Πιθανές παθήσεις για το σύμπτωμα: Πυελικός πόνος
Αναζήτηση Συμπτωμάτων:
Σκωληκοειδίτις
Ορισμός
Ο σκωληκοειδίτις είναι η φλεγμονή της σκωληκοειδής αποφύσεως. Η σκωληκοειδής απόφυση είναι ένας μικρός σάκκος προσκολλημένος στην αρχή του παχέους εντέρου.
Αίτια, συχνότητα και παράγοντες κινδύνου
Ο σκωληκοειδίτις είναι μία από τις συχνότερες αιτίες που χρήζει άμεσης χειρουργικής αντιμετώπισης στις Η.Π.Α. Προκαλείται όταν αποφράσσεται από έναν κοπρόλιθο, κάποιο ξένο σώμα ή σπανιότερα, από έναν όγκο.
Συμπτώματα
Τα συμπτώματα της σκωληκοειδίτιδας ποικίλουν. Είναι πολύ δύσκολο να τεθεί η διάγνωσή της στα μικρά παιδιά, στους ηλικιωμένους και στις γυναίκες που έχουν μόλις τεκνοποιήσει.
Τυπικά, τα πρώτα συμπτώματα είναι ένα περιομφαλικό άλγος (Βλ. Κοιλιακό άλγος). Το άλγος αρχικά μπορεί να έχει ασαφή χαρακτήρα, κατά την εξέλιξή του όμως, γίνεται οξύ κι έντονο. Ενδέχεται ο ασθενής να έχει μειωμένη όρεξη για φαγητό, ναυτία, έμετο και δεκατική πυρετική κίνηση.
Καθώς η φλεγμονή της σκωληκοειδίτιδας εξελίσσεται, ο πόνος μεταναστεύει πλέον στην κάτω κοιλιακή χώρα, πιο συγκεκριμένα στο δεξιό λαγόνιο βόθρο και μαρτυρώντας κάτωθεν αυτού, την ακριβή τοποθεσία της φλεγμένουσας σκωληκοειδής απόφυσης (σημείο McBurney στη χειρουργική ορολογία).
Αν ραγεί η φλεγμονή της σκωληκοειδής απόφυσης, μπορεί να παρατηρηθεί μια προσωρινή ύφεση του άλγους και φαινομενικά βελτίωση της κατάστασης. Ωστόσο, με την προσβολή του περιτόναιου οδηγώντας σε περιτονίτιδα, ο πόνος επιδεινώνεται και η κλινική κατάσταση είναι πλέον κρίσιμη.
Το κοιλιακό άλγος μπορεί να επιδεινωθεί κατά τη βάδιση ή το βήχα. Ο ασθενής προτιμά να παραμένει ακίνητος διότι ο πόνος επιτείνεται με τις κινήσεις.
Μετεγενέστερα τα συμπτώματα περιλαμβάνουν:
- Ρίγη
- Δυσκοιλιότητα
- Διάρροια
- Πυρετός
- Απώλεια όρεξης για φαγητό
- Ναυτία
- Τρέμουλο
- Έμετος
Σημεία και παρά-κλινικές εξετάσεις
Σε ύπαρξη φλεγμονής της σκωληκοειδής αποφύσεως, το άλγος του ασθενούς
εκλύεται έντονα με την άρση της παλάμης, κατά την ψηλάφηση από τον εξετάζοντα ιατρό (σημείο αναπηδώσας ευαισθησίας). Σε ύπαρξη περιτονίτιδας, η περιομφαλική ψηλάφηση προκαλεί σανιδώδης ύπαρξη κοιλιακών μυών.
Η δακτυλική εξέταση του ορθού, μπορεί να αποκαλύψει ευαισθησία στη δεξιά πλευρά του ορθού.
Ο γιατρός συνήθως μπορεί να θέσει τη διάγνωση της οξείας σκωληκοειδής απόφυσης με βάση τα περιγραφόμενα από τον ασθενή, συμπτώματα, τη φυσική εξέταση και τις παρά-κλινικές εξετάσεις. Σε κάποιες περιπτώσεις ίσως χρειαστούν πρόσθετες εξετάσεις όπως:
- Αξονική τομογραφία κοιλίας
- Υπέρηχος κοιλίας
- Διαγνωστική λαπαροσκόπηση
Θεραπεία
Σε περίπτωση μη επεπλακείσας σκωληκοειδίτιδας, ο χειρουργός προχωρεί σε εξαίρεση της σκωληκοειδής απόφυσης, αφού τεθεί στα επείγοντα η διάγνωση. Για πληροφορίες αυτού του τύπου χειρουργείου βλ. σκωληκοειδεκτομή.
Επειδή όμως οι εξετάσεις με βάση των οποίων τίθεται η διάγνωση της οξείας σκωληκοειδίτιδας, δεν είναι ειδικές, υπάρχει περίπτωση κατά τη χειρουργική επέμβαση να αποδειχθεί τελικά ότι δε φλεγμαίνει η σκωληκοειδής απόφυση. Στην κατάσταση αυτή, ο χειρουργός αφαιρεί την απόφυση κι εξετάζει την κοιλιακή χώρα για να αποκαλυφθεί η αιτία του κοιλιακού άλγους.
Αν κατά την αξονική τομογραφία της κοιλίας αποκαλυφθεί ότι υπάρχει απόστημα από τη σκωληκοειδείς απόφυση που έχει υποστεί ρήξη, το πιθανότερο είναι να χρειαστεί ο ασθενής φαρμακευτική αγωγή για τη φλεγμονή και να ακολουθήσει σε δεύτερο χρόνο, μετά το πέρας της φλεγμονής, σκωληκοειδεκτομή.
Πρόγνωση
Αν η σκωληκοειδής απόφυση αφαιρεθεί προτού της ρήξης, η ίαση επέρχεται σύντομα μετά το χειρουργείο. Αν ραγεί πριν το χειρουργείο, η ίαση επέρχεται αργότερα και υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα ανάπτυξη αποστημάτων κι επιπλοκών.
Επιπλοκές
- Συμφύσεις μεταξύ ενδοκοιλιακών οργάνων ή του εντέρου με το επικείμενο δέρμα (συρίγγιο)
- Απόστημα
- Φλεγμονή του χειρουργικού τραύματος
- Περιτονίτιδα
Επικοινωνία με τον οικογενειακό σας ιατρό
Καλέστε το 166 σε περίπτωση που:
- Αισθάνεστε έντονους, αιφνίδιους κι οξύς πόνους
- Συνυπάρχει πυρετός κι άλγος
- Αιματέμεση κι αιματοχεσία
- Σκληρό κοιλιακό άλγος ευαίσθητο στην αφή
- Δυσκολίες αφόδευσης, ιδίως στην περίπτωση που έχετε έμετο
- Παρουσιάζεται άλγη στον ώμο, στο θώρακα και στον τράχηλο
- Νιώσετε ζάλη
Καλέστε τον ιατρό σας αν νιώσετε πόνο στο δεξιό υπογάστριο ή άλλα συμπτώματα της σκωληκοειδίτιδας. Ακόμη καλέστε τον ιατρό σας αν:
- Νιώθετε ναυτία κι έλλειψη όρεξης για φαγητό
- Έχετε απώλεια βάρους αθέλητα
- Ικτερική χροιά των ματιών ή των φβενογόνων
- Μετεωρισμό για περισσότερο από δύο μέρες
- Έχετε διάρροια για περισσότερο από πέντε μέρες ή το παιδί - βρέφος σας έμετο για περισσότερο από δώδεκα ώρες.
- Κοιλιακή δυσφορία περισσότερο της μίας εβδομάδας
- Αν νιώθετε τσούξιμο κατά την ούρηση ή ουρείτε περισσότερο από συνήθως
- Έχετε άλγος κι ενδέχεται να κυοφορείται
- Το άλγος επιδεινώνεται όταν λαμβάνετε αντιοξεικά ή τρώτε κάτι.
Καρκίνος της ουροδόχου κύστης
Ορισμός
Ο καρκίνος της ουροδόχου κύστης είναι ένας καρκινωματώδης όγκος στην ουροδόχο κύστη- το όργανο που συλλέγει τα ούρα.
Εναλλακτικές ονομασίες
Καρκίνωμα της ουροδόχου κύστης από κύτταρα μεταβατικού επιθηλίου
Αίτια, επίπτωση , και παράγοντες κινδύνου
Όπως και με τις περισσότερες μορφές καρκίνου, το ακριβές αίτιο του καρκίνου της ουροδόχου κύστης δεν έχει διαπιστωθεί. Ωστόσο, διάφοροι παράγοντες μπορούν να συνεισφέρουν στην ανάπτυξή του:
- Το κάπνισμα: Το κάπνισμα σχεδόν πενταπλασιάζει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου της ουροδόχου κύστης. Το 50% του συνόλου των καρκίνων της ουροδόχου κύστης στους άνδρες και 30% στις γυναίκες μπορεί να οφείλονται στο κάπνισμα. Άτομα που διακόπτουν το κάπνισμα εμφανίζουν σταδιακή μείωση του κινδύνου.
- Επαγγελματική έκθεση σε χημικές ουσίες: Σχεδόν μια στις τέσσερις περιπτώσεις καρκίνου της ουροδόχου κύστης προκαλείται από επαγγελματική έκθεση σε καρκινογόνες χημικές ουσίες. Εργαζόμενοι σε βιομηχανίες παραγωγής χρωμάτων, ελαστικών, αλουμινίου, βαφείς υφασμάτων, οδηγοί βαρέων οχημάτων, άτομα που κάνουν επαγγελματική χρήση παρασιτοκτόνων διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο. Οι αρυλαμίνη αποτελεί τη χημική ουσία που ευθύνεται περισσότερο. Ωστόσο, έχει μειωθεί ή αποκλεισθεί η χρήση της σε πολλούς επαγγελματικούς χώρους.
- Ακτινοβολία και χημειοθεραπεία: Γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε ακτινοθεραπεία του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου της ουροδόχου κύστης από μεταβατικό επιθήλιο. Ορισμένοι ασθενείς που έλαβαν το χημειοθεραπευτικό φάρμακο κυκλοφωσφαμίδη, επίσης, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο.
- Λοίμωξη της ουροδόχου κύστης: Μια χρόνια λοίμωξη της ουροδόχου κύστης ή χρόνιος ερεθισμός μπορεί να επιφέρει την ανάπτυξη καρκίνου της ουροδόχου κύστης από πλακώδη κύτταρα. Οι λοιμώξεις της ουροδόχου κύστης δεν αυξάνουν τον κίνδυνο καρκίνου από μεταβατικό επιθήλιο.
- Παρασιτική λοίμωξη: Σε αναπτυσσόμενες χώρες, λοίμωξη από το παράσιτο της σχιστοσωμίασης έχει συσχετισθεί με την ανάπτυξη καρκίνου της ουροδόχου κύστης.
Η συσχέτιση ανάμεσα στις τεχνητές γλυκαντικές ουσίες και τον καρκίνο της ουροδόχου κύστης έχει μελετηθεί και παραμένει αμφιλεγόμενη ή ανύπαρκτη.
Η ταξινόμηση, ή η σταδιοποίηση, των καρκίνων της ουροδόχου κύστης βασίζεται στην επιθετικότητά τους και στο πόσο διαφοροποιούνται από τους περιβάλλοντες ιστούς. Υπάρχουν διάφοροι τρόποι σταδιοποίησης των όγκων. Πρόσφατα, το σύστημα σταδιοποίησης TNM (Tumor (όγκος), Nodes (λεμφαδένες), Metastasis( μεταστάσεις)) απέκτησε ευρεία εφαρμογή. Το σύστημα σταδιοποίησης, κατηγοριοποιεί τους όγκους σύμφωνα με την ακόλουθη κλίμακα:
- στάδιο 0- μη διηθητικοί όγκοι που εντοπίζονται μόνο στο επιθήλιο της ουροδόχου κύστης
- στάδιο Ι - ο όγκος διηθεί το επιθήλιο της κύστης, αλλά δε φθάνει στο μυϊκό χιτώνα
- στάδιο ΙΙ- ο όγκος διηθεί το μυϊκό χιτώνα
- στάδιο ΙΙΙ- ο όγκος διηθεί ολόκληρο το μυϊκό χιτώνα και τους ιστούς που περιβάλλουν την κύστη
- στάδιο ΙV- ο όγκος έχει επεκταθεί στους επιχώριους λεμφαδένες ή σε απομακρυσμένες θέσεις (μεταστατική νόσος)
Ο καρκίνος της ουροδόχου κύστης επεκτείνεται κατά συνέχεια ιστού σε γειτονικά όργανα.
Σε αυτά περιλαμβάνονται:- ο προστάτης
- το ορθό
- οι ουρητήρες
- η μήτρα
- ο κόλπος
Επίσης, μπορεί να εξαπλωθεί σε λεμφαδένες της πυέλου, ή σε άλλα μέρη του σώματος, όπως:
- τα οστά
- το ήπαρ
- τους πνεύμονες
Συμπτώματα
Τα περισσότερα από τα συμπτώματα του καρκίνου της ουροδόχου κύστης μπορούν, επίσης, να εκδηλωθούν σε μη καρκινωματώδεις καταστάσεις. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να εκτιμηθείτε από ειδικό αν εμφανίσετε οποιοδήποτε από αυτά τα συμπτώματα:
- αιματουρία/ αίμα στα ούρα
- δυσουρία/ πόνος κατά την ούρηση
- συχνουρία
- επιτακτική ούρηση
- κοιλιακός πόνος
- αναιμία
- πόνος στα οστά ή ευαισθησία
- λήθαργος και καταβολή
- ακράτεια ούρων
- απώλεια βάρους
Σημεία και εργαστηριακές εξετάσεις
Ο ιατρός θα πραγματοποιήσει φυσική εξέταση, συμπεριλαμβανομένης της εξέτασης του ορθού και της πυέλου.
Διαγνωστικές εξετάσεις που μπορούν να πραγματοποιηθούν περιλαμβάνουν:
- υπολογιστική τομογραφία (αξονική) κοιλίας
- βιοψία ουροδόχου κύστης (συνήθως λαμβάνεται δείγμα ιστού κατά την κυστεοσκόπηση)
- κυστεοσκόπηση (εξέταση της κοιλότητας της κύστης με χρήση κάμερας)
- ενδοφλέβια πυελογραφία
- ανάλυση ούρων
- κυτταρολογική εξέταση ούρων
Θεραπευτική αντιμετώπιση
Η επιλογή της θεραπευτικής αντιμετώπισης εξαρτάται από τη σταδιοποίηση του όγκου, τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων, και την παρουσία άλλων παθολογικών καταστάσεων.
Θεραπευτική αντιμετώπιση σταδίου 0 και Ι:
- χειρουργική αφαίρεση του όγκου χωρίς να αφαιρεθεί η υπόλοιπη κύστη
- χημειοθεραπεία ή ανοσοθεραπεία με απευθείας ενδοκυστικές εγχύσεις
Θεραπευτική αντιμετώπιση σταδίου ΙΙ και ΙΙΙ:
- χειρουργική αφαίρεση ολόκληρης της ουροδόχου κύστης (ριζική κυστεκτομή)
- χειρουργική αφαίρεση τμήματος της κύστης, ακολουθούμενη από ακτινοθεραπεία και χημειοθεραπεία
- χημειοθεραπεία για τη συρρίκνωση του όγκου πριν την εγχείρηση
- συνδυασμός χημειοθεραπείας και ακτινοθεραπείας (εφαρμόζεται σε ασθενείς που επιλέγουν να μη χειρουργηθούν ή σε αυτούς που η εγχείριση αντενδείκνυται)
Στους περισσότερους ασθενείς με όγκους σταδίου IV η χειρουργική παρέμβαση αντενδείκνυται. Σε αυτούς τους ασθενείς συχνά εφαρμόζεται χημειοθεραπεία.
Χημειοθεραπεία
Η χημειοθεραπεία μπορεί να εφαρμοσθεί σε ασθενείς με νόσο σταδίου ΙΙ και ΙΙΙ, είτε πριν είτε μετά τη χειρουργική θεραπεία ώστε να προληφθεί η επανεμφάνιση του όγκου.
Η χημειοθεραπεία ενδέχεται να περιλαμβάνει τη χορήγηση ενός μόνο φαρμάκου ή συνδυασμούς πολλών. Σε αυτά τα φάρμακα περιλαμβάνονται:
- καρβοπλατίνη
- σισπλατίνη
- κυκλοφωσφαμίδη
- δωκεταξέλη
- δοξορουβικίνη
- γεμσιταμπίνη
- ιφωσφαμίδη
- μεθοτρεξάτη
- πακλιταξέλη
- βιμπλαστίνη
Ο συνδυασμός της γεμσιταμπίνης και της σισπλατίνης είναι εξίσου αποτελεσματικός με την παλαιότερη θεραπεία MVAC (μεθοτρεξάτη,βιμπλαστίνη, δοξορουβικίνη και σισπλατίνη) αλλά με λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες. Πολλά θεραπευτικά κέντρα έχουν αντικαταστήσει το σχήμα MVAC με αυτόν το νέο συνδυασμό. Η πακλιταξέλη και η καρβοπλατίνη αποτελούν άλλον έναν αποτελεσματικό συνδυασμό που χρησιμοποιείται συχνά.
Για αρχικά στάδια της νόσου (στάδια 0 και Ι), η χημειοθεραπεία συνήθως χορηγείται απευθείας μέσα στην ουροδόχο κύστη (ενδοκυστικές εγχύσεις). Αρκετοί διαφορετικοί τύποι χημειοθεραπευτικών φαρμάκων μπορούν να εγχυθούν ενδοκυστικά. Σε αυτούς περιλαμβάνονται:
- η δοξορουβικίνη (Adriamycin)
- η μιτομυκίνη – C (Mutamycin)
- Thiotepa (Thioplex)
Ένας ουροκαθετήρας Foley μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την έγχυση των φαρμάκων εντός της κύστης. Συνήθεις ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνουν τον ερεθισμό του τοιχώματος της κύστης και πόνο κατά την ούρηση. Σε περισσότερο προχωρημένα στάδια της νόσου (ΙΙ- ΙV), η χημειοθεραπεία συνήθως χορηγείται ενδοφλεβίως.
Ανοσοθεραπεία
Οι καρκίνοι της ουροδόχου κύστης συχνά αντιμετωπίζονται με ανοσοθεραπεία. Σε αυτού του είδους τη θεραπευτική αντιμετώπιση ο φαρμακευτικός παράγοντας κινητοποιεί το ανοσοποιητικό σύστημα του ασθενή ώστε να επιτεθεί και να εξολοθρεύσει τα καρκινικά κύτταρα. Η ανοσοθεραπεία για τον καρκίνο της ουροδόχου κύστης πραγματοποιείται συνήθως με χρήση του εμβολίου BCG (βάκιλλος Calmette- Guerin). Αυτό χορηγείται μέσω ουροκαθετήρα Foley απευθείας εντός της κύστης.
Πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνουν:
- συχνουρία
- ερεθισμός της ουροδόχου κύστης
- δυσουρία
- έντονη επιθυμία (έπειξη) για ούρηση
Αυτά τα συμπτώματα συνήθως βελτιώνονται εντός ολίγων ημερών μετά τη θεραπεία. Σπάνιες ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνουν:
- αιματουρία/ αίμα στα ούρα
- ρίγος
- κνησμός
- αρθραλγίες
- αδιαθεσία
- ναυτία
Σπανίως μπορεί να αναπτυχθεί λοίμωξη που προσομοιάζει με φυματίωση. Σε αυτήν την περίπτωση απαιτείται η χορήγηση αντιφυματικής αγωγής.
Διουρηθρική εκτομή της ουροδόχου κύστης (TURB)
Ασθενείς με καρκίνο ουροδόχου κύστης σταδίου 0 και Ι μπορούν να αντιμετωπισθούν θεραπευτικά με διουρηθρική εκτομή του όγκου της κύστης (TURB). Αυτή η χειρουργική διαδικασία πραγματοποιείται υπό γενική ή ραχιαία αναισθησία. Το όργανο που θα εκτελέσει την εκτομή του όγκου από την κύστη εισέρχεται διαμέσου της ουρήθρας.
Αφαίρεση της ουροδόχου κύστης
Πολλοί ασθενείς με καρκίνο ουροδόχου κύστης σταδίου ΙΙ και ΙΙΙ ενδέχεται να χρειάζονται την πλήρη αφαίρεση της κύστης τους (ριζική κυστεκτομή). Μερική αφαίρεση της κύστης μπορεί να εφαρμοσθεί σε ορισμένους ασθενείς. Η μερική αφαίρεση της κύστης συνήθως ακολουθείται από ακτινοθεραπεία και χημειοθεραπεία προκειμένου να μειωθούν οι πιθανότητες υποτροπής του καρκίνου. Οι ασθενείς που υπόκεινται σε ριζική κυστεκτομή θα λάβουν χημειοθεραπεία κατόπιν της εγχείρησης ώστε να ελαττώσουν τον κίνδυνο επανεμφάνισης του καρκίνου.
Η ριζική κυστεκτομή στους άνδρες συνήθως περιλαμβάνει την αφαίρεση της ουροδόχου κύστης, του προστάτη και των όρχεων. Στις γυναίκες, η ουρήθρα, η μήτρα, και το πρόσθιο τοίχωμα του κόλπου αφαιρούνται μαζί με την ουροδόχο κύστη. Συχνά, οι πυελικοί λεμφαδένες αφαιρούνται επίσης κατά τη χειρουργική επέμβαση ώστε να εξετασθούν εργαστηριακά.
Εγχείρηση εκτροπής των ούρων (χειρουργική διαδικασία δημιουργίας ενός εναλλακτικού τρόπου αποθήκευσης των ούρων) συνήθως πραγματοποιείται μαζί με τη ριζική κυστεκτομή. Δύο συνήθεις τύποι εκτροπής των ούρων είναι με δημιουργία αγωγού από τμήμα ειλεού (ουρητηροειλεοστομία στο δέρμα) και με εγκρατή δεξαμενή ούρων.
Εκτροπή ούρων με αγωγό από τμήμα ειλεού (ουρητηροειλεοστομία στο δέρμα)
Με την ουρητηροειλεοστομία στο δέρμα ένας αγωγός συλλογής ούρων δημιουργείται χειρουργικά από μικρό τμήμα του λεπτού εντέρου (ειλεός). Οι ουρητήρες που αποχετεύουν τα ούρα από τους νεφρούς προσφύονται στο ένα άκρο του χρησιμοποιούμενου εντερικού τμήματος. Το άλλο άκρο φέρεται σε ένα άνοιγμα του δέρματος (στόμα). Το στόμα επιτρέπει στον ασθενή να παροχετεύει τα συλλεχθέντα ούρα έξω από τη νεοσχηματησθείσα δεξαμενή.
Ασθενείς που έχουν υποβληθεί σε ουρητηροειλεοστομία στο δέρμα πρέπει να φέρουν μαζί τους μια εξωσωματική συσκευή συλλογής ούρων. Πιθανές επιπλοκές της μεθόδου περιλαμβάνουν:
- εντερική απόφραξη
- θρόμβους αίματος
- χρόνια βλάβη του ανώτερου ουροποιητικού
- πνευμονία
- βλάβες του δέρματος στην περιοχή του στομίου
- λοιμώξεις του ουροποιητικού
Εγκρατής δεξαμενή ούρων
Η εγκρατής δεξαμενή ούρων αποτελεί μια εναλλακτική μέθοδο αποθήκευσής τους. Τμήμα από το κόλον αφαιρείται και χρησιμοποιείται για τη δημιουργία ενός εσωτερικού θύλακα αποθήκευσης των ούρων. Οι ασθενείς μπορούν να εισάγουν περιοδικά έναν καθετήρα για να παροχετεύσουν τα ούρα. Ένα μικρού μεγέθους στόμιο τοποθετείται στο δέρμα.
Πιθανές επιπλοκές περιλαμβάνουν:
- θρόμβους αίματος
- εντερική απόφραξη
- πνευμονία
- βλάβες του δέρματος στην περιοχή του στομίου
- απόφραξη των ουρητήρων
- ουρητηρική παλινδρόμηση
- λοιμώξεις του ουροποιητικού
Ορθότοπη νεοκύστη
Αυτή η χειρουργική επέμβαση εφαρμόζεται όλο και συχνότερα σε ασθενείς που υποβάλλονται σε κυστεκτομή. Τμήμα του εντέρου αναδιπλώνεται με τρόπο που να σχηματίζει έναν θύλακα (νεοκύστη) και αναστομώνεται με την ουρήθρα από όπου αποχετεύονται φυσιολογικά τα ούρα.
Αυτή η μέθοδος επιτρέπει στον ασθενή να διατηρήσει κάποιον έλεγχο της ούρησης. Ωστόσο, υπάρχουν επιπλοκές (συμπεριλαμβανομένης της διαφυγής ούρων στη διάρκεια της νύχτας). Η ούρηση συνήθως διαφέρει από ότι πριν την χειρουργική επέμβαση. Ορισμένοι ασθενείς ενδέχεται να μην είναι κατάλληλοι υποψήφιοι για αυτήν τη μέθοδο. Συζητήστε τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα με τον ουρολόγο σας.
Πρόγνωση
οι ασθενείς παρακολουθούνται στενά για το ενδεχόμενο επιδείνωσης της νόσου, ανεξάρτητα από το είδος της θεραπείας στο οποίο έχουν υποβληθεί. Η παρακολούθηση περιλαμβάνει:
- σπινθηρογράφημα οστών ή/και υπολογιστική τομογραφία για τον έλεγχο ενδεχόμενης διασποράς του καρκίνου
- έλεγχος για άλλες ενδείξεις αρνητικής εξέλιξης της νόσου, όπως καταβολή, απώλεια βάρους, αύξηση του πόνου, μείωση της λειτουργίας του εντέρου και της ουροδόχου κύστης, και αδυναμία
- κυστεοσκοπική εκτίμηση κάθε 3 με 6 μήνες μετά τη θεραπεία
- κυτταρολογική εξέταση ούρων (για ασθενείς στους οποίους δεν αφαιρέθηκε η ουροδόχος κύστη)
Τα ποσοστά ίασης των ασθενών με όγκους σταδίου ΙΙΙ είναι χαμηλότερα από 50%. Ασθενείς με καρκίνο ουροδόχου κύστης σταδίου ΙV εμφανίζουν χαμηλά ποσοστά ίασης.
Επιπλοκές
Ο καρκίνος μπορεί να επεκταθεί σε γειτονικά όργανα. Επίσης, μπορεί να μεταφερθεί μέσω των πυελικών λεμφαδένων και να εξαπλωθεί στο ήπαρ, τους πνεύμονες, και τα οστά. Επιπρόσθετες επιπλοκές περιλαμβάνουν:
- αναιμία
- οίδημα των ουρητήρων (υδρονέφωση)
- στένωση της ουρήθρας
- ακράτεια ούρων
Πότε να αποταθείτε στον ιατρό σας
Επικοινωνήστε με τον ιατρό σας αν εμφανίσετε αίμα στα ούρα ή άλλα συμπτώματα του καρκίνου της ουροδόχου κύστης, συμπεριλαμβανομένων:
- συχνουρία
- δυσουρία
- έντονη επιθυμία (έπειξη) για ούρηση
- επίσης, αποταθείτε στον ιατρό σας αν: - εκτίθεστε συστηματικά σε πιθανά καρκινογόνες χημικές ουσίες στην εργασία σας. - καπνίζετε.
Πρόληψη
Η διακοπή του καπνίσματος και η εξάλειψη της έκθεσης σε επιβλαβείς παράγοντες του περιβάλλοντος θα ελαττώσουν τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου της ουροδόχου κύστης.
Οι πληροφορίες που περιέχονται στο www.eumedline.eu έχουν σαν μοναδικό σκοπό την ενημέρωση και δεν αποτελούν πρόταση για οποιαδήποτε ιατρική-διαγνωστική εξέταση ή θεραπεία. Προτείνεται τα ανωτέρω να γίνονται σε συνεννόηση με τον γιατρό σας η άλλους επαγγελματίες υγείας.
Η ιατρική είναι μια συνεχώς μεταβαλλόμενη επιστήμη και η θεραπεία δεν είναι πάντα σαφώς καθορισμένη. Η νέα έρευνα αλλάζει καθημερινά τις διαγνωστικές και θεραπευτικές ενδείξεις. Το euMEDLINE προσπαθεί να παρέχει ενημερωμένες και ακριβείς πληροφορίες που είναι αποδεκτές γενικά μέσα στα ιατρικά πρότυπα κατά την διάρκεια της δημοσίευσης. Εντούτοις, δεδομένου ότι η ιατρική επιστήμη αλλάζει συνεχώς και το ανθρώπινο λάθος είναι πάντα δυνατό, το euMEDLINE δεν μπορεί να διαβεβαιώσει ότι οι πληροφορίες που περιέχονται σε αυτό είναι ακριβείς ή πλήρεις, ούτε είναι υπεύθυνο για τυχόν παραλείψεις, λάθη ή για τα αποτελέσματα της χρησιμοποίησης αυτών των πληροφοριών.
Ο αναγνώστης πρέπει να επιβεβαιώσει τις πληροφορίες που περιέχονται στο euMEDLINE από άλλες πηγές πριν από τη χρήση και ιδιαίτερα από τους επαγγελματίες υγείας. Ειδικότερα, όλες οι δόσεις, οι ενδείξεις, και οι αντενδείξεις των φαρμάκων πρέπει να επιβεβαιωθούν στο πληροφοριακό ένθετο των συσκευασιών των φαρμάκων. Η χρήση των εμπορικών ονομασιών των φαρμάκων γίνεται αποκλειστικά για ενημερωτικούς-πληροφοριακούς λόγους και δεν υποδηλώνει μεροληψία υπέρ αυτών.
Το euMEDLINE δεν μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνο, άμεσα ή έμμεσα, για τη ζημιά ή την επιπλοκή που μπορεί να προκύψει με την εφαρμογή των πληροφοριών που περιέχονται στις σελίδες του. Για κάθε απορία επικοινωνήστε μαζί μας μέσω e-mail.