Πιθανές παθήσεις για το σύμπτωμα: Αδυναμία συγκέντρωσης

Αναζήτηση Συμπτωμάτων:


Αναιμία


Ορισμός

Αναιμία είναι μια κατάσταση που χαρακτηρίζεται από παθολογικά χαμηλά επίπεδα υγιών ερυθροκυττάρων ή αιμοσφαιρίνης.


Περιγραφή

Οι ιστοί του ανθρώπινου σώματος χρειάζονται τακτική/ συνεχή παροχή οξυγόνου για να διατηρηθούν υγιείς. Τα ερυθροκύτταρα (ερυθρά αιμοσφαίρια) , τα οποία περιέχουν αιμοσφαιρίνη που τους επιτρέπει να μεταφέρουν οξυγόνο σε ολόκληρο το σώμα, ζουν μόνο για περίπου 120 ημέρες. Όταν πεθαίνουν , ο σίδηρος που περιέχουν επιστρέφεται στο μυελό των οστών και χρησιμοποιείται για τη δημιουργία νέων ερυθροκυττάρων. Αναιμία μπορεί να αναπτυχθεί όταν βαριά/ σοβαρή αιμορραγία προκαλεί σημαντική απώλεια σιδήρου. Επίσης συμβαίνει όταν κάποια αιτία επιβραδύνει την παραγωγή ερυθροκυττάρων ή αυξάνει το ρυθμό καταστροφής τους.

Η αναιμία μπορεί να είναι ήπια, μέτρια, ή αρκετά σοβαρή ώστε να οδηγήσει σε απειλητικές για τη ζωή επιπλοκές. Έχουν ταυτοποιηθεί περισσότεροι από 400 τύποι αναιμίας. Πολλοί από αυτούς είναι σπάνιοι.

Οι πλέον συχνοί τύποι αναιμίας περιλαμβάνουν:

  • σιδηροπενική αναιμία (αναιμία από έλλειψη σιδήρου)
  • αναιμία από έλλειψη φυλλικού οξέος
  • αναιμία από έλλειψη βιταμίνης Β12 (κοβαλαμίνη)
  • αναιμία από έλλειψη βιταμίνης C
  • αυτοάνοση αιμολυτική αναιμία
  • αιμολυτική αναιμία
  • δρεπανοκυτταρική αναιμία
  • απλαστική αναιμία
  • αναιμία χρονίας νόσου


Αιτίες και συμπτώματα

Αναιμία προκαλείται από αιμορραγία, μειωμένη παραγωγή ερυθροκυττάρων, ή αυξημένη καταστροφή τους. Η πτωχή/πλημμελής διατροφή μπορεί να συνεισφέρει σε αναιμία από ανεπάρκεια βιταμινών και σιδήρου, κατά την οποία παράγονται λιγότερα ερυθροκύτταρα. Κληρονομικές διαταραχές και ορισμένα νοσήματα μπορούν να προκαλέσουν αυξημένη καταστροφή ερυθροκυττάρων. Ωστόσο, η υπέρμετρη αιμορραγία αποτελεί την πλέον συχνή αιτία αναιμίας, και η ταχύτητα με την οποία συμβαίνει η απώλεια αίματος έχει σημαντική επίπτωση στη σοβαρότητα των συμπτωμάτων. Χρόνια απώλεια αίματος μπορεί να οφείλεται σε:
  • υπερμηνόρροια (μεγάλη απώλεια αίματος στη διάρκεια κανονικής κατά τα άλλα εμμηνορρυσίας)
  • αιμορροϊδες
  • ρινορραγίες/ υποτροπιάζουσες επιστάξεις
  • καρκίνος
  • όγκοι του γαστρεντερικού σωλήνα/συστήματος
  • εκκολπωμάτωση παχέος εντέρου
  • πολύποδες παχέος εντέρου
  • γαστρικά έλκη
  • μακροχρόνια κατάχρηση αλκοόλ.


Η οξεία απώλεια αίματος είναι συνήθως αποτέλεσμα:
  • τοκετού
  • τραυματισμού
  • ρήξης αιμοφόρων αγγείων
  • χειρουργείου


Αναιμία από έλλειψη σιδήρου (σιδηροπενική αναιμία)


Η σιδηροπενική αναιμία αποτελεί την πλέον συχνή αναιμία παγκοσμίως. Στις ΗΠΑ, προσβάλλει περίπου 240.000 νήπια ηλικίας ενός εως δύο ετών και 3,3 εκατομμύρια γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας. Αυτή η κατάσταση είναι λιγότερο συχνή σε παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας και σε ενήλικες άνω των 50 ετών , ενώ σπάνια εμφανίζεται σε έφηβα αγόρια και νεαρούς άρρενες.
Η έναρξη της σιδηροπενικής αναιμίας είναι σταδιακή. Η έλλειψη αρχίζει όταν το σώμα χάνει περισσότερο σίδηρο από ότι κερδίζει από την τροφή και άλλες πηγές. Λόγω του ότι οι εξαντλημένες αποθήκες σιδήρου αδυνατούν να ανταποκριθούν στις ανάγκες των ερυθροκυττάρων, αναπτύσσονται λιγότερα ερυθροκύτταρα. Σε αυτό το πρώιμο στάδιο της αναιμίας, τα ερυθροκύτταρα φαίνονται φυσιολογικά, αλλά είναι μειωμένα σε αριθμό. Το σώμα προσπαθεί να αντιρροπήσει την έλλειψη σιδήρου με το να παράγει περισσότερα ερυθροκύτταρα, τα οποία έχουν χαρακτηριστικά μικρό μέγεθος.

Αδυναμία, κόπωση, και καταβολή ενδέχεται να αποτελούν εκδηλώσεις ήπιας αναιμίας. Άλλες εκδηλώσεις περιλαμβάνουν δέρμα που είναι ωχρό ή χλωμό, ή ωχρότητα των γραμμών στις παλάμες, των ούλων, των κοιτών στα νύχια, ή των επιπεφυκότων. Κάποιο άτομο που είναι αδύναμο, κουράζεται εύκολα, συχνά εμφανίζει δύσπνοια, και αισθάνεται ατονία ή ζάλη(ίλιγγο) ενδέχεται να είναι σοβαρά αναιμικό.

Άλλα συμπτώματα της αναιμίας είναι:
  • στηθάγχη
  • κεφαλαλγία
  • αδυναμία συγκέντρωσης ή και έκπτωση μνήμης
  • φλεγμονή του στόματος (στοματίτιδα) ή της γλώσσας (γλωσσίτιδα)
  • αϋπνία
  • ακανόνιστος καρδιακός ρυθμός
  • απώλεια όρεξης
  • νύχια ξηρά, εύθραυστα, με γραμμώσεις
  • έλκη στο στόμα, το φάρυγγα, ή το ορθό
  • εφιδρώσεις
  • οιδήματα των άκρων χειρών και ποδών
  • αίσθημα δίψας
  • εμβοές των ώτων
  • ανεξήγητες αιμορραγίες ή μώλωπες
  • pica (έντονη επιθυμία του ατόμου να μασάει πάγο, χρώματα/βαφές, ή χώμα)



Αναιμία από έλλειψη φυλλικού οξέος


Η αναιμία από έλλειψη φυλλικού οξέος αποτελεί το συχνότερο τύπο μεγαλοβλαστικής αναιμίας, στην οποία τα ερυθροκύτταρα είναι μεγαλύτερα σε μέγεθος από το κανονικό. Προκαλείται από ανεπάρκεια του φυλλικού οξέος , μια βιταμίνη την οποία χρειάζεται το σώμα για να παράγει φυσιολογικά κύτταρα.
Η αναιμία από έλλειψη φυλλικού οξέος είναι ιδιαίτερα συχνή σε βρέφη και εφήβους. Μολονότι αυτή η κατάσταση συχνά είναι αποτέλεσμα διαιτητικού ελλείμματος, ορισμένες φορές οφείλεται σε μια ανικανότητα απορρόφησης φυλλικού οξέος από τροφές όπως:
  • αυγά
  • ψάρια
  • πράσινα λαχανικά
  • κρέας
  • γάλα/ γαλακτοκομικά
  • μαγιά

Το κάπνισμα αυξάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης αυτής της κατάστασης με το να παρεμβαίνει στην απορρόφηση της βιταμίνης C, την οποία χρειάζεται το σώμα για την απορρόφηση του φυλλικού οξέος. Η αναιμία από έλλειψη φυλλικού οξέος μπορεί να αποτελέσει επιπλοκή της εγκυμοσύνης, όταν το γυναικείο σώμα χρειάζεται οκτώ φορές περισσότερο φυλλικό οξύ από ότι σε κάθε άλλη περίπτωση.


Αναιμία από έλλειψη βιταμίνης Β12


Μια μακροχρόνια αγωγή με ενέσιμες δόσεις βιταμίνης Β12 είναι αναγκαία για τον έλεγχο των συμπτωμάτων της κακοήθους αναιμίας. Ο ασθενής ενδέχεται να συμβουλευθεί να περιορίσει τη φυσική/ σωματική άσκηση μέχρι η θεραπεία να αποκαταστήσει τη δύναμη και την ισορροπία του οργανισμού του.



Αναιμία από έλλειψη βιταμίνης C


Σπάνια διαταραχή που έχει ως αποτέλεσμα να κατασκευάζει/παράγει ο μυελός των οστών μικρά σε μέγεθος, ανώμαλα ερυθροκύτταρα. Η αναιμία από έλλειψη βιταμίνης C προκύπτει από σοβαρό, μακροχρόνιο διαιτητικό έλλειμμα.


Αιμολυτική αναιμία


Η επίκτητη αιμολυτική αναιμία μπορεί γενικά να θεραπευτεί όταν αρθεί/ απομακρυνθεί ο παράγοντας/το αίτιο που την προκαλεί.

Θαλασσαιμίες

Μια κληρονομική μορφή αιμολυτικής αναιμίας , η θαλασσαιμία, απορρέει από την ανικανότητα του σώματος να παράγει όση φυσιολογική αιμοσφαιρίνη χρειάζεται. Υπάρχουν δύο κατηγορίες θαλασσαιμίας, ανάλογα με ποιά αλυσίδα αμινοξέων επηρεάζεται/ προσβάλλεται. (η αιμοσφαιρίνη συντίθεται από τέσσερις αλυσίδες αμινοξέων). Στην α-θαλασσαιμία, υπάρχει μια ανισορροπία στην παραγωγή της α αλυσίδας αμινοξέων. Στη β-θαλασσαιμία, υπάρχει ανισορροπία στη β αλυσίδα. Οι α-θαλασσαιμίες περισσότερο συχνά προσβάλλουν τη μαύρη φυλή (το 25% έχουν τουλάχιστον ένα γονίδιο). Οι β-θαλασσαιμίες προσβάλλουν πιο συχνά πληθυσμούς της μεσογείου και της νοτιοανατολικής ασίας.
Η θαλασσαιμία χαρακτηρίζεται από την παραγωγή ερυθροκυττάρων που είναι ασυνήθιστα μικρά και εύθραυστα. Προσβάλλει μόνο άτομα που κληρονομούν το γονίδιο για αυτήν και από τους δύο γονείς (αυτοσωμική υπολειπόμενη κληρονομικότητα).

Αυτοάνοση αιμολυτική αναιμία

Η αιμολυτική αναιμία θερμών αντισωμάτων αποτελεί τον πλέον συχνό τύπο αυτής της διαταραχής. Αυτή η κατάσταση συμβαίνει όταν το σώμα παράγει αυτοαντισώματα που περιβάλλουν τα ερυθροκύτταρα. Τα επενδυμένα με αυτοαντισώματα ερυθροκύτταρα καταστρέφονται από το σπλήνα, το ήπαρ, ή το μυελό των οστών.

Η αιμολυτική αναιμία θερμών αντισωμάτων εμφανίζεται συχνότερα στις γυναίκες από ότι στους άνδρες. Περίπου το ένα τρίτο των ασθενών με αιμολυτική αναιμία θερμών αντισωμάτων νοσούν επίσης από λέμφωμα, λευχαιμία, ερυθυματώδη λύκο, ή κάποιο νόσημα του συνδετικού ιστού.
Στην αιμολυτική αναιμία ψυχρών αντισωμάτων, το σώμα επιτίθεται στα ερυθροκύτταρα σε θερμοκρασία αντίστοιχη ή χαμηλότερη από εκείνη του σώματος. Η οξεία μορφή αυτής της κατάστασης συχνά αναπτύσσεται σε άτομα που έχουν προσβληθεί από πνευμονία, λοιμώδη μονοπυρήνωση, ή άλλες οξείες λοιμώξεις. Τείνει να είναι ήπια και βραχυχρόνια, και αποδράμει χωρίς θεραπεία.

Η χρόνια αιμολυτική αναιμία ψυχρών αντισωμάτων είναι συχνότερη στις γυναίκες και πιο συχνά προσβάλλει αυτές που είναι άνω των 40 ετών και πάσχουν από αρθρίτιδα. Αυτή η κατάσταση συνήθως διαρκεί εφ’όρου ζωής, προκαλώντας γενικά λίγα συμπτώματα. Ωστόσο, η έκθεση σε χαμηλές θερμοκρασίες μπορεί να επιταχύνει την καταστροφή των ερυθροκυττάρων, με συνέπεια την εκδήλωση κόπωσης, πόνου στις αρθρώσεις, και αποχρωματισμό/ ωχρότητα των άνω άκρων/ άκρων χειρών.

Δρεπανοκυτταρική αναιμία

Μολονότι η δρεπανοκυτταρική αναιμία δε μπορεί να ιαθεί, αποτελεσματικές θεραπείες επιτρέπουν στους ασθενείς με αυτήν τη νόσο να ζήσουν περισσότερο και πιο παραγωγικά.


Απλαστική αναιμία

Η απλαστική αναιμία μπορεί ενίοτε να θεραπευθεί με μεταμόσχευση μυελού των οστών. Εάν η κατάσταση οφείλεται σε ανοσοκατασταλτικά φάρμακα, τα συμπτώματα μπορούν να εξαλειφθούν μετά τη διακοπή της αγωγής.


Αναιμία χρόνιας νόσου

Δεν υπάρχει ειδική θεραπεία για την αναιμία που σχετίζεται με χρόνιο νόσημα. Η θεραπευτική αντιμετώπιση της υποκείμενης νόσου μπορεί να διορθώσει αυτήν την κατάσταση. Αυτός ο τύπος αναιμίας σπανίως καθίσταται σοβαρός. Εάν όμως καταστεί, τότε μεταγγίσεις ή ορμονική θεραπεία για τη διέγερση της παραγωγής ερυθροκυττάρων μπορούν να συστηθούν.



Διάγνωση

Το ατομικό και το οικογενειακό ιστορικό ενδεχομένως να προτείνουν τη παρουσία συγκεκριμένων τύπων αναιμίας. Εργαστηριακές εξετάσεις που μετρούν το ποσοστό των ερυθροκυττάρων ή την ποσότητα της αιμοσφαιρίνης στο αίμα, χρησιμοποιούνται για την επιβεβαίωση της διάγνωσης και για τον προσδιορισμό του τύπου της αναιμίας που ευθύνεται για τα συμπτώματα του ασθενούς. Ακτινολογικός έλεγχος και εξετάσεις του μυελού των οστών μπορούν να συνεισφέρουν στη διάγνωση.



Θεραπεία

Οποιοσδήποτε έχει αναιμία που προκαλείται από πλημμελή διατροφή πρέπει να τροποποιήσει τη δίαιτά του προκειμένου αυτή να περιλαμβάνει περισσότερες βιταμίνες, ανόργανα συστατικά/ μέταλλα, και σίδηρο. Τροφές, όπως το άπαχο κόκκινο κρέας, τα ξηρά φασόλια και φρούτα, το συκώτι, τα πουλερικά, και τα εμπλουτισμένα είδη ψωμιού και δημητριακών, αποτελούν καλές πηγές σιδήρου. Επιπρόσθετα, η βρώση (κατανάλωση) τροφών πλούσιων σε βιταμίνη C, όπως τα εσπεριδοειδή και οι διάφοροι χυμοί τους, μπορεί να προάγει την απορρόφηση του (σιδήρου).

Ασθενείς με διάγνωση σιδηροπενικής αναιμίας πρέπει να υποβληθούν σε πλήρη φυσική/ κλινική εξέταση και λήψη ιατρικού ιστορικού για να προσδιοριστεί το αίτιο της αναιμίας, ιδιαίτερα αν υπάρχει υποψία χρόνιας ή οξείας απώλειας αίματος. Η συγκεκριμενοποίηση της αιτίας της αναιμίας θα καθορίσει το είδος της ενδεικνυόμενης θεραπείας.

Αναιμία οφειλόμενη σε πλημμελή διατροφή μπορεί συνήθως να αντιμετωπισθεί με συμπληρώματα σιδήρου ή αυτοχορηγούμενες ενέσεις βιταμίνης Β12. Άτομα με αναιμία από έλλειψη φυλλικού οξέος πρέπει να λάβουν φυλλικό οξύ από το στόμα. Η αναιμία από έλλειψη βιταμίνης C μπορεί να διορθωθεί με την καθημερινή λήψη συμπληρωμάτων της βιταμίνης.

Πολλές θεραπείες για τη σιδηροπενική αναιμία εστιάζουν στη διαιτητική προσθήκη τροφών πλούσιων σε σίδηρο ή σε τεχνικές που βελτιώνουν την κυκλοφορία και τη λειτουργία του πεπτικού συστήματος (τις διεργασίες της πέψης). Η λήψη συμπληρωμάτων σιδήρου, ιδιαίτερα κιτρικού σιδήρου (λιγότερο πιθανή η πρόκληση δυσκοιλιότητας), μπορεί να συνδυαστεί με βότανα πλούσια σε σίδηρο. Ορισμένα παραδείγματα βοτάνων πλούσιων σε σίδηρο είναι το αγριοραδίκι (Taraxacum officinale), το σέλινο (Petroselinum crispum), και η τσουκνίδα (Urtica dioica). Το ομοιπαθητικό φάρμακο ferrum phosphoricum (θειϊκός σίδηρος) μπορεί επίσης να καταστεί βοηθητικό.

Ένα τονωτικό ρόφημα από βότανα πλούσια σε σίδηρο μπορεί επίσης να παρασκευασθεί με την ακόλουθη συνταγή:
  • βάζετε ¼ της ουγκιάς ρίζα αγριολάπαθου και ½ της ουγκιάς ρίζα αγριοραδικιού σε ένα τέταρτο βρασμένο νερό για 4-8 ώρες
  • σιγοβράζετε το μίγμα μέχρι η ποσότητα του υγρού να μειωθεί στο 1 φλιτζάνι.
  • απομακρύνετε από τη θέρμανση και προσθέστε μισό φλιτζάνι μαύρη strap μέλασσα, ανακατέψτε καλά.
  • διατηρήστε το ρόφημα στο ψυγείο, πίνετε ¼ του φλιτζανιού καθημερινά.


Άλλα θεραπευτικά βότανα γνωστά για τις ιδιότητές τους να προάγουν τις διεργασίες της πέψης συστήνονται για την αντιμετώπιση της σιδηροπενικής αναιμίας. Η γεντιανή ( Gentiana lutea) χρησιμοποιείται ευρέως στην Ευρώπη για τη θεραπευτική αντιμετώπιση της αναιμίας καθώς και άλλων διαταραχών που προκαλούνται από πλημμελή διατροφή. Η γεντιοπικρίνη που περιέχει, εμφανίζει την ιδιότητα να διεγείρει το πεπτικό σύστημα, καθιστώντας το σίδηρο και άλλα θρεπτικά συστατικά περισσότερο διαθέσιμα για απορρόφηση. Το πικρό αυτό βότανο μπορεί να βρασθεί σε μορφή τσαγιού ή να αγορασθεί ως αλκοολικό εκχύλισμα (βάμμα).


Επιπλέον βότανα που συστήνονται για την προαγωγή των διεργασιών της πέψης περιλαμβάνουν:
  • άνισον το κοινόν (Pimpinella anisum)
  • κάρον το κυμινοειδές (Carum carvi)
  • κύμινο (Cuminum cyminum)
  • τιλία ή φιλύρα (Tilia spp.)
  • γλυκόριζα (Glycyrrhiza glabra)


Παραδοσιακές κινέζικες θεραπείες για την αναιμία περιλαμβάνουν:
  • βελονισμό για τον ερεθισμό εξασθενημένου σπληνός
  • ασιατικό ginseng (Panax ginseng) για την αποκατάσταση της ενεργητικότητας
  • dong quai (Angelica sinensis) για τον έλεγχο της υπερμηνόρροιας (υπερβολικής εμμηνορρυσίας).
  • Μίγμα dong quai και κινέζικου κορακόχορτου (Rehmannia glutinosa) για την αντιμετώπιση της ωχρής επιδερμίδας.
  • Aστράγαλος/astragalus (Astragalus membranaceus) για τη αντιμετώπιση της ωχρότητας και της ζαλάδας.


Αλλοπαθητική θεραπεία


Χειρουργική παρέμβαση μπορεί να είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση αναιμίας οφειλόμενης σε υπερβολική απώλεια αίματος. Μεταγγίσεις ερυθροκυττάρων μπορεί να χρησιμοποιηθούν για να επιταχύνουν την παραγωγή νέων ερυθροκυττάρων.
Φαρμακευτική αγωγή ή χειρουργική θεραπεία ενδέχεται να είναι επίσης αναγκαία για τον έλεγχο υπερμηνόρροιας , την αποκατάσταση αιμορραγούντος έλκους, ή την αφαίρεση πολυπόδων (νεοπλασιών ή όζων) από τον εντερικό σωλήνα.
Ασθενείς με θαλασσαιμία συνήθως δε χρειάζονται θεραπεία. Ωστόσο, άτομα με σοβαρή μορφή θαλασσαιμίας χρειάζονται περιοδική νοσηλεία για μεταγγίσεις αίματος ή και μεταμόσχευση μυελού.


Αναιμία από έλλειψη φυλλικού οξέος και σιδηροπενική αναιμία


Συνήθως απαιτούνται τρεις ως έξι εβδομάδες για τη διόρθωση της σιδηροπενικής και της αναιμίας από έλλειψη φυλλικού οξέος. Οι ασθενείς πρέπει να συνεχίσουν τη λήψη συμπληρωμάτων για επιπλέον έξι μήνες προκειμένου να αναπληρώσουν τα αποθέματα σιδήρου. Επίσης πρέπει να υποβάλλονται σε περιοδικούς αιματολογικούς ελέγχους για να επιβεβαιώσουν ότι η αιμορραγία έχει σταματήσει και ότι η αναιμία δεν έχει υποτροπιάσει.



Κακοήθης αναιμία


Μολονότι η κακοήθης αναιμία θεωρείται μη θεραπεύσιμη, τακτικές λήψεις ενέσιμης βιταμίνης Β12 θα εξαλείψουν τα συμπτώματα και τις ανεπιθύμητες επιπλοκές. Ορισμένα συμπτώματα θα εξαφανισθούν μόλις αρχίσει η θεραπεία.


Θαλασσαιμία


Άτομα με ήπια θαλασσαιμία (στίγμα α-θαλασσαιμίας ή ελάσσων β-θαλασσαιμία) βιώνουν φυσιολογική ζωή και δε χρήζουν θεραπευτικής αντιμετώπισης. Άτομα με σοβαρή θαλασσαιμία μπορεί να χρειάζονται μεταμόσχευση μυελού των οστών. Γονιδιακή θεραπεία βρίσκεται υπό έρευνα και ενδέχεται σύντομα να καταστεί διαθέσιμη.


Πρόληψη

Η κληρονομική αναιμία δεν προλαμβάνεται. Η γενετική συμβουλευτική μπορεί να συνδράμει τους γονείς να απαντήσουν σε ερωτήματα και ανησυχίες για τη μεταβίβαση παθολογικών γονιδίων στα παιδιά τους.
Η αποφυγή υπερβολικής χρήσης αλκοόλ, η ισορροπημένη διατροφή που περιέχει τροφές πλούσιες σε σίδηρο, και η πρόσληψη καθημερινά ενός πολυβιταμινούχου συμπληρώματος μπορεί να βοηθήσουν στην πρόληψη της αναιμίας.
Μέθοδοι για την πρόληψη ειδικών τύπων αναιμίας περιλαμβάνουν:
-αποφυγή μακροχρόνιας έκθεσης σε βιομηχανικούς χημικούς παράγοντες και φάρμακα που διαπιστευμένα προκαλούν απλαστική αναιμία.
-μη λήψη φαρμακευτικής αγωγής που έχει πυροδοτήσει αιμολυτική αναιμία και μη κατανάλωση τροφών που έχουν επιφέρει αιμόλυση (καταστροφή/κατάτμηση ερυθροκυττάρων).
- τακτική λήψη ενέσιμης βιταμίνης Β12 για την πρόληψη κακοήθους αναιμίας λόγω γαστρίτιδας ή γαστρεκτομής.


Αποφρακτική άπνοια ύπνου


Ορισμός

Η αποφρακτική άπνοια ύπνου είναι μια πάθηση κατά την οποία ένα άτομο έχει σύντομες διακοπές της αναπνοής κατά τη διάρκεια του ύπνου.
Η ανάλυση που ακολουθεί αφορά την αποφρακτική άπνοια ύπνου στους ενήλικες.


Εναλλακτικοί όροι

Άπνοια ύπνου – αποφρακτική, Άπνοια - αποφρακτικό σύνδρομο άπνοιας ύπνου, Ύπνος – διαταραχές της αναπνοής


Αίτια, συχνότητα εμφάνισης και παράγοντες κινδύνου

Φυσιολογικά, οι μυς στο άνω αναπνευστικό σύστημα βοηθούν να διατηρείται ο αεραγωγός ανοικτός ώστε να επιτρέπει στον αέρα να φτάνει στους πνεύμονες. Ακόμα κι όταν οι μυς αυτοί φυσιολογικά χαλαρώνουν κατά τη διάρκεια του ύπνου, ο λαιμός παραμένει αρκετά ανοικτός ώστε να επιτρέπει στον αέρα να κυκλοφορεί.

Ωστόσο, μερικοί άνθρωποι έχουν στενότερο λαιμό. Όταν οι μυς τους στην ανώτερη αναπνευστική οδό χαλαρώνουν κατά τη διάρκεια του ύπνου, ο αεραγωγός μπορεί να κλείσει εντελώς. Αυτό εμποδίζει τον αέρα να φτάσει στους πνεύμονες. Προκαλείται ροχαλητό και δυσκολία στην αναπνοή. Κατά τη διάρκεια του βαθύ ύπνου, η αναπνοή μπορεί να σταματήσει για λίγο (συχνά περισσότερο από 10 δευτερόλεπτα). Αυτό καλείται άπνοια.
Ένα επεισόδιο άπνοιας ακολουθείται από μια ξαφνική προσπάθεια για αναπνοή, και μετάβαση σε ελαφρύτερο στάδιο του ύπνου. Αποτέλεσμα είναι ο διακεκομμένος ύπνος που δεν είναι ξεκούραστος. Κατά συνέπεια, όσοι παρουσιάζουν άπνοια ύπνου αισθάνονται μεγαλύτερη νύστα ή υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας, που ονομάζεται υπερβολική πρωινή υπνηλία. Οι παχύσαρκοι ηλικιωμένοι φαίνεται ότι διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο, αν και πολλοί άνθρωποι με αποφρακτική άπνοια ύπνου δεν είναι παχύσαρκοι.

Οι ακόλουθοι παράγοντες μπορεί επίσης να αυξήσουν τον κίνδυνο για αποφρακτική άπνοια ύπνου:

  • Ορισμένο σχήμα ουρανίσκου και σαγονιού
  • Μεγάλες αμυγδαλές και αδενοειδείς εκβλαστήσεις (κρεατάκια) στα παιδιά
  • Παχύς λαιμός
  • Μεγάλη γλώσσα
  • Στενός αεραγωγός
  • Απόφραξη της μύτης
  • Παχυσαρκία

Η κατανάλωση αλκοόλ ή η χρήση ηρεμιστικών πριν από τον ύπνο, αυξάνουν την πιθανότητα να πάθετε επεισόδιο άπνοιας.


Συμπτώματα

Ένα άτομο που πάσχει από αποφρακτική άπνοια ύπνου συχνά δεν αντιλαμβάνεται τα επεισόδια άπνοιας κατά τη διάρκεια της νύχτας. Συχνά, άλλα μέλη της οικογένειας, ιδιαίτερα οι σύζυγοι, είναι μάρτυρες των περιόδων της άπνοιας.

Ένα άτομο με αποφρακτική άπνοια ύπνου συνήθως ροχαλίζει βαριά σχεδόν αμέσως μόλις τον πάρει ο ύπνος. Το ροχαλητό συνεχίζεται με σταθερό ρυθμό για κάποιο χρονικό διάστημα, ενώ γίνεται συχνά δυνατότερο. Έπειτα διακόπτεται από μια μεγάλη περίοδο σιωπής, κατά τη διάρκεια της οποίας δεν υπάρχει καθόλου αναπνοή. Αυτό ακολουθείται από έναν δυνατό ξεφύσημα και αγωνιώδη προσπάθεια για ανάσα, και το ροχαλητό επιστρέφει. Αυτή η ρουτίνα επαναλαμβάνει συχνά καθ' όλη τη διάρκεια της νύχτας.

Τα κύρια συμπτώματα συνδέονται συνήθως με την υπερβολική πρωινή υπνηλία:

  • Αφύσικη πρωινή υπνηλία και ύπνος σε ακατάλληλες ώρες
  • Αίσθημα κόπωσης μετά το πρωινό ξύπνημα


Άλλα συμπτώματα είναι:

  • Κατάθλιψη (ενδεχομένως)
  • Δυσκολίες μνήμης
  • Πρωινοί πονοκέφαλοι
  • Αλλαγές προσωπικότητας
  • Δυσκολία συγκέντρωσης
  • Ανήσυχος και ταραγμένος ύπνος
  • Συχνό ξύπνημα κατά τη διάρκεια της νύχτας και ανάγκη για ούρηση
  • Αϋπνία

Άλλα συμπτώματα που μπορούν να εμφανιστούν με αυτήν την ασθένεια:

  • Υπερενεργητικότητα, ειδικά στα παιδιά
  • Πρήξιμο στα πόδια (σε σοβαρές περιπτώσεις)


Ενδείξεις και εξετάσεις

Ο γιατρός θα ζητήσει πλήρες ιστορικό και θα κάνει λεπτομερή εξέταση, ελέγχοντας προσεκτικά το στόμα και τον λαιμό σας. Θα σας υποβάλλει μια σειρά ερωτήσεων για την πρωινή υπνηλία, την ποιότητα ύπνου και τις συνήθειές σας όσον αφορά τις ώρες ύπνου.
Μια μελέτη ύπνου, η πολυπνογραφία, χρησιμοποιείται για την επιβεβαίωση της αποφρακτικής άπνοιας ύπνου.

Άλλες εξετάσεις που μπορεί να πραγματοποιηθούν είναι:



Θεραπεία

Στόχος είναι να κρατηθεί ο αεραγωγός ανοικτός έτσι ώστε να μην σταματά η αναπνοή κατά τη διάρκεια του ύπνου.

Οι ακόλουθες αλλαγές στον τρόπο ζωής προσφέρουν κάποια ανακούφιση από τα συμπτώματα της άπνοιας ύπνου σε ορισμένα άτομα:

  • Αποφυγή του αλκοόλ ή των ηρεμιστικών προ του ύπνου
  • Αποφυγή του ύπνου ανάσκελα
  • Χάσιμο βάρους


Η συνεχής ροή αέρα υπό πίεση κατευθείαν στη μύτη (CPAP) θεωρείται σήμερα η καταλληλότερη θεραπεία για την αποφρακτική άπνοια ύπνου στα περισσότερα άτομα. Πολλοί ασθενείς όμως δεν ανέχονται καλά τη θεραπεία CPAP. Η παρακολούθηση και υποστήριξη από ένα εξειδικευμένο κέντρο ύπνου μπορεί συχνά να βοηθήσει να υπερνικηθούν οποιαδήποτε προβλήματα στην εφαρμογή της θεραπείας CPAP.

Ορισμένοι ασθενείς μπορεί να χρειάζονται ειδικές οδοντικές συσκευές που τοποθετούνται στο στόμα ώστε να κρατούν το σαγόνι προτεταμένο.
Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να επιλεγεί η χειρουργική επέμβαση.
Τέτοιες επεμβάσεις είναι:
  • Η πλαστική υπερώας, σταφυλής, φάρυγγα (UPPP) – για την αφαίρεση του υπερβολικού ιστού στο πίσω μέρος του λαιμού
  • Πιο επεμβατικές χειρουργικές επεμβάσεις -- για τη διόρθωση τυχόν ανατομικών ανωμαλιών στη δομή του προσώπου, σε σπάνιες περιπτώσεις ασθενών με βαριάς μορφής άπνοια ή όταν η θεραπεία δεν αποδίδει
  • Tραχειοστομία -- για τη διάνοιξη οπής στην τραχεία και παράκαμψη τυχόν απόφραξης της ανώτερης αναπνευστικής οδού εξαιτίας ανατομικών προβλημάτων (γίνεται σπάνια)
  • Χειρουργική επέμβαση στη μύτη και τα ιγμόρια
Η χειρουργική αφαίρεση των αμυγδαλών και των αδενοειδών εκβλαστήσεων (κρεατάκια) μπορεί να θεραπεύσει την ασθένεια στα παιδιά, δεν φαίνεται όμως να βοηθά τους περισσότερους ενήλικες.



Πρόγνωση


Με τη θεραπεία, τα συμπτώματα της άπνοιας ύπνου κανονικά διορθώνονται στο σύνολό τους.


Επιπλοκές

Λόγω της πρωινής υπνηλίας, τα άτομα με άπνοια ύπνου διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για:
  • Αυτοκινητιστικά ατυχήματα όταν οδηγούν νυσταγμένοι
  • Βιομηχανικά ατυχήματα επειδή αποκοιμούνται την ώρα εργασίας

Η αποφρακτική άπνοια ύπνου αν δεν θεραπευτεί, μπορεί να δημιουργήσει ή να επιδεινώσει κάποια καρδιαγγειακή πάθηση, όπως:
  • Υψηλή πίεση
  • Καρδιακή ανεπάρκεια
  • Εγκεφαλικό επεισόδιο
  • Αρρυθμίες


Πότε να επικοινωνήσετε με τον γιατρό σας

Καλέστε τον γιατρό σας εάν:

  • Υποφέρετε από υπερβολική πρωινή υπνηλία
  • Εσείς ή η οικογένειά σας αντιληφθείτε συμπτώματα αποφρακτικής άπνοιας ύπνου
  • Πάσχετε από άπνοια ύπνου και τα συμπτώματα δεν βελτιώνονται με τη θεραπεία ή εμφανίζονται νέα συμπτώματα


Επιδιώξτε άμεση ιατρική παρακολούθηση ή καλέστε το 166 εάν εμφανίσετε τις ακόλουθες ενδείξεις έκτακτης ιατρικής ανάγκης:

  • Μειωμένη συνείδηση
  • Ακραία υπνηλία
  • Παραισθήσεις
  • Αλλαγές προσωπικότητας
  • Επίμονη σύγχυση


Πρόληψη

Τα παιδιά με υπερμεγέθεις αμυγδαλές και ‘κρεατάκια’ μπορεί να αναπτύξουν άπνοια ύπνου και άλλα σχετικά προβλήματα. Πρέπει να εξεταστούν από γιατρό που θα καθορίσει εάν χρειάζονται περαιτέρω αξιολόγηση.

Κατάθλιψη

Ορισμός

Η κατάθλιψη, γνωστή επίσης και ως καταθλιπτική διαταραχή ή μονοπολική κατάθλιψη, είναι μια ψυχική ασθένεια η οποία χαρακτηρίζεται από μια βαθιά και επίμονη αίσθηση της θλίψης ή απελπισίας και / ή απώλεια ενδιαφέροντος για πράγματα που κάποτε ήταν ευχάριστα. Επίσης κοινό χαρακτηριστικό είναι η διαταραχή στον ύπνο, την όρεξη και στις διανοητικές λειτουργίες.

Περιγραφή

Ο καθένας βιώνει αισθήματα θλίψης και δυστυχίας περιστασιακά. Ωστόσο, όταν αυτά τα καταθλιπτικά αισθήματα αρχίζουν να κυριαρχούν στην καθημερινή ζωή χωρίς να έχει συμβεί κάποια πρόσφατη απώλεια ή τραυματική εμπειρία προκαλώντας σωματική και ψυχική φθορά, αυτό είναι γνωστό ως κατάθλιψη.

Μία στις τέσσερις γυναίκες είναι πιθανότερο να παρουσιάσει ένα επεισόδιο βαριάς κατάθλιψης στη διάρκεια της ζωής της, με επικράτηση 10-20%, σε σύγκριση με το 5-10% για τους άνδρες. Η μέση ηλικία που συμβαίνει το πρώτο καταθλιπτικό επεισόδιο είναι στα μέσα της ηλικίας των 20, αν και η διαταραχή πλήττει όλες τις ηλικιακές ομάδες αδιακρίτως, από τα παιδιά μέχρι τους ηλικιωμένους.

Υπάρχουν δύο κύριες κατηγορίες κατάθλιψης: η μείζων καταθλιπτική διαταραχή και η δυσθυμική διαταραχή. Η μείζων καταθλιπτική διαταραχή είναι ένα μέτριο έως σοβαρό επεισόδιο κατάθλιψης διάρκειας δύο ή περισσοτέρων εβδομάδων.

Τα άτομα τα οποία βιώνουν μείζων καταθλιπτική διαταραχή, αντιμετωπίζουν διαταραχές στον ύπνο, χάνουν το ενδιαφέρον τους για δραστηριότητες που άλλοτε τους προκαλούσαν ευχαρίστηση, έχουν μεταβολή στο βάρος τους, αντιμετωπίζουν δυσκολία συγκέντρωσης, αισθάνονται άχρηστοι και αβοήθητοι ή έχουν εμμονή με τον θάνατο ή την αυτοκτονία.
Στα παιδιά, η μείζων καταθλιπτική διαταραχή μπορεί να εμφανιστεί ως ευερεθιστότητα.

Ενώ το μείζων καταθλιπτικό επεισόδιο μπορεί να είναι οξύ (έντονης αλλά μικρής διάρκειας), η δυσθυμική διαταραχή είναι μια συνεχής και χρόνια κατάθλιψη που διαρκεί δύο ή περισσότερα έτη (ένα ή περισσότερα χρόνια σε παιδιά) και έχει μέση διάρκεια 16 χρόνια.

Η ήπια έως μέτρια κατάθλιψη δυσθυμικής διαταραχής μπορεί να αυξηθεί και να μειωθεί στην ένταση. Μπορεί να εμφανίσουν επίσης ορισμένες χρονικές περιόδους μη καταθλιπτικής διάθεσης διάρκειας μέχρι και δύο μηνών.
Η Έναρξη γίνεται σταδιακά, και οι δυσθυμικοί ασθενείς μπορεί να μην είναι σε θέση να εντοπίσουν πότε ακριβώς άρχισαν να αισθάνονται κατάθλιψη. Τα άτομα με δυσθυμική διαταραχή μπορεί να εμφανίσουν μεταβολή στον ύπνο και στις διατροφικές τους συνήθειες, χαμηλή αυτοεκτίμηση, κόπωση, δυσκολία στη συγκέντρωση και συναισθήματα απόγνωσης.

Η κατάθλιψη μπορεί επίσης να εμφανιστεί ως διπολική διαταραχή. Μια ψυχική ασθένεια που προκαλεί ριζικές αλλαγές και εναλλαγές της διάθεσης από εξαντλητική κατάθλιψη μέχρι και αδιάκοπη μανία. Η πλειοψηφία των ανθρώπων με διπολική διαταραχή αντιμετωπίζει εναλλασσόμενα επεισόδια μανίας και κατάθλιψης.


Αίτια και συμπτώματα

Τα αίτια της κατάθλιψης είναι πολύπλοκα και δεν έχουν γίνει ακόμα πλήρως κατανοητά. Η ανισορροπία ορισμένων νευροδιαβιβαστών, οι χημικές ουσίες δηλαδή στον εγκέφαλο που μεταδίδουν μηνύματα μεταξύ των νευρικών κυττάρων πιστεύεται ότι είναι το κλειδί για την κατάθλιψη. Εξωγενείς παράγοντες, όπως η ανατροφή (περισσότερο σε δυσθυμία από ότι σε μείζονα κατάθλιψη) μπορεί να παίζουν επίσης ρόλο. Για παράδειγμα, εικάζεται ότι, αν ένα άτομο έχει κακοποιηθεί και παραμεληθεί κατά την παιδική ηλικία και την εφηβεία, μπορεί να προκύψει ένα μοτίβο αρνητικής σκέψης και χαμηλής αυτοεκτίμησης και από αυτό μπορεί να ακολουθήσει, μια διά βίου κατάθλιψη. Μια μελέτη του 2003 ανέφερε, ότι τα δύο τρίτα των ασθενών με μείζονα κατάθλιψη ανέφεραν επίσης ότι υποφέρουν από χρόνιο πόνο.


Συμπτώματα κατάθλιψης σε ενήλικες
  • Συνεχόμενη θλίψη
  • Αισθήματα ενοχής και αναξιότητας
  • Έλλειψη ενδιαφέροντος για σεξ
  • Αδυναμία συγκέντρωσης
  • Έλλειψη ενδιαφέροντος για δραστηριότητες
  • Κούραση
  • Απώλεια ή αύξηση σωματικού βάρους
  • Περισσότερος ή λιγότερος ύπνος
  • Άγχος
  • Σκέψεις αυτοκτονίας
  • Επιβράδυνση ομιλίας και σωματικής κίνησης


Η κληρονομικότητα φαίνεται να παίζει ρόλο στην ανάπτυξη της κατάθλιψης.
Άτομα τα οποία έχουν ανθρώπους με μείζονα κατάθλιψη, στο στενό οικογενειακό τους περιβάλλον, έχουν μέχρι και τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να πάσχουν από τη διαταραχή τους.

Φαίνεται ότι βιολογικοί και γενετικοί παράγοντες μπορούν να κάνουν ορισμένα άτομα με προδιάθεση επιρρεπείς σε καταθλιπτικές διαταραχές. Επίσης διαταραχή μπορούν να προκαλέσουν και οι περιβαλλοντικές συνθήκες.

Οι εξωτερικοί παράγοντες άγχους καθώς και οι σημαντικές αλλαγές στη ζωή, όπως τα χρόνια ιατρικά προβλήματα, ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου, το διαζύγιο, ή αποξένωση ή αποβολή ή απώλεια της θέσης εργασίας μπορεί να οδηγήσει σε μια μορφή κατάθλιψης γνωστή ως διαταραχή προσαρμογής.


Μείζον καταθλιπτικό επεισόδιο

Άνθρωποι που έχουν βιώσει μείζον καταθλιπτικό επεισόδιο, έχουν καταθλιπτική διάθεση και μειωμένη διάθεση η ευχαρίστηση για διάφορες δραστηριότητες.
Παιδιά τα οποία έχουν βιώσει μείζον καταθλιπτικό επεισόδιο, μπορεί να νιώσουν ή να δείχνουν ευερέθιστα αντί καταθλιπτικά.

Επιπλέον, πέντε ή περισσότερα από τα ακόλουθα συμπτώματα θα εμφανιστούν σε σχεδόν καθημερινή βάση σχεδόν για ένα χρονικό διάστημα τουλάχιστον δύο εβδομάδων:

• Σημαντική αλλαγή στο βάρος
• Αϋπνία ή υπερυπνία ( Υπερβολικός ύπνος )
• Ψυχοκινητική διέγερση ή επιβράδυνση
• Κόπωση ή απώλεια ενέργειας
• Αίσθημα αναξιότητας ή ενοχής
• Μειωμένη ικανότητα σκέψης ή συγκέντρωσης ή αναποφασιστικότητα
• Επαναλαμβανόμενες σκέψεις θανάτου ή αυτοκτονίας ή / και απόπειρες αυτοκτονίας


Συμπτώματα παιδικής / εφηβικής κατάθλιψης
  • Πτώση της σχολικής επίδοσης
  • Απώλεια ή αύξηση σωματικού βάρους
  • Στομαχόπονοι
  • Αϋπνία
  • Κοινωνική απόσυρση
  • Χρήση ναρκωτικών ή αλκοόλ
  • Απομόνωση
  • Απάθεια
  • Κούραση
  • Έλλειψη συγκέντρωσης


Δυσθυμική διαταραχή

Η Δυσθυμία συνήθως εμφανίζεται σε συνδυασμό με άλλες ψυχιατρικές και φυσικές διαταραχές.
Μέχρι και το 70% των δυσθυμικών ασθενών πάσχουν από δυσθυμική διαταραχή μαζί με μείζων καταθλιπτική διαταραχή, γνωστή και ως διπλή κατάθλιψη.

Πολλοί ασθενείς με δυσθυμία, κάνουν χρήση ουσιών και εμφανίζουν επίσης διαταραχές πανικού , διαταραχές της προσωπικότητας, κοινωνικές φοβίες και άλλες ψυχιατρικές παθήσεις. Η δυσθυμία είναι διαδεδομένη σε ασθενείς που πάσχουν από κάποιες ιατρικές παθήσεις, όπως η σκλήρυνση κατά πλάκας, το AIDS, ο υποθυρεοειδισμός, το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, η νόσος του Πάρκινσον, ο διαβήτης, καθώς και σε ασθενείς που έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση καρδιάς.

Η σύνδεση μεταξύ δυσθυμικής διαταραχής και των άνωθεν ιατρικών καταστάσεων είναι ασαφής, αλλά μπορεί να σχετίζεται με τον τρόπο που η ιατρική πάθηση και / ή φαρμακευτική αγωγή επηρεάζει τους νευροδιαβιβαστές.

Επίσης η δυσθυμική διαταραχή μπορεί να επιμηκύνει ή να περιπλέξει την αποκατάσταση των ασθενών που πάσχουν από ιατρικά προβλήματα.

Οι άνθρωποι με δυσθυμική διαταραχή, εκτός από το αίσθημα της κατάθλιψης, βιώνουν δύο ή περισσότερα από τα ακόλουθα συμπτώματα σχεδόν σε καθημερινή βάση και για χρονικό διάστημα δύο ή περισσότερα χρόνια (οι περισσότεροι υποφέρουν για πέντε έτη) ή ένα χρόνο ή περισσότερο για τα παιδιά.

• Ανορεξία ή υπερφαγία
• Αϋπνία ή υπερυπνία
• Χαμηλή ενέργεια ή κούραση
• Χαμηλή αυτοεκτίμηση
• Φτωχή συγκέντρωση ή δυσκολία λήψης αποφάσεων
• Μεταβαλλόμενη λίμπιντο
• Μεταβαλλόμενη όρεξη
• Μεταβαλλόμενα κίνητρα
• Συναισθήματα απόγνωσης


Διάγνωση

Οι κατευθυντήριες γραμμές για τη διάγνωση της μείζονος καταθλιπτικής και δυσθυμικής διαταραχής υπάρχουν στο Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο των Ψυχικών Διαταραχών, τέταρτη έκδοση (DSM IV).

Μεταξύ αυτών των τεστ είναι τα ακόλουθα: Η βαθμολογική κλίμακα του Hamilton για την κατάθλιψη, η καταγραφή της παιδικής κατάθλιψης, η κλίμακα της Γηριατρικής κατάθλιψης, Το ερωτηματολόγιο του Beck για την κατάθλιψη και η κλίμακα αυτό – αξιολόγησης κατάθλιψης του Zung.
Αυτά τα τεστ μπορούν να διεξαχθούν σε εξωτερικά ιατρεία ή νοσοκομεία από γενικούς ιατρούς, κοινωνικούς λειτουργούς, ψυχιάτρους η ψυχολόγους.


Θεραπεία

Μια σειρά από εναλλακτικά φάρμακα έχουν αποδειχθεί ότι συμβάλλουν στην θεραπεία της κατάθλιψης.
Μια πρόσφατη έκθεση τόνισε ότι όλο και περισσότεροι γιατροί θα πρέπει να ενθαρρύνουν εναλλακτικές θεραπείες, όπως προγράμματα συμπεριφοράς και αυτοβοήθειας, προγράμματα άσκησης υπό την επίβλεψη ειδικού, και προσεκτική συνταγογράφηση αντικαταθλιπτικών φαρμάκων για την ήπια κατάθλιψη.

Η Σοκολάτα, ο καφές, η ζάχαρη και το αλκοόλ μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά τη διάθεση και θα πρέπει να αποφεύγονται. Ενώ τα λιπαρά οξέα είναι απαραίτητα για την μείωση της κατάθλιψης και την αύξηση της διάθεσης. Εκφράζοντας τις σκέψεις και τα συναισθήματα σε ένα ημερολόγιο είναι επίσης θεραπευτικό.

θετική επίδραση στην κατάθλιψη έχει και η αρωματοθεραπεία, ιδιαίτερα τα εσπεριδοειδή αρώματα. Η ψυχοθεραπεία ή συμβουλευτική αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της θεραπείας, διότι μπορεί να βρει και να θεραπεύσει την αιτία της κατάθλιψης.


Ψυχοκοινωνική θεραπεία

Η Ψυχοθεραπεία διερευνά τη ζωή ενός ατόμου και φέρει στο προσκήνιο τις πιθανές αιτίες που συμβάλλουν στην κατάθλιψη. Κατά τη διάρκεια της θεραπείας, ο θεραπευτής βοηθά τον ασθενή να συνειδητοποιήσει τον τρόπο σκέψης του / της και το πώς προήλθε. Υπάρχουν αρκετοί διαφορετικοί τύποι ψυχοθεραπείας, αλλά όλες έχουν ως κοινό στόχο να βοηθήσουν τον ασθενή να αναπτύξει υγιείς τρόπους επίλυσης προβλημάτων καθώς και δεξιότητες αντιμετώπισης τους.

Ο θεραπευτής βοηθά τον ασθενή να εντοπίσει τα αρνητικά ή διαστρεβλωμένα πρότυπα σκέψης καθώς και τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά που τα συνοδεύουν. Στη συνέχεια επανεκπαιδεύει τον ασθενή να αναγνωρίσει την σκέψη και να αντιδράσει σε αυτό με διαφορετικό τρόπο.


Ορθομοριακή θεραπευτική

Η Θεραπεία Ορθομοριακής παραπέμπει σε αγωγή που επιδιώκει να επιτύχει το βέλτιστο χημικό περιβάλλον για τον εγκέφαλο. Η θεωρία πίσω από αυτήν την προσέγγιση είναι ότι η ψυχική ασθένεια προκαλείται από χαμηλές συγκεντρώσεις συγκεκριμένων χημικών ουσιών. Ο Linus Pauling πίστευε ότι η ψυχική ασθένεια οφείλεται σε χαμηλές συγκεντρώσεις των βιταμινών Β, βιοτίνης, βιταμίνης C, ή φολικού οξέως. Τα συμπληρώματα βιταμινών Β1, Β2, Β6 βελτιώνουν τα συμπτώματα της κατάθλιψης σε ηλικιωμένους ασθενείς που λαμβάνουν τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά. Τα αμινοξέα τρυπτοφάνη, τυροσίνη και φαινυλαλανίνη έχει αποδειχθεί ότι έχουν θετικές επιπτώσεις στην κατάθλιψη. Ωστόσο θα πρέπει να πραγματοποιηθουν μεγαλύτερες και ελεγχόμενες κλινικές μελέτες για να επιβεβαιωθούν τα συμπεράσματα.


Τα ομοιοπαθητικά φάρμακα

Τα ομοιοπαθητικά φάρμακα μπορεί να είναι χρήσιμα για την θεραπεία της κατάθλιψης. Για τις δόσεις θα πρέπει να ζητείται η γνώμη του ομοιοπαθητικού ιατρού.

Φωτοθεραπεία

Η φωτοθεραπεία χρησιμεύει στον έλεγχο της κατάθλιψης που προκαλείται από την εποχική συναισθηματική διαταραχή. Η θεραπεία περιλαμβάνει την έκθεση του ασθενούς σε φως υψηλής έντασης

Οι περισσότεροι άνθρωποι θα δουν αποτελέσματα μέσα σε τρεις έως τέσσερις εβδομάδες. Οι παρενέργειες περιλαμβάνουν πονοκεφάλους, ασθενωπία, ευερεθιστότητα και αϋπνία. Η εποχική κατάθλιψη μπορεί να βελτιωθεί, μετά από μιας εβδομάδας ή και περισσότερο παραμονής σε ηλιόλουστο κλίμα.

Αλλοπαθητική θεραπεία

Η κατάθλιψη συνήθως αντιμετωπίζεται με αντικαταθλιπτικά ή ψυχοκοινωνική θεραπεία. Όταν χρησιμοποιούνται από κοινού σωστά, η θεραπεία και τα αντικαταθλιπτικά είναι ένα ισχυρό σχέδιο θεραπείας για τον καταθλιπτικό ασθενή.


Ηλεκτροσπασμοθεραπεία

Η ηλεκτροσπασμοθεραπεία, συνήθως χρησιμοποιείται όταν όλες οι άλλες θεραπείες και φαρμακευτικές επιλογές έχουν διερευνηθεί και εξαντληθεί.

Ωστόσο, μερικές φορές χρησιμοποιείται στην αρχή της θεραπείας, όταν υπάρχει σοβαρή κατάθλιψη και ο ασθενής αρνείται την φαρμακευτική αγωγή ή αφυδατώνεται, γίνεται ψυχωτικός ή παρουσιάζει ισχυρές τάσεις αυτοκτονίας.

Η θεραπεία αποτελείται από μια σειρά ηλεκτρικών παλμών, που κινούνται στον εγκέφαλο μέσω των ηλεκτροδίων που τοποθετούνται στο κεφάλι του ασθενούς.

Η ηλεκτροσπασμοθεραπεία χορηγείται κατόπιν γενικής αναισθησίας και στους ασθενείς χορηγείται μυοχαλαρωτικό για την πρόληψη των σπασμών. Αν και δεν είναι γνωστοί οι ακριβείς μηχανισμοί πίσω από την επιτυχία της ηλεκτροσπασμοθεραπείας, υπάρχει η πεποίθηση ότι το ηλεκτρικό ρεύμα τροποποιεί τις ηλεκτροχημικές διαδικασίες του εγκεφάλου και κατά συνέπεια την ανακούφιση από την κατάθλιψη.

Πιθανές παρενέργειες μετά την διαδικασία της ηλεκτροσπασμοθεραπείας είναι οι π
όνοι στους μυς, πονοκέφαλοι, ναυτία και σύγχυση.
Άλλη παρενέργεια που αναφέρεται συνήθως είναι η παροδική απώλεια μνήμης.
Στα τέλη του 2001, μια μελέτη ανέφερε, ότι μια συσκευή παρόμοια με βηματοδότη που χρησιμοποιείται για την θεραπεία της επιληψίας προσαρμόστηκε για τους ασθενείς με κατάθλιψη.

Μια εμφυτευμένη ηλεκτρονική συσκευή στέλνει διακοπτόμενα σήματα στο πνευμονογαστρικό νεύρο, το οποίο με τη σειρά του μεταφέρει τα σήματα στον εγκέφαλο, συνδέοντας περιοχές που είναι γνωστές για τη ρύθμιση της διάθεσης.

Αν και αυτή τη στιγμή είναι ακόμα σε πειραματικό στάδιο, τα πρώτα αποτελέσματα για την θεραπεία της κατάθλιψης είναι πολύ ενθαρρυντικά.


Αναμενόμενα αποτελέσματα

Η σωστή θεραπεία ανακουφίζει από τα συμπτώματα της κατάθλιψης στο 80-90% των ασθενών. Μετά από κάθε μείζον καταθλιπτικό επεισόδιο, ο κίνδυνος υποτροπής ανεβαίνει σημαντικά κατά 50% μετά από ένα επεισόδιο, το 70% μετά από δύο επεισόδια, και το 90% μετά από τρία επεισόδια. Για το λόγο αυτό, οι ασθενείς πρέπει να γνωρίζουν τα συμπτώματα των επαναλαμβανόμενων επεισοδίων κατάθλιψης για τα οποία μπορεί να απαιτείται η τήρηση μιας μακροχρόνιας θεραπείας.

Συνολικά, οι κλινικοί ιατροί προτείνουν ότι, η διαδικασία ανάκαμψης για τους ασθενείς με κατάθλιψη λειτουργεί καλύτερα όταν οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας επικεντρώνονται ολοκληρωμένα στο άτομο και όχι μόνο στην διαταραχή του.

Εκτός από την συνταγογράφηση φαρμάκων, ο γιατρός πρέπει να αντιμετωπίσει την αυτοεκτίμηση, το αίσθημα του ελέγχου και την αποφασιστικότητα του ασθενή.
Τονίζουν δε, ότι οι ασθενείς με κατάθλιψη χρειάζονται μια αίσθηση αισιοδοξίας και θα πρέπει να ενθαρρύνονται να επιδιώκουν την υποστήριξη των μελών της οικογένειας και των φίλων.

Πρόληψη

Η εκπαίδευση των ασθενών με τη μορφή της θεραπείας ή ομάδων αυτοβοήθειας είναι ζωτικής σημασίας για τους ασθενείς με καταθλιπτικές διαταραχές ώστε να αντιλαμβάνονται τα πρώτα συμπτώματα της κατάθλιψης και να λάβουν ενεργό μέρος σε πρόγραμμα θεραπείας τους. Σε μερικούς ασθενείς μπορεί να απαιτείται εκτεταμένη θεραπεία συντήρησης με αντικαταθλιπτικά ώστε να προλαμβάνεται η υποτροπή. Η πρώιμη παρέμβαση στα παιδιά που πάσχουν από κατάθλιψη είναι αποτελεσματική όσον αφορά την ανάσχεση της ανάπτυξης σε πιο σοβαρά προβλήματα.





































Σοβαρή Υπενθύμιση:

Οι πληροφορίες που περιέχονται στο www.eumedline.eu έχουν σαν μοναδικό σκοπό την ενημέρωση και δεν αποτελούν πρόταση για οποιαδήποτε ιατρική-διαγνωστική εξέταση ή θεραπεία. Προτείνεται τα ανωτέρω να γίνονται σε συνεννόηση με τον γιατρό σας η άλλους επαγγελματίες υγείας.


Η ιατρική είναι μια συνεχώς μεταβαλλόμενη επιστήμη και η θεραπεία δεν είναι πάντα σαφώς καθορισμένη. Η νέα έρευνα αλλάζει καθημερινά τις διαγνωστικές και θεραπευτικές ενδείξεις. Το euMEDLINE προσπαθεί να παρέχει ενημερωμένες και ακριβείς πληροφορίες που είναι αποδεκτές γενικά μέσα στα ιατρικά πρότυπα κατά την διάρκεια της δημοσίευσης. Εντούτοις, δεδομένου ότι η ιατρική επιστήμη αλλάζει συνεχώς και το ανθρώπινο λάθος είναι πάντα δυνατό, το euMEDLINE δεν μπορεί να διαβεβαιώσει ότι οι πληροφορίες που περιέχονται σε αυτό είναι ακριβείς ή πλήρεις, ούτε είναι υπεύθυνο για τυχόν παραλείψεις, λάθη ή για τα αποτελέσματα της χρησιμοποίησης αυτών των πληροφοριών.


Ο αναγνώστης πρέπει να επιβεβαιώσει τις πληροφορίες που περιέχονται στο euMEDLINE από άλλες πηγές πριν από τη χρήση και ιδιαίτερα από τους επαγγελματίες υγείας. Ειδικότερα, όλες οι δόσεις, οι ενδείξεις, και οι αντενδείξεις των φαρμάκων πρέπει να επιβεβαιωθούν στο πληροφοριακό ένθετο των συσκευασιών των φαρμάκων. Η χρήση των εμπορικών ονομασιών των φαρμάκων γίνεται αποκλειστικά για ενημερωτικούς-πληροφοριακούς λόγους και δεν υποδηλώνει μεροληψία υπέρ αυτών.


Το euMEDLINE δεν μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνο, άμεσα ή έμμεσα, για τη ζημιά ή την επιπλοκή που μπορεί να προκύψει με την εφαρμογή των πληροφοριών που περιέχονται στις σελίδες του. Για κάθε απορία επικοινωνήστε μαζί μας μέσω e-mail.