Πιθανές παθήσεις για το σύμπτωμα: Κνησμός των ματιών

Αναζήτηση Συμπτωμάτων:


Φαρμακογενείς αλλεργίες

Ορισμός

Ως φαρμακογενείς αλλεργίες ορίζουμε το σύνολο των συμπτωμάτων που προκαλούνται από αλλεργική αντίδραση σε κάποιο φαρμακευτικό σκεύασμα.


Εναλλακτικοί ορισμοί

Αλλεργική αντίδραση σε φάρμακα


Αίτια, συχνότητα και παράγοντες κινδύνου

Οι ανεπιθύμητες αντιδράσεις σε φάρμακα είναι ένα σύνηθες φαινόμενο, αφού σχεδόν οποιοδήποτε φάρμακο μπορεί να προκαλέσει κάποια ανεπιθύμητη αντίδραση. Οι αντιδράσεις αυτές καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα, από ερεθισμό ή ήπιες παρενέργειες, όπως ναυτία κι έμετο, έως και αναφυλαξία, μία ιδιαίτερα νοσηρή αλλεργική αντίδραση.

Μία αυθεντική φαρμακογενείς αλλεργική αντίδραση προκύπτει μετά από μια σειρά χημικών αλληλεπιδράσεων που γίνονται από τον οργανισμό και οι οποίες παράγουν την αλλεργική αντίδραση στο φαρμακευτικό σκεύασμα. Συνήθως, όταν λαμβάνουμε κάποιο φάρμακο για πρώτη φορά, το ανοσοποιητικό μας σύστημα εξαπολύει μία λανθασμένη αντίδραση, η οποία δεν γίνεται αντιληπτή. Την επόμενη φορά που θα λάβουμε το ίδιο φάρμακο, το ανοσοποιητικό σύστημα θα παράγει αντισώματα και ισταμίνη.

Οι περισσότερες φαρμακογενείς αλλεργίες προκαλούν ήπιας μορφής δερματικά εξανθήματα και κνίδωση. Η ορονοσία είναι ένας τύπος φαρμακογενής αλλεργίας που εκδηλώνεται με καθυστέρηση μίας εβδομάδας ή και περισσότερο, μετά τη χορήγηση κάποιου φαρμάκου ή εμβολίου.

Η πενικιλίνη και τα συναφή αντιβιοτικά είναι οι πιο συνηθισμένες αιτίες φαρμακογενούς αλλεργίας. Άλλα φάρμακα που συχνά προκαλούν αλλεργικές αντιδράσεις είναι:
  • Τα φάρμακα σουλφονίου
  • Τα αντιεπιληπτικά
  • Σκευάσματα ινσουλίνης (κυρίως ινσουλίνη ζωικής προελεύσεως)
  • Ιωδιωμένες (που περιέχουν ιώδιο) χρωστικές βαφές που χρησιμοποιούνται για τη λήψη ακτινογραφιών (μπορούν να προκαλέσουν αναφυλακτοειδείς αντιδράσεις όμοιες με τις αλλεργικές αντιδράσεις)

Οι περισσότερες παρενέργειες που προκαλούν τα φαρμακευτικά σκευάσματα δεν οφείλονται σε φαρμακογενείς αλλεργίες. Για παράδειγμα, η ασπιρίνη μπορεί να προκαλέσει μη-αλλεργικά εξανθήματα και να ενεργοποιήσει την εκδήλωση άσθματος. Μερικές από τις παρενέργειες των φαρμάκων θεωρούνται “ιδιοσυγκρασιακές”. Αυτό σημαίνει πως η αντίδραση είναι μια ασυνήθιστη επίδραση του φαρμάκου, η οποία δεν οφείλεται σε κάποια προβλεπόμενη χημική αλληλεπίδραση. Πολλοί άνθρωποι παρερμηνεύουν μια ενοχλητική, αλλά ακίνδυνη παρενέργεια ενός φαρμάκου (όπως τη ναυτία) με μια αυθεντική φαρμακευτική αλλεργική αντίδραση, που μπορεί να αποβεί μοιραία.


Συμπτώματα
  • Αναφυλαξία ή οξεία αλλεργική αντίδραση
  • Ερυθρά εξανθήματα (λιγότερο συχνό από το ερύθημα)
  • Κνησμός (φαγούρα) των ματιών και του δέρματος (συχνό εύρημα)
  • Ερύθημα (συχνό εύρημα)
  • Οίδημα στα χείλη, τη γλώσσα ή το πρόσωπο
  • Συριγμός

Τα συμπτώματα της αναφυλαξίας περιλαμβάνουν:
  • Πόνοι ή κράμπες στην κοιλιακή χώρα
  • Σύγχυση
  • Διάρροια
  • Δυσκολία στην αναπνοή που συνοδεύεται από συριγμό ή βράγχος φωνής
  • Ζάλη
  • Αίσθηση αδυναμίας και λιποθυμίας
  • Ερυθρά εξανθήματα σε διάφορα σημεία του σώματος
  • Ναυτία, τάση για έμετο
  • Ταχυπαλμία
  • Αίσθηση παλμών


Σημεία και παρα-κλινικές εξετάσεις

Μια επισκόπηση του δέρματος του προσώπου και του σώματος μπορεί να αποκαλύψει κνίδωση, εξανθήματα, ή αγγειοοιδήματα (οίδημα στα χείλη, το πρόσωπο και τη γλώσσα). Η χαμηλή αρτηριακή πίεση, ο συριγμός κι άλλα συμπτώματα μπορεί να υποδεικνύουν μια αναφυλακτική αντίδραση.

Η επισκόπηση του δέρματος μπορεί να επιβεβαιώσει την αλλεργική ευαισθησία σε φάρμακα τύπου πενικιλίνης. Αυτή η εξέταση όμως δεν είναι αποτελεσματική όσον αφορά άλλους τύπους φαρμακευτικών σκευασμάτων, ενώ μπορεί να αποδειχθεί ακόμη κι επικίνδυνη. Η ύπαρξη ιστορικού αλλεργικών αντιδράσεων μετά τη χορήγηση ενός φαρμάκου εκλαμβάνεται συνήθως ως επαρκής απόδειξη φαρμακευτικής αλλεργίας και δεν απαιτείται περαιτέρω διερεύνηση. Η ίδια διαδικασία ισχύει και για τις υπόλοιπες ουσίες που δεν θεωρούνται φαρμακευτικά σκευάσματα αλλά χρησιμοποιούνται σε νοσοκομεία, όπως οι ειδικές χρωστικές βαφές που χρησιμοποιούνται σε ακτινογραφίες.


Θεραπεία

Στόχος της θεραπευτικής αγωγής είναι η ανακούφιση των συμπτωμάτων και η αποφυγή οξέων αντιδράσεων.

Η θεραπευτική αγωγή ενδέχεται να περιλαμβάνει:
  • Αντιισταμινικά για την ανακούφιση των ήπιων συμπτωμάτων, όπως τα εξανθήματα, το ερύθημα και τη κνίδωση.
  • Βρογχοδιασταλτικά, όπως το albuterol, για την μείωση των συμπτωμάτων τύπου άσθματος (μέτριος συριγμός ή βήχας)
  • Κορτικοστεροειδή, τα οποία χορηγούνται είτε μέσω επάλειψης, κατάποσης ή ενδοφλεβίως.
  • Επινεφρίνη σε ενέσιμη έκγχυση για την αγωγή κατά της αναφυλαξίας

Θα πρέπει να αποφεύγετε η λήψη του φαρμακευτικού σκευάσματος που ενεργοποίησε την αντίδραση όσο και τα συγγενή σε αυτό φάρμακα, ενώ θα πρέπει να ενημερώσετε τους ιατρούς που επισκέπτεστε, εσείς και τα παιδιά σας (συμπεριλαμβανομένου και του οδοντίατρού σας και του νοσηλευτικού προσωπικού) σχετικά με τα σκευάσματα στα οποία παρουσιάζεται αλλεργικές αντιδράσεις.

Κάποια ταυτότητα, τύπου κοσμήματος ή πλαστικοποιημένης κάρτας, συστήνεται για ενημέρωση της φαρμακογενούς σας αλλεργίας.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, η αλλεργία στην πενικιλίνη (ή σε συγγενή φάρμακα) ανταποκρίνεται στην διαδικασία απευαισθητοποίησης, κατά την οποία χορηγούνται αυξανόμενες δόσεις του φαρμάκου ώστε να καταστεί πιο ανεκτό. Η διαδικασία αυτή θα πρέπει να πραγματοποιείται από ειδικευμένο αλλεργιολόγο.


Πρόγνωση

Οι περισσότερες φαρμακογενείς αλλεργίες ανταποκρίνονται άμεσα στη θεραπευτική αγωγή. Λίγες περιπτώσεις είναι αυτές που εξελίσσονται σε οξύ άσθμα, αναφυλαξία, ή κατάληξη (θάνατο).


Επιπλοκές

  • Αναφυλαξία
  • Άσθμα
  • Κατάληξη



Επικοινωνία με τον ιατρό σας

Καλέστε τον ιατρό σας εάν μετά την χορήγηση κάποιου φαρμάκου παρουσιάσετε παρενέργειες.


Απευθυνθείτε στο πλησιέστερο εφημερεύων νοσοκομείων ή καλέστε το ΕΚΑΒ στο 166 εάν αναπτύξετε δύσπνοια ή άλλα συμπτώματα που συνδέονται με το οξύ άσθμα ή την αναφυλαξία, καθώς τα ανωτέρω χαρακτηρίζονται ως επείγουσα περίπτωση.


Πρόληψη

Γενικά δεν υπάρχει κάποια μέθοδος που να προλαμβάνει την ανάπτυξη των φαρμακογενών αλλεργιών.

Εάν γνωρίζεται πως είστε αλλεργικός / η σε κάποιο φάρμακο, η αποφυγή της χρήσης του συγκεκριμένου φαρμάκου αποτελεί την καλύτερη μέθοδο πρόληψης ενώ ο ιατρός σας ενδέχεται να σας συμβουλέψει να αποφεύγετε και τη λήψη συγγενών σε αυτό φάρμακα. Για παράδειγμα, εάν είστε αλλεργικός στην πενικιλίνη, συνιστάται να αποφεύγετε την αμοξυκιλλίνη ή την αμπικιλλίνη.

Σε κάποιες περιπτώσεις, ο ιατρός σας δύναται να εγκρίνει την χρήση ενός φαρμάκου που ενεργοποιεί μια αλλεργική αντίδραση εάν έχει προηγηθεί θεραπευτική αγωγή με κορτικοστεροειδή (όπως η πρεδνιζόνη) και αντιισταμινικά (όπως διφαινυδραμίνη). Μην επιχειρήσετε κάτι τέτοιο χωρίς την επίβλεψη του ιατρού σας. Η πρώιμη αγωγή με κορτικοστεροειδή και αντισταμινικά βοηθά στην πρόληψη της αναφυλαξίας σε άτομα που πρέπει να λάβουν ιωδιωμένη χρωστική ουσία (που χρησιμοποιείτε για τη λήψη ακτινογραφιών).

Ρινίτιδα


Ορισμός

Η ρινίτιδα πρόκειται για φλεγμονή του βλεννώδους χιτώνα της ρινός.


Περιγραφή

Η ρινίτιδα είναι ένας όρος που δεν περιγράφει συγκεκριμένα μια πάθηση, άντ’ αυτού περιλαμβάνει λοιμώξεις, αλλεργίες κι άλλες διαταραχές, με κοινό χαρακτηριστικό την εστία των συμπτωμάτων τους. Στη ρινίτιδα, ο βλεννογόνος υμένας φλεγμαίνει ή ερεθίζεται, παράγοντας εκκρίσεις, συμφόρηση και οίδημα των ιστών. Η συνήθης μορφή της λοιμώδης ρινίτιδας, είναι το κοινό κρυολόγημα / συνάχι.

Στο γενικό πληθυσμό, το κοινό κρυολόγημα, συνιστά τη συνηθέστερη ιογενής λοίμωξη, με αποτέλεσμα τη συστηματική αδικαιολόγητη απουσία από το σχολείο ή την εργασία σε σχέση με άλλες παθολογικές καταστάσεις. Τα κρυολογήματα αυτοπεριορίζονται και διαρκούν από 3 ως 10 ημέρες, αν και υπάρχει περίπτωση να ακολουθούνται από βακτηριακή λοίμωξη. Τα παιδιά είναι περισσότερο ευάλωτα απ’ ότι οι ενήλικες, όπως και τα αγόρια έφηβοι σε σχέση με τα κορίτσια, αλλά και οι ενήλικες γυναίκες σε σχέση με τους ενήλικους άνδρες. Στις Η.Π.Α., έξαρση του κρυολογήματος σημειώνεται κατά τα τέλη του φθινοπώρου και του χειμώνα.


Αίτια και συμπτώματα

Πάνω από 200 διαφορετικοί τύποι ιών είναι υπεύθυνοι για την εμφάνιση του κρυολογήματος. Οι ιοί μεταφέρονται μέσω του φτερνίσματος και του βήχα, της επαφής με χρησιμοποιημένα χαρτομάντιλα ή στενής επαφής με προσβληθέν άτομο. Εστίες μετάδοσης του κρυολογήματος, αποτελούν τα σχολεία, τα γραφεία ή άλλα μέρη όπου συνευρίσκονται πολλά άτομα. Η περίοδος επώασης κυμαίνεται μεταξύ 24 – 72 ωρών.

Η έναρξη του κρυολογήματος είναι συνήθως αιφνίδια. Ο ιός προκαλεί τη φλεγμονή του ρινικού υμένα, με αποτέλεσμα τη παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων λεπτής, και υδαρής βλέννης. Κάποια παιδιά-ασθενείς, ενδέχεται να παρουσιάζουν και πυρετό. Η φλεγμονή εξαπλώνεται από τις ρινικές διόδους, στο φάρυγγα και τους ανώτερους αεραγωγούς, προκαλώντας ξηρό βήχα, κεφαλαλγία και υγρά μάτια. Κάποιοι ασθενείς εμφανίζουν μυαλγίες ή αρθραλγίες και γενική αίσθηση αδυναμίας ή κόπωσης. Μετά τη πάροδο λίγων ημερών, η φλεγμονή της ρινός υποχωρεί και οι υδαρείς εκκρίσεις, αντικαθίστανται από παχύρρευστη και κολλώδης βλέννη. Η αλλαγή αυτή των ρινικών εκκρίσεων, βοηθά στη διαφοροδιάγνωση της ρινίτιδος που οφείλεται σε ιογενής λοίμωξη, από τη ρινίτιδα που οφείλεται σε κάποια αλλεργία.



Διάγνωση


Δεν υπάρχει διαγνωστική εξέταση της ιογενής ρινίτιδος. Η διάγνωση βασίζεται στα συμπτώματα. Όσον αφορά τα παιδιά, ο ιατρός θα προβεί σε φυσική εξέταση του φάρυγγα και των αδένων για να γίνει διαφοροδιάγνωση από ιλαρά κι άλλες παιδικές ασθένειες που παρουσιάζουν παρόμοια συμπτώματα. Οι ενήλικες, των οποίων τα συμπτώματά τους διαρκούν άνω της μίας εβδομάδας, ενδέχεται να χρήζουν περαιτέρω εξετάσεις για να γίνει διαφοροδιάγνωση με δευτεροπαθείς βακτηριακές λοιμώξεις ή αλλεργίες. Η ταυτοποίηση των βακτηριακών λοιμώξεων γίνεται με καλλιέργεια των ρινικών εκκρίσεων του ασθενούς. Η εκτίμηση των αλλεργιών διεξάγεται με αιματολογικές εξετάσεις, δερματικές εξετάσεις ανίχνευσης συγκεκριμένων ουσιών και ρινικά επιχρίσματα.


Θεραπεία

Δεν υπάρχει θεραπευτική αγωγή με αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα. Η αγωγή που συστήνεται να ακολουθήσετε, έχει στόχο την ανακούφιση των συμπτωμάτων. Η θεραπευτική αγωγή περιλαμβάνει φαρμακευτικά σκευάσματα, όπως την ασπιρίνη ή μη στεροειδή αντι-φλεγμονώδη (ΜΣΑΦ) σκευάσματα, για την αντιμετώπιση της κεφαλαλγίας και της μυαλγίας, ενώ τα αποσυμφορητικά ανακουφίζουν από ρινική συμφόρηση ή καταρροή. Οι ασθενείς οφείλουν να ενημερωθούν για την επίδραση υπερβολικής δόσης των αποσυμφορητικών, διότι μπορεί να προκαλέσουν αντίστροφη δράση, με επιδείνωση των συμπτωμάτων. Δε χορηγούνται αντιβιοτικά για την αντιμετώπιση των κρυολογημάτων, καθ΄ ότι δεν εξουδετερώνουν τους ιούς.

Η υποστηρικτική φροντίδα περιλαμβάνει την κλινήρης ξεκούραση και την πόση πολλών υγρών.

Μεταξύ των θεραπευτικών αγωγών που βρίσκονται υπό μελέτη, περιλαμβάνονται οι υπεριώδεις λάμπες και η ενέσιμη αγωγή ιντερφερόνης.


Εναλλακτικές θεραπευτικές αγωγές

Η ομοιοπαθητική ιατρική συστήνει 10 διαφορετικές θεραπείες, αναλόγως των ρινικών εκκρίσεων, τη ψυχική / συναισθηματική κατάσταση του ασθενούς και το στάδιο της λοίμωξης. Οι φυσικοπαθητικοί (naturopaths) συστήνουν τη λήψη βιταμίνης Α και συμπληρωμάτων ψευδαργύρου μαζί με βοτανικά παρασκευάσματα από εχινάτσια , βοτάνου goldenseal (Hydrastis canadensis), φαρμακευτική γλυκύρριζα ή ριζών astragalus.


Πρόγνωση

Τα περισσότερα κρυολογήματα υποχωρούν πλήρως μέχρι το πέρας μιας εβδομάδος. Οι επιπλοκές είναι ασυνήθεις, αν και μπορούν να εμφανιστούν περιλαμβάνοντας τη παρραρινοκολπίτιδα (φλεγμονή των παρραρινίων κόλπων),τις βακτηριακές λοιμώξεις, ή λοιμώξεις του μέσου ωτός.


Πρόληψη

Δε διατίθεται αποτελεσματικό εμβόλιο κατά των κρυολογημάτων και οι λοιμώξεις δεν παρέχουν ανοσία.

Η πρόληψη εξαρτάται από:

  • Συχνή πλύση χεριών, κυρίως προτού αγγίξουμε το πρόσωπο
  • Την ελαχιστοποίηση επαφών με προσβληθέντα άτομα
  • Να μη μοιραζόμαστε πετσέτες χεριών, μαχαιροπήρουνα ή ποτήρια







































Σοβαρή Υπενθύμιση:

Οι πληροφορίες που περιέχονται στο www.eumedline.eu έχουν σαν μοναδικό σκοπό την ενημέρωση και δεν αποτελούν πρόταση για οποιαδήποτε ιατρική-διαγνωστική εξέταση ή θεραπεία. Προτείνεται τα ανωτέρω να γίνονται σε συνεννόηση με τον γιατρό σας η άλλους επαγγελματίες υγείας.


Η ιατρική είναι μια συνεχώς μεταβαλλόμενη επιστήμη και η θεραπεία δεν είναι πάντα σαφώς καθορισμένη. Η νέα έρευνα αλλάζει καθημερινά τις διαγνωστικές και θεραπευτικές ενδείξεις. Το euMEDLINE προσπαθεί να παρέχει ενημερωμένες και ακριβείς πληροφορίες που είναι αποδεκτές γενικά μέσα στα ιατρικά πρότυπα κατά την διάρκεια της δημοσίευσης. Εντούτοις, δεδομένου ότι η ιατρική επιστήμη αλλάζει συνεχώς και το ανθρώπινο λάθος είναι πάντα δυνατό, το euMEDLINE δεν μπορεί να διαβεβαιώσει ότι οι πληροφορίες που περιέχονται σε αυτό είναι ακριβείς ή πλήρεις, ούτε είναι υπεύθυνο για τυχόν παραλείψεις, λάθη ή για τα αποτελέσματα της χρησιμοποίησης αυτών των πληροφοριών.


Ο αναγνώστης πρέπει να επιβεβαιώσει τις πληροφορίες που περιέχονται στο euMEDLINE από άλλες πηγές πριν από τη χρήση και ιδιαίτερα από τους επαγγελματίες υγείας. Ειδικότερα, όλες οι δόσεις, οι ενδείξεις, και οι αντενδείξεις των φαρμάκων πρέπει να επιβεβαιωθούν στο πληροφοριακό ένθετο των συσκευασιών των φαρμάκων. Η χρήση των εμπορικών ονομασιών των φαρμάκων γίνεται αποκλειστικά για ενημερωτικούς-πληροφοριακούς λόγους και δεν υποδηλώνει μεροληψία υπέρ αυτών.


Το euMEDLINE δεν μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνο, άμεσα ή έμμεσα, για τη ζημιά ή την επιπλοκή που μπορεί να προκύψει με την εφαρμογή των πληροφοριών που περιέχονται στις σελίδες του. Για κάθε απορία επικοινωνήστε μαζί μας μέσω e-mail.