ΠΑΧΥΣΑΡΚΑ ΚΑΙ ΥΠΕΡΒΑΡΑ ΣΕ ΑΝΗΣΥΧΗΤΙΚΟ ΠΟΣΟΣΤO ΤΑ ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΑ


Το 29% των μαθητών ηλικίας 9-10 ετών είναι υπέρβαρα και το 13% παχύσαρκα, ενώ παρατηρείται ένα ποσοστό 5% ελλιποβαρών κοριτσιών. Τα σημαντικά αυτά στοιχεία για το μέγεθος του προβλήματος της παιδικής παχυσαρκίας ανακοινώθηκαν στη διάρκεια των εργασιών του 8ου Συνεδρίου Αθηροσκλήρωσης που διοργανώνει η Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης Βορείου Ελλάδας στη Θεσσαλονίκη

Η καθηγήτρια Διατροφής και Διαιτολογίας στο ΤΕΙ-Θ Μαρία Χασαπίδου αναφέρθηκε στην παιδική παχυσαρκία και την εμπειρία του προγράμματος COSI που εφαρμόζεται στη χώρα μας από το 2010 και χρηματοδοτείται από την ελληνική Ιατρική Εταιρεία Παχυσαρκίας και το ΤΕΙ Διατροφής στη Θεσσαλονίκη. Στο πρόγραμμα συμμετείχαν 5.700 παιδιά ηλικίας 7-8 ετών (μαθητές Β΄ τάξης δημοτικού) και 9-10 (μαθητές Γ΄ τάξης δημοτικού) από 150 σχολεία της Ελλάδας

Σύμφωνα με τα πρώτα αποτελέσματα καταγραφής και παρακολούθησης της παιδικής παχυσαρκίας προκύπτει ότι το 23% των ηλικιών 7-8 ετών είναι υπέρβαρα και το 14% παχύσαρκα χωρίς ιδιαίτερες διαφορές στα δύο φύλα. Σαφής αύξηση των ποσοστών υπέρβαρων παιδιών καταγράφεται στις ηλικίες 9-10 ετών, όπου το ποσοστό ανέρχεται στο 29% και των παχύσαρκων στο 13%, ενώ παρατηρείται ένα ποσοστό 5% ελλιποβαρών κοριτσιών.

Τα επιμέρους στοιχεία του προγράμματος αποκαλύπτουν ότι στα ελληνικά σχολεία δεν υπάρχουν θεσμοθετημένα εκπαιδευτικά προγράμματα υγιεινής διατροφής. Αντίστοιχα ο χρόνος σωματικής δραστηριότητας και παιχνιδιού των παιδιών είναι ελάχιστος. Όπως σημείωσε η κυρία Χασαπίδου μόνο το 25% των δημοτικών σχολείων στην Ελλάδα αφιερώνουν 3 ή περισσότερες ώρες γυμναστικής εβδομαδιαίως στα σχολικά προγράμματά τους.

Από την άλλη πλευρά και τα κυλικεία διαθέτουν μικρό ποσοστό υγιεινών τροφίμων, όπως γάλα, γιαούρτι και φρέσκα φρούτα.

Ένα ακόμη σημαντικό θέμα που συζητήθηκε στο συνέδριο ήταν ο ρόλος της βιταμίνης D και ο καρδιαγγειακός κίνδυνος. Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες φαίνεται να υπάρχει ισχυρή σχέση μεταξύ χαμηλών επιπέδων βιταμίνης D και παρουσίας καρδιομεταβολικών κινδύνων, όπως σακχαρώδης διαβήτης, υπερλιπιδαιμία, παχυσαρκία, αρτηριακή υπέρταση αλλά και την καρδιαγγειακή νόσο.


Τα παχύσαρκα άτομα βρέθηκαν να έχουν χαμηλότερα επίπεδα της βιταμίνης D γιατί:

  • 1. Λόγω μειωμένης κινητικότητας εκτίθενται λιγότερο στον ήλιο
  • 2. Η βιταμίνης D παγιδεύεται στον λιπώδη ιστό.

Η απώλεια βάρους έστω και 10% ευνοεί την αύξηση των επιπέδων της βιταμίνης D.

Την ίδια ώρα σημειώνεται το παράδοξο στις μεσογειακές χώρες με την περισσότερη ηλιοφάνεια να παρατηρούνται τα χαμηλότερα ποσοστά βιταμίνης D. Το γεγονός αποδίδεται μεταξύ άλλων στη χρήση των αντιηλιακών. Χαμηλότερα ποσοστά βιταμίνης έχουν και οι καπνίστριες γυναίκες.

Η βιταμίνη D, που βρίσκεται σε τροφές όπως το εμπλουτισμένο γάλα, τα λιπαρά ψάρια, κορν φλέϊκς κλπ., προάγει τους καρδιοπροστατευτικούς μηχανισμούς βελτιώνοντας την ευαισθησία στην ινσουλίνη και ελαττώνει τους αθηρογόνους παράγοντες που δρουν καταστρεπτικά στον ενδοθήλιο των αγγείων.

Στη διάρκεια των εργασιών του συνεδρίου της Αθηροσκλήρωσης, έγιναν παράλληλα σημαντικές ανακοινώσεις στον τομέα της διάγνωσης και της θεραπευτικής αντιμετώπισης των καρδιαγγειακών παθήσεων, με επεμβατικές ή μη μεθόδους.

Ο Λέκτορας Ακτινολογίας ΑΠΘ Αναστάσιος Κελέκης, μίλησε για το δείκτη επικινδυνότητας για καρδιαγγειακά συμβάματα score ασβεστίου (άθροισμα ασβεστίου) Το άθροισμα ασβεστίου είναι η μέτρηση των επασβεστωμένων αθηρωματικών πλακών κατά μήκος των στεφανιαίων αρτηριών. Είναι μια εξέταση που γίνεται σε πολυτομικό αξονικό τομογράφο χωρίς την έγχυση σκιαγραφικής ουσίας και είναι ταχύτατη, από πλευράς χρόνου. Ενδείκνυται σε ασυμπτωματικούς ασθενείς χαμηλού προς μέσου κινδύνου. Το χαμηλό άθροισμα ασβεστίου συνδέεται με χαμηλή πιθανότητα ανάπτυξης στεφανιαίας νόσου. Συγκεκριμένα η αρνητική προγνωστική αξία του αθροίσματος ασβεστίου προσεγγίζει το 98% όταν το άθροισμα είναι μηδέν.



    Στην κορυφή