NEA ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΗΠΑΤΙΤΙΔΑΣ C


Νεα στοιχεία για τη θεραπεία με την ουσία τελαπρεβίρη ανακοινώθηκαν στην 47η ετήσια συνάντηση της Ευρωπαϊκής Εταιρίας για τη Μελέτη του Ήπατος (EASL) στη Βαρκελώνη. Τα στοιχεία δείχνουν ότι επιτεύχθηκαν παρόμοια ποσοστά ίασης (οριζόμενα ως μακροχρόνια ιολογική ανταπόκριση ή SVR) ανεξάρτητα από τη μείωση της δόσης ριμπαβιρίνης, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης της δόσης σε ≤600mg/ημέρα σε θεραπευτικό σχήμα με βάση την τελαπρεβίρη τόσο για τους πρωτοθεραπευόμενους όσο και τους επαναθεραπευόμενους ασθενείς με χρόνια ηπατίτιδα C γονότυπου 1.

Στις αναδρομικές υποαναλύσεις των κλινικών δοκιμών φάσης 3 ADVANCE και ILLUMINATE αξιολογήθηκαν οι επιπτώσεις της μείωσης της δόσης ριμπαβιρίνης στα ποσοστά της μακροχρόνιας ιολογικής ανταπόκρισης σε πρωτοθεραπευόμενους ασθενείς με χρόνια λοίμωξη HCV γονότυπου 1, οι οποίοι έλαβαν θεραπεία με τελαπρεβίρη σε συνδυασμό με πεγκυλιωμένη ιντερφρόνη άλφα και ριμπαβιρίνη (T12PR) ή θεραπεία μόνο με πεγκυλιωμένη ιντερφρόνη άλφα και ριμπαβιρίνη (PR). Στα σκέλη Τ12PR επιτεύχθηκε μακροχρόνια ιολογική ανταπόκριση σε 74% (291/395) των ασθενών στους οποίους έγινε μείωση της δόσης σε ≤600mg και σε 75% (38/51) εκείνων στους οποίους έγινε μείωση της δόσης ριμπαβιρίνης στα 800-1000mg/ημέρα, σε σύγκριση με 79% (346/439) εκείνων στους οποίους δε μειώθηκε η δόση ριμπαβιρίνης.

Στην αναδρομική υποανάλυση της μελέτης φάσης 3 REALIZE αξιολογήθηκε η επίπτωση της μείωσης της δόσης της ριμπαβιρίνης στα ποσοστά μακροχρόνιας ιολογικής ανταπόκρισης ασθενών με χρόνια λοίμωξη HCV γονότυπου 1 που είχαν υποβληθεί σε προηγούμενη θεραπεία με τελαπρεβίρη σε συνδυασμό με πεγκυλιωμένη ιντερφρόνη άλφα και ριμπαβιρίνη (T12PR48) ή σε θεραπεία με πεγκυλιωμένη ιντερφερόνη άλφα και ριμπαβιρίνη μόνο (PR). Τα αποτελέσματα κατηγοριοποιήθηκαν ανάλογα με την προηγούμενη ανταπόκριση του ασθενή στη θεραπεία. Στους ασθενείς στα σκέλη T12PR48, οι οποίοι είχαν παρουσιάσει υποτροπή νωρίτερα λαμβάνοντας θεραπεία αποκλειστικά με πεγκυλιωμένη ιντερφρόνη άλφα και ριμπαβιρίνη, μακροχρόνια ιολογική ανταπόκριση επιτεύχθηκε σε 93% (27/29) των ασθενών στους οποίους έγινε μείωση της δόσης σε ≤600mg, και σε 83% (20/24) των ασθενών στους οποίους έγινε μείωση της δόσης ριμπαβιρίνης στα 800-1000mg/ημέρα, σε σύγκριση με 82% (73/89), στους οποίους δεν έγινε μείωση της δόσης ριμπαβιρίνης. Στους ασθενείς που είχαν παρουσιάσει προηγουμένως μερική ανταπόκριση, επιτεύχθηκε μακροχρόνια ιολογική ανταπόκριση σε ποσοστά 62% (8/13), 50% (1/2) και 66% (21/32) αντιστοίχως ενώ για όσους δεν παρουσίασαν καμία ανταπόκριση τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν 25% (2/8), 67% (2/3) και 31% (18/59).

Οι αναλύσεις διερεύνησαν επίσης την εκλογή του χρόνου για τη μείωση της δόσης της ριμπαβιρίνης κατά τη διάρκεια των μελετών και τα αποτελέσματα ήταν υποστηρικτικά στα συμπεράσματα της μελέτης.

Τα στοιχεία αυτά υποδεικνύουν ότι η εκλογή του χρόνου, η διάρκεια και η έκταση της μείωσης της δόσης της ριμπαβιρίνης δεν επηρεάζουν σημαντικά το SVR στα σκέλη θεραπείας με τελαπρεβίρη. Καθώς η μείωση της δόσης της ριμπαβιρίνης αποτέλεσε την κύρια μέθοδο για την διαχείριση της αναιμίας στο πρόγραμμα ανάπτυξης με τελαπρεβίρη, τα στοιχεία αυτά υποδεικνύουν ότι μειώνοντας τη δόση της ριμπαβιρίνης δεν επηρεάζονται τα ποσοστά SVR.

«Διαπιστώσαμε σημαντικές προόδους στη θεραπεία του HCV με τα εγκεκριμένα αντιικά άμεσης δράσης (DAAs), συμπεριλαμβανομένης της τελαπρεβίρης, όπου αναφέρθηκαν υψηλά ποσοστά ίασης επαναθεραπευόμενων και πρωτοθεραπευόμενων ενηλίκων με χρόνια λοίμωξη με HCV γονότυπου 1, γνωρίζουμε όμως ότι η αντιμετώπιση των ανεπιθύμητων ενεργειών εξακολουθεί να είναι ιδιαίτερα σημαντική», δήλωσε ο Καθηγητής Mark Sulkowski, Καθηγητής Ιατρικής, Πανεπιστήμιο Johns Hopkins, Ιατρική Σχολή, Βαλτιμόρη. «Τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν ότι η μείωση της δόσης ριμπαβιρίνης για την αντιμετώπιση της αναιμίας που σχετίζεται με τη θεραπεία κατά τη χορήγηση θεραπείας με τελαπρεβίρη, δε διακινδυνεύει την πιθανότητα κάθαρσης από τον ιό».

Η ριμπαβιρίνη είναι ένα συνθετικό νουκλεοσιδικό ανάλογο το οποίο χορηγείται σε συνδυασμό με πεγκυλιωμένη ιντερφρόνη άλφα για να αυξήσει την αποτελεσματικότητα της θεραπείας της χρόνιας λοίμωξης HCV. Η αναιμία αποτελεί συχνή ανεπιθύμητη ενέργεια της θεραπείας του HCV και μπορεί συχνά να αντιμετωπιστεί, μεταξύ άλλων, με μείωση της δόσης της ριμπαβιρίνης.

Ο Jim Witek, Ιατρικός Διευθυντής της Janssen, δήλωσε: «Τα αποτελέσματα των αναλύσεων αυτών υποστηρίζουν περαιτέρω την αποτελεσματικότητα του INCIVO στη χρόνια HCV λοίμωξη γονότυπου 1 σε σύγκριση με το συνδυασμό μόνο πεγκυλιωμένης ιντερφερόνης και ριμπαβιρίνης, ακόμη και όταν οι δόσεις ριμπαβιρίνης μειώνονται, προκειμένου να συμβάλουν στην αντιμετώπιση της αναιμίας που συνδέεται με τη θεραπεία. Η Janssen παραμένει αφοσιωμένη στη βελτίωση των θεραπευτικών επιλογών και εκβάσεων για τους ασθενείς που πάσχουν από HCV».

Σχετικά με τις αναδρομικές υποαναλύσεις φάσης 3

Οι ADVANCE, ILLUMINATE και REALIZE ήταν μελέτες φάσης 3 στις οποίες συμμετείχαν 2.290 ασθενείς για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας, της ασφάλειας και της ανοχής της τελαπρεβίρης σε συνδυασμό με πεγκυλιωμένη ιντερφρόνη άλφα και ριμπαβιρίνη σε ασθενείς με χρόνια HCV λοίμωξη γονότυπου 1. Σε αυτές τις αναδρομικές υποαναλύσεις, οι ασθενείς των μελετών ADVANCE και ILLUMINATE, οι οποίοι έλαβαν 24 ή 48 εβδομάδες συνολικής θεραπείας αποκλειστικά με πεγκυλιωμένη ιντερφρόνη και ριμπαβιρίνη και 12 εβδομάδες με τελαπρεβίρη.(T12PR) συγκρίθηκαν με εκείνους οι οποίοι υποβλήθηκαν σε θεραπεία 48 εβδομάδων αποκλειστικά με πεγκυλιωμένη ιντερφρόνη και ριμπαβιρίνη (PR). Στις αναδρομικές υποαναλύσεις της μελέτης REALIZE, οι ασθενείς που υποβλήθηκαν σε 48 εβδομάδες συνολικής θεραπείας αποκλειστικά με πεγκυλιωμένη ιντερφρόνη και ριμπαβιρίνη (PR) συγκρίθηκαν με ασθενείς που ξεκίνησαν ταυτόχρονα σχήμα με βάση την τελαπρεβίρη (T12PR48): 12 εβδομάδες τελαπρεβίρης και PR 1και στην συνέχεια PR αποκλειστικά για άλλες 36 εβδομάδες.

Ασθενείς οι οποίοι έλαβαν παράγοντες διέγερσης της ερυθροποιητίνης ή δεν είχαν μέτρηση αιμοσφαιρίνης κατά τη γραμμή αναφοράς είχαν αποκλειστεί. Οι εκβάσεις αποτελεσματικότητας αξιολογήθηκαν βάσει των μειώσεων της δόσης ριμπαβιρίνης στους πληθυσμούς των μελετών ADVANCE και ILLUMINATE, χωριστά από εκείνους της μελέτης REALIZE.1

Στους πρωτοθεραπευόμενους ασθενείς των μελετών ADVANCE και ILLUMINATE που έλαβαν T12PR, έγινε μείωση της δόσης ριμπαβιρίνης σε ποσοστό 68% (604/885). Στους επαναθεραπευόμενους ασθενείς που έλαβαν T12PR48 στη μελέτη REALIZE, στο 38% (98/259) έγινε μείωση της δόσης ριμπαβιρίνης στη διάρκεια της θεραπευτικής φάσης. Σε όλες τις μελέτες φάσης 2 και 3 παρατηρήθηκε αναιμία συχνότερα στους ασθενείς που λάμβαναν σχήμα με βάση την τελαπρεβίρη, και η οποία οδήγησε σε διακοπή όλων των φαρμάκων της μελέτης σε ποσοστό 2,8%.

Επιπρόσθετα στοιχεία για την τελαπρεβίρη που παρουσιάστηκαν στην ετήσια συνάντηση της Ευρωπαϊκής Εταιρίας για τη Μελέτη του Ήπατος περιλαμβάνουν:

· Ανάλυση η οποία αποδεικνύει ότι η τελαπρεβίρη σε συνδυασμό με πεγκυλιωμένη ιντερφρόνη άλφα και ριμπαβιρίνη είναι οικονομικά αποτελεσματική τόσο για τους πρωτοθεραπευόμενους όσο και για τους επαναθεραπευόμενους ασθενείς, ανεξάρτητα από τον υπότυπο του IL28B, σύμφωνα με το ανώτατο όριο των 20.000-30.000 λιρών ανά ποιοτικά προσαρμοσμένο έτος ζωής (QALY)



Σχετικά με την Τελαπρεβίρη

Η Τελαπρεβίρη, σε συνδυασμό με πεγκυλιωμένη ιντερφρόνη άλφα και ριμπαβιρίνη ενδείκνυται για τη θεραπεία της χρόνιας HCV λοίμωξης γονότυπου 1 σε ενήλικες ασθενείς με αντιρροπούμενη ηπατοπάθεια (συμπεριλαμβανομένης της κίρρωσης) οι οποίοι είναι πρωτοθεραπευόμενοι, και που είχαν λάβει προηγουμένως θεραπεία με ιντερφερόνη άλφα (πεγκυλιωμένη ή μη πεγκυλιωμένη) αποκλειστικά ή σε συνδυασμό με ριμπαβιρίνη, συμπεριλαμβανομένων των ασθενών που υποτροπίασαν, εκείνων που παρουσίασαν μερική ανταπόκριση στη θεραπεία και εκείνων που δεν παρουσίασαν καμία ανταπόκριση. Το INCIVO είναι ένας επιλεκτικός αναστολέας πρωτεάσης της σερίνης του HCV, και περιλαμβάνεται στη νέα κατηγορία φαρμάκων για τη θεραπεία της χρόνιας λοίμωξης HCV γονότυπου 1, τα αντιικά άμεσης δράσης (DAAs). Σε αντίθεση με προηγούμενες θεραπείες, τα αντιικά άμεσης δράσης δρουν απευθείας σε ένζυμα του ιού και εμποδίζουν τον πολλαπλασιασμό του. Το INCIVO εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 19 Σεπτεμβρίου 2011.



Η τελαπρεβίρη αναπτύχθηκε από την Janssen-Virco BVBA, μία από τις φαρμακευτικές εταιρείες Janssen, σε συνεργασία με την Vertex Pharmaceuticals και τη Mitsubishi Tanabe Pharma. Η Janssen διατηρεί το δικαίωμα εμπορικής εκμετάλλευσης της τελαπρεβίρης στην Ευρώπη, τη Νότιο Αμερική, την Αυστραλία, τη Μέση Ανατολή και ορισμένες άλλες χώρες. Η Vertex διατηρεί δικαίωμα εμπορικής εκμετάλλευσης στη Βόρειο Αμερική. Η Mitsubishi Tanabe Pharma διατηρεί το δικαίωμα εμπορικής εκμετάλλευσης της τελαπρεβίρης στην Ιαπωνία και σε ορισμένες χώρες.



Το συνολικό προφίλ ασφάλειας της τελαπρεβίρης βασίζεται στο πρόγραμμα κλινικής ανάπτυξης φάσης 2/3. Στις κλινικές δοκιμές, η συχνότητα εμφάνισης ανεπιθύμητων ενεργειών τουλάχιστον μέτριας έντασης ήταν μεγαλύτερη στην ομάδα τελαπρεβίρης από ό,τι στην ομάδα του placebo (ενώ και οι δύο ομάδες λάμβαναν πεγκυλιωμένη ιντερφρόνη άλφα και ριμπαβιρίνη). Οι συχνότερα αναφερόμενες μέτριας έντασης ανεπιθύμητες ενέργειες (συχνότητα εμφάνισης ≥ 5,0%) ήταν αναιμία, εξάνθημα, κνησμός, ναυτία και διάρροια και οι συχνότερα αναφερόμενες σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες (συχνότητα εμφάνισης ≥ 1,0%) ήταν αναιμία, εξάνθημα, θρομβοκυτταροπενία, λεμφοπενία, κνησμός και ναυτία.

Επεισόδια εξανθήματος αναφέρθηκαν σε 55% των ασθενών που ελάμβαναν σχήμα βασισμένο στην τελαπρεβίρη και περισσότερα από 90% των εξανθημάτων ήταν ήπιας ή μέτριας έντασης. Σοβαρά εξανθήματα αναφέρθηκαν με τη θεραπεία συνδυασμού τελαπρεβίρης σε 4,8% των ασθενών. Η εμφάνιση εξανθήματος οδήγησε σε διακοπή σε 5,8% των ασθενών. Αναιμία αναφέρθηκε σε 32,1% των ασθενών και οδήγησε σε διακοπή σε 2,8%.

Σχετικά με τον ιό της ηπατίτιδας C (HCV)

Η χρόνια Ηπατίτιδα C (HCV) είναι ένα αιματογενώς μεταδιδόμενο λοιμώδες νόσημα του ήπατος. Καθώς εκτιμάται ότι 130-210 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν προσβληθεί από τον ιό παγκοσμίως, και ότι τρία έως τέσσερα εκατομμύρια άνθρωποι προσβάλλονται από τον ιό ετησίως, ο HCV επιβαρύνει σημαντικά τους ασθενείς και την κοινωνία. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, ο HCV αποτέλεσε τ ην αιτία για περισσότερο από 86.000 θανάτους στην ευρωπαϊκή περιοχή του ΠΟΥ το 2002. Η χρόνια HCV λοίμωξη μπορεί να οδηγήσει σε καρκίνο του ήπατος και άλλες σοβαρές και θανατηφόρες ηπατικές νόσους. Περίπου το ένα τέταρτο των ηπατικών μεταμοσχεύσεων που πραγματοποιήθηκαν σε 25 ευρωπαϊκές χώρες το 2002, οφείλονταν στον HCV. Η προηγούμενη αποδεκτή πρότυπη θεραπεία για τον HCV είναι η πεγκυλιωμένη ιντερφρόνη άλφα σε συνδυασμό με ριμπαβιρίνη, μπορεί όμως να θεραπεύσει μόνο 40-50 τοις εκατό των ασθενών με χρόνια HCV λοίμωξη γονότυπου 1.


    Στην κορυφή