Πιθανές παθήσεις για το σύμπτωμα: Αίμα στα ούρα

Αναζήτηση Συμπτωμάτων:


Λίθοι στα νεφρά


Ορισμός

Ο λίθος στα νεφρά είναι συμπαγές μάζα, που δημιουργείται από μικροσκοπικούς κρυστάλλους.


Εναλλακτικοί ορισμοί

Νεφρικοί λίθοι, νεφρολιθίαση, λίθοι νεφρών


Αιτία, συχνότητα και παράγοντες κινδύνου

Οι νεφρικοί λίθοι δημιουργούνται όταν τα ούρα περιέχουν σε μεγάλες ποσότητες κάποιες ουσίες. Αυτές οι ουσίες μπορούν να δημιουργήσουν μικρούς κρυστάλλους, οι οποίοι μετατρέπονται σε λίθους.

Η αφυδάτωση είναι ο κύριος παράγοντας κινδύνου για τη δημιουργία λίθων στα νεφρά.

Οι νεφρικοί λίθοι δεν προκαλούν συμπτώματα, έως ότου ξεκινήσουν μονάχα την κάθοδό τους, στους ουρητήρες κι από κει στην ουροδόχο κύστη. Με τον τρόπο αυτόν, ο λίθος αποφράσσει την έξοδο των ούρων από τα νεφρά. Αυτό προκαλεί τη διόγκωση του ενός ή και των δύο νεφρών, επιφέροντας συνάμα κι άλγος. Ο πόνος είναι συνήθως έντονος.

Ο σχηματισμός λίθων στα νεφρά είναι συχνή πάθηση. Άτομα που έχουν παρουσιάσει νεφρολιθίαση στο παρελθόν, διατρέχουν μεγάλες πιθανότητες να παρουσιάσουν και στο μέλλον. Η πάθηση αυτή εμφανίζεται συνήθως και στα πρόωρα βρέφη.

Ορισμένοι τύποι λίθων είναι κληρονομικοί. Κάποιοι σχηματισμοί λίθων, μπορούν να συσχετιστούν με νόσους του εντέρου, την ειλεοπαράκαμψη για αντιμετώπιση της παχυσαρκίας ή νεφροσωληναριακές διαταραχές.

Υπάρχουν διάφοροι τύποι νεφρικών λίθων. Η ακριβής αιτία σχηματισμού τους εξαρτάται από τον τύπο του λίθου.
  • Τη μεγαλύτερη συχνότητα έχουν οι λίθοι ασβεστίου. Εμφανίζονται συχνότερα στους άνδρες απ’ ότι στις γυναίκες, συνηθέστερες ηλικίες εμφάνισης, τα 20 – 30 έτη. Έχουν την τάση να επανεμφανίζονται. Το ασβέστιο έχει την τάση να συνδέεται με άλλες ουσίες, όπως οξαλικά άλατα (η πιο κοινή ουσία), φωσφορικά ή ανθρακικά άλατα. Τα οξαλικά άλατα βρίσκονται σε ορισμένες τροφές. Παθήσεις του λεπτού εντέρου ευνοούν το σχηματισμό λίθων οξαλικού ασβεστίου.
  • Οι λίθοι κυστίνης εμφανίζονται σε κυστινουρικούς ασθενείς.
  • Οι λίθοι στρουβίτη εμφανίζονται συνήθως σε γυναίκες που πάσχουν από λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος.
  • Οι κρύσταλλοι ουρικού οξέος είναι συχνότεροι στους άνδρες απ’ ότι στις γυναίκες. Μπορούν να εμφανιστούν κατά την ποδάγρα ή κατά τη χημειοθεραπεία.

Άλλες ουσίες μπορούν επίσης να δημιουργήσουν λίθους.


Συμπτώματα

Κύριο σύμπτωμα είναι ο έντονος πόνος, ο οποίος εμφανίζεται κι εξαφανίζεται αιφνίδια.
  • Ο πόνος μπορεί να γίνει αισθητός στην ομφαλική ή στην πλάγια ραχιαία χώρα.
  • Το άλγος μπορεί να μεταναστεύσει στη βουβωνική χώρα ή στους όρχεις.

Άλλα συμπτώματα περιλαμβάνουν:
  • Μη φυσιολογικό χρώμα στα ούρα
  • Αιματουρία
  • Ρίγη
  • Πυρετός
  • Ναυτία
  • Έμετο

Σημεία και παρά-κλινικές εξετάσεις

Ο πόνος ενδέχεται να γίνει τόσο έντονος που ίσως χρειαστούν αναλγητικά ναρκωτικού τύπου. Ο ομφαλική (κοιλιακή) και η ραχιαία χώρα, ίσως να είναι ευαίσθητες στη ψηλάφηση.


Διαγνωστικές εξετάσεις νεφρολιθίασης είναι:

  • Η ανάλυση του λίθου θα αποκαλύψει τη σύστασή του.
  • Τα επίπεδα ουρικού οξέως
  • Η ανάλυση των ούρων θα αναδείξει την τυχόν ύπαρξη κρυστάλλων ή ερυθροκυττάρων .


Η ύπαρξη λίθων καθώς και η απόφραξη του ουρητήρα μπορούν να αναδειχθούν με τις παρακάτω εξετάσεις:



Οι εργαστηριακές εξετάσεις μας αποκαλύπτουν τις υψηλές τιμές ασβεστίου, οξαλικού και ουρικού οξέως στα ούρα και τον ορό του αίματος.


Θεραπεία

Στόχος της θεραπείας είναι η απαλλαγή των συμπτωμάτων και η πρόληψη μεταγενέστερων επιπλοκών (οι λίθοι πολύ μικρού μεγέθους αποβάλλονται συνήθως ασυμπτωματικά). Η θεραπεία εξαρτάται από τον τύπο των λίθων και τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων. Άτομα με κρίσιμα συμπτώματα, μπορεί να χρειαστούν ενδονοσοκομειακή νοσηλεία.

Κατά την αποβολή του λίθου, σωστό θα ήταν να συλλεχθούν τα ούρα και μετά τη εύρεση του λίθου να σταλεί προς εξέταση της σύστασής του.

Πίνετε 6 – 8 ποτήρια νερό ημερησίως ώστε να παράγετε μεγάλη ποσότητα ούρων. Κάποιοι ίσως χρειαστούν ενδοφλέβια χορήγηση υγρών .

Τα αναλγητικά μπορούν να βοηθήσουν στην ανακούφιση του άλγους που προκαλείται κατά την κάθοδο των λίθων (κολικός του νεφρού). Για έντονο άλγος ίσως καταφύγετε στη λήψη αναλγητικών ναρκωτικών ή μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών (ΜΣΑΦ) σκευασμάτων, όπως την ιμπουπροφένη.

Αναλόγως με το τύπο του λίθου, ο ιατρό σας, θα σας συνταγογραφήσει φαρμακευτική αγωγή που θα αποσκοπεί στη μείωση σχηματισμού αυτού, στη διάσπασή του και στην απομάκρυνση των συστατικών του ουσιών. Η φαρμακευτική αγωγή περιλαμβάνει:
  • Αλλοπουρινόλη (για λίθους ουρικού οξέως).
  • Αντιβιοτικά (για λίθους στρουβίτη)
  • Διουρητικά
  • Φωσφορικά διαλύματα
  • Διττανθρακικό νάτριο ή κιτρικό νάτριο (που κάνουν τα ούρα πιο αλκαλικά).


H xειρουργική αντιμετώπιση χρήζει πλέον στις παρακάτω περιπτώσεις:

  • Πολύ μεγάλο μέγεθος λίθου ούτως ώστε να παρακολλάται κατά την κάθοδό του
  • Λίθος που αναπτύσσεται σε μέγεθος.
  • Λίθος που αποφράσσει την ομαλή ροή των ούρων και προκαλεί φλεγμονή ή βλάβη των νεφρών.

Οι περισσότερες θεραπείες σήμερα είναι πολύ λιγότερο αιματηρές απ’ ότι στο παρελθόν.
  • Εξωσωματική λιθοτριψία για την απομάκρυνση λίθων ελαφρώς μικρότερων του μισού εκατοστού και που εντοπίζονται σχετικά κοντά στο νεφρό. Αυτή η μέθοδο χρησιμοποιεί υπέρηχους και κύματα εντάσεως για τη διάσπαση των λίθων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι λίθοι απομακρύνονται από το σώμα μέσω των ούρων.
  • Διαδερμική νεφρολιθοτομή χρησιμοποιείται για ευμεγέθης λίθους εντός ή πολύ κοντά των νεφρών ή όταν οι ίδιοι νεφροί ή τα γύρω ανατομικά στοιχεία έχουν ανώμαλη ανατομία. Ο λίθος αφαιρείται μέσω ενδοσκοπίου, το οποίο εισάγεται στην περιοχή από μια μικρή οπή του δέρματος.
  • Ο υπέρηχος ουρητήρων είναι χρήσιμος στις περίπτωση κατά την οποία ο λίθος εντοπίζεται στις κατώτερες ουροποιητικές οδούς.
  • Η κλασική χειρουργική αντιμετώπιση (νεφρολιθοτομή) απαιτείται στην περίπτωση αποτυχίας των προηγούμενων μεθόδων.


Πρόγνωση

Οι λίθοι των νεφρών είναι επίπονοι, αλλά συνήθως μπορούν να αφαιρεθούν από το σώμα δίχως να προκαλέσουν μόνιμη βλάβη. Έχουν την τάση να επανασχηματίζονται, ιδίως στην περίπτωση της μη ανεύρεσής τους και αγωγής τους.


Επιπλοκές
  • Μείωση ή απώλεια λειτουργίας του προσβεβλημένου νεφρού.
  • Υπολειπόμενη νεφρική βλάβη
  • Απόφραξη του ουρητήρα (αποφρακτική ουρητηροπάθεια).
  • Επανεμφάνιση των λίθων.
  • Φλεγμονή ουροποιητικού συστήματος


Επικοινωνία με τον οικογενειακό σας ιατρό

Καλέστε τον οικογενειακό σας ιατρό να παρουσιάσετε συμπτώματα νεφρολιθίασης.

Επίσης καλέστε τον ιατρό σας αν τα συμπτώματα επανεμφανιστούν, αν έχετε επώδυνη ούρηση, αν έχετε δυσκολία στην πλήρη αποβολή ούρων ή εμφανιστούν νέα συμπτώματα.


Πρόληψη

Αν έχετε ιστορικό νεφρολιθίασης, να πίνετε πολλά υγρά (6 – 8 ποτήρια νερό ημερησίως) με σκοπό την παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων ούρων. Ανάλογα με τον τύπο του λίθου, ίσως χρειαστείτε να φαρμακευτική αγωγή προς αποφυγή επανασχηματισμού των λίθων.
Ίσως χρειαστεί να αλλάξετε τη δίαιτά σας, προς αποφυγή επανεμφάνισης των συμπτωμάτων.




Ευμεγέθης προστάτης


Ορισμός

Ο προστάτης είναι ένας αδένας του αναπαραγωγικού συστήματος του άρρεν φύλου, το οποίο παράγει το υγρό εκείνο που μεταφέρει το σπέρμα κατά την εκσπερμάτωση. Περιβάλλει την ουρήθρα, τον πόρο μέσω του οποίου, αποβάλλονται τα ούρα από τον οργανισμό.

Με τον όρο ευμεγέθης προστάτης εννοούμε ότι ο αδένας έχει αναπτυχθεί σε όγκο. Ο προστάτης αναπτύσσεται σε όγκο, σχεδόν σε όλους τους άνδρες με το πέρασμα του χρόνου. Κατά την ανάπτυξη του όγκου του αδένα, ο τελευταίος μπορεί να συμπιέζει την ουρήθρα, προκαλώντας διαταραχές στην ούρηση και την ουροδόχο κύστη.

Ο ευμεγέθης προστάτης συχνά καλείται και καλοήθης υπερπλασία του προστάτη ή καλοήθης υπερτροφία του προστάτη. Δεν πρόκειται για καρκίνο, ούτε αυξάνει τον κίνδυνο για αναπτύξει καρκίνου του προστάτη.



Εναλλακτικοί ορισμοί

ΒPH, Καλοήθης υπερπλασία του προστάτη (υπερτροφία), Προστάτης – ευμεγέθης



Αίτια, συχνότητα, παράγοντες κινδύνου

Μέχρι σήμερα, τα πραγματικά αίτια της υπερτροφίας του προστάτη, παραμένουν άγνωστα. Παράγοντες που σχετίζονται με την ηλικία και τους ίδιους τους όρχεις, ίσως να παίζουν κάποιο ρόλο στην υπερτροφία του αδένα. Άνδρες οι οποίοι έχουν υποβληθεί σε ορχεκτομή σε νεαρή ηλικία (για παράδειγμα λόγω καρκίνου των όρχεων), δεν αναπτύσσουν υπερπλασία του προστάτη.

Παρομοίως, αν κάποιος υποβληθεί σε ορχεκτομή μετά την εμφάνιση υπερπλασία του προστάτη, ο προστάτης ξεκινά να μειώνεται σε μέγεθος.


Σχετικά γεγονότα με την υπερτροφία του προστάτη:

  • Οι πιθανότητες ανάπτυξης υπερτροφικού προστάτη αυξάνουν με την ηλικία.
  • Η υπερπλασία του προστάτη είναι τόσο συχνή που έχει ειπωθεί ότι όλοι οι άνδρες θα την αναπτύξουν, αν κι εφόσον ζήσουν για αρκετά χρόνια.
  • Η υπερπλασία του προστάτη εμφανίζεται σ’ ένα μικρό ποσοστό των ανδρών άνω των 40 ετών, ενώ το 90% των ανδρών την παρουσιάζουν μετά την ηλικία των 80 ετών.
  • Δεν έχει αναγνωριστεί κανένας παράγοντας κινδύνου, εκτός από το να έχει κάποιος φυσιολογικούς όρχεις.


Συμπτώματα

Λιγότερο από τους μισούς άνδρες με υπερπλασία του προστάτη, παρουσιάζουν συμπτώματα της πάθησης, τα οποία περιλαμβάνουν:
  • Λίγες σταγόνες ούρων μετά το πέρας της ούρησης
  • Ανικανότητα ουρήσεως (κατακράτηση ούρων)
  • Αδυναμία πλήρους αποβολής της ποσότητας των ούρων που περιέχονται στην ουροδόχη κύστη.
  • Ακράτεια ούρων
  • Η ανάγκη ουρήσεως δύο ή και περισσότερες φορές, κατά τη διάρκεια της νύχτας
  • Άλγος κατά την ούρηση ή αιματηρά ούρα (αυτό ίσως να αποτελεί ένδειξη φλεγμονής).
  • Καθυστερημένη εκκίνηση ουρήσεως
  • Προσπάθεια ουρήσεως
  • Έντονη κι αιφνίδια ανάγκη προς ούρηση
  • Αδύναμη ροή ούρων



Σημεία και παρα-κλινικές εξετάσεις


Μετά τη λήψη πλήρους ατομικού ιστορικού, ο ιατρός σας, θα σας υποβάλλει σε δακτυλική εξέταση του ορθού, προκειμένου να ψηλαφίσει τον προστάτη αδένα.

Επίσης μπορεί να διεξαχθούν οι ακόλουθες εξετάσεις:
  • Ο μέσος όρος (αναλογία) της ροής των ούρων.
  • Εξέταση υπολειπόμενων ούρων μετά την ούρηση, ούτως ώστε να υπολογιστεί η ποσότητα των ούρων που παραμένει στην ουροδόχο κύστη μετά την ούρηση.
  • Η μελέτη της πίεσης ροής, εξετάζει την πίεση της κύστεως κατά την ούρηση
  • Γενική ούρων για ανάδειξη πιθανών ερυθρών αιμοσφαιρίων ή πυοσφαιρίων
  • Ουροκαλλιέργεια για έλεγχο πιθανής λοίμωξης
  • Προσδιορισμός του ειδικού για τον προστάτη αντιγόνου στον ορό του αίματος, ενδεικτικό για καρκίνο του προστάτη
  • Κυστεοσκόπηση.
Ίσως σας ζητηθεί να συμπληρώσετε κάποιο ερωτηματολόγιο που να αφορά τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων σας και της επιρροής τους στην καθημερινή σας ζωή. Το παρόν αποτέλεσμα ίσως να συγκριθεί με παλαιότερο, ώστε να διευκρινιστεί αν η κατάστασή σας επιδεινώθηκε ή όχι.


Θεραπεία

Η επιλογή της θεραπείας βασίζεται στη σοβαρότητα και την έκταση που έχουν τα συμπτώματα στην καθημερινή σας ζωή και την παρουσία ή μη της παθολογική σας κατάστασης. Η επιλογή της θεραπευτικής αγωγής περιλαμβάνει την «αδιάκοπη παρακολούθηση», αλλαγές στις καθημερινές σας συνήθειες, φαρμακευτική αγωγή ή χειρουργική επέμβαση.

Αν είστε άνω των 60 ετών, έχετε μεγάλες πιθανότητες να παρουσιάσετε συμπτώματα. Ωστόσο πολλές περιπτώσεις ανδρών με ευμεγέθη προστάτη, παρουσιάζουν ελάχιστα συμπτώματα. Πολύ χρήσιμο θα ήταν να προβείτε σε βήματα αυτό-φροντίδας.

Αν έχετε ευμεγέθης προστάτη οφείλετε να εξετάζεστε ετησίως, ώστε να παρακολουθείτε την εξέλιξη των συμπτωμάτων σας και να κρίνει ο ιατρός σας αν είναι πρέπει να προβείτε σε αλλαγή της θεραπευτικής σας αγωγής.

ΑΥΤΟ – ΦΡΟΝΤΙΔΑ

Για ήπια συμπτώματα:

  • Να ουρείτε εφόσον νιώθετε επιτακτική ανάγκη. Ακόμη, επισκεφθείτε την τουαλέτα, όποτε σας δοθεί η ευκαιρία, ακόμη κι αν δεν έχετε έπειξη προς ούρηση.
  • Αποφύγετε το αλκοόλ και την καφεΐνη, ιδίως μετά από γεύμα. Μην καταναλώνετε πολλά υγρά. Κάνετε κατανομή των υγρών που καταναλώνεται καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας. Αποφύγετε την κατανάλωση υγρών το τελευταίο δίωρο πριν τον ύπνο.
  • Προσπαθήστε να μην προμηθεύεστε φαρμακευτικά σκευάσματα για συνάχι ή την παρραρινοκολπίτιδα, που περιέχουν αποσυμφορητικά και αντισταμινικά. Τα σκευάσματα αυτά μπορεί να αυξήσουν τα συμπτώματα του υπερπλασία του προστάτη.
  • Προσπαθήστε να διατηρείτε ζεστή τη θερμοκρασία του σώματός σας και να ασκείστε τακτικά. Το κρύο περιβάλλον και η έλλειψη σωματικής άσκησης, επιδεινώνουν τα συμπτώματα.
  • Μάθετε κι εκτελέστε ασκήσεις ενδυνάμωσης της λεκάνης
  • Ελαττώστε το στρες. Τα νεύρα και η ένταση οδηγούν σε πιο συχνή ούρηση.


ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ


Η χειρουργική εκτομή του προστάτη συστήνεται στις περιπτώσεις που παρουσιάζετε:
  • Ακράτεια ούρων
  • Υποτροπιάζουσα αιματουρία
  • Αδυναμία πλήρους αποβολής ούρων από την ουροδόχο κύστη (κατακράτηση ούρων)
  • Υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις
  • Έκπτωση νεφρικής λειτουργίας
  • Ουρολιθίαση

Η επιλογή της χειρουργικής τεχνικής, βασίζεται συνήθως στη σοβαρότητα των συμπτωμάτων και στο μέγεθος, καθώς και σχήμα του προστάτη αδένα

  • Διαουρηθρική εκτομή του προστάτη: αυτή είναι η πιο κοινή κι αποδεδειγμένη χειρουργική τεχνική για την αντιμετώπιση της υπερπλασία του προστάτη. Η Διαουρηθρική εκτομή του προστάτη συνίσταται στην εισαγωγή ενός ξέστρου, μέσω του πέους, και στην εκτομή του προστάτη «κομμάτι-κομμάτι».
  • Διαουρηθρική διάνοιξη του προστάτη : η διαδικασία είναι παρόμοια με την Διαουρηθρική εκτομή του προστάτη, αλλά συνήθως χρησιμοποιείται σε άνδρες με μικρότερο μέγεθος προστάτη. Η τεχνική αυτή πολλές φορές δε χρήζει ενδονοσοκομειακή νοσηλεία. Όπως και στην Διαουρηθρική εκτομή του προστάτη, εισάγουμε, μέσω του πέους, στον προστάτη ένα ξέστρο. Στην τεχνική αυτή όμως, αντί να αφαιρείται ο προστάτης, εκτελείται μια τομή (διάνοιξη / σχάση) των ιστών του προστάτη, ούτως ώστε να μεγεθύνεται η έξοδο της ουρήθρας και συνεπώς διευκολύνεται η κυστική αποβολή.
  • Απλή προστατεκτομή: μια «ανοιχτή» προστατεκτομή διεξάγεται με γενική ή ραχιαία αναισθησία. Εκτελείται μια τομή στην κοιλιακή χώρα ή περινεϊκή (η περιοχή πίσω από το όσχεο). Αφαιρείται μόνο το εσωτερικό τμήμα του προστάτη αδένα. Το εξωτερικό τμήμα (περίβλημα) παραμένει. Η τεχνική αυτή είναι χρονοβόρα και συνήθως απαιτεί 5 – 10 μέρες νοσηλείας.
Οι περισσότεροι άνδρες που έχουν υποβληθεί σε χειρουργείο για τον προστάτη, παρουσίασαν βελτίωση της αναλογίας ροής ούρων και των συμπτωμάτων τους.
Υπάρχουν ωστόσο, κι άλλες λιγότερο αιματηρές τεχνικές. Αυτές χρησιμοποιούν διάφορες μορφές θερμότητας, προκειμένου να καταστρέψουν τον ιστό του προστάτη, περιλαμβάνοντας:
  • Ενέργεια ραδιοσυχνότητας – διαουρηθρική εξαίρεση δια βελόνας
  • Ενέργεια μικροκυμάτων – διαουρηθρική θερμοθεραπεία με μικροκύματα
  • Ηλεκτρικό ρεύμα – διαουρηθρική ηλεκτροεξάτμιση
  • Ζεστό νερό – θερμοθεραπεία εισάγοντας νερό
  • Λέιζερ – πήξη με λέιζερ του διάμεσου ιστού και εκπυρήνωση του προστάτη με όλμιο λέιζερ .

Καμία ωστόσο από τις παραπάνω τεχνικές δεν αποδείχθηκε καλύτερη της Διαουρηθρικής εκτομής του προστάτη. Ασθενείς που υποβάλλονται σε τέτοιου είδους λιγότερο αιματηρές επεμβάσεις, έχουν μεγάλη πιθανότητα να ξαναχρειαστούν χειρουργείο μετά από 5 ή 10 χρόνια. Ωστόσο αυτές οι τεχνικές προτιμώνται:
  • Ασθενείς Νεαρής ηλικίας (πολλές εκ των λιγότερο αιματηρών επεμβάσεων έχουν χαμηλότερο κίνδυνο να οδηγήσουν σε ανικανότητα και ακράτεια ούρων, απ΄ ότι η Διαουρηθρική εκτομή του προστάτη, παρ’ ότι η τελευταία δεν κρύβει τόσο μεγάλο κίνδυνο για κάτι τέτοιο).
  • Ηλικιωμένους ασθενείς
  • Ασθενείς με σοβαρές παθολογικές καταστάσεις, συμπεριλαμβάνοντας τον αρρύθμιστο σακχαρώδη διαβήτη, την κίρρωση, τον αλκοολισμό, τη ψύχωση και σοβαρές αναπνευστικές, νεφρικές ή καρδιακές παθήσεις
  • Άνδρες υπό αντιπηκτική αγωγή.


Πιο εξελιγμένη τεχνική αποτελεί η ρομποτική προστεκτομή. Ωστόσο η τεχνολογία στον τομέα αυτό, είναι ακόμη περιορισμένη και θα πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν η ανάλογη εμπειρία του ιατρού. Προς το παρόν, δεν έχουν διεξαχθεί μακροχρόνιες μελέτες αυτής της τεχνικής.

Άλλη μορφή θεραπείας αποτελεί και ο προστατευτικός διαστολέας (stent).



Επιπλοκές


Άνδρες με χρόνια Ευμεγέθη προστάτη και σταδιακή επιδείνωση των συμπτωμάτων, μπορεί να παρουσιάσουν:
  • Αιφνίδια ανικανότητα ουρήσεως
  • Λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος
  • Ουρολιθίαση
  • Βλάβη των νεφρών
  • Αιματουρία

Ακόμη και μετά τη χειρουργική αποκατάσταση, η επανεμφάνιση του Ευμεγέθη προστάτη μπορεί να επέλθει με το πέραμα του χρόνου.


Επικοινωνία με τον οικογενειακό σας ιατρό


Καλέστε αμέσως τον ιατρό σας αν παρουσιάσετε:
  • Μειωμένη ποσότητα ούρων
  • Πυρετό ή ρίγη
  • Άλγος στη ράχη, στην κοιλιακή χώρα ή στην πλάγια επιφάνεια του σώματος
  • Παρουσία αίματος ή πύου στα ούρα σας.

Επίσης καλέστε τον ιατρό σας αν:
  • Η ουροδόχος κύστη σας, δεν σας δίνει την εντύπωση της πλήρους κένωσης, μετά την ούρηση.
  • Λαμβάνεται φαρμακευτικά σκευάσματα που μπορεί να οδηγήσουν σε διαταραχές του ουροποιητικού, όπως διουρητικά, αντισταμινικά, αντικαταθλιπτικά ή ηρεμιστικά. Μη σταματήσετε ή τροποποιήσετε την αγωγή σας, χωρίς τη συμβουλή του ιατρού σας.
  • Αν ήδη παίρνεται μέτρα «αυτό-φροντίδας», εδώ και 2 μήνες, χωρίς αποτέλεσμα.


Δείτε εδώ σχετικά Βίντεο για τον προστάτη

Καρκίνος της νεφρικής πυέλου ή του ουρητήρα


Ορισμός

Ο καρκίνος της νεφρικής πυέλου ή του ουρητήρα αναπτύσσεται στην περιοχή της νεφρικής πυέλου ή στο σωλήνα που μεταφέρει τα ούρα απο τους νεφρούς στην ουροδόχο κύστη.



Εναλλακτικές ονομασίες

Καρκίνος του μεταβατικού επιθηλίου της νεφρικής πυέλου ή του ουρητήρα


Αίτια, επίπτωση, και παράγοντες κινδύνου

Καρκίνος μπορεί να αναπτυχθεί στο σύστημα συλλογής των ούρων, αλλά είναι ασυνήθης. Συνολικά, ο καρκίνος της νεφρικής πυέλου και του ουρητήρα υπολογίζεται ότι δεν υπερβαίνει το 5% όλων των καρκίνων των νεφρών και των ανώτερης αποχετευτικής μοίρας του ουροποιητικού συστήματος. Προσβάλλει συχνότερα τους άνδρες από ότι τις γυναίκες, και εμφανίζεται πιο συχνά σε ηλικία μεγαλύτερη των 65 ετών.

Οι όγκοι της νεφρικής πυέλου και του ουρητήρα είναι συνήθως καρκίνοι του μεταβατικού επιθηλίου. Περίπου 10% αποτελούν καρκινώματα από πλακώδη κύτταρα.

Τα αίτια αυτού του τύπου καρκίνου δεν είναι πλήρως γνωστά. Ο μακροχρόνιος ερεθισμός των νεφρών από επιβλαβείς ουσίες που αποβάλλονται με τα ούρα ενδέχεται να αποτελεί έναν αιτιολογικό παράγοντα. Αυτός ο ερεθισμός μπορεί να προκληθεί από:
• διάμεση νεφροπάθεια οφειλόμενη σε αναλγητικά
• έκθεση σε συγκεκριμένες χρωστικές και χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται στη βυρσοδεψία, την υφαντουργία, την παραγωγή πλαστικών και προϊόντων από καουτσούκ
• το κάπνισμα
• ασθενείς με ιστορικό καρκίνου της ουροδόχου κύστης βρίσκονται, επίσης, σε κίνδυνο.



Συμπτώματα

• πόνος στη νεφρική χώρα
• αιματουρία
• αίσθημα καύσου, πόνος, ή δυσφορία κατά την ούρηση
• σκοτεινόχρωμα, ή καστανόχρωμα ούρα
• καταβολή
• οσφυαλγία (οσφυϊκός πόνος)
• νυχτουρία
• απώλεια βάρους
• συχνουρία ή τεινεσμός
• δυσουρία
• καθυστέρηση στην έναρξη της ούρησης



Σημεία και διαγνωστικές εξετάσεις

Ο ιατρός θα προβεί σε ψηλάφηση την κοιλίας. Σπάνια ανευρίσκεται όγκος (μάζα) ή διογκωμένος νεφρός. Ο ασθενής ενδέχεται να έχει αιματουρία. Η γενική εξέταση αίματος μπορεί να δείξει την ύπαρξη αναιμίας.

Καρκινικά κύτταρα ενδέχεται να διαπιστωθούν στις ακόλουθες εξετάσεις:
• κυτταρολογική εξέταση ούρων που πραγματοποιείται μετά λήψη δείγματος με κυστεοσκόπηση
• κυτταρολογική εξέταση δείγματος ούρων από ελεύθερη ούρηση

Όγκοι, ή σημεία απόφραξης των ουροφόρων οδών, μπορούν να εμφανιστούν σε:
υπολογιστική τομογραφία (αξονική) κοιλίας
• ενδοφλέβια πυελογραφία
υπερηχογράφημα
μαγνητική τομογραφία κοιλίας
• σπινθηρογράφημα νεφρών

Η απλή ακτινογραφία, η υπολογιστική ή η μαγνητική τομογραφία άλλων περιοχών του σώματος ενδέχεται να καταδείξουν διασπορά του καρκίνου από τους νεφρούς.



Θεραπεία

Τον θεραπευτικό στόχο αποτελεί η εξάλειψη του καρκίνου.

Η χειρουργική αφαίρεση ολόκληρου ή τμήματος του νεφρού (νεφρεκτομή) συστήνεται, συνήθως, σε περίπτωση καρκινώματος. Ενδέχεται να περιλαμβάνει την αφαίρεση μέρους της ουροδόχου κύστης και των ιστών που την περιβάλλουν, ή των περιοχικών λεμφαδένων. Αν ο όγκος εντοπίζεται στον ουρητήρα, είναι πιθανό να αφαιρεθεί με διατήρηση του σύστοιχου νεφρού.

Σε περίπτωση διασποράς του καρκίνου εκτός του νεφρού ή του ουρητήρα, χρησιμοποιείται συχνά χημειοθεραπεία. Καθότι αυτοί οι όγκοι είναι συχνά όμοιοι με μορφές καρκίνου της ουροδόχου κύστης, αντιμετωπίζονται θεραπευτικά με τον ίδιο τύπο χημειοθεραπείας.


Πορεία- πρόγνωση

Η έκβαση ποικίλει ανάλογα με την εντόπιση του όγκου και από την ενδεχόμενη διασπορά του. Καρκίνος που περιορίζεται εντός του νεφρού ή του ουρητήρα μπορεί να θεραπευτεί χειρουργικά.

Καρκίνος που έχει επεκταθεί και σε άλλα όργανα είναι, συνήθως, ανίατος. Υπάρχουν, ωστόσο, εξαιρέσεις.



Επιπλοκές

• νεφρική ανεπάρκεια
• τοπική επέκταση του όγκου με επιδείνωση του πόνου
• διασπορά του καρκίνου


Πότε να επικοινωνήσετε με τον ιατρό σας

Επικοινωνήστε με τον ιατρό σας αν εμφανίσετε κάποιο από τα συμπτώματα που προαναφέρθηκαν.



Πρόληψη
  • Ακολουθείτε πιστά τις συμβουλές του ιατρού σας αναφορικά με τη φαρμακευτική αγωγή, συμπεριλαμβανομένων των σκευασμάτων που χορηγούνται άνευ ιατρικής συνταγής.
  • Διακόψτε το κάπνισμα.
  • Χρησιμοποιείτε προστατευτικό εξοπλισμό αν πρόκειται να εκτεθείτε σε νεφροτοξικές ουσίες.

Πυελονεφρίτιδα


Ορισμός

Η πυελονεφρίτιδα είναι η φλεγμονή των νεφρών και του ανώτερου ουροποιητικού συστήματος, που συνήθως προκαλείται από μη-μεταδοτικές βακτηριακές λοιμώξεις της κύστεως (κυστίτιδα).


Περιγραφή

Η οξεία πυελονεφρίτιδα, ενώ απαντάται συχνότερα σε ενήλικες γυναίκες, μπορεί να προσβάλλει άτομα ανεξαρτήτου φύλου και ηλικίας. Η έναρξή της είναι αιφνίδια, με συμπτώματα που μπορούν να θεωρηθούν λανθασμένα ως κάκωση μετά από υπερέκταση της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης. Η πυελονεφρίτιδα συχνά επιπλέκεται από συστηματική λοίμωξη. Αν παραμείνει χωρίς αγωγή και δεν αντιμετωπιστεί, μπορεί να καταλήξει σε μια χρόνια κατάσταση διάρκειας μηνών ή ακόμη και χρόνων, αφήνοντας υπολειμματική ή και πλήρη απώλεια λειτουργίας των νεφρών.


Αίτια και συμπτώματα

Η συνηθέστερη αιτία της πυελονεφρίτιδας είναι η οπισθοδρόμηση της ροής των μολυσμένων ούρων από την κύστη στο ανώτερο ουροποιητικό σύστημα. Οι βακτηριακές λοιμώξεις μπορούν να έχουν ως αιτία εισόδου στον έναν ή και στους δύο νεφρούς, την αιματική ροή ή τους λεμφαδένες με πρωτοπαθή εστία λοίμωξης την κύστη. Φλεγμονή / λοίμωξη των νεφρών προκαλείται επίσης από λιμνάζοντα ούρα, που οφείλονται σε απόφραξη της ομαλής ροής τους. Η απόφραξη ή η διαταραχή του ουροποιητικού συστήματος, που μπορεί να προκαλείται για παράδειγμα από την ύπαρξη λίθων, όγκων, συγγενών ανωμαλιών ή απώλεια λειτουργίας της κύστεως λόγω νευρολογικής πάθησης, αυξάνει τον κίνδυνο για πυεονεφρίτιδα. Άλλοι παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν τον σακχαρώδη διαβήτη, την εγκυμοσύνη, χρόνιες κυστίτιδες, ιστορικό χρήσης αναλγητικών, παράλυση μετά από τραυματισμό της σπονδυλικής στήλης ή όγκους. Οι καθετήρες, οι παροχετεύσεις, καθώς κι άλλες χειρουργικές πράξεις, μπορούν να οδηγήσουν σε μια λοίμωξη των νεφρών.

Τα βακτήρια που είναι πιθανότερο να προκαλέσουν πυελονεφρίτιδα, είναι αυτά που συναντάμε στα κόπρανα. Η Εscherichia coli κατά το 85% αποτελεί το αιτιοπαθογόνο μικρόβιο της οξείας κυστίτιδας και των νεφρικών λοιμώξεων σε ασθενείς που δεν παρουσιάζουν κάποια απόφραξη ή ιστορικό χειρουργικών πράξεων. Η Klebsiella, το Enter-obacter ή ο Prote us ή η Pseudomonas αποτελούν άλλες πιθανές αιτίες λοίμωξης της περιοχής. Μετά την είσοδο των μικροοργανισμών αυτών στο ουροποιητικό σύστημα, προσκολλούνται στα τοιχώματα και στους ιστούς και πολλαπλασιάζονται.

Τα συμπτώματα της οξείας πυελονεφρίτιδας τυπικά περιλαμβάνουν πυρετό και ρίγη, καύσο ή συχνοουρία, κωλκοειδές άλγος σε μία ή και τις δύο οσφυϊκές χώρες ή κοιλιακό άλγος, θολά ή αιματηρά ούρα και κόπωση. Ο ασθενής μπορεί επίσης να παρουσιάζει ναυτία, έμετο και διάρροια. Δεν αποκλείεται πολύ έντονο άλγος λαγονίου βόθρου. Τα συμπτώματα της χρόνιας πυελονεφρίτιδας περιλαμβάνουν αδυναμία, απώλεια όρεξης για φαγητό, αρτηριακή υπέρταση, αναιμία, πρωτεϊνουρία και αιματουρία


Διάγνωση

Η διάγνωση της πυελονεφρίτιδας βασίζεται στο ιστορικό του ασθενούς, στη φυσική του εξέταση και στα αποτελέσματα των κλινικο-εργαστηριακών και παρα-κλινικών εξετάσεων. Κατά τη φυσική εξέταση, ο ιατρός θα ψηλαφίσει προσεκτικά την κοιλιακή χώρα του ασθενούς, προς αποκλεισμό της σκωληκοειδίτιδας ή άλλων σοβαρών πιθανών αιτιών του κοιλιακού άλγους.


Εργαστηριακές εξετάσεις

Παράλληλα με τη λήψη δειγμάτων ούρων για γενική ούρων, ουροκαλλιέργεια και αντιβιόγραμμα (εξέταση ευαισθησίας μικροοργανισμού σε διάφορα αντιβιοτικά σκευάσματα), ο ιατρός θα κάνει αιμοληψία προς αποστολή γενικής αίματος του ασθενούς. Στην περίπτωση που ο ασθενής πάσχει από πυελονεφρίτιδα, θα έχουμε στα ούρα παρουσία λευκών αιμοσφαιρίων και πυοσφαιρίων. Η ανάδειξη από 100.000 κι άνω μικροοργανισμών ανά ml ούρων, συνηγορούν υπέρ της λοίμωξης του ουροποιητικού συστήματος. Η παρουσία συμπλεγμάτων αντιγόνο – περικλυόμενο βακτηρίδιο (ACB) στα ούρα, υποδεικνύει νεφρική λοίμωξη εκ κυστίτιδας, για το λόγο ότι το βακτηρίδιο, μόνον εντός του νεφρού, προκαλεί μια αντιγονική αντίδραση, και το αντιγόνο με τη σειρά του περικλείει το βακτηρίδιο. Η γενική αίματος συνήθως αναδεικνύει μια ελαφριά αύξηση των λευκών αιμοσφαιρίων.


Παρα-κλινικές μελέτες

Στην περίπτωση που ο ιατρός σας υποπτευθεί απόφραξη της ροής των ούρων, θα ζητήσει υπέρηχο νεφρών. Η ακτινογραφία μπορεί να αναδείξει υπολειμματικά ουλώδη σημεία των νεφρών και των ουρητήρων στην περίπτωση της μακροχρόνιας φλεγμονής.


Θεραπεία

Η θεραπεία της οξείας πυελονεφρίτιδας απαιτεί ενδονοσοκομειακή νοσηλεία στην περίπτωση μιας κρίσιμης κλινικής κατάστασης ή επιπλοκών. Η θεραπεία συνήθως περιλαμβάνει τη λήψη αντιβιοτικής αγωγής για 2-3 εβδομάδες, εκ των οποίων τις πρώτες μέρες έναρξης, καλύτερα η αντιβίωση να χορηγείται ενδοβλέβια. Η επιλογή της αντιβίωσης βασίζεται σε αντιβιόγραμμα (εξέταση ευαισθησίας του μικροοργανισμού σε διάφορα αντιβιοτικά σκευάσματα). Οι αντιβιώσεις που χρησιμοποιούνται συχνότερα είναι η σιπροφλοξασίνη ( Cipro), η αμπικιλίνη (Omnipen) ή η τριμεθοπρίμη – σουλφαμεθοξαζόλη (Bactrim, Septra). Ο πρωταρχικός στόχος της αντιμικροβιακής θεραπείας είναι η μόνιμη εκρίζωση του βακτηριδίου από το ουροποιητικό σύστημα. Τα πρώιμα συμπτώματα της πυελονεφρίτιδας συνήθως υποχωρούν 48 με 72 ώρες μετά την έναρξη της αντιβακτηριδιακής θεραπείας. Επαναληπτικές ουροκαλλειέργειες γίνονται προκειμένου να εκτιμηθεί η αποτελεσματικότητα της θεραπείας.

Η χρόνια πυελονεφρίτιδα μπορεί να απαιτήσει μεγάλες δόσεις αντιβιοτικών και για μεγάλο χρονικό διάστημα έως και 6 μήνες μέχρι την πλήρη εξάλειψη της λοίμωξης. Μπορεί να χορηγηθούν παράλληλα κι άλλα φαρμακευτικά σκευάσματα για τον έλεγχο του πυρετού, της ναυτίας και του πόνου. Συνίσταται στους ασθενείς να καταναλώνουν περίσσεια υγρών προς αποφυγή της αφυδάτωσης και αύξηση της ποσότητας των ούρων τους. Η χειρουργική αντιμετώπιση είναι απαραίτητη στην περίπτωση που ο ασθενής παρουσιάσει επιπλοκές εξαιτίας νεφρολιθίασης ή άλλης αποφρακτικής αιτίας ή προκειμένου να εκριζωθεί η λοίμωξη. Οι ουροκαλλιέργειες επαναλαμβάνονται προς παρακολούθηση των ασθενών που πάσχουν από χρόνια πυελονεφρίτιδα. Αυτές οι επαναληπτικές εξετάσεις είναι απαραίτητες για την εκτίμηση της πιθανότητας λοίμωξης του ουροποιητικού συστήματος του ασθενούς και από δεύτερο παθογόνο μικρόβιο, όπως επίσης για να δούμε πόσο ικανοποιητική είναι η αντίδραση του ασθενούς στην αντιβιοτική αγωγή. Κάποια άτομα με υψηλή πιθανότητα επανεμφάνισης της λοίμωξης, ίσως χρειαστούν και την πρόσθεση δεύτερης αντιβίωσης στην αγωγή τους.


Πρόγνωση

Η πρόγνωση των περισσοτέρων ασθενών με οξεία πυελονεφρίτιδα είναι ικανοποιητικά καλή, στην περίπτωση της έγκαιρης αγωγής και αντιμετώπισης της νόσου. Ένας ασθενής θεωρείται ότι έχει αναρρώσει πλήρως, αν κι εφόσον τα ούρα του παραμένουν στείρα για ένα έτος. Αν όμως παραμείνει δίχως αντιβιοτική αγωγή και δεν αντιμετωπισθεί ή αν επαναλαμβάνεται μια λοίμωξη του νεφρικού συστήματος, μπορεί να οδηγήσει στη βακτηριαιμία (εισβολή του μικροβίου στην αιματική ροή), στην αρτηριακή υπέρταση και στη χρόνια πυελονεφρίτιδα με ουλώδη σημεία των νεφρών και μόνιμη νεφρική βλάβη.


Πρόληψη

Άτομα με ιστορικό λοιμώξεων του ουροποιητικού συστήματος, μόλις αντιληφθούν τα πρώτα σημάδια μιας λοίμωξης, οφείλουν να ουρούν συχνά και να καταναλώνουν πολλά υγρά,. Οι γυναίκες πρέπει να ουρούν μετά την ερωτική σύναξη, βοηθώντας την πιθανή απότομη έξοδο του βακτηρίου από την κύστη. Θα ήταν σκόπιμο να διδάσκεται από νωρίς στα κορίτσια πως πρέπει να σκουπίζονται από εμπρός προς τα πίσω στα γεννητικά τους όργανα, μετά από την ούρηση, ώστε να αποφεύγεται οποιαδήποτε επαφή ορθικού υλικού με την είσοδο (στόμιο ουρήθρας) του ουροποιητικού τους συστήματος.


Προστατίτιδα - Μη βακτηριδιακή - Χρόνια

Ορισμός

Η χρόνια μη βακτηριδιακή προστατίτιδα είναι ένας μακροχρόνιος επιμένων πόνος, συνοδευόμενος από συμπτώματα του ουροποιητικού, που αφορά τον προστάτη αδένα ή άλλα τμήματα στον άνδρα, του κατώτερου ουροποιητικού συστήματος. Η κατάσταση αυτή δεν οφείλεται σε μικροβιακή λοίμωξη.



Εναλλακτικοί ορισμοί

Προστατοδυνία, Σύνδρομο πυελικού άλγους, Σύνδρομο χρόνιου πυελικού άλγους, CPPS, Χρόνια μη βακτηριακή προστατίτιδα, Χρόνιο ουρογεννητικό άλγος.


Αίτια, συχνότητα και παράγοντες κινδύνου


Πιθανοί παράγοντες κινδύνου της μη βακτηριακής προστατίτιδας, περιλαμβάνουν:

  • Βακτήρια
  • Μύκητες
  • Ερεθισμός που οφείλεται σε επαναφορά των ούρων που ρέουν εντός του προστάτη
  • Παράσιτα (τριχομονάδες)
  • Ιοί
  • Χημικοί παράγοντες
  • Νευρολογικές διαταραχές που αφορούν το κατώτερο ουροποιητικό σύστημα
  • Δυσκολίες στην εκμάθηση ουρήσεως
  • Σεξουαλική κακοποίηση

Το άγχος της καθημερινότητας και κάποιοι ψυχολογικοί παράγοντες, μπορεί κι αυτοί να εμπλέκονται στην εμφάνιση της πάθησης.

Οι περισσότεροι ασθενείς με χρόνια προστατίτιδα, πάσχουν από τη μη βακτηριακή μορφή.


Συμπτώματα
  • Παρουσία αίματος στο σπέρμα
  • Αιματουρία
  • Άλγος που εντοπίζεται:
    -Άνωθεν της ηβικής σύμφυσης (υπερηβικά)
    -Μεταξύ των γεννητικών οργάνων και του ορθού (περινεϊκά)
    -Στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης
    -Στο όσχεο
    -Στην κορυφή του πέους
    -Στην ουρήθρα
  • Διαταραχές στην ούρηση:
    -Μειωμένη ροή ούρων
    -Συχνοουρία
    - Άλγος ή καύσος κατά την ούρηση
    -Πλημμελής αποβολή όλων των ούρων από την κύστη
    -Αδύναμη ροή ούρων
  • Άλγος κατά τις εντερικές κινήσεις
  • Άλγος κατά την αφόδευση

Σημεία και παρα-κλινικές εξετάσεις

Συνήθως η φυσική εξέταση δεν αποκαλύπτει κάτι παθογνωμικό. Ωστόσο, ο προστάτης μπορεί να είναι οιδηματώδης, μαλακός ή σκληρός, ζεστός κι ευαίσθητος.

Η γενική ούρων ίσως αναδείξει την παρουσία λευκών ή ερυθρών αιμοσφαιρίων στα ούρα. Το σπερμοδιάγραμμα ίσως αποκαλύψει αύξηση των λευκών αιμοσφαιρίων και μικρή ποσότητα σπέρματος με πτωχή κινητικότητα.

Η ουροκαλλιέργεια, καθώς και η καλλιέργεια του σπέρματος, δεν αναδεικνύει κάποιο μικρόβιο.


Θεραπεία

Η θεραπεία της μη βακτηριακής προστατίτιδας είναι δυσχερής. Στόχος είναι να ελεγχθούν τα συμπτώματα, μιας και η ίαση είναι δύσκολο να επιτευχθεί.



ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ:

Η διουρηθρική αφαίρεση του προστάτη ίσως χρειαστεί σε σπάνιες περιπτώσεις που δεν αποδώσει η φαρμακευτική αγωγή. Η χειρουργική αυτή τεχνική δεν συνίσταται σε νεαρούς άνδρες, μιας και μπορεί να οδηγήσει σε παλίνδρομη εκσπερμάτωση, κι αυτή με τη σειρά της σε στείρωση, ανικανότητα κι ακράτεια ούρων.


ΑΛΛΑ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΑ ΣΧΗΜΑΤΑ:


Ζεστά μπάνια μπορεί να ανακουφίσουν από το άλγος στο περίνεο ή την οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης. Μια σειρά άλλων θεραπευτικών σχημάτων, όπως το μασάζ του προστάτη, ο βελονισμός και οι ασκήσεις χαλάρωσης, έχουν δοκιμαστεί, χωρίς ωστόσο κανένα από αυτά δεν έχει αποδειχθεί ότι είναι άκρως ευεργετικό.


Πρόγνωση

Η θεραπευτική αγωγή έχει καλή έκβαση για πολλούς ασθενείς. Ωστόσο κάποιοι δεν ανακουφίζονται ακόμη και μετά από πολλές θεραπευτικές απόπειρες. Τα συμπτώματά τους επιστρέφουν μόλις λήξει η αγωγή τους, με αποτέλεσμα να παραμείνουν ανίατοι.


Επιπλοκές

Τα συμπτώματα της μη βακρτηριακής προστατίτιδας, που παραμένουν χωρίς αντιμετώπιση και θεραπεία, μπορούν να καταλήξουν σε γεννητικές και ουροποιητικές διαταραχές, επηρεάζοντας αρνητικά τον τρόπο ζωής και την ψυχική υγεία του ασθενούς.

Επικοινωνία με τον οικογενειακό σας ιατρό


Καλέστε τον οικογενειακό σας ιατρό αν εμφανίσετε συμπτώματα προστατίτιδας.



Δείτε εδώ σχετικά Βίντεο για τον προστάτη

Καρκίνος της ουροδόχου κύστης


Ορισμός

Ο καρκίνος της ουροδόχου κύστης είναι ένας καρκινωματώδης όγκος στην ουροδόχο κύστη- το όργανο που συλλέγει τα ούρα.


Εναλλακτικές ονομασίες

Καρκίνωμα της ουροδόχου κύστης από κύτταρα μεταβατικού επιθηλίου


Αίτια, επίπτωση , και παράγοντες κινδύνου



Όπως και με τις περισσότερες μορφές καρκίνου, το ακριβές αίτιο του καρκίνου της ουροδόχου κύστης δεν έχει διαπιστωθεί. Ωστόσο, διάφοροι παράγοντες μπορούν να συνεισφέρουν στην ανάπτυξή του:
  • Το κάπνισμα: Το κάπνισμα σχεδόν πενταπλασιάζει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου της ουροδόχου κύστης. Το 50% του συνόλου των καρκίνων της ουροδόχου κύστης στους άνδρες και 30% στις γυναίκες μπορεί να οφείλονται στο κάπνισμα. Άτομα που διακόπτουν το κάπνισμα εμφανίζουν σταδιακή μείωση του κινδύνου.
  • Επαγγελματική έκθεση σε χημικές ουσίες: Σχεδόν μια στις τέσσερις περιπτώσεις καρκίνου της ουροδόχου κύστης προκαλείται από επαγγελματική έκθεση σε καρκινογόνες χημικές ουσίες. Εργαζόμενοι σε βιομηχανίες παραγωγής χρωμάτων, ελαστικών, αλουμινίου, βαφείς υφασμάτων, οδηγοί βαρέων οχημάτων, άτομα που κάνουν επαγγελματική χρήση παρασιτοκτόνων διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο. Οι αρυλαμίνη αποτελεί τη χημική ουσία που ευθύνεται περισσότερο. Ωστόσο, έχει μειωθεί ή αποκλεισθεί η χρήση της σε πολλούς επαγγελματικούς χώρους.
  • Ακτινοβολία και χημειοθεραπεία: Γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε ακτινοθεραπεία του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου της ουροδόχου κύστης από μεταβατικό επιθήλιο. Ορισμένοι ασθενείς που έλαβαν το χημειοθεραπευτικό φάρμακο κυκλοφωσφαμίδη, επίσης, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο.
  • Λοίμωξη της ουροδόχου κύστης: Μια χρόνια λοίμωξη της ουροδόχου κύστης ή χρόνιος ερεθισμός μπορεί να επιφέρει την ανάπτυξη καρκίνου της ουροδόχου κύστης από πλακώδη κύτταρα. Οι λοιμώξεις της ουροδόχου κύστης δεν αυξάνουν τον κίνδυνο καρκίνου από μεταβατικό επιθήλιο.
  • Παρασιτική λοίμωξη: Σε αναπτυσσόμενες χώρες, λοίμωξη από το παράσιτο της σχιστοσωμίασης έχει συσχετισθεί με την ανάπτυξη καρκίνου της ουροδόχου κύστης.

Η συσχέτιση ανάμεσα στις τεχνητές γλυκαντικές ουσίες και τον καρκίνο της ουροδόχου κύστης έχει μελετηθεί και παραμένει αμφιλεγόμενη ή ανύπαρκτη.

Η ταξινόμηση, ή η σταδιοποίηση, των καρκίνων της ουροδόχου κύστης βασίζεται στην επιθετικότητά τους και στο πόσο διαφοροποιούνται από τους περιβάλλοντες ιστούς. Υπάρχουν διάφοροι τρόποι σταδιοποίησης των όγκων. Πρόσφατα, το σύστημα σταδιοποίησης TNM (Tumor (όγκος), Nodes (λεμφαδένες), Metastasis( μεταστάσεις)) απέκτησε ευρεία εφαρμογή. Το σύστημα σταδιοποίησης, κατηγοριοποιεί τους όγκους σύμφωνα με την ακόλουθη κλίμακα:
  • στάδιο 0- μη διηθητικοί όγκοι που εντοπίζονται μόνο στο επιθήλιο της ουροδόχου κύστης
  • στάδιο Ι - ο όγκος διηθεί το επιθήλιο της κύστης, αλλά δε φθάνει στο μυϊκό χιτώνα
  • στάδιο ΙΙ- ο όγκος διηθεί το μυϊκό χιτώνα
  • στάδιο ΙΙΙ- ο όγκος διηθεί ολόκληρο το μυϊκό χιτώνα και τους ιστούς που περιβάλλουν την κύστη
  • στάδιο ΙV- ο όγκος έχει επεκταθεί στους επιχώριους λεμφαδένες ή σε απομακρυσμένες θέσεις (μεταστατική νόσος)

Ο καρκίνος της ουροδόχου κύστης επεκτείνεται κατά συνέχεια ιστού σε γειτονικά όργανα.

Σε αυτά περιλαμβάνονται:
  • ο προστάτης
  • το ορθό
  • οι ουρητήρες
  • η μήτρα
  • ο κόλπος

Επίσης, μπορεί να εξαπλωθεί σε λεμφαδένες της πυέλου, ή σε άλλα μέρη του σώματος, όπως:
  • τα οστά
  • το ήπαρ
  • τους πνεύμονες


Συμπτώματα

Τα περισσότερα από τα συμπτώματα του καρκίνου της ουροδόχου κύστης μπορούν, επίσης, να εκδηλωθούν σε μη καρκινωματώδεις καταστάσεις. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να εκτιμηθείτε από ειδικό αν εμφανίσετε οποιοδήποτε από αυτά τα συμπτώματα:
  • αιματουρία/ αίμα στα ούρα
  • δυσουρία/ πόνος κατά την ούρηση
  • συχνουρία
  • επιτακτική ούρηση
Άλλα συμπτώματα που μπορούν να εμφανισθούν σε αυτήν τη νόσο είναι:
  • κοιλιακός πόνος
  • αναιμία
  • πόνος στα οστά ή ευαισθησία
  • λήθαργος και καταβολή
  • ακράτεια ούρων
  • απώλεια βάρους


Σημεία και εργαστηριακές εξετάσεις

Ο ιατρός θα πραγματοποιήσει φυσική εξέταση, συμπεριλαμβανομένης της εξέτασης του ορθού και της πυέλου.

Διαγνωστικές εξετάσεις που μπορούν να πραγματοποιηθούν περιλαμβάνουν:
  • υπολογιστική τομογραφία (αξονική) κοιλίας
  • βιοψία ουροδόχου κύστης (συνήθως λαμβάνεται δείγμα ιστού κατά την κυστεοσκόπηση)
  • κυστεοσκόπηση (εξέταση της κοιλότητας της κύστης με χρήση κάμερας)
  • ενδοφλέβια πυελογραφία
  • ανάλυση ούρων
  • κυτταρολογική εξέταση ούρων


Θεραπευτική αντιμετώπιση

Η επιλογή της θεραπευτικής αντιμετώπισης εξαρτάται από τη σταδιοποίηση του όγκου, τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων, και την παρουσία άλλων παθολογικών καταστάσεων.

Θεραπευτική αντιμετώπιση σταδίου 0 και Ι:
  • χειρουργική αφαίρεση του όγκου χωρίς να αφαιρεθεί η υπόλοιπη κύστη
  • χημειοθεραπεία ή ανοσοθεραπεία με απευθείας ενδοκυστικές εγχύσεις

Θεραπευτική αντιμετώπιση σταδίου ΙΙ και ΙΙΙ:
  • χειρουργική αφαίρεση ολόκληρης της ουροδόχου κύστης (ριζική κυστεκτομή)
  • χειρουργική αφαίρεση τμήματος της κύστης, ακολουθούμενη από ακτινοθεραπεία και χημειοθεραπεία
  • χημειοθεραπεία για τη συρρίκνωση του όγκου πριν την εγχείρηση
  • συνδυασμός χημειοθεραπείας και ακτινοθεραπείας (εφαρμόζεται σε ασθενείς που επιλέγουν να μη χειρουργηθούν ή σε αυτούς που η εγχείριση αντενδείκνυται)

Στους περισσότερους ασθενείς με όγκους σταδίου IV η χειρουργική παρέμβαση αντενδείκνυται. Σε αυτούς τους ασθενείς συχνά εφαρμόζεται χημειοθεραπεία.

Χημειοθεραπεία


Η χημειοθεραπεία μπορεί να εφαρμοσθεί σε ασθενείς με νόσο σταδίου ΙΙ και ΙΙΙ, είτε πριν είτε μετά τη χειρουργική θεραπεία ώστε να προληφθεί η επανεμφάνιση του όγκου.

Η χημειοθεραπεία ενδέχεται να περιλαμβάνει τη χορήγηση ενός μόνο φαρμάκου ή συνδυασμούς πολλών. Σε αυτά τα φάρμακα περιλαμβάνονται:
  • καρβοπλατίνη
  • σισπλατίνη
  • κυκλοφωσφαμίδη
  • δωκεταξέλη
  • δοξορουβικίνη
  • γεμσιταμπίνη
  • ιφωσφαμίδη
  • μεθοτρεξάτη
  • πακλιταξέλη
  • βιμπλαστίνη

Ο συνδυασμός της γεμσιταμπίνης και της σισπλατίνης είναι εξίσου αποτελεσματικός με την παλαιότερη θεραπεία MVAC (μεθοτρεξάτη,βιμπλαστίνη, δοξορουβικίνη και σισπλατίνη) αλλά με λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες. Πολλά θεραπευτικά κέντρα έχουν αντικαταστήσει το σχήμα MVAC με αυτόν το νέο συνδυασμό. Η πακλιταξέλη και η καρβοπλατίνη αποτελούν άλλον έναν αποτελεσματικό συνδυασμό που χρησιμοποιείται συχνά.

Για αρχικά στάδια της νόσου (στάδια 0 και Ι), η χημειοθεραπεία συνήθως χορηγείται απευθείας μέσα στην ουροδόχο κύστη (ενδοκυστικές εγχύσεις). Αρκετοί διαφορετικοί τύποι χημειοθεραπευτικών φαρμάκων μπορούν να εγχυθούν ενδοκυστικά. Σε αυτούς περιλαμβάνονται:
  • η δοξορουβικίνη (Adriamycin)
  • η μιτομυκίνη – C (Mutamycin)
  • Thiotepa (Thioplex)

Ένας ουροκαθετήρας Foley μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την έγχυση των φαρμάκων εντός της κύστης. Συνήθεις ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνουν τον ερεθισμό του τοιχώματος της κύστης και πόνο κατά την ούρηση. Σε περισσότερο προχωρημένα στάδια της νόσου (ΙΙ- ΙV), η χημειοθεραπεία συνήθως χορηγείται ενδοφλεβίως.

Ανοσοθεραπεία


Οι καρκίνοι της ουροδόχου κύστης συχνά αντιμετωπίζονται με ανοσοθεραπεία. Σε αυτού του είδους τη θεραπευτική αντιμετώπιση ο φαρμακευτικός παράγοντας κινητοποιεί το ανοσοποιητικό σύστημα του ασθενή ώστε να επιτεθεί και να εξολοθρεύσει τα καρκινικά κύτταρα. Η ανοσοθεραπεία για τον καρκίνο της ουροδόχου κύστης πραγματοποιείται συνήθως με χρήση του εμβολίου BCG (βάκιλλος Calmette- Guerin). Αυτό χορηγείται μέσω ουροκαθετήρα Foley απευθείας εντός της κύστης.

Πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνουν:
  • συχνουρία
  • ερεθισμός της ουροδόχου κύστης
  • δυσουρία
  • έντονη επιθυμία (έπειξη) για ούρηση

Αυτά τα συμπτώματα συνήθως βελτιώνονται εντός ολίγων ημερών μετά τη θεραπεία. Σπάνιες ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνουν:
  • αιματουρία/ αίμα στα ούρα
  • ρίγος
  • κνησμός
  • αρθραλγίες
  • αδιαθεσία
  • ναυτία

Σπανίως μπορεί να αναπτυχθεί λοίμωξη που προσομοιάζει με φυματίωση. Σε αυτήν την περίπτωση απαιτείται η χορήγηση αντιφυματικής αγωγής.

Διουρηθρική εκτομή της ουροδόχου κύστης (TURB)


Ασθενείς με καρκίνο ουροδόχου κύστης σταδίου 0 και Ι μπορούν να αντιμετωπισθούν θεραπευτικά με διουρηθρική εκτομή του όγκου της κύστης (TURB). Αυτή η χειρουργική διαδικασία πραγματοποιείται υπό γενική ή ραχιαία αναισθησία. Το όργανο που θα εκτελέσει την εκτομή του όγκου από την κύστη εισέρχεται διαμέσου της ουρήθρας.


Αφαίρεση της ουροδόχου κύστης

Πολλοί ασθενείς με καρκίνο ουροδόχου κύστης σταδίου ΙΙ και ΙΙΙ ενδέχεται να χρειάζονται την πλήρη αφαίρεση της κύστης τους (ριζική κυστεκτομή). Μερική αφαίρεση της κύστης μπορεί να εφαρμοσθεί σε ορισμένους ασθενείς. Η μερική αφαίρεση της κύστης συνήθως ακολουθείται από ακτινοθεραπεία και χημειοθεραπεία προκειμένου να μειωθούν οι πιθανότητες υποτροπής του καρκίνου. Οι ασθενείς που υπόκεινται σε ριζική κυστεκτομή θα λάβουν χημειοθεραπεία κατόπιν της εγχείρησης ώστε να ελαττώσουν τον κίνδυνο επανεμφάνισης του καρκίνου.

Η ριζική κυστεκτομή στους άνδρες συνήθως περιλαμβάνει την αφαίρεση της ουροδόχου κύστης, του προστάτη και των όρχεων. Στις γυναίκες, η ουρήθρα, η μήτρα, και το πρόσθιο τοίχωμα του κόλπου αφαιρούνται μαζί με την ουροδόχο κύστη. Συχνά, οι πυελικοί λεμφαδένες αφαιρούνται επίσης κατά τη χειρουργική επέμβαση ώστε να εξετασθούν εργαστηριακά.

Εγχείρηση εκτροπής των ούρων (χειρουργική διαδικασία δημιουργίας ενός εναλλακτικού τρόπου αποθήκευσης των ούρων) συνήθως πραγματοποιείται μαζί με τη ριζική κυστεκτομή. Δύο συνήθεις τύποι εκτροπής των ούρων είναι με δημιουργία αγωγού από τμήμα ειλεού (ουρητηροειλεοστομία στο δέρμα) και με εγκρατή δεξαμενή ούρων.

Εκτροπή ούρων με αγωγό από τμήμα ειλεού (ουρητηροειλεοστομία στο δέρμα)

Με την ουρητηροειλεοστομία στο δέρμα ένας αγωγός συλλογής ούρων δημιουργείται χειρουργικά από μικρό τμήμα του λεπτού εντέρου (ειλεός). Οι ουρητήρες που αποχετεύουν τα ούρα από τους νεφρούς προσφύονται στο ένα άκρο του χρησιμοποιούμενου εντερικού τμήματος. Το άλλο άκρο φέρεται σε ένα άνοιγμα του δέρματος (στόμα). Το στόμα επιτρέπει στον ασθενή να παροχετεύει τα συλλεχθέντα ούρα έξω από τη νεοσχηματησθείσα δεξαμενή.

Ασθενείς που έχουν υποβληθεί σε ουρητηροειλεοστομία στο δέρμα πρέπει να φέρουν μαζί τους μια εξωσωματική συσκευή συλλογής ούρων. Πιθανές επιπλοκές της μεθόδου περιλαμβάνουν:
  • εντερική απόφραξη
  • θρόμβους αίματος
  • χρόνια βλάβη του ανώτερου ουροποιητικού
  • πνευμονία
  • βλάβες του δέρματος στην περιοχή του στομίου
  • λοιμώξεις του ουροποιητικού


Εγκρατής δεξαμενή ούρων


Η εγκρατής δεξαμενή ούρων αποτελεί μια εναλλακτική μέθοδο αποθήκευσής τους. Τμήμα από το κόλον αφαιρείται και χρησιμοποιείται για τη δημιουργία ενός εσωτερικού θύλακα αποθήκευσης των ούρων. Οι ασθενείς μπορούν να εισάγουν περιοδικά έναν καθετήρα για να παροχετεύσουν τα ούρα. Ένα μικρού μεγέθους στόμιο τοποθετείται στο δέρμα.

Πιθανές επιπλοκές περιλαμβάνουν:
  • θρόμβους αίματος
  • εντερική απόφραξη
  • πνευμονία
  • βλάβες του δέρματος στην περιοχή του στομίου
  • απόφραξη των ουρητήρων
  • ουρητηρική παλινδρόμηση
  • λοιμώξεις του ουροποιητικού


Ορθότοπη νεοκύστη


Αυτή η χειρουργική επέμβαση εφαρμόζεται όλο και συχνότερα σε ασθενείς που υποβάλλονται σε κυστεκτομή. Τμήμα του εντέρου αναδιπλώνεται με τρόπο που να σχηματίζει έναν θύλακα (νεοκύστη) και αναστομώνεται με την ουρήθρα από όπου αποχετεύονται φυσιολογικά τα ούρα.

Αυτή η μέθοδος επιτρέπει στον ασθενή να διατηρήσει κάποιον έλεγχο της ούρησης. Ωστόσο, υπάρχουν επιπλοκές (συμπεριλαμβανομένης της διαφυγής ούρων στη διάρκεια της νύχτας). Η ούρηση συνήθως διαφέρει από ότι πριν την χειρουργική επέμβαση. Ορισμένοι ασθενείς ενδέχεται να μην είναι κατάλληλοι υποψήφιοι για αυτήν τη μέθοδο. Συζητήστε τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα με τον ουρολόγο σας.


Πρόγνωση

οι ασθενείς παρακολουθούνται στενά για το ενδεχόμενο επιδείνωσης της νόσου, ανεξάρτητα από το είδος της θεραπείας στο οποίο έχουν υποβληθεί. Η παρακολούθηση περιλαμβάνει:
  • σπινθηρογράφημα οστών ή/και υπολογιστική τομογραφία για τον έλεγχο ενδεχόμενης διασποράς του καρκίνου
  • έλεγχος για άλλες ενδείξεις αρνητικής εξέλιξης της νόσου, όπως καταβολή, απώλεια βάρους, αύξηση του πόνου, μείωση της λειτουργίας του εντέρου και της ουροδόχου κύστης, και αδυναμία
  • κυστεοσκοπική εκτίμηση κάθε 3 με 6 μήνες μετά τη θεραπεία
  • κυτταρολογική εξέταση ούρων (για ασθενείς στους οποίους δεν αφαιρέθηκε η ουροδόχος κύστη)
Η πορεία του ασθενή εξαρτάται από το αρχικό στάδιο διάγνωσης της νόσου και την ανταπόκρισή του στη θεραπευτική αντιμετώπιση. Η πρόγνωση για τους καρκίνους σταδίου 0 και Ι είναι αρκετά καλή. Μολονότι, ο κίνδυνος υποτροπής είναι υψηλός, οι περισσότεροι καρκίνοι της ουροδόχου κύστης που υποτροπιάζουν, μπορούν να αφαιρεθούν χειρουργικά και να αντιμετωπισθούν.

Τα ποσοστά ίασης των ασθενών με όγκους σταδίου ΙΙΙ είναι χαμηλότερα από 50%. Ασθενείς με καρκίνο ουροδόχου κύστης σταδίου ΙV εμφανίζουν χαμηλά ποσοστά ίασης.


Επιπλοκές

Ο καρκίνος μπορεί να επεκταθεί σε γειτονικά όργανα. Επίσης, μπορεί να μεταφερθεί μέσω των πυελικών λεμφαδένων και να εξαπλωθεί στο ήπαρ, τους πνεύμονες, και τα οστά. Επιπρόσθετες επιπλοκές περιλαμβάνουν:
  • αναιμία
  • οίδημα των ουρητήρων (υδρονέφωση)
  • στένωση της ουρήθρας
  • ακράτεια ούρων


Πότε να αποταθείτε στον ιατρό σας

Επικοινωνήστε με τον ιατρό σας αν εμφανίσετε αίμα στα ούρα ή άλλα συμπτώματα του καρκίνου της ουροδόχου κύστης, συμπεριλαμβανομένων:
  • συχνουρία
  • δυσουρία
  • έντονη επιθυμία (έπειξη) για ούρηση
  • επίσης, αποταθείτε στον ιατρό σας αν: - εκτίθεστε συστηματικά σε πιθανά καρκινογόνες χημικές ουσίες στην εργασία σας. - καπνίζετε.

Πρόληψη

Η διακοπή του καπνίσματος και η εξάλειψη της έκθεσης σε επιβλαβείς παράγοντες του περιβάλλοντος θα ελαττώσουν τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου της ουροδόχου κύστης.

Καρκίνος του προστάτη


Ορισμός

Ο καρκίνος του προστάτη είναι ένας καρκίνος που ξεκινάει από τον προστάτη αδένα. Ο προστάτης είναι μια μικρό όργανο σε σχήμα καρυδιού που συμμετέχει στο αναπαραγωγικό σύστημα του άνδρα και περιβάλλει την ουρήθρα, τον σωλήνα δια του οποίου αποβάλλονται τα ούρα από το σώμα.


Εναλλακτικοί ορισμοί

Καρκίνος – προστάτης


Αίτια, συχνότητα εμφάνισης και παράγοντες κινδύνου

Το αίτιο του καρκίνου του προστάτη είναι άγνωστο. Ορισμένες μελέτες έχουν δείξει ότι υπάρχει σχέση με την πλούσια σε λιπαρά διατροφή και τα αυξημένα επίπεδα τεστοστερόνης.
Δεν υπάρχει γνωστή σύνδεση με τη διόγκωση του προστάτη, δηλ. την καλοήθη υπερπλασία του προστάτη (ΒPH).
O καρκίνος του προστάτη είναι η τρίτη συνηθέστερη αιτία θανάτου από καρκίνο στους άντρες όλων των ηλικιών και η συνηθέστερη στους άντρες πάνω 75 χρόνων. Ο καρκίνος του προστάτη δεν συναντάται σε άντρες ηλικίας κάτω των 40.

Άτομα που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο είναι:
  • Αφροαμερικανοί
  • Άντρες ηλικίας άνω των 60
  • Αγρότες
  • Εργάτες σε εργοστάσια ελαστικών
  • Μπογιατζήδες
  • Άτομα που έχουν εκτεθεί σε κάδμιο
Το χαμηλότερο ποσοστό περιστατικών αφορά τους Γιαπωνέζους και όσους δεν τρώνε κρέας (χορτοφάγοι).


Συμπτώματα

Χάρη στο τεστ PSA (ειδικό αντιγόνο του προστάτη) οι περισσότεροι καρκίνοι του προστάτη ανακαλύπτονται πριν προκαλέσουν συμπτώματα. Αν και τα περισσότερα από τα παρακάτω συμπτώματα συνοδεύουν τον καρκίνο του προστάτη, είναι πιθανότερο να συνδέονται με μη καρκινικές ασθένειες.
  • Διακοπτόμενη ή καθυστερημένη ροή των ούρων
  • Ελαφρά ακράτεια ούρων, ιδίως αμέσως μετά την ούρηση
  • Επίσχεση ούρων (κατακράτηση)
  • Πόνος κατά την ούρηση
  • Πόνος κατά την εκσπερμάτιση
  • Πόνος χαμηλά στην πλάτη
  • Πόνος κατά την αφόδευση

Άλλα συμπτώματα που μπορεί να συνοδεύουν την ασθένεια:
  • Συχνουρία τη νύχτα
  • Ακράτεια ούρων
  • Πόνος ή ευαισθησία στα κόκαλα
  • Αιματουρία
  • Πόνος στην κοιλιά
  • Χαμηλά επίπεδα ερυθρών αιμοσφαιρίων (αναιμία)
  • Αθέλητη απώλεια βάρους
  • Υπνηλία


Ενδείξεις και εξετάσεις

Η δακτυλική εξέταση (digital rectal examination) συχνά θα δείξει έναν διογκωμένο προστάτη, με σκληρή, ανώμαλη επιφάνεια.

Για τη διάγνωση του προστάτη μπορούν να γίνουν διάφορες εξετάσεις:
  • Τεστ PSA (θα είναι αυξημένο, αν και η μη καρκινική υπερπλασία του προστάτη επίσης αυξάνει τα επίπεδα του PSA)
  • Eλεύθερο PSA (μπορεί να βοηθήσει στη διάκριση μεταξύ υπερπλασίας και καρκίνου του προστάτη)
  • Εξέταση πρωτεΐνης ΑΜARC (ένα νέο τεστ που είναι ακριβέστερο από το PSA στη διάγνωση του καρκίνου του προστάτη)
  • Ανάλυση ούρων (μπορεί να δείξει την ύπαρξη αίματος στα ούρα)
  • Εξέταση ούρων ή προστατικού υγρού (μπορεί να αποκαλύψει ανώμαλα κύτταρα)

Η βιοψία του προστάτη είναι η μόνη εξέταση που μπορεί να επιβεβαιώσει τη διάγνωση.

Για να διαπιστωθεί αν ο καρκίνος έχει εξαπλωθεί, γίνονται οι εξής εξετάσεις:


Οι γιατροί χρησιμοποιούν ένα σύστημα, τη σταδιοποίηση, για τον προσδιορισμό του σταδίου εξέλιξης του καρκίνου. Το στάδιο ορίζεται από το μέγεθος του όγκου και από το πόσο έχει εξαπλωθεί ο καρκίνος πέραν του προστάτη. Ο προσδιορισμός του ακριβούς σταδίου μπορεί να βοηθήσει τον γιατρό να υποδείξει την ενδεδειγμένη θεραπεία.

Υπάρχουν διάφοροι τρόποι προσδιορισμού του σταδίου ενός όγκου, όπως:
  • Το σύστημα σταδιοποίησης TNM (συνηθέστερο)
  • Το σύστημα σταδιοποίησης A-B-C-D, γνωστό και ως σύστημα Whitmore-Jewett

Tο στάδιο στο οποίο βρίσκεται ο όγκος προσδιορίζει και το πόσο επιθετικός μπορεί να είναι ο καρκίνος. Όσο περισσότερο τα κακοήθη κύτταρα διαφέρουν από τον φυσιολογικό ιστό τόσο γρηγορότερα είναι πιθανό να αναπτυχθούν. Το σύστημα σταδιοποίησης του καρκίνου του προστάτη ονομάζεται Βαθμός διαφοροποίησης κατά Gleason. Yψηλές τιμές δείχνουν συνήθως γρήγορα αναπτυσσόμενους καρκίνους.


Θεραπεία

Το ποια είναι η κατάλληλη θεραπεία για τον καρκίνο του προστάτη δεν είναι σαφές. Οι θεραπευτικές αγωγές ποικίλλουν ανάλογα με το στάδιο του όγκου. Στα πρώτα στάδια, ο γιατρός θα σας ενημερώσει για τις διαφορετικές επιλογές που έχετε και είναι: η χειρουργική επέμβαση, οι ακτινοβολίες ή, για τους μεγαλύτερους σε ηλικία ασθενείς, η παρακολούθηση του καρκίνου χωρίς ενεργή θεραπεία.

Ο καρκίνος του προστάτη που έχει εξαπλωθεί μπορεί να αντιμετωπιστεί με φάρμακα που μειώνουν τα επίπεδα της τεστοστερόνης, με χειρουργική επέμβαση για την αφαίρεση των όρχεων ή με χημειοθεραπεία.
Η χειρουργική επέμβαση, οι ακτινοβολίες και η ορμονοθεραπεία μπορεί να κάμψουν τη γενετήσια ορμή ή λειτουργία, σε προσωρινή ή μόνιμη βάση. Συζητήστε τις ανησυχίες σας με τον γιατρό σας.


ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΕΠΕΜΒΑΣΗ


Η χειρουργική επέμβαση συνιστάται μόνο μετά προσεκτική αξιολόγηση και διεξοδική συζήτηση όσον αφορά όλες τις θεραπευτικές επιλογές. Ο άντρας που σκέπτεται να καταφύγει σε χειρουργική επέμβαση θα πρέπει να γνωρίζει τα πλεονεκτήματα και τους πιθανούς κινδύνους που τη συνοδεύουν.
• Ριζική προστατεκτομή (αφαίρεση του προστάτη) – συνιστάται συχνά για την αντιμετώπιση του καρκίνων του προστάτη που είναι σε στάδιο Α και Β. Πρόκειται για μια μακρά διαδικασία με πιθανότητες επιπλοκών. Υπάρχουν διάφορες επιλογές χειρουργικής επέμβασης.
• Η ορχεκτομή (αφαίρεση των όρχεων) - επεμβαίνει στην παραγωγή ορμονών και μπορεί να υποδειχθεί για καρκίνους που έχουν εξαπλωθεί σε άλλα σημεία του σώματος. Μπορεί να υπάρξουν εκχυμώσεις και οίδημα αμέσως μετά την επέμβαση αλλά σταδιακά θα υποχωρήσουν. Η έλλειψη παραγωγής τεστοστερόνης μπορεί να οδηγήσει σε προβλήματα της σεξουαλικής λειτουργίας, οστεοπόρωση και απώλεια οστικής μάζας.


ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΕΣ


Η θεραπεία με ακτινοβολίες χρησιμοποιείται κατ’ αρχάς για τη θεραπεία στα στάδια Α, Β και C του καρκίνου του προστάτη. Το κατά πόσον η τοπική ακτινοβολία είναι εξίσου αποτελεσματική με την προστατεκτομή δεν είναι σαφές. Η απόφαση επιλογής συγκεκριμένης θεραπείας μπορεί να είναι δύσκολη. Σε ασθενείς των οποίων η ζωή μπορεί να κινδυνεύσει από μια χειρουργική επέμβαση, συνήθως προτιμάται η θεραπεία με ακτινοβολίες. Η θεραπεία με ακτινοβολίες στον προστάτη είναι εξωτερική ή εσωτερική:
• Η εξωτερική ακτινοβολία γίνεται σε ειδικά ογκολογικά κέντρα από εξειδικευμένους γιατρούς, συνήθως σε εξωτερικούς ασθενείς. Πριν τη θεραπεία, ένας γιατρός θα μαρκάρει με ειδικό μολύβι το ακριβές σημείο του σώματος που θα ακτινοβοληθεί. Η ακτινοβολία κατευθύνεται στον προστάτη από μια συσκευή που μοιάζει με ακτινογραφικό μηχάνημα. Η θεραπεία γενικά είναι ανώδυνη. Στις παρενέργειες όμως πιθανόν να περιλαμβάνονται: ανικανότητα, ακράτεια, απώλεια όρεξης, κούραση, δερματικές αντιδράσεις όπως κοκκινίλες και ερεθισμοί, ‘κάψιμο’ ή τραύματα στον πρωκτό, διάρροια, κυστίτιδα (φλεγμονή της ουροδόχου κύστης) και αιματουρία. Η εξωτερική ακτινοβολία γίνεται συνήθως 5 φορές τη βδομάδα για 6-8 εβδομάδες.
• Η βραχυθεραπεία, ή εσωτερική ακτινοβολία του προστάτη, γίνεται με εμφύτευση ραδιενεργών κόκκων στον ιστό του αδένα. Ο χειρουργός τοποθετεί τους κόκκους στον προστάτη υποδόρια με μικρές βελόνες, πίσω από το όσχεο. Οι κόκκοι είναι τόσο μικροί που δεν τους αισθάνεστε και μπορεί να είναι προσωρινοί ή μόνιμοι. Επειδή η εσωτερική ακτινοβολία στοχεύει μόνο στον προστάτη, μειώνει τον κίνδυνο βλάβης στους ιστούς γύρω από αυτόν. Η βραχυθεραπεία του προστάτη εφαρμόζεται σε καρκίνους που είναι σε πρώιμο στάδιο και αναπτύσσονται αργά. Μπορεί επίσης να εφαρμοστεί σε ασθενείς με προχωρημένη μορφή της ασθένειας, που υποβάλλονται παράλληλα σε εξωτερική ακτινοβολία. Στις παρενέργειες αναφέρονται ο πόνος, οίδημα ή εκχυμώσεις στο πέος ή το όσχεο, σκουρόχρωμο αίμα στα ούρα ή το σπέρμα, ανικανότητα, ακράτεια και διάρροια.
• Σε ορισμένες περιπτώσεις η ακτινοβολία γίνεται για την ανακούφιση από τους πόνους όταν ο καρκίνος έχει κάνει μετάσταση στα οστά.


ΦΑΡΜΑΚΑ

Για τη ρύθμιση των επιπέδων τεστοστερόνης μπορεί να χορηγηθούν φάρμακα. Είναι η γνωστή ορμονοθεραπεία. Επειδή οι όγκοι του προστάτη χρειάζονται τεστοστερόνη για να αναπτυχθούν, η μείωση του επιπέδου της τεστοστερόνης συχνά λειτουργεί πολύ καλά στην αποτροπή της περαιτέρω ανάπτυξης του όγκου και της μετάστασης του καρκίνου σε άλλα σημεία. Η ορμονοθεραπεία εφαρμόζεται κυρίως για την ανακούφιση των συμπτωμάτων σε ασθενείς που έχουν υποστεί μετάσταση. Μπορεί όμως να γίνει και χειρουργικά, με την ορχεκτομή.
Τα φάρμακα Lupron και Zoladex χρησιμοποιούνται επίσης για τη θεραπεία του προχωρημένου καρκίνου του προστάτη. Τα φάρμακα αυτά μπλοκάρουν την παραγωγή τεστοστερόνης. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται και χημικός ευνουχισμός, αφού πρακτικά έχει τα ίδια αποτελέσματα με την αφαίρεση των όρχεων. Ωστόσο, αντίθετα με τη χειρουργική επέμβαση, είναι αναστρέψιμη. Τα φάρμακα χορηγούνται με ένεση, συνήθως κάθε 3-6 μήνες. Πιθανές παρενέργειες είναι ναυτία και εμετός, εξάψεις, αναιμία, υπνηλία, οστεοπόρωση, μειωμένη σεξουαλική επιθυμία και ανικανότητα.

Άλλα φάρμακα που χρησιμοποιούνται στην ορμονοθεραπεία είναι οι αναστολείς ανδρογόνων ορμονών (όπως η φλουταμίδη), που εμποδίζουν την τεστοστερόνη να προσκολληθεί στα κύτταρα του προστάτη. Πιθανές παρενέργειες είναι: στυτική δυσλειτουργία, απώλεια σεξουαλικής επιθυμίας, ηπατικά προβλήματα, διάρροια και μεγαλομαστία.

Η χημειοθεραπεία χρησιμοποιείται συχνά για τη θεραπεία του καρκίνου του προστάτη που δεν ανταποκρίνεται στην ορμονοθεραπεία. Οι ειδικοί ογκολόγοι συστήνουν συνήθως ένα φάρμακο ή συνδυασμό φαρμάκων.

Τα χημειοθεραπευτικά φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία του καρκίνου του προστάτη είναι:
  • Adriamycin
  • Docetaxel
  • Estramustine
  • Mitoxantrone
  • Paclitaxel
  • Prednisone

Mετά τον πρώτο κύκλο της χημειοθεραπείας, στους περισσότερους άντρες χορηγούνται επιπλέον δόσεις σε κλινική ή σε ιατρείο, όπου πηγαίνουν ως εξωτερικοί ασθενείς. Οι παρενέργειες ποικίλλουν ανάλογα με το φάρμακο, τη συχνότητα και τη διάρκεια της θεραπείας.
Μερικές από τις παρενέργειες των συνηθέστερων σχημάτων χημειοθεραπείας σε ασθενείς με καρκίνο του προστάτη είναι:
  • Θρόμβοι
  • Εκχυμώσεις
  • Ξηροδερμία
  • Κούραση
  • Κατακράτηση υγρών
  • Απώλεια μαλλιών
  • Πτώση των λευκών ή ερυθρών αιμοσφαιρίων ή των αιμοπεταλίων
  • Στοματικά έλκη
  • Ναυτία
  • Μούδιασμα ή μυρμήγκιασμα στα χέρια και τα πόδια
  • Ανακατωσούρα στο στομάχι
  • Αύξηση βάρους


ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ

Παρακολούθηση σημαίνει ότι θα ελέγχεστε τακτικά ώστε να βεβαιώνεστε ότι ο καρκίνος δεν έχει εξαπλωθεί. Περιλαμβάνει εξετάσεις ρουτίνας στον γιατρό σας.

Οι εξετάσεις περιλαμβάνουν:
  • Εξέταση αίματος για τη μέτρηση του PSA (συνήθως κάθε 3 μήνες με 1 χρόνο)
  • Σπινθηρογράφημα ή αξονική τομογραφία οστών για τυχόν μετάσταση
  • Γενική εξέταση αίματος για ενδείξεις ή συμπτώματα αναιμίας
  • Παρακολούθηση για άλλες ενδείξεις και συμπτώματα, όπως κούραση, απώλεια βάρους, αυξανόμενος πόνος, δυσλειτουργία κύστης και εντέρων και αδυναμία.

Πρόγνωση


Η εξέλιξη είναι ποικίλη. Αυτό συμβαίνει κυρίως γιατί η ασθένεια πλήττει πιο ηλικιωμένους άντρες, που μπορεί να πάσχουν από διάφορες άλλες διαταραχές ή ασθένειες, της καρδιάς ή των πνευμόνων για παράδειγμα. Η εξέλιξη επίσης εξαρτάται και από το στάδιο που βρίσκεται η ασθένεια όταν διαγνωστεί.


Επιπλοκές

Η ανικανότητα είναι δυνητικά μια επιπλοκή μετά την αφαίρεση του προστάτη ή τις ακτινοβολίες. Η πρόσφατη πρόοδος στις χειρουργικές μεθόδους όμως έχει μειώσει την πιθανότητα τέτοιας επιπλοκής. Μια άλλη πιθανή επιπλοκή είναι η ακράτεια ούρων. Τα φάρμακα, αντίστοιχα, μπορεί να κάνουν παρενέργειες όπως εξάψεις και κάμψη της σεξουαλικής επιθυμίας.


Πότε να απευθυνθείτε στον γιατρό σας

Ζητήστε να σας δει ο γιατρός σας αν είστε πάνω από 40 ετών και:
  • Δεν έχετε κάνει ποτέ εξετάσεις για καρκίνο του προστάτη (δακτυλική εξέταση και εξέταση αίματος για PSA)
  • Δεν κάνατε τακτικά ετήσια check up έως τώρα
  • Έχετε οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του προστάτη
Συζητήστε τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της εξέτασης PSA με τον γιατρό σας.


Πρόληψη

Δεν υπάρχει γνωστός τρόπος πρόληψης του καρκίνου του προστάτη. Μια διατροφή πλούσια σε λαχανικά, χαμηλή σε λιπαρά, παρόμοια με αυτήν που ακολουθούν παραδοσιακά οι Ιάπωνες μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο να νοσήσετε. Η έγκαιρη εξακρίβωση (σε αντίθεση με την πρόληψη) είναι πλέον δυνατή για τους άντρες πάνω από τα 40, με δακτυλική εξέταση (DRA) και τεστ PSA μια φορά τον χρόνο.

Yπάρχει ωστόσο μια διάσταση απόψεων σχετικά με το αν χρειάζεται να κάνουν όλοι οι άντρες εξέταση PSA. Υπάρχουν ενδεχομένως αρκετές αρνητικές πλευρές στη εξέταση PSA. H πρώτη είναι ότι τα υψηλά επίπεδα PSA δεν σημαίνουν απαραίτητα ότι ο ασθενής έχει καρκίνο του προστάτη. Η δεύτερη είναι ότι οι γιατροί ανακαλύπτουν και θεραπεύουν μερικές μορφές αρχικών σταδίων καρκίνου του προστάτη, που δεν θα δημιουργούσαν στον ασθενή ποτέ κανένα πρόβλημα. Η απόφαση χρήσης της εξέτασης PSA για τη διάγνωση καρκίνου του προστάτη θα πρέπει να βασίζεται στη συνεργασία και συζήτηση μεταξύ γιατρού και ασθενούς.



Δείτε εδώ σχετικά Βίντεο για τον προστάτη

Ουρηθρίτιδα

Ορισμός

Ουρηθρίτιδα ονομάζεται η φλεγμονή της ουρήθρας (ανεξάρτητα από την αιτία πρόκλησής της ).


Αίτια, επιπτώσεις και παράγοντες κινδύνου


Η ουρηθρίτιδα μπορεί να προκληθεί από βακτηρίδια ή ιούς. Τα ίδια παθογόνα βακτηρίδια που είναι υπεύθυνα για λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος (E. coli), όπως και κάποια άλλα που είναι υπεύθυνα για σεξουαλικά μεταδιδόμενες νόσους (chlamydia, gonorrhea), δύναται να οδηγήσουν σε ουρηθρίτιδα. Οι ιογενείς ουρηθρίτιδες οφείλονται συνήθως στον απλό ιό του έρπη και τον κυτταρομεγαλοϊό.

Άλλα αιτία περιλαμβάνουν:
  • Ευαισθησία στην χημική σύσταση σπερματοκτόνων ή αντισυλληπτικών προϊόντων (ζελέ), κρεμών ή αφρών
  • Τραυματισμό


Οι παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν:
  • Υψηλού κινδύνου σεξουαλική συμπεριφορά (όπως πρωκτικό σεξ χωρίς τη χρήση προφυλακτικού)
  • Ιστορικό σεξουαλικά μεταδιδόμενων νόσων
  • Άνδρες ηλικίας 20 - 35 ετών
  • Πολλαπλοί ερωτικοί σύντροφοι
  • Νεαρές γυναίκες κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής τους ηλικίας



Συμπτώματα


Στους άνδρες:

  • Πρόσμιξη αίματος στα ούρα ή στο σπέρμα
  • Καυσαλγία κατά την ούρηση (δυσουρία)
  • Πεϊκές εκκρίσεις
  • Πυρετός (σπάνια)
  • Συχνή ή οξεία έπειξη προς ούρηση
  • Κνησμός, ευαισθησία ή οίδημα του πέους ή της βουβωνικής χώρας
  • Άλγος κατά τη σεξουαλική επαφή ή την εκσπερμάτωση


Στις γυναίκες:

  • Κοιλιακό άλγος
  • Καύσος κατά την ούρηση
  • Πυρετός με ρίγη
  • Συχνή ή οξεία έπειξη προς ούρηση
  • Πυελικό άλγος / άλγος υπογαστρίου
  • Κολπικές εκκρίσεις


Σημεία κι εξετάσεις

Ο ιατρός οφείλει να προβεί σε φυσική εξέταση, που περιλαμβάνει στο άρρεν φύλο, την εξέταση της κοιλίας, της ουροδόχου κύστεως, του πέους και του όσχεου. Από την εξέταση αυτή πιθανόν να αναδειχθεί:

  • Πεϊκή έκκριση
  • Ευαισθησία και διόγκωση των λεμφαδένων της βουβωνικής χώρας
  • Ευαισθησία και οίδημα του πέους

Επίσης απαιτείται και δακτυλική εξέταση του ορθού.

Στις γυναίκες, η φυσική εξέταση περιλαμβάνει την εξέταση της κοιλιακής και πυελικής χώρας. Πιθανά ευρήματα είναι:

  • Εκκρίσεις της ουρήθρας
  • Ευαισθησία του υπογαστρίου
  • Ευαισθησία της μήτρας

Πιθανόν να διεξαχθούν οι ακόλουθες παρακλινικές εξετάσεις:

  • Ποσοτικός προσδιορισμός ερυθρών (CBC) – συνολικός όγκος ερυθρών
  • Εξέταση / προσδιορισμός της C – αντιδρώσας πρωτεΐνης
  • Υπέρηχος πυέλου (στις γυναίκες μόνο)
  • Εξέταση εγκυμοσύνης
  • Γενική ούρων και ουροκαλλιέργεια
  • Εξέταση ανίχνευσης της γονόρροιας, της χλαμύδια κι άλλων σεξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων.



Θεραπεία

Στόχοι της θεραπευτικής αγωγής είναι:

  • Η βελτίωση των συμπτωμάτων
  • Η πρόληψη μετάδοσης της νόσου / της λοίμωξης
  • Η απομάκρυνση της αιτίας πρόκλησης της λοίμωξης

Η αντιβιοτική αγωγή οφείλει να είναι ανάλογη του αιτιοπαθογόνου βακτηριδίου και ενίοτε απαιτείται η ενδοφλέβια χορήγησής της. Συνήθως, χορηγείται παράλληλα και συμπληρωματική παυσίπονη αγωγή (συμπεριλαμβανόμενου του pyridium, με εκλεκτική δράση στο ουροποιητικό σύστημα).

Σε άτομα, υπό αγωγή για ουρηθρίτιδα, συνίσταται η αποφυγή σεξουαλικών επαφών ή έστω η χρήση προφυλακτικού κατά τη διάρκεια αυτών. Στην περίπτωση λοιμώδους αιτιοπαθογένειας της φλεγμονής, ο ερωτικός σύντροφος συνίσταται να λάβει κι αυτός θεραπευτική αγωγή.

Η αγωγή της ουρηθρίτιδας που οφείλεται σε κάκωση ή χημικό ερεθισμό, συνίσταται σε αποφυγή του ενοχοποιητικού παράγοντα πρόκλησης της κάκωσης ή του ερεθισμού.


Προσδοκίες

Με την έγκαιρη διάγνωση και την κατάλληλη αγωγή, η ουρηθρίτιδα ως επί το πλείστον, παρουσιάζει ίαση και μη ανάπτυξη επιπλοκών. Ωστόσο, δύναται να οδηγήσει και σε μόνιμη βλάβη της ουρήθρας (ουλώδης ιστική βλάβη που ονομάζεται ουρηθριτική στένωση), καθώς κι άλλων οργάνων του ουροποιητικού συστήματος, τόσο στους άνδρες, όσο και στις γυναίκες.


Επιπλοκές

Άνδρες με ουρηθρίτιδα διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης:

  • Κυστίτιδας
  • Επιδιδυμίτιδας
  • Ορχίτιδας
  • Πυελονεφρίτιδας
  • Προστατίτιδας
  • Ουρηθρικής στένωσης

Γυναίκες με ουρηθρίτιδα διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης:

  • Τραχηλίτιδας
  • Κυστίτιδας
  • Έκτοπης κύησης
  • Διαταραχές γονιμότητας
  • Αποβολής
  • Φλεγμονώδης νόσου της πυέλου (PID)
  • Επιπλοκές κυήσεως
  • Πυελονεφρίτιδας
  • Σαλπιγγίτιδας (λοίμωξη των ωοθηκών)



Επικοινωνία με τον ιατρό σας

Καλέστε τον ιατρό σας εάν παρουσιάσετε συμπτώματα ουρηθρίτιδας.


Πρόληψη

Κάποιες από τις αιτίες πρόκλησης της ουρηθρίτιδας μπορούν να αποτραπούν με τη σωστή ατομική / προσωπική υγιεινή, καθώς και με τη διατήρηση ασφαλής ερωτικής συμπεριφοράς, όπως τη μονογαμία (ύπαρξη ενός μόνου ερωτικού συντρόφου) και τη χρήση προφυλακτικού.


Πέτρες ουροδόχου κύστης


Oρισμός

Οι πέτρες της ουροδόχου κύστης είναι σκληρές εναποθέσεις ανόργανων ουσιών στην ουροδόχο κύστη.


Εναλλακτικοί όροι

Πέτρες – ουροδόχος κύστη, Πέτρες ουρικής οδού, Χολόλιθοι ουροδόχου κύστης



Αίτια, συχνότητα εμφάνισης και παράγοντες κινδύνου


Οι πέτρες στην ουροδόχο κύστη είναι συνήθως συνέπεια ενός άλλου ουρολογικού προβλήματος, όπως:

  • Κυστικό εκκόλπωμα
  • Διογκωμένος προστάτης
  • Nευρογενής κύστη
  • Ουρολοίμωξη

Περίπου 95% των πετρών της ουροδόχου κύστης εμφανίζονται σε άντρες. Οι πέτρες της ουροδόχου κύστης είναι πολύ σπανιότερες από τις πέτρες των νεφρών.

Οι πέτρες της ουροδόχου κύστης μπορεί να εμφανιστούν όταν τα ούρα στην κύστη συμπυκνώνονται με αποτέλεσμα να δημιουργούνται κρύσταλλοι. Συμπτώματα εκδηλώνονται αν η πέτρα ερεθίζει το τοίχωμα της κύστης ή εμποδίζει την εκροή των ούρων από την κύστη.


Συμπτώματα

  • Κοιλιακός πόνος, πίεση
  • Αφύσικου χρώματος ή σκουρόχρωμα ούρα
  • Αιματουρία
  • Δυσχέρεια στην ούρηση
  • Συχνουρία
  • Αδυναμία για ούρηση παρά μόνο σε ορισμένη στάση
  • Διακεκομμένη ούρηση
  • Πόνος, δυσφορία στο πέος
  • Ουρολοίμωξη
- Δυσουρία (πόνος κατά την ούρηση)
- Πυρετός
- Εντονη ανάγκη για ούρηση

Η ακράτεια μπορεί επίσης να συνδέεται με πέτρες στην ουροδόχο κύστη.


Ενδείξεις και εξετάσεις

  • Η ακτινογραφία της ουροδόχου κύστης ή της πυέλου μπορεί να διαπιστώσει την παρουσία πετρών.
  • Η κυστοσκόπηση μπορεί να αποκαλύψει την ύπαρξη πέτρας στην ουροδόχο κύστη.
  • Η φυσική εξέταση, συμπεριλαμβανομένης της πρωκτικής εξέτασης, μπορεί να αποκαλύψει διόγκωση του προστάτη ή άλλες ουρολογικές διαταραχές.
  • Η ανάλυση ούρων μπορεί να εμφανίσει αίμα στα ούρα ή ουρολοίμωξη.
  • Η καλλιέργεια ούρων (με ελεύθερο ρεύμα ούρησης) μπορεί να διαπιστώσει τη λοίμωξη.



Θεραπεία

Η κατανάλωση 6 - 8 ποτηριών νερού ή περισσότερων την ημέρα αυξάνει την παραγωγή ούρων και μπορεί να βοηθήσει στην αποβολή των πετρών.

Ο γιατρός σας μπορεί να αφαιρέσει τις πέτρες που δεν αποβάλλονται, με τη χρήση κυστοσκόπιου (μικρός σωλήνας που περνά μέσω της ουρήθρας στην κύστη). Η εξωσωματική λιθοτριψία με τη χρήση υπερηχητικών κυμάτων διαλύει τις πέτρες.

Ορισμένες πέτρες μπορεί να πρέπει να αφαιρεθούν με ανοιχτή χειρουργική επέμβαση.

Φάρμακα σπάνια χρησιμοποιούνται προκειμένου να διαλυθούν οι πέτρες.

Πρέπει απαραίτητα να θεραπευτούν τα αίτια δημιουργίας των πετρών της ουροδόχου κύστης. Συνηθέστερα οι πέτρες στην ουροδόχο κύστη συνοδεύουν την καλοήθη υπερπλασία του προστάτη ή την απόφραξη της ουροδόχου κύστης.

Για ασθενείς με καλοήθη υπερπλασία του προστάτη και πέτρες στην ουροδόχο κύστη, η οπισθοτομία του προστάτη μέσω ουρήθρας, μπορεί να εκτελεσθεί με λιθοτριψία.


Πρόγνωση

Οι περισσότερες πέτρες της ουροδόχου κύστης αποβάλλονται ή μπορούν αφαιρεθούν χωρίς να αφήσουν μόνιμη βλάβη στην κύστη. Εάν όμως το γενεσιουργό αίτιο δεν θεραπευτεί, μπορεί να δημιουργηθούν ξανά.

Εάν οι πέτρες δεν αντιμετωπιστούν θεραπευτικά, μπορεί να προκαλούν συχνά ουρολοιμώξεις ή να δημιουργήσουν μόνιμη βλάβη στην ουροδόχο κύστη ή τα νεφρά.


Επιπλοκές

  • Οξεία αμφοτερόπλευρη αποφρακτική ουροπάθεια
  • Χρόνια δυσλειτουργία της κύστης (ακράτεια ή επίσχεση ούρων)
  • Απόφραξη της ουρήθρας
  • Επανεμφάνιση των πετρών
  • Νεφροπάθεια παλινδρόμησης
  • Ουρολοίμωξη


Πότε να επικοινωνήσετε με τον γιατρό σας

Επικοινωνήστε με τον γιατρό σας εάν έχετε συμπτώματα που παραπέμπουν σε πέτρες της ουροδόχου κύστης.


Πρόληψη

Η άμεση θεραπεία των ουρολοιμώξεων ή άλλων ουρολογικών παθήσεων μπορεί να αποτρέψει τη δημιουργία πετρών στην ουροδόχο κύστη.


Ουρολοίμωξη στους ενήλικες


Ουρολοίμωξη (λοίμωξη των ουροφόρων οδών) στους ενήλικες


Ορισμός

Η ουρολοίμωξη αποτελεί λοίμωξη που μπορεί να συμβεί σε οποιοδήποτε τμήμα των ουροφόρων οδών. Οι φλεγμονές, λοιμώδους αιτιολογίας, των ουροφόρων οδών έχουν διαφορετικές ονομασίες ανάλογα με την εντόπισή τους.

  • Ουροδόχος κύστη -- η φλεγμονή λόγω λοίμωξης που εντοπίζεται στην ουροδόχο κύστη ονομάζεται κυστίτιδα.
  • Νεφροί -- η φλεγμονή λόγω λοίμωξης ενός ή αμφότερων των νεφρών ονομάζεται πυελονεφρίτιδα.
  • Ουρητήρες – οι σωλήνες που μεταφέρουν τα ούρα από τους νεφρούς στην ουροδόχο κύστη σπάνια αποτελούν σημείο εντόπισης λοιμώξεων.
  • Ουρήθρα – η φλεγμονή λόγω λοίμωξης που εντοπίζεται στην ουρήθρα, τον σωλήνα μέσω του οποίου εξέρχονται τα ούρα από την ουροδόχο κύστη στο εξωτερικό περιβάλλον, ονομάζεται ουρηθρίτιδα.


Βλέπε επίσης : Ουρολοίμωξη στα παιδιά

Εναλλακτικές ονομασίες

Λοίμωξη της ουροδόχου κύστης στους ενήλικες, μικροβιακή κυστίτιδα, πυελονεφρίτιδα, λοιμώξεις του ουροποιητικού στους ενήλικες.


Αίτια, επίπτωση, και παράγοντες κινδύνου

Οι ουρολοιμώξεις προκαλούνται από μικρόβια, συνήθως βακτήρια, που εισέρχονται στην ουρήθρα και κατόπιν μεταφέρονται στην ουροδόχο κύστη. Με αυτόν τον τρόπο αναπτύσσεται λοίμωξη στην ίδια την κύστη, η οποία μπορεί να επεκταθεί στους νεφρούς.

Στις περισσότερες περιπτώσεις το σώμα μπορεί να αντιμετωπίσει αυτά τα βακτήρια. Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένες συνθήκες που αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης ουρολοιμώξεων.

Οι γυναίκες τείνουν να προσβάλλονται συχνότερα από ουρολοιμώξεις καθότι η ουρήθρα τους είναι βραχύτερη και εγγύτερα στον πρωκτό, σε σχέση με τους άνδρες. Για τον λόγο αυτό οι γυναίκες είναι πιθανότερο να προσβληθούν από ουρολοίμωξη συνεπεία της σεξουαλικής τους δραστηριότητας ή όταν χρησιμοποιούν διάφραγμα ως μέθοδο αντισύλληψης. Η εμμηνόπαυση, επίσης, αυξάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης ουρολοιμώξεων.

Οι ακόλουθες καταστάσεις, επίσης, αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης ουρολοιμώξεων:

  • σακχαρώδης διαβήτης
  • προχωρημένη ηλικία ( ιδιαίτερα σε άτομα υπο νοσηλεία)
  • προβληματική κένωση της ουροδόχου κύστης (επίσχεση ούρων) λόγω νευρολογικών διαταραχών
  • τοποθέτηση ουροκαθετήρα
  • ακράτεια κοπράνων
  • υπερπλασία του προστάτη, στένωση της ουρήθρας, ή οποιαδήποτε αιτία που εμποδίζει τη ροή των ούρων
  • νεφρολιθίαση (λίθοι στους νεφρούς)
  • ακινητοποίηση για μακρά χρονική περίοδο ( για παράδειγμα, κατά την ανάρρωση από κάταγμα του ισχίου)
  • εγκυμοσύνη



Συμπτώματα

Τα συμπτώματα σε λοίμωξη της ουροδόχου κύστης περιλαμβάνουν:

  • θολά ή αιματηρά ούρα, τα οποία μπορεί να είναι δύσοσμα
  • χαμηλό πυρετό (δεν είναι σταθερό εύρημα)
  • πόνο ή αίσθημα καύσου κατά την ούρηση
  • πίεση ή αίσθημα βάρους στην κάτω κοιλία (συνήθως υπερηβικά) ή στην οσφυϊκή χώρα
  • συχνή έπειξη για ούρηση, ακόμη και μετά την κένωση της ουροδόχου κύστης

Στην περίπτωση που η λοίμωξη επεκταθεί στους νεφρούς, η συμπτωματολογία περιλαμβάνει:

  • ρίγη και νυχτερινούς ιδρώτες
  • αίσθημα κόπωσης και κακουχίας
  • πυρετό μεγαλύτερο από 38.3 βαθμούς κελσίου
  • πόνο στην πλάγια κοιλιακή χώρα, την οσφύ, ή τη βουβωνική χώρα
  • θερμό, ή εξέρυθρο δέρμα
  • ψυχικές μεταβολές ή συγχυτικά φαινόμενα (στις μεγάλες ηλικίες αυτά μπορεί να είναι τα μοναδικά συμπτώματα επί ουρολοίμωξης)
  • ναυτία και εμέτους
  • σοβαρό κοιλιακό πόνο (σε ορισμένες περιπτώσεις)



Σημεία και διαγνωστικός έλεγχος

Συνήθως συλλέγεται δείγμα ούρων για την παραγματοποίηση των ακόλουθων δοκιμασιών:

  • Γενική εξέταση ούρων, διενεργείται για την αναζήτηση λευκοκυττάρων, ερυθροκυττάρων, βακτηρίων, καθώς και για τον έλεγχο συγκεκριμένων χημικών ουσιών στα ούρα. Στις πλείστες των περιπτώσεων, ο ιατρός μπορεί να διαγνώσει την ύπαρξη ουρολοίμωξης με βάση την κλινική εικόνα και τα αποτελέσματα της γενική εξέτασης ούρων.
  • Καλλιέργεια ούρων μέσου ρεύματος πραγματοποιείται για την ταυτοποίηση του παθογόνου βακτηρίου. Με αυτόν τον τρόπο θα επιλεγεί η κατάλληλη αντιβιοτική αγωγή.

Γενική εξέταση αίματος και καλλιέργεια αίματος ενδέχεται να πραγματοποιηθούν.

Οι ακόλουθες διαγνωστικές δοκιμασίες συνεισφέρουν στη διερεύνηση παθήσεων του ουροποιητικού συστήματος. Οι παθήσεις αυτές μπορούν να επιφέρουν την ανάπτυξη ουρολοιμώξεων ή να δυσχεραίνουν τη θεραπευτική τους αντιμετώπιση.
  • υπολογιστική τομογραφία κοιλίας
  • ενδοφλέβια πυελογραφία
  • σπινθηρογράφημα νεφρών
  • υπερηχογράφημα νεφρών
  • διουρητική κυστεοουρηθρογραφία



Θεραπευτική αντιμετώπιση


Ο ιατρός καλείται πρωταρχικά να προσδιορίσει τη βαρύτητα της λοίμωξης στην ουροδόχο κύστη ή τους νεφρούς.


Ήπιες λοιμώξεις της ουροδόχου κύστης και των νεφρών

Συνήθως συστήνεται η χορήγηση αντιβιοτικής αγωγής από το στόμα προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος επέκτασης της λοίμωξης στους νεφρούς.
  • η απλή λοίμωξη της ουροδόχου κύστης αντιμετωπίζεται με χορήγηση αντιβίωσης επί 3 ημέρες για τις γυναίκες ή 7-14 ημέρες για τους άνδρες. Σε περίπτωση επιπλεγμένης λοίμωξης της κύστης, όπως επί κύησης ή σε σακχαρώδη διαβήτη, καθώς και επί ήπιας λοίμωξης των νεφρών, χορηγούνται αντιβιοτικά,συνήθως, για 7-14 ημέρες.
  • είναι μείζονος σημασίας να ολοκληρώσετε την αντιβιοτική αγωγή, ακόμη και αν διαπιστώσετε ταχεία αποδρομή των συμπτωμάτων. Ασθενείς που διακόπτουν την αγωγή πριν την ολοκλήρωσή της ενδέχεται να αναπτύξουν λοιμώξεις δυσχερέστερες στην αντιμετώπιση.


Στα χορηγούμενα αντιβιοτικά περιλαμβάνονται η τριμεθοπρίμη-σουλφομεθοξαζόλη, η αμοξυκιλλίνη, η δοξυκυκλίνη, συνδυασμός αμοξυκιλλίνης και κλαβουλανικού οξέος, και οι φθοριοκινολόνες.

Ο ιατρός θα διερευνήσει το ενδεχόμενο κύησης.

Επιπρόσθετα, μπορεί να συστήσει τη χορήγηση φαρμάκων για την ανακούφιση του ασθενούς από τον πόνο και τη βασανιστική έπειξη για ούρηση. Η φαιναζοπυριδίνη είναι το πλέον σύνηθες φάρμακο που χρησιμοποιείται για αυτόν τον σκοπό.

Όλοι οι πάσχοντες από ουρολοίμωξη πρέπει να πίνουν άφθονη ποσότητα νερού.

Ορισμένες γυναίκες αναπτύσσουν επαναλαμβανόμενες ή υποτροπιάζουσες λοιμώξεις της ουροδόχου κύστης. Η θεραπευτική αντιμετώπισή τους ενδέχεται να περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

  • Η λήψη μιας δόσης αντιβιοτικού μετά τη σεξουαλική επαφή ενδέχεται να αποτρέψει την ανάπτυξη λοίμωξης που σχετίζεται με τη σεξουαλική δραστηριότητα.
  • Η λήψη τριήμερης αντιβιοτικής αγωγής στο σπίτι, για ουρολοιμώξεις των οποίων η διάγνωση βασίζεται στα κλινικά συμπτώματα, ενδέχεται να καταστεί βοηθητική σε ορισμένες περιπτώσεις.
  • Ορισμένες γυναίκες ενδέχεται να λάβουν μόνο μια ημερήσια δόση αντιβιοτικού προκειμένου να αποτρέψουν τη λοίμωξη.


Σοβαρές λοιμώξεις των νεφρών

Αν η λοίμωξη είναι σοβαρή και ο ασθενής αδυνατεί να λάβει φαρμακευτική αγωγή από το στόμα ή να καταναλώσει επαρκείς ποσότητες υγρών, τότε απαιτείται εισαγωγή σε νοσοκομειακό περιβάλλον. Εισαγωγή στο νοσοκομείο μπορεί, επίσης, να παραγματοποιηθεί στην περίπτωση που ο ασθενής:

  • είναι προχωρημένης ηλικίας
  • έχει νεφρικούς λίθους ή ανατομικές ανωμαλίες στις ουροφόρες οδούς
  • έχει υποβληθεί πρόσφατα σε χειρουργική επέμβαση επί του ουροποιητικού συστήματος
  • νοσεί από καρκίνο, σακχαρώδη διαβήτη, πολλαπλή σκλήρυνση, τραυματισμό της σπονδυλικής στήλης, ή άλλο ιατρικό νόσημα
  • κυοφορεί και εκδηλώνει πυρετό

Κατά τη νοσηλεία θα χορηγηθούν υγρά και αντιβιοτική αγωγή ενδοφλεβίως.

Σε ορισμένους ασθενείς η ουρολοίμωξη υποτροπιάζει ή δεν ανταποκρίνεται στη θεραπευτική αγωγή, οπότε αποκτά χρονιότητα. Αν πάσχετε από χρόνια λοίμωξη του ουροποιητικού ενδέχεται να απαιτηθεί η χορήγηση αντιβιοτικής αγωγής για μακρό χρονικό διάστημα (από 6 μήνες ως 2 έτη).

Στην περίπτωση που η ανάπτυξη της λοίμωξης ευνοείται από την ύπαρξη κάποιου ανατομικού προβλήματος στις ουροφόρες οδούς, η θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει χειρουργική παρέμβαση.


Πρόγνωση

Οι ουρολοιμώξεις συνήθως ανταποκρίνονται στη θεραπευτική αντιμετώπιση. Τα συμπτώματα από την ουροδόχο κύστη αποδράμουν εντός 24-48 ωρών μετά την έναρξη της θεραπείας. Στην περίπτωση που η λοίμωξη εντοπίζεται σε κάποιον από τους νεφρούς, μπορεί να χρειασθεί 1 εβδομάδα ή περισσότερο για την αποδρομή τους.


Επιπλοκές

  • σηψαιμία- ο κίνδυνος είναι υψηλότερος στους νεαρούς ενήλικες, στα άτομα προχωρημένης ηλικίας, και στους ανοσοκατεσταλμένους (για παράδειγμα σε πάσχοντες από HIV λοίμωξη, ή σε καρκινοπαθείς υπό χημειοθεραπεία)
  • καταστροφή και ουλοποίηση του νεφρικού παρεγχύματος
  • λοίμωξη του νεφρού



Πότε να επικοινωνήσετε με τον ιατρό σας

Αποταθείτε στον ιατρό σας αν εμφανίσετε οποιοδήποτε σύμπτωμα που υποδηλώνει την ύπαρξη ουρολοίμωξης. Αναζητήστε άμεσα ιατρική γνωμάτευση αν εκδηλώσετε κάποιο από τα ακόλουθα:

  • πόνο στην περιοχή της οσφύος ή την πλάγια κοιλιακή χώρα
  • ρίγη
  • πυρετό
  • εμέτους

Αυτά τα συμπτώματα μπορεί να αποτελούν ένδειξη ότι η λοίμωξη εντοπίζεται στους νεφρούς.

Επικοινωνήστε με τον ιατρό σας αν έχετε ήδη διαγνωσθεί με ουρολοίμωξη και εμφανίσετε υποτροπή της νόσου, μετά τη θεραπεία με αντιβιοτικά.



Πρόληψη

Αλλαγές στον τρόπο ζωής ενδέχεται να συνδράμουν στην πρόληψη ανάπτυξης ουρολοιμώξεων.

Μετά την εμμηνόπαυση, μπορούν να χρησιμοποιηθούν κολπικές κρέμες οιστρογόνων. Αυτές μειώνουν την πιθανότητα ανάπτυξης λοίμωξης.


Ατομική υγιεινή
  • διατηρείτε καθαρή την περιοχή των γεννητικών οργάνων
  • να ουρείτε πριν και μετά τη σεξουαλική επαφή


Ένδυση
  • να αποφεύγετε τη χρήση στενών εσωρούχων
  • να αλλάζετε τα εσώρουχά σας τουλάχιστον μια φορά την ημέρα

Διαιτολογικές συνήθειες
  • να καταναλώνετε άφθονη πασότητα υγρών
  • να πίνετε χυμό φίγγι ή να λαμβάνετε δισκία φίγγι, ΟΧΙ όμως στην περίπτωση που έχετε θετικό ατομικό ή οικογενειακό ιστορικό νεφρολιθίασης
  • αποφεύγετε να καταναλώνετε μεγάλες ποσότητες υγρών που δρουν ερεθιστικά στο επιθήλιο της ουροδόχου κύστης, όπως το αλκοόλ και η καφεΐνη.

Ουρολοίμωξη στα παιδιά


Ορισμός

Η λοίμωξη της ουροδόχου οδού (Λ.Ο.Ο.) πρόκειται για βακτηριακή λοίμωξη του ουροδόχου συστήματος. Το άρθρο αυτό αναφέρεται στη λοίμωξη της ουροδόχου οδού στα παιδιά.

Το ουροδόχο σύστημα περιλαμβάνει:
  • Την ουροδόχο κύστη
  • Τους νεφρούς
  • Τους ουρητήρες – τους σωλήνες που μεταφέρουν ούρα από τον κάθε νεφρό στην ουροδόχο κύστη
  • Την ουρήθρα – το σωλήνα που παροχετεύει εκτός της ουροδόχου κύστεως, τα ούρα


Βλ επίσης: Ουρολοίμωξη στους ενήλικες


Εναλλακτικοί ορισμοί

Λ.Ο.Ο. – παιδιά, Κυστίτιδα – παιδιά, Λοίμωξη ουροδόχου κύστεως – παιδιά, Νεφρική λοίμωξη - παιδιά, Πυελονεφρίτις - παιδιά


Αίτια, επιπτώσεις και παράγοντες κινδύνου

Λοίμωξη της ουροδόχου οδού έχουμε όταν τα βακτηρίδια βρίσκουν τρόπο εισαγωγής εντός της ουροδόχου κύστεως ή των νεφρών. Τέτοιου είδους βακτηρίδια εντοπίζονται συνήθως στη δερματική περιοχή γύρω από τον πρωκτό ή σε κάποιες περιπτώσεις, γύρω από τον κόλπο.

Υπό φυσιολογικές συνθήκες, η ουροδόχο κύστη είναι στείρα μικρόβιων. Ωστόσο, διάφορα γεγονότα καθιστούν ευκολότερη την εισαγωγή των βακτηριδίων ή την εγκατάστασή τους εντός της ουροδόχου οδού. Αυτά περιλαμβάνουν:

  • Μια διαταραχή στην ουροδόχο οδό, που ονομάζεται ουρητηροκυστική παλινδρόμηση, η οποία εμφανίζεται συνήθως κατά τον τοκετό. Η κατάσταση αυτή επιτρέπει στα ούρα να παλινδρομήσουν πίσω κι εντός των ουρητήρων και των νεφρών.
  • Διαταραχές στον εγκέφαλο ή το νευρικό σύστημα (όπως η μυελομηνιγκοκήλη, τραυματισμός νωτιαίου μυελού, υδροκεφαλία) που δυσχεραίνουν την πλήρη εκκένωση της ουροδόχου κύστεως
  • Αφρόλουτρα ή ένδυση με πολύ στενά ρούχα (κορίτσια)
  • Αλλαγές ή γενετικές ανωμαλίες στη δομή της ουροδόχου οδού
  • Μη συχνή ούρηση κατά τη διάρκεια της ημέρας
  • Σκούπισμα από πίσω (κοντά στον πρωκτό) προς τα εμπρός, μετά τη χρήση τουαλέτας. Όσον αφορά το γυναικείο φύλο, το τελευταίο μπορεί να επιφέρει βακτήρια στη δίοδο εξόδου των ούρων.

Η Λ.Ο.Ο. συνιστά μια αρκετά συχνή πάθηση του γυναικείου φύλου, κυρίως στην ηλικία των 3 ετών περίπου, όταν πρωτομαθαίνουν να χρησιμοποιούν μόνες την τουαλέτα. Τα αγόρια που δεν έχουν υποστεί περιτομή, διαθέτουν ελαφρώς υψηλότερες πιθανότητες ανάπτυξης Λ.Ο.Ο. έως την ηλικία του ενός έτους.


Συμπτώματα

Τα κλινικά συμπτώματα των νεαρών παιδιών που πάσχουν από Λ.Ο.Ο. μπορεί να περιορίζονται σε πυρετό, μειωμένη / πτωχή όρεξη, έμετο ή και πλήρη ασυμπτωματολογία.

Οι περισσότερες περιπτώσεις λοίμωξης της ουροδόχου οδού στα παιδιά, αφορά μονάχα την ουροδόχο κύστη. Αν η λοίμωξη επεκταθεί και στους νεφρούς, τότε αναφερόμαστε στην πυελονεφρίτιδα και ενδέχεται η κατάσταση να είναι σοβαρότερη.

Τα συμπτώματα της λοίμωξης της ουροδόχου κύστεως περιλαμβάνουν:

  • Πρόσμιξη αίματος στα ούρα
  • Νεφελώδης ούρα
  • Έντονη οσμή ούρων
  • Συχνή ή επείγουσα επιθυμία ούρησης
  • Γενική κακουχία
  • Άλγος ή αίσθημα καύσου κατά την ούρηση
  • Πίεση ή άλγος στη χαμηλή πυελική ζώνη ή στην κατώτερη οσφυϊκή μοίρα
  • Προβλήματα (ακράτειας) ούρων στα παιδιά, κατόπιν εκμάθησής τους αυτόνομης χρήσης τουαλέτας


Αν η λοίμωξη επεκταθεί στους νεφρούς, τα κλινικά συμπτώματα περιλαμβάνουν:
  • Ρίγη με σπασμούς
  • Πυρετό
  • Ερυθρηματώδες, θερμό δέρμα
  • Ναυτία
  • Λαγώνιο άλγος ή άλγος στη ράχη
  • Έντονο άλγος στην ομφαλική χώρα
  • Έμετο


Σημεία κι εξετάσεις

Προκειμένου να διαγνωστεί η Λ.Ο.Ο. στα παιδιά, απαιτείται δείγμα ούρων. Το δείγμα εξετάζεται στο μικροσκόπιο κι αποστέλλεται για καλλιέργεια.

Στα παιδιά που δε χρησιμοποιούν μόνα τους την τουαλέτα, η λήψη ούρων μπορεί να είναι δυσχερής. Η εξέταση δεν μπορεί να διεξαχθεί χρησιμοποιώντας υγρή πάνα. Πιθανοί τρόποι συλλογής δείγματος ούρων στα παιδιά, περιλαμβάνουν:

  • σακούλα συλλογής ούρων – μια ειδική πλαστική σακούλα τοποθετείται επί του πέους (αγόρια) ή της κολπικής περιοχής (κορίτσια), ώστε να συλλεχθούν ούρα. Ωστόσο, αυτός ο τρόπος, δεν είναι ο καταλληλότερος καθ’ ότι το δείγμα μπορεί να επιμολυνθεί
  • υπό καθετηριασμό λήψη δείγματος καλλιέργειας ούρων – ένας πλαστικός σωλήνας (καθετήρας) τοποθετείται μέσω της άκρης του πέους, στα αγόρια ή κατευθείαν εντός της ουρήθρας στα κορίτσια, συλλέγοντας ούρα απευθείας από την ουροδόχο κύστη
  • υπερηβική συλλογή ούρων – μια βελόνα τοποθετείται μέσω του δέρματος της κάτω κοιλιακής χώρας και των μυών, εντός της ουρήθρας και χρησιμοποιείται για την αναρρόφηση ούρων

Αν το παιδί σας παρουσιάζει για πρώτη φορά Λ.Ο.Ο., μπορεί να διεξαχθεί μια ειδική απεικονιστική εξέταση για τον καθορισμό της αιτίας πρόκλησης της λοίμωξης ή να διερευνηθεί αν έχουν υποστεί βλάβη τα νεφρά. Οι εξετάσεις μπορεί να περιλαμβάνουν:
  • υπέρηχο νεφρών
  • λήψη ακτινογραφίας κατά τη διάρκεια ούρησης του παιδιού (κυστεουρηγραφία εκκένωσης)


Οι εξετάσεις αυτές διεξάγονται ενώ το παιδί έχει προσβληθεί από τη λοίμωξη, αν και στην πλειοψηφία, διεξάγονται αρκετούς μήνες αργότερα.

Ο θεράπων ιατρός θα λάβει υπ’ όψιν διάφορους παράγοντες προτού αποφασίσει αν και πότε το παιδί-ασθενής χρήζει ειδικής εξέτασης. Οι παράγοντες αυτοί περιλαμβάνουν:

  • αν το παιδί είναι μικρότερο της ηλικίας των 6 μηνών
  • αν το παιδί είχε ιστορικό λοιμώξεων
  • τη σοβαρότητα της λοίμωξης
  • αν το παιδί πάσχει από άλλη παθολογική κατάσταση
  • αν το παιδί παρουσιάζει διαταραχές στο νωτιαίο μυελό ή ανωμαλίες στην ουροδόχο κύστη
  • αν το παιδί έχει ανταποκριθεί ταχεία στην αντιβιοτική αγωγή


Θεραπεία

Η Λ.Ο.Ο. στα παιδιά χρήζει άμεσης αντιβιοτικής αγωγής, προκειμένου να προστατευθούν οι νεφροί που αναπτύσσονται. Τα παιδιά κάτω των 6 μηνών ή αυτά που παρουσιάζουν επιπλοκές, οφείλουν να επισκεφθούν άμεσα κάποιον ειδικό.

Νεαρότερα βρέφη χρήζουν ενδονοσοκομειακής νοσηλείας και λήψη αντιβιοτικής αγωγής ενδοφλεβίως. Βρέφη μεγαλύτερης ηλικίας και παιδιά, οφείλουν να λάβουν αντιβιοτικά δια του στόματος. Αν το τελευταίο δε καθίσταται εφικτό, απαιτείται η εισαγωγή τους στο νοσοκομείο, όπου και θα τους χορηγηθούν αντιβιοτικά ενδοφλεβίως.

Είναι ιδιαίτερης σημασίας, το παιδί σας κατά τη διάρκεια της λοίμωξης να καταναλώνει πολλά υγρά.

Υπάρχουν περιπτώσεις παιδιών που χρήζουν αντιβιοτική αγωγή για μακρύτερη χρονική περίοδο (έως και 6 – 24 μήνες) ή να τους συνταγογραφηθούν ισχυρότερα αντιβιοτικά.

Ο ιατρός ενδέχεται να σας συστήσει μειωμένη δόση αντιβιοτικών σκευασμάτων, αν τα πρώτα συμπτώματα υποχωρήσουν γρήγορα. Ωστόσο, αυτός ο τύπος θεραπευτικής αγωγής, είναι λιγότερο συνήθης απ’ ότι ήταν στο παρελθόν.

Τα συνηθέστερα αντιβιοτικά που χορηγούνται στα παιδιά περιλαμβάνουν:

  • αμοξυικυλίνη ή αμοξικυλίνη / κλαβουλανικό οξύ
  • ντοξικυλίνη (δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε παιδιά κάτω των 8 ετών)
  • νιτροφουραντοϊνη
  • τριμεθοπρίνη – σουλφαμεθοξαζόλη

Ίσως χρειαστούν κι επαναληπτικές καλλιέργειες ούρων, ώστε να τεκμηριωθεί η απομάκρυνση των βακτηριδίων από την ουροδόχο κύστη.


Πρόγνωση

Η ίαση είναι το αποτέλεσμα των περισσοτέρων παιδιών – ασθενών, αν κι εφόσον ληφθεί η κατάλληλη θεραπευτική αγωγή. Ενδέχεται ωστόσο, η αγωγή να συνεχιστεί για μακρά χρονική περίοδο.

Οι μακροχρόνιες επιπτώσεις επανειλημμένης Λ.Ο.Ο. στα παιδιά, ενδέχεται να είναι σοβαρή. Αν κι αυτές οι λοιμώξεις συνήθως προλαμβάνονται.


Επιπλοκές

  • υψηλή αρτηριακή πίεση
  • νεφρικό απόστημα
  • νεφρική λοίμωξη (πυελονεφρίτιδα)
  • νεφρική ανεπάρκεια ή νεφρική έκπτωση
  • νεφρικό οίδημα (υδρονέφρωση)



Επικοινωνία με τον ιατρό σας

Κλείστε ραντεβού με τον ιατρό σας αν τα συμπτώματα του παιδιού σας δεν υποχωρήσουν παρά τη θεραπευτική αγωγή ή επανεμφανιστούν περισσότερο από δύο φορές εντός 6 μηνών.

Επικοινωνήστε με τον ιατρό σας αν τα συμπτώματα του παιδιού επιδεινωθούν ή εμφανιστούν νέα, ιδίως:

  • πόνος στη ράχη ή λαγώνιο άλγος
  • κάκοσμα, αιματηρά ή αποχρωματισμένα ούρα
  • πυρετός άνω των 38˚C, ορθικά λαμβανόμενο στα βρέφη ή άνω των 38,3˚C στα παιδιά
  • άλγος χαμηλά στην πλάτη ή κοιλιακό άλγος (κυρίως κάτω του ομφαλού)
  • επίμονος πυρετός
  • ασυνήθης συχνοουρία ή συχνοουρία κατά τη διάρκεια της νύχτας
  • έμετος


Πρόληψη

  • αποφύγετε τα αφρόλουτρα στα παιδιά
  • φορέστε στα παιδιά χαλαρά εσώρουχα και ρούχα
  • αυξήστε τη λήψη υγρών που λαμβάνει το παιδί σας
  • διατηρήστε καθαρή την περιοχή των γεννητικών οργάνων του παιδιού σας, προλαμβάνοντας την εισχώρηση βακτηριδίων μέσω της ουρήθρας
  • μάθετε στο παιδί σας να κάνει χρήση της τουαλέτας αρκετές φορές την ημέρα
  • μάθετε στο παιδί σας να σκουπίζεται στην περιοχή των γεννητικών οργάνων από εμπρός προς τα πίσω, ώστε να μειωθεί η πιθανότητα εξάπλωσης των βακτηριδίων από τον ορθό στην ουρήθρα.

Η μακροχρόνια λήψη προληπτικών (προφυλακτικών) αντιβιοτικών, ενδέχεται να συστηθούν σε κάποια παιδιά – ασθενείς που είναι επιρρεπείς στη χρόνια Λ.Ο.Ο.

Στένωση ουρήθρας


Ορισμός

Η στένωση της ουρήθρας είναι ένα ανώμαλο στένωμα του σωλήνα μέσω του οποίου αποβάλλονται τα ούρα από το σώμα δια της ουροδόχου κύστης.



Αίτια, συχνότητα εμφάνισης και παράγοντες κινδύνου


Η στένωση της ουρήθρας μπορεί να προέλθει από φλεγμονή ή ουλώδη ιστό που προκλήθηκε από χειρουργική επέμβαση, από κάποια ασθένεια ή τραυματισμό. Μπορεί επίσης να προκληθεί από την πίεση που ασκεί ένας όγκος που μεγαλώνει κοντά στην ουρήθρα, αν και αυτό είναι σπάνιο.

Άλλοι παράγοντες κινδύνου είναι:

  • Ιστορικό σεξουαλικά μεταδιδόμενου νοσήματος
  • Οποιοδήποτε όργανο που εισάγεται στην ουρήθρα (όπως καθετήρας ή κυστοσκόπιο)
  • Καλοήθης υπερπλασία του προστάτη
  • Βλάβη ή τραύμα στην περιοχή της λεκάνης
  • Επαναλαμβανόμενες κρίσεις ουρηθρίτιδας

Οι συγγενείς (εκ γενετής) στενώσεις είναι σπάνιες. Οι στενώσεις στις γυναίκες είναι επίσης σπάνιες.


Συμπτώματα

  • Αίμα στο σπέρμα
  • Αιματηρά ή σκουρόχρωμα ούρα
  • Μειωμένη ροή ούρων
  • Δυσκολία στην ούρηση
  • Εκκρίσεις από την ουρήθρα
  • Συχνή ούρηση ή ανάγκη για ούρηση
  • Αδυναμία ούρησης (ουρική επίσχεση)
  • Ακράτεια
  • Επώδυνη ούρηση (δυσουρία)
  • Πόνος χαμηλά στην κοιλιά
  • Πόνος στη λεκάνη
  • Αργή ροή των ούρων (μπορεί να αναπτυχθεί ξαφνικά ή βαθμιαία)
  • Ούρηση σαν ‘σπρέι’
  • Διόγκωση του πέους


Ενδείξεις εξετάσεις

Στη φυσική εξέταση μπορεί να παρουσιαστούν:

  • Μειωμένη ροή ούρων
  • Εκκρίσεις από την ουρήθρα
  • Διογκωμένη κύστη
  • Διογκωμένοι ή ευαίσθητοι λεμφαδένες στη βουβωνική χώρα
  • Διογκωμένος ή ευαίσθητος προστάτη
  • Σκλήρυνση κάτω από την επιφάνεια του πέους
  • Ερυθρότητα ή πρήξιμο του πέους

Μερικές φορές η εξέταση δεν αποκαλύπτει καμία ανωμαλία.

Στις διαγνωστικές εξετάσεις περιλαμβάνονται:

  • Κυστεοσκόπηση
  • Εξέταση όγκου υπολοίπου ούρων
  • Παλίνδρομη ουρηθρογραφία
  • Εξέταση για χλαμύδια και βλεννόρροια
  • Ανάλυση ούρων
  • Ουροροομετρία (πόση ποσότητα ούρων περνά στο δευτερόλεπτο)
  • Καλλιέργεια ούρων


Θεραπεία

Η ουρήθρα μπορεί να διασταλεί κατά τη διάρκεια της κυστεοσκόπησης, με τοπική αναισθησία, με την παρεμβολή ενός λεπτού οργάνου που διευρύνει τη διάμετρο της ουρήθρας. Μπορείτε να αντιμετωπίσετε και στο σπίτι τη στένωση αν μάθετε πώς γίνεται η διαστολή της.

Εάν η διαστολή της ουρήθρας δεν είναι δυνατή, μπορεί να χρειαστείτε χειρουργική επέμβαση για να θεραπεύσετε την ανωμαλία. Η επιλογή της επέμβασης εξαρτάται από τη θέση και το μήκος της στένωσης. Εάν η στένωση είναι μικρή και μακριά από τον ουρικό σφιγκτήρα, οι επιλογές περιλαμβάνουν την τομή στο σημείο της στένωσης μέσω κυστεοσκόπησης ή την εμφύτευση διασταλτικού υλικού (που κρατά ανοικτό τον αυλό της ουρήθρας).

Ανοικτή ουρηθροπλαστική μπορεί να γίνει στις περιπτώσεις μεγαλύτερης στένωσης. Με την επέμβαση αυτή αφαιρείται το ασθενές μέρος ή αντικαθίσταται με άλλο ιστό. Τα αποτελέσματα ποικίλλουν ανάλογα με το μέγεθος και τη θέση της στένωσης, τα είδη των θεραπειών που έχετε δοκιμάσει και την εμπειρία του χειρουργού.

Σε οξείες περιπτώσεις επίσχεσης ούρων, μπορεί να τοποθετηθεί υπερηβικός καθετήρας ως μέτρο έκτακτης ανάγκης. Αυτό επιτρέπει στην κύστη να εκκενωθεί από την κοιλιά.

Σήμερα δεν υπάρχει κανένα φάρμακο για αυτή την ασθένεια. Εάν όλες οι μέθοδοι θεραπείας αποτύχουν, μπορεί να γίνει ουρική παράκαμψη με τη μέθοδο Mitrofanoff. Αυτή σας επιτρέπει να κάνετε μόνοι σας τον καθετηριασμό της κύστης μέσω του τοιχώματος της κοιλιάς.


Πρόγνωση


Η θεραπεία συνήθως έχει άριστο αποτέλεσμα. Ωστόσο, μπορεί να απαιτηθούν αλλεπάλληλες θεραπείες για να αφαιρεθεί ο ουλώδης ιστός.


Επιπλοκές

Η στένωση της ουρήθρας μπορεί να εμποδίζει εντελώς τη ροή ούρων, προκαλώντας οξεία ουρική επίσχεση. Η πάθηση αυτή πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα.



Πότε να επικοινωνήσετε με τον γιατρό σας


Επικοινωνήστε με τον γιατρό σας εάν εμφανίσετε συμπτώματα στένωσης της ουρήθρας.


Πρόληψη

Οι ασφαλείς σεξουαλικές συνήθειες μπορεί να μειώσουν τον κίνδυνο σεξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων και στένωσης της ουρήθρας. Η άμεση θεραπεία της στένωσης της ουρήθρας μπορεί να αποτρέψει επιπλοκές όπως η μόλυνση ή η βλάβη των νεφρών και της ουροδόχου κύστης.





































Σοβαρή Υπενθύμιση:

Οι πληροφορίες που περιέχονται στο www.eumedline.eu έχουν σαν μοναδικό σκοπό την ενημέρωση και δεν αποτελούν πρόταση για οποιαδήποτε ιατρική-διαγνωστική εξέταση ή θεραπεία. Προτείνεται τα ανωτέρω να γίνονται σε συνεννόηση με τον γιατρό σας η άλλους επαγγελματίες υγείας.


Η ιατρική είναι μια συνεχώς μεταβαλλόμενη επιστήμη και η θεραπεία δεν είναι πάντα σαφώς καθορισμένη. Η νέα έρευνα αλλάζει καθημερινά τις διαγνωστικές και θεραπευτικές ενδείξεις. Το euMEDLINE προσπαθεί να παρέχει ενημερωμένες και ακριβείς πληροφορίες που είναι αποδεκτές γενικά μέσα στα ιατρικά πρότυπα κατά την διάρκεια της δημοσίευσης. Εντούτοις, δεδομένου ότι η ιατρική επιστήμη αλλάζει συνεχώς και το ανθρώπινο λάθος είναι πάντα δυνατό, το euMEDLINE δεν μπορεί να διαβεβαιώσει ότι οι πληροφορίες που περιέχονται σε αυτό είναι ακριβείς ή πλήρεις, ούτε είναι υπεύθυνο για τυχόν παραλείψεις, λάθη ή για τα αποτελέσματα της χρησιμοποίησης αυτών των πληροφοριών.


Ο αναγνώστης πρέπει να επιβεβαιώσει τις πληροφορίες που περιέχονται στο euMEDLINE από άλλες πηγές πριν από τη χρήση και ιδιαίτερα από τους επαγγελματίες υγείας. Ειδικότερα, όλες οι δόσεις, οι ενδείξεις, και οι αντενδείξεις των φαρμάκων πρέπει να επιβεβαιωθούν στο πληροφοριακό ένθετο των συσκευασιών των φαρμάκων. Η χρήση των εμπορικών ονομασιών των φαρμάκων γίνεται αποκλειστικά για ενημερωτικούς-πληροφοριακούς λόγους και δεν υποδηλώνει μεροληψία υπέρ αυτών.


Το euMEDLINE δεν μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνο, άμεσα ή έμμεσα, για τη ζημιά ή την επιπλοκή που μπορεί να προκύψει με την εφαρμογή των πληροφοριών που περιέχονται στις σελίδες του. Για κάθε απορία επικοινωνήστε μαζί μας μέσω e-mail.