ΝΕΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΣΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΒΗΤΗ


Περίπου 366 εκατομμύρια άτομα στον κόσμο πάσχουν από διαβήτη. Ο διαβήτης τύπου 2 είναι ο πιο συνήθης τύπος και ευθύνεται για το 90% περίπου όλων των περιπτώσεων διαβήτη. Ο διαβήτης είναι μια χρόνια ασθένεια που εμφανίζεται όταν το σώμα είτε δεν παράγει ή δεν χρησιμοποιεί κατάλληλα την ορμόνη ινσουλίνη.

Πρόσφατα ανακοινωθηκαν τα αποτελέσματα μιας μελέτης Φάσης ΙΙΙ, διάρκειας 102 εβδομάδων για τη λιναγλιπτίνη, σύμφωνα με τα οποία επιδεικνύονται ουσιαστικές και σταθερές μειώσεις στο σάκχαρο του αίματος σε ενηλίκους με διαβήτη τύπου 2 (ΣΔ2). Στη διετή μελέτη που παρουσιάστηκε στο 47ο Ετήσιο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας για τη Μελέτη του Διαβήτη (EASD), ο αναστολέας DPP-4, λιναγλιπτίνη, έδειξε ευνοϊκό προφίλ ασφαλείας και μείωσε τα επίπεδα HbA1c κατά 0,8% μακροχρόνια στους ασθενείς εκείνους που έλαβαν θεραπεία με λιναγλιπτίνη για όλη την περίοδο της μελέτης.

“Τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν ότι η αποτελεσματικότητα που επιτεύχθηκε από τη λιναγλιπτίνη είναι αξιόπιστη και κλινικά σημαντική, καθώς επίσης ότι διαρκεί μακροχρόνια. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό σε χρόνιες παθήσεις, όπως ο διαβήτης τύπου 2,” σχολίασε ο Καθηγητής David Owens, Clinical Professor of the Department of Medicine, Πανεπιστήμιο του Cardiff, Ουαλία, Ηνωμένο Βασίλειο.

Τα δεδομένα από αυτούς τους ασθενείς δείχνουν την αποτελεσματικότητα και την ανεκτικότητα της λιναγλιπτίνης ως από του στόματος θεραπεία για περίοδο 102 εβδομάδων, ως μονοθεραπεία ή σε συνδυασμό είτε με μετφορμίνη (ή αρχικό συνδυασμό με πιογλιταζόνη) είτε με μετφορμίνη και σουλφονυλουρία. Παρατηρήθηκε ότι τα επίπεδα γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης A1c (HbA1c), τα οποία είχαν μειωθεί κατά 0,8% μετά από 24 εβδομάδες σε τυφλή θεραπεία, διατηρήθηκαν και στις επόμενες 78 εβδομάδες. Συνολικά, το ποσοστό των υπογλυκαιμικών συμβάντων ήταν χαμηλό και το σωματικό βάρος δεν μεταβλήθηκε.

Μια επιπλέον μελέτη 12 εβδομάδων έδειξε επίσης την αποτελεσματικότητα και την ανεκτικότητα της λιναγλιπτίνης ως πρόσθετη θεραπεία στη μετφορμίνη. Στη δοκιμή, οι ασθενείς με διαβήτη τύπου 2 που δεν ελέγχονταν επαρκώς με μετφορμίνη δύο φορές ημερησίως (≥1500mg/ημέρα) τυχαιοποιήθηκαν είτε σε δόση λιναγλιπτίνης 2,5mg δύο φορές ημερησίως (για να μπορεί να ενσωματωθεί στο δις ημερησίως δοσολογικό σχήμα της μετφορμίνης κατά τη διάρκεια αυτής της μελέτης 12 εβδομάδων) ή σε εγκεκριμένη δόση λιναγλιπτίνης 5mg μία φορά ημερησίως. Τα αποτελέσματα έδειξαν συγκρίσιμες προσαρμοσμένες στο εικονικό φάρμακο μειώσεις της HbA1c κατά -0,74% και 0,8% αντίστοιχα (από τη μέση τιμή HbA1c κατά 8,0%, p<0,0001 στην έναρξη της θεραπείας).

“Η λιναγλιπτίνη είναι μια νέα θεραπεία που απεκκρίνεται κυρίως αμετάβλητη μέσω της χολής και του εντέρου, προσφέροντας έτσι αξιόπιστες μειώσεις της HbA1c με μία δόση για όλους τους ενηλίκους ασθενείς με διαβήτη τύπου 2, ακόμη και για εκείνους με επιδεινούμενη ηπατική ή νεφρική λειτουργία,” είπε ο Καθηγητής Anthony Barnett, Consultant Physician, Heart of England NHS Foundation Trust and Emeritus Professor of Medicine, Πανεπιστήμιο του Birmingham, Ηνωμένο Βασίλειο. “Αποτελεί τον πρώτο αναστολέα DPP4 που είναι διαθέσιμος σε μία δόση και έτσι θα απλουστεύσει και βοηθήσει στη χορήγηση της θεραπευτικής αγωγής από τους γιατρούς και συμμόρφωσης από τους ασθενείς.”

Τα δεδομένα που παρουσιάστηκαν στο Συνέδριο EASD δείχνουν τη σημαντική αποτελεσματικότητα της λιναγλιπτίνης με καλό προφίλ ασφαλείας και ανεκτικότητας για ασθενείς σε όλα τα στάδια του διαβήτη τύπου 2, από την πρόσφατη διάγνωση έως το στάδιο της σοβαρής νεφρικής ανεπάρκειας.


Σημαντικά Σημεία των Κλινικών Μελετών Λιναγλιπτίνης που παρουσιάστηκαν στο EASD


Μακροχρόνια ασφάλεια και αποτελεσματικότητα του αναστολέα DPP-4, λιναγλιπτίνη: δεδομένα από μια μεγάλη διετή μελέτη σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 21

Στόχος αυτής της διετούς μελέτης ήταν να αξιολογήσει τη μακροχρόνια αποτελεσματικότητα και το προφίλ ασφαλείας της μονοθεραπείας με λιναγλιπτίνη, του συνδυασμού με μετφορμίνη (ή σε αρχικό συνδυασμό με πιογλιταζόνη) ή του συνδυασμού με μετφορμίνη + σουλφονυλουρία για τη θεραπεία του διαβήτη τύπου 2 στους ασθενείς εκείνους που δεν έχουν επιτύχει κατάλληλο γλυκαιμικό έλεγχο (N=2121). Οι ασθενείς που ολοκλήρωσαν προηγουμένως μία από τις τέσσερις διπλά τυφλές, ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο μελέτες Φάσης ΙΙΙ 24 εβδομάδων εγγράφηκαν σε αυτή την ανοιχτής επισήμανσης μελέτη μονού σκέλους διάρκειας 78 εβδομάδων.

Οι σημαντικές μειώσεις της HbA1c που επιτεύχθηκαν με τη λιναγλιπτίνη μετά από τυφλή θεραπεία 24 εβδομάδων (-0,8%) διατηρήθηκαν και στη μελέτη ανοιχτής επισήμανσης παράτασης 78 εβδομάδων (μεταβολή 2 ετών έναντι αρχικής κατάστασης κατά -0,8%).

Οι ασθενείς που αρχικά τυχαιοποιήθηκαν σε εικονικό φάρμακο πριν την αλλαγή στη θεραπεία λιναγλιπτίνης την εβδομάδα 24 πέτυχαν επιπλέον μείωση 0,5% μετά την περίοδο παράτασης. Η θεραπεία με λιναγλιπτίνη εξακολούθησε να είναι καλά ανεκτή κατά τη διάρκεια της περιόδου παράτασης.

Η συνολική επίπτωση υπογλυκαιμικών συμβάντων κατά τη διάρκεια της περιόδου παράτασης ήταν παρόμοια για τους ασθενείς που συνέχισαν τη θεραπεία με λιναγλιπτίνη (14,6%) και για εκείνους που άλλαξαν από το εικονικό φάρμακο (13,6%).

Περίπου ένα τρίτο των ασθενών σε κάθε ομάδα λάμβαναν βασική θεραπεία με μετφορμίνη και σουλφονυλουρία. Τα υπογλυκαιμικά συμβάντα ήταν πιο συχνά στους ασθενείς που λάμβαναν τριπλή θεραπεία συμπεριλαμβάνοντας σουλφονυλουρία.

Αποτελεσματικότητα και ασφάλεια των σχημάτων χορήγησης 5mg ημερησίως λιναγλιπτίνης σε ενηλίκους ασθενείς με διαβήτη τύπου 2 που δεν ελέγχονται κατάλληλα με μετφορμίνη

Ο στόχος αυτής της μελέτης 12 εβδομάδων ήταν να αξιολογήσει την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα της λιναγλιπτίνης 5mg χορηγούμενης μία φορά ημερησίως και 2,5mg χορηγούμενης δύο φορές ημερησίως όταν χορηγείται μαζί με μετφορμίνη δύο φορές ημερησίως (≥1500mg/ημέρα) (N=491).

Η λιναγλιπτίνη 2,5 mg bid (δύο φορές ημερησίως) και 5 mg qd (μία φορά ημερησίως) μείωσε σημαντικά την HbA1c (αλλαγές προσαρμοσμένες στο εικονικό φάρμακο κατά -0,74% και -0,80%, και στις δύο περιπτώσεις p < 0,0001)

Η αποτελεσματικότητα ήταν συγκρίσιμη με τα δύο σχήματα λιναγλιπτίνης με μία διαφορά στη HbA1c (0,06%) που ήταν εντός του προκαθορισμένου ορίου μη κατωτερότητας.

Τα ποσοστά των ανεπιθύμητων ενεργειών (ΑΕ) ήταν παρόμοια με τη λιναγλιπτίνη 2,5 mg bid, 5 mg qd και το εικονικό φάρμακο (43,0%, 34,8% και 38,6%, αντίστοιχα). Οι περισσότερες ΑΕ ήταν ήπιες έως μέτριες σε ένταση και λίγες θεωρήθηκε ότι σχετίζονταν με τη φαρμακευτική αγωγή της μελέτης σε οποιαδήποτε ομάδα.

Μακροχρόνια αποτελεσματικότητα και ασφάλεια της λιναγλιπτίνης σε ασθενείς με διαβήτη τύπου 2 και σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια3

Ο στόχος αυτής της τυχαιοποιημένης, διπλά τυφλής, ελεγχόμενης με εικονικό φάρμακο δοκιμής 52 εβδομάδων ήταν να αξιολογήσει την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια της λιναγλιπτίνης σε ασθενείς με διαβήτη τύπου 2 και σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια.

Η προσαρμοσμένη μέση μεταβολή στη HbA1c από την αρχική κατάσταση στην εβδομάδα 52 ήταν -0,72% (95% CI -1,03, -0,41, p<0,0001), επιβεβαιώνοντας την ανωτερότητα της λιναγλιπτίνης έναντι του εικονικού φαρμάκου όπως φάνηκε στην εβδομάδα 12.

Οι τιμές της HbA1c για την περίοδο των εβδομάδων 12-52 έδειξε ότι οι μειώσεις διατηρήθηκαν καθ΄όλη τη διάρκεια της μελέτης.
Τα ποσοστά για οποιαδήποτε ανεπιθύμητη ενέργεια (ΑΕ) και σοβαρή ΑΕ ήταν παρόμοια με τη λιναγλιπτίνη (94,1% και 36,8%, αντίστοιχα) και το PBO (92,3% και 41,5%)

Η νεφρική λειτουργία παρέμεινε σταθερή σε όλη τη διάρκεια της μελέτης και στα δύο θεραπευτικά σκέλη και ο αριθμός των καρδιαγγειακών θανάτων σε αυτόν τον πληθυσμό υψηλού κινδύνου ήταν ομοίως χαμηλός (λιναγλιπτίνη, n=2 [2,9%]; PBO, n=3 [4,6%]).

Η λιναγλιπτίνη βελτιώνει το γλυκαιμικό έλεγχο ανεξάρτητα από τη διάρκεια του διαβήτη και την αντίσταση στην ινσουλίνη σε ασθενείς με διαβήτη τύπου 24

Ο στόχος αυτής της συγκεντρωτικής ανάλυσης τριών τυχαιοποιημένων, διπλά τυφλών, ελεγχόμενων με εικονικό φάρμακο δοκιμών Φάσης ΙΙΙ ήταν να εξετάσουν την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα της λιναγλιπτίνης ως μονοθεραπεία, ως προσθήκη στη μετφορμίνη ή ως προσθήκη σε μετφορμίνη + σουλφονυλουρία σε ασθενείς με διαβήτη τύπου 2 (N=2258).

Η θεραπεία με λιναγλιπτίνη παρείχε κλινικά σημαντικές μειώσεις της HbA1c κατά -0,7 % σε ασθενείς με διαβήτη τύπου 2 ανεξάρτητα από τη διάρκεια του διαβήτη και το βαθμό αντίστασης στην ινσουλίνη (IR), με συνολική συχνότητα εκδήλωσης ανεπιθύμητων ενεργειών συγκρίσιμη με εκείνη του εικονικού φαρμάκου.

Η μέση διάρκεια της ασθένειας ήταν έως 1 χρόνο σε 13% των ασθενών, >1-5 χρόνια σε 30% των ασθενών και >5 χρόνια σε 57% των ασθενών.
Το συνολικό ποσοστό υπογλυκαιμικών επεισοδίων με τη λιναγλιπτίνη ως μονοθεραπεία και ως επιπρόσθετη στη θεραπεία μετφορμίνης ήταν πολύ χαμηλό (≤1,0%).




    Στην κορυφή