ΔΙΕΘΝΕΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ CARDIO ΑΤΗΕΝΑ 2011


Με μεγάλο ενδιαφέρον αναμένεται το Διεθνές Συνέδριο Καρδιαγγειακής Ιατρικής CARDIO ΑΤΗΕΝΑ 2011, το οποίο διοργανώνεται από την Α' Καρδιολογική Κλινική και το Ομώνυμο Εργαστήριο του Πανεπιστημίου Αθηνών, Ιπποκράτειο Γ.Ν.Α. και πρόκειται να διεξαχθεί στο ξενοδοχείο DIVANI Caravel της Αθήνας στις 8 και 9 Απριλίου 2011.

Στο Συνέδριο, που τελεί υπό την αιγίδα της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας, θα αναπτυχθούν ιδιαιτέρως τα παρακάτω θέματα:

Χρόνια Στεφανιαία Νόσος
Η βέλτιστη αντιμετώπιση των ασθενών με χρόνια στεφανιαία νόσο αποτελεί αντικείμενο έντονου ενδιαφέροντος. Η επιλογή της μεθόδου επαναιμάτωσης με αγγειοπλαστική στεφανιαίων ή αορτοστεφανιαία παράκαμψη εξατομικεύεται ανάλογα με τα αντικειμενικά ευρήματα και τις ιδιαιτερότητες κάθε ασθενή, ακολουθώντας βασικούς κανόνες. Αν και στο παρελθόν η εγχείρηση αποτελούσε το μοναδικό «καταφύγιο» των ασθενών με πολυαγγειακή νόσο (στενώσεις σε πολλές στεφανιαίες αρτηρίες), τα νεότερα δεδομένα αναδεικνύουν τη χρησιμότητα και την αποτελεσματικότητα της αγγειοπλαστικής στους ασθενείς αυτούς.

Επεμβατική Καρδιολογία
• Η αγγειοπλαστική των στεφανιαίων στη νόσο του στελέχους, φαίνεται κερδίζει συνεχώς έδαφος ως εναλλακτική της χειρουργικής αντιμετώπισης. Όπως δήλωσε ο Πρόεδρος του CARDIO ΑΤΗΕΝΑ 2011, Καθηγητής Καρδιολογίας, κ. Χριστόδουλος Στεφανάδης, η πρόσφατα ανακοινωμένη μελέτη RECOMBAT έδειξε ότι οι ασθενείς με νόσο στελέχους που υποβλήθηκαν σε αγγειοπλαστική με επικαλυμμένο στεντ είχαν στον ένα χρόνο παρόμοια έκβαση με αυτούς που υποβλήθηκαν σε εγχείρηση bypass.
• Η διαδερμική εμφύτευση της αορτικής βαλβίδας έχει πλέον καθιερωθεί ως εναλλακτική της χειρουργικής αντιμετώπισης σε ασθενείς με υψηλό χειρουργικό κίνδυνο λόγω συνυπαρχουσών παθήσεων. Στην Α' Καρδιολογική Κλινική του Πανεπιστημίου Αθηνών, η αυξανόμενη εμπειρία από τη διαδερμική τοποθέτηση αορτικής βαλβίδας σε ασθενείς με υψηλό κίνδυνο για χειρουργική επέμβαση δίνει νέες προοπτικές στην αντιμετώπιση της στένωσης αορτής. Πρόσφατα, μάλιστα, ανακοινώθηκε η μελέτη RECOMBAT, σύμφωνα με την οποία ακόμα και σε ασθενείς που δύνανται να χειρουργηθούν, τα αποτελέσματα της διαδερμικής εμφύτευσης ήταν σε μεγάλο βαθμό συγκρίσιμα της χειρουργικής αντιμετώπισης.

Αντιθρομβωτική-Αντιαιμοπεταλιακή αγωγή
• Νεότερα αντιθρομβωτικά φάρμακα έχουν εισέλθει στην κλινική πράξη και υπόσχονται πιο αποτελεσματική κάλυψη με λιγότερες πιθανώς παρενέργειες από τα ήδη υπάρχοντα. Παραμένουν όμως σημαντικά ερωτηματικά, όσον αφορά τη χρήση τους σε συγκεκριμένες ομάδες ασθενών και την ασφάλειά τους. Κατά τη διάρκεια του Συνεδρίου θα γίνει μια προσπάθεια απάντησης στους κλινικούς αυτούς προβληματισμούς με βάση τα νεότερα δεδομένα.
• Η αντίσταση στην αντιαιμοπεταλιακή αγωγή αποτελεί μείζονα παράγοντα κινδύνου για καρδιαγγειακά επεισόδια και θάνατο στους ασθενείς με στεφανιαία νόσο, ιδίως μετά από αγγειοπλαστική. Έχουν αναπτυχθεί σημαντικές εργαστηριακές μέθοδοι εκτίμησης της αντίστασης αυτής, οι οποίες χρησιμοποιούνται πλέον στην κλινική πράξη και οι οποίες θα αναπτυχθούν διεξοδικά. Τα νεότερα αντιαιμοπεταλιακά φάρμακα φαίνεται να εμφανίζουν σε μικρότερο βαθμό αντίσταση.

Παράγοντες κινδύνου για στεφανιαία νόσο
• Το λιπώδες ήπαρ είναι η πιο συχνή αιτία χρόνιας ηπατικής νόσου στις δυτικές κοινωνίες. Δύο έως τρεις στους 10 ενήλικες στις κοινωνίες αυτές πάσχουν από τη νόσο αυτή που συνοδεύεται από μέτρια αύξηση των ηπατικών ενζύμων. Όπως τόνισε ο Επίκουρος Καθηγητής Καρδιολογίας, κ. Χαράλαμπος Βλαχόπουλος, το λιπώδες ήπαρ συνοδεύεται από αυξημένο (μέχρι και διπλάσιο) κίνδυνο εμφάνισης ενός καρδιαγγειακού επεισοδίου. Ο αυξημένος αυτός κίνδυνος φαίνεται να σχετίζεται με τη συστηματική φλεγμονή που συνοδεύει το λιπώδες ήπαρ και η οποία επιταχύνει τη δημιουργία των αθηρωματικών πλακών, που προκαλούν στεφανιαία νόσο και άλλα καρδιαγγειακά νοσήματα. Ορισμένοι από τους ασθενείς αυτούς πρέπει να ελέγχονται διεξοδικά και για στεφανιαία νόσο και να αντιμετωπίζονται κατάλληλα. Στις θεραπευτικές επιλογές συμπεριλαμβάνονται και οι στατίνες, η χρήση των οποίων δεν απαγορεύεται στους ασθενείς αυτούς.

Καρδιακή Απεικόνιση
• Η μαγνητική καρδιάς εδραιώνει διαρκώς τη θέση της στην εκτίμηση των καρδιαγγειακών παθήσεων, όπως της στεφανιαίας νόσου. Αποτελεί το χρυσό κανόνα για την εκτίμηση της συστολικής λειτουργίας της καρδιάς και προσφέρει όπως καμία άλλη μη επεμβατική τεχνική πληροφορίες για τη δομή του μυοκαρδίου.

Καρδιακή Ανεπάρκεια
• Η καρδιακή μεταμόσχευση αποτελεί την έσχατη λύση σε ασθενείς με σοβαρή καρδιακή ανεπάρκεια. Τα αποτελέσματα είναι πολύ καλά και στον Ελλαδικό χώρο. Το μεγάλο, παρόλα αυτά πρόβλημα, είναι η έλλειψη μοσχευμάτων, στην επίλυση του οποίου ενδέχεται να βοηθήσουν οι πρόσφατες εξαγγελίες του Υπουργείου Υγείας.

Επίσης, την Παρασκευή 8 Απριλίου θα πραγματοποιηθεί Παράλληλη Εκδήλωση αφιερωμένη στην ΑΡΤΗΡΙΑΚΗ ΥΠΕΡΤΑΣΗ, στην οποία θα αναπτυχθούν τα παρακάτω θέματα:


Η πίεση κατά τη διάρκεια του ύπνου έχει ιδιαίτερη προγνωστική σημασία για την εμφάνιση καρδιαγγειακών επεισοδίων

Η μελέτη της νυκτερινής αρτηριακής πίεσης με τη χρήση της 24ωρης καταγραφής (Holter) μπορεί να δώσει στοιχεία για το νυκτερινό αιμοδυναμικό φορτίο και να οδηγήσει στην αναγνώριση ατόμων στα οποία δεν παρατηρείται η φυσιολογική νυκτερινή πτώση των τιμών της πίεσης, ένα φαινόμενο που ονομάστηκε non-dipping. Η απουσία της νυκτερινής πτώσης της πίεσης συνδυάζεται με υπερτροφία της αριστερής κοιλίας, μικροαλβουμινουρία, αρτηριακή σκληρία και φλεγμονή και με χειρότερη έκβαση των ασθενών. Το πιο ενδιαφέρον είναι ότι πέρα από το νυχθημέριο ρυθμό διακύμανσης της πίεσης, οι απόλυτες τιμές της νυκτερινής πίεσης φαίνεται ότι αποτελούν δείκτη πρόγνωσης του υπερτασικού ατόμου. Όπως τόνισε ο Επίκουρος Καθηγητής Καρδιολογίας, κ. Κωνσταντίνος Τσιούφης, επίπεδα νυκτερινής πίεσης μεγαλύτερα από αυτά που ορίζουν την νυκτερινή υπέρταση (συστολική πίεση >120 mm Hg ή διαστολική πίεση > 70 mm Hg) φαίνεται ότι συνδέονται με δυσμενή έκβαση αναφορικά με βλάβες οργάνων στόχων όπως υπερτροφία της αριστερής κοιλίας. Επιπρόσθετα έχει βρεθεί αυξημένη καρδιαγγειακή και ολική θνητότητα στους νυκτερινούς υπερτασικούς έναντι των αντίστοιχων νορμοτασικών.


Μεγάλος αριθμός ασθενών πάσχουν από ανθεκτική υπέρταση, η οποία πρέπει να αναγνωρίζεται και να αντιμετωπίζεται επιθετικά

Η ανθεκτική υπέρταση ορίζεται ως η μορφή υπέρτασης που η χρήση τριών αντιυπερτασικών παραγόντων, μεταξύ των οποίων και ενός διουρητικού, δεν επιφέρει το επιθυμητό θεραπευτικό αποτέλεσμα, δηλαδή την ελάττωση της αρτηριακής πίεσης σε τιμές κάτω των 140 mm Hg για την συστολική και κάτω των 90 mm Hg για την διαστολική, χρησιμοποιώντας την βέλτιστη δοσολογία. Η ανθεκτική υπέρταση αυξάνει τον κίνδυνο για αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια και νεφρική ανεπάρκεια. Ο επιπολασμός της ανθεκτικής υπέρτασης κυμαίνεται μεταξύ 5-12% των υπερτασικών και για την αναγνώρισή της απαραίτητη είναι η διενέργεια 24ωρης καταγραφής πίεσης. Οι υπερτασικοί με ανθεκτική υπέρταση παρουσιάζουν περισσότερες βλάβες στους νεφρούς, στα αγγεία και στην καρδιά και θα πρέπει να γίνεται επιθετικότερη αντιμετώπιση των παραγόντων κινδύνου, εφαρμογή υγιεινοδιαιτητικών παρεμβάσεων (ελάττωση βάρους, μείωση πρόσληψης άλατος) και συνδυασμός αντιυπερτασικών φαρμάκων ώστε να επιτευχθεί έλεγχος της αρτηριακής πίεσης.


Οι συνθήκες μεγάλου υψόμετρου σχετίζονται με την επιδείνωση της αρτηριακής υπέρτασης

Οι κύριες επιδράσεις του μεγάλου υψομέτρου στον οργανισμό οφείλονται στη χαμηλή ατμοσφαιρική πίεση που προκαλεί υποξαιμία. Η μελέτη των μεταβολών της αρτηριακής πίεσης σε συνθήκες μεγάλου υψομέτρου έχει κερδίσει έδαφος τα τελευταία χρόνια καθώς επιτρέπει την κατανόηση των μηχανισμών παθογένεσης της υπέρτασης. Ωστόσο παράλληλα αποτελεί και ένα κλινικό πρόβλημα η διαχείριση των ασθενών που εκτίθενται σε τέτοιες συνθήκες. Φαίνεται ότι η ενεργοποίηση του συστήματος ρενίνης-αγγειοτασίνης-αλδοστερόνης καθώς η υποξαιμία προκαλεί αύξηση των επιπέδων αρτηριακής πίεσης με αποτέλεσμα οι ασθενείς να πρέπει να αυξήσουν τη δοσολογία των αντιυπερτασικών σκευασμάτων. Μάλιστα τα άτομα που πάσχουν από υπνική άπνοια πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικά καθώς πέραν την επιδείνωσης της υπερτάσεως και τα υπόλοιπα συμπτώματα του συνδρόμου (ημερήσια υπνηλία) επιτείνονται και η εφαρμογή της μάσκας CΡΑΡ γίνεται επιτακτικότερη. Η τελευταία μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε υπερτασικούς χωρίς άπνοια για την αντιμετώπιση της αυξημένης πίεσης σε υψόμετρο καθώς και ειδικές τεχνικές αργής αναπνοής φαίνεται να έχουν επαρκές αντιυπερτασικό αποτέλεσμα. Τέλος από τις διάφορες κατηγορίες αντιυπερτασικών φαρμάκων οι αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτασίνης έχουν μελετηθεί περισσότερο και έχουν δείξει ότι η αύξηση της δοσολογίας τους μπορεί να βοηθήσει στον καλύτερο έλεγχο της υπέρτασης λόγω μεγάλου υψομέτρου.


    Στην κορυφή