιελάμβανε ιατρούς με καίρια θέση στη θεραπεία της οστεοπόρωσης, προερχόμενους από τα τρία μεγαλύτερα αστικά κέντρα της χώρας (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα) και κατανεμημένους κατά ειδικότητα και αντιπροσωπευτικότητα κατά φορέα εργασίας και κατά ειδικότητα. Η λήψη των πρωτογενών δεδομένων πραγματοποιήθηκε μέσω προσωπικών συνεντεύξεων στη βάση του δομημένου ερωτηματολογίου.

Μετά το πέρας της διαδικασίας συλλογής των δεδομένων πεδίου, τα αποτελέσματα παρουσιάστηκαν σε συνάντηση 12 ειδικών στη θεραπεία της οστεοπόρωσης υπό τη μεθοδολογία consensus panel. Σκοπός της συνάντησης ήταν η συζήτηση, επικύρωση και συμπλήρωση των δεδομένων της πρωτογενούς έρευνας στα σημεία της διαχείρισης τα οποία δεν καλύφθηκαν από το ερωτηματολόγιο πεδίου. Το ερωτηματολόγιο εστίαζε στη διαχείριση της νόσου και των οστεοπορωτικών καταγμάτων σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες άνω των 50 ετών, ωστόσο, στο τέλος του ερωτηματολογίου υπήρχε μια ομάδα ερωτήσεων που αφορούσαν το σύνολο των ασθενών με οστεοπόρωση, ανεξαρτήτως φύλου ή ηλικίας.

Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με την ευγενική χορηγία της Amgen, ενώ η εκδήλωση παρουσίασης των αποτελεσμάτων έγινε και με την υποστήριξη της GSK.


Σχετικά με την ΕΣΔΥ

Σύντομη Ιστορική Αναδρομή

Η Υγειονομική Σχολή Αθηνών αποτέλεσε μία από τις πρώτες Υγειονομικές Σχολές της Ευρώπης και ιδρύθηκε με πρόταση της Κοινωνίας των Εθνών το 1929 από τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τους Υπουργούς Αλέξανδρο Παππά και Απόστολο Δοξιάδη, ως ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα "ομοταγές του Πανεπιστημίου Αθηνών" με σκοπό τη μεταπτυχιακή εκπαίδευση και την έρευνα στη δημόσια υγεία. Η επίσημη θέση της Επιτροπής αποτυπώνεται στην αποστροφή όσοι εμπλέκονται στη δημόσια υγεία πρέπει να έχουν εκπαιδευθεί σε σχολή δημόσιας υγείας της χώρας τους, ώστε να μελετούν, να γνωρίζουν και να δρουν ειδικά στην αντιμετώπιση των προβλημάτων δημόσιας υγείας.

Έκτοτε, η Σχολή διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην ιστορία της δημόσιας υγείας και των υπηρεσιών υγείας στη χώρα μας, με καθοριστική συμβολή στην αντιμετώπιση των λοιμωδών νοσημάτων σε κρίσιμες ενδημικές περιόδους για το ελληνικό έθνος όπως ο δάγγειος πυρετός, η ελονοσία και η φυματίωση, ενώ πρόσφατα και στην πανδημία του AIDS.


- Διαβάστε εδώ περισσότερα για την οστεοπόρωση

- THE ECONOMIC BURDEN OF POSTMENOPAUSAL OSTEOPOROSIS AND RELATED FRACTURES IN GREECE




    Στην κορυφή