ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΣΚΛΗΡΥΝΣΗΣ ΚΑΤΑ ΠΛΑΚΑΣ


Ανακοινώθηκαν σήμερα τα αποτελέσματα από τις μελέτες CARE-MS I και CARE-MS II του Alemtuzumab σε ασθενείς με υποτροπιάζουσα-διαλείπουσα σκλήρυνση κατά πλάκας (ΣΚΠ) την 1η Νοεμβρίου 2012, στην ηλεκτρονική έκδοση του περιοδικού The Lancet.

Στις CARE-MS I και CARE-MS II, το Alemtuzumab ήταν σημαντικά πιο αποτελεσματικό στην μείωση των ποσοστών υποτροπής* συγκριτικά με την υψηλής δόσης υποδόρια ιντερφερόνη βήτα-1α (44mcg τρεις φορές την εβδομάδα) και περισσότεροι ασθενείς που έλαβαν Alemtuzumab ήταν ελεύθεροι υποτροπής στα δύο έτη. Επιπλέον στην CARE-MS II, η συσσώρευση της αναπηρίας επιβραδύνθηκε σημαντικά στους ασθενείς που έλαβαν Alemtuzumab συγκριτικά με εκείνους που έλαβαν την υψηλής δόσης ιντερφερόνη. Επίσης, οι ασθενείς που έλαβαν Alemtuzumab είχαν σημαντικά μεγαλύτερες πιθανότητες για βελτίωση του βαθμού αναπηρίας τους από ότι εκείνοι που έλαβαν την υψηλής δόσης ιντερφερόνη, το οποίο υποδηλώνει μία αναστροφή της αναπηρίας σε κάποιους ασθενείς.

“Υπάρχει τεράστια ακάλυπτη θεραπευτική ανάγκη για αγωγές που αντιμετωπίζουν την εξέλιξη της αναπηρίας με την οποία βρίσκονται αντιμέτωποι οι ασθενείς που ζουν με σκλήρυνση κατά πλάκας,” δήλωσε ο Πρόεδρος και CEO της Genzyme, David Meeker, MD. “H Genzyme έθεσε μία καινούρια βάση συγκρίνοντας το Alemtuzumab αποκλειστικά με μία εγκεκριμένη θεραπεία σε όλες μας τις μελέτες. Η δημοσίευση αυτών των αποτελεσμάτων από το The Lancet υπογραμμίζει την σημαντικότητα των αποτελεσμάτων αυτών στην κοινότητα της ΣΚΠ.”


Θεραπευτικά Αποτελέσματα από τις μελέτες CARE-MS I και CARE-MS II



Η CARE-MS I και η CARE-MS II είναι τυχαιοποιημένες μελέτες Φάσης ΙΙΙ που συγκρίνουν ένα υπό έρευνα φάρμακο με ένα φάρμακο που αποτελεί την πιο καθιερωμένη αγωγή στην ΣΚΠ, την υψηλής δόσης υποδόρια ιντερφερόνη βήτα-1α (44mcg τρεις φορές την εβδομάδα), σε ασθενείς με υποτροπιάζουσα-διαλείπουσα ΣΚΠ που δεν είχαν λάβει προηγούμενη αγωγή ή που είχαν υποτροπιάσει κατά την διάρκεια προηγούμενης αγωγής αντίστοιχα. Τα αποτελέσματα για το Alemtuzumab σε αυτές τις μελέτες ήταν καλύτερα από ότι για την υψηλής δόσης ιντερφερόνη βήτα-1α, τόσο στα κλινικά όσο και στα απεικονιστικά καταληκτικά σημεία, συμπεριλαμβανομένης μίας μείωσης στο ποσοστό υποτροπής. Τα αποτελέσματα αυτά δημοσιεύονται πλήρως στο περιοδικό The Lancet.



“Η αποτελεσματικότητα που παρατηρήθηκε σε αυτές αλλά και σε προγενέστερες κλινικές μελέτες, υποδεικνύει την δυνατότητα, μετά από έγκριση από τις ρυθμιστικές αρχές, που έχει το Αlemtuzumab για να γίνει μία ανατρεπτική θεραπεία μεταξύ των πολλών θεραπευτικών επιλογών που υπάρχουν σήμερα στην ΣΚΠ ” δήλωσε ο Καθηγητής Alastair Compston, Επικεφαλής της Επιτροπής που επιβλέπει της διεξαγωγή των μελετών (Steering Committee), συγγραφέας και των δύο δημοσιεύσεων, και Καθηγητής Νευρολογίας στο Πανεπιστήμιο του Cambridge στην Αγγλία.



Και στις δύο μελέτες, το Alemtuzumab ήταν σημαντικά καλύτερο από την υψηλής δόσης ιντερφερόνη ως προς την μείωση των υποτροπών. Στην CARE-MS I, 78 τοις εκατό των ασθενών που έλαβαν Alemtuzumab παρέμειναν ελεύθεροι υποτροπής στα δύο χρόνια, μία στατιστικά σημαντική βελτίωση σε σχέση με την ιντερφερόνη (77,6 τοις εκατό vs. 58,7τοις εκατό, p<0.0001). Στην μελέτη CARE-MS II, 65 τοις εκατό των ασθενών που έλαβαν Alemtuzumab ήταν ελεύθεροι υποτροπής στα δύο χρόνια, συγκριτικά με 47 τοις εκατό των ασθενών σε ιντερφερόνη (p<0.0001). Επιπλέον, στην CARE-MS II, το Alemtuzumab μείωσε το ποσοστό υποτροπής σε μεγαλύτερο βαθμό από ότι η ιντερφερόνη σε όλες τις υποομάδες ασθενών όπως κατηγοριοποιήθηκαν με την προηγούμενη θεραπεία τους, συμπεριλαμβανομένων των ομάδων με ή χωρίς προηγούμενη θεραπεία με ιντερφερόνη και των ομάδων που είχαν προηγουμένως λάβει υψηλής δόσης υποδόρια ιντερφερόνη βήτα-1α ή glatiramer acetate.



Τα στοιχεία της μελέτης έδειξαν επίσης ένα ισχυρό κλινικό όφελος, μειώνοντας κατά 42 τοις εκατό τον κίνδυνο συσσώρευσης της αναπηρίας σε ασθενείς που έλαβαν Alemtuzumab συγκριτικά με την ιντερφερόνη (p=0.008) (μελέτη CARE-MS ll), με σημαντική βελτίωση στον βαθμό της αναπηρίας το οποίο υποδηλώνει αναστροφή της προϋπάρχουσας αναπηρίας σε ορισμένους ασθενείς. Στη μελέτη, ο μέσος βαθμός αναπηρίας για τους ασθενείς που έλαβαν Alemtuzumab μειώθηκε κατά την διάρκεια δύο ετών, που υποδεικνύει μία βελτίωση στην σωματική τους αναπηρία, ενώ ο μέσος βαθμός για τους ασθενείς που έλαβαν ιντερφερόνη αυξήθηκε, το οποίο υποδηλώνει επιδείνωση της αναπηρίας (p<0.0001).


Αποτελέσματα Ασφάλειας από τις μελέτες CARE-MS I και II

Τα αποτελέσματα ασφάλειας ήταν παρόμοια μεταξύ των δύο μελετών. Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες που σχετίστηκαν με το Alemtuzumab ήταν αντιδράσεις σχετιζόμενες με την έγχυση, πιο συχνά πονοκέφαλος, εξάνθημα, πυρετός, ναυτία και κνησμός. Οι λοιμώξεις ήταν συχνές και στις δύο ομάδες. Οι πιο συχνές λοιμώξεις στο Alemtuzumab συμπεριελάμβαναν ρινοφαρυγγίτιδα, λοίμωξη του ανώτερου αναπνευστικού, ιγμορίτιδα και γρίπη. Οι περισσότερες σχετιζόμενες με την έγχυση αντιδράσεις και οι περισσότερες λοιμώξεις ήταν ήπιες έως μέτριες σε σοβαρότητα και ανταποκρίθηκαν στις συνήθεις θεραπείες.


Τόσο στην CARE-MS I όσο και στην CARE-MS II, η συχνότητα εμφάνισης σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών ήταν παρόμοια μεταξύ των δύο θεραπευτικών ομάδων. Όπως έχει παρατηρηθεί και στο παρελθόν, αυτοάνοσες διαταραχές, κυρίως αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα, ήταν πιο συχνές σε ασθενείς που λάμβαναν Alemtuzumab. Περίπου 1 τοις εκατό των ασθενών σε Alemtuzumab σε κάθε μελέτη ανέπτυξαν αυτοάνοση θρομβοπενία (ITP) κατά την διάρκεια των δύο ετών της μελέτης. Δεν υπήρξαν περιστατικά νόσου anti-GBM κατά την διάρκεια των μελετών, ενώ προέκυψε ένα περιστατικό σπειραματονεφρίτιδας κατά την περίοδο παρακολούθησης. Το ποσοστό των ασθενών σε Alemtuzumab που εμφάνισαν κακοήθη νεοπλάσματα ήταν λιγότερο από 1 τοις εκατό. Το συνολικό προφίλ ασφαλείας ήταν παρόμοιο μεταξύ των ομάδων που έλαβαν Alemtuzumab 12mg και 24 mg.

Και στις δύο μελέτες, οι αυτοάνοσες διαταραχές ανιχνεύθηκαν εγκαίρως μέσω ενός προγράμματος ελέγχου και παρακολούθησης και αντιμετωπίστηκαν με τις συνήθεις θεραπείες. Τέτοιο πρόγραμμα παρακολούθησης των ασθενών για αυτοάνοσες διαταραχές εμπεριέχεται σε όλες τις μελέτες της Genzyme για το Alemtuzumab στην ΣΚΠ.

Εφόσον δεν είναι ακόμα εγκεκριμένο για την θεραπεία της ΣΚΠ, το Alemtuzumab δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε ασθενείς με ΣΚΠ εκτός του πλαισίου κάποιος επίσημης και ελεγχόμενης κλινικής μελέτης στην οποία εφαρμόζονται όλα τα κατάλληλα μέτρα παρακολούθησης.


Σχετικά με τις μελέτες CARE-MS
Οι μελέτες CARE-MS είναι διεθνείς, τυχαιοποιημένες μελέτες Φάσης ΙΙΙ που σχεδιάστηκαν για να αξιολογήσουν εάν η υπό έρευνα θεραπεία για την ΣΚΠ Alemtuzumab μπορεί να επιτύχει σημαντική βελτίωση ως προς την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια συγκριτικά με την εγκεκριμένη υποδόρια ιντερφερόνη βήτα-1α 44mcg, μία καθιερωμένη θεραπεία για την υποτροπιάζουσα-διαλείπουσα ΣΚΠ. Η μελέτη CARE-MS I αξιολόγησε 581 ασθενείς που δεν είχαν λάβει προηγούμενη θεραπεία για την ΣΚΠ, εκτός από στεροειδή. Η μελέτη CARE-MS II αξιολόγησε 840 ασθενείς οι οποίοι είχαν τουλάχιστον μία υποτροπή κατά την διάρκεια θεραπείας για την ΣΚΠ, συμπεριλαμβανομένων των καθιερωμένων ενέσιμων τροποποιητικών της νόσου θεραπειών.


Και στις δύο μελέτες, το Alemtuzumab χορηγήθηκε ενδοφλεβίως (IV) για συνολικά οκτώ φορές κατά τη διάρκεια των δύο ετών της μελέτης. Ο πρώτος κύκλος θεραπείας του Alemtuzumab χορηγήθηκε για 5 διαδοχικές ημέρες και ο δεύτερος κύκλος χορηγήθηκε για 3 διαδοχικές ημέρες12 μήνες μετά. Η ιντερφερόνη βήτα-1α 44 mcg χορηγήθηκε με υποδόρια ένεση τρεις φορές την εβδομάδα, κάθε εβδομάδα, για δύο χρόνια.

*Annualized Relapse Rate, Ποσοστό Υποτροπών ανά Έτος Ασθενή


Σχετικά με το Αlemtuzumab

Το Alemtuzumab είναι ένα μονοκλωνικό αντίσωμα που στοχεύει επιλεκτικά το CD52, μία πρωτεΐνη που βρίσκεται σε αφθονία στην επιφάνεια των Τα και Β κυττάρων. Η θεραπεία με Alemtuzumab έχει ως αποτέλεσμα την εξάλειψη των Τα και Β κυττάρων της κυκλοφορίας τα οποία θεωρούνται υπεύθυνα για τη ζημιογόνα φλεγμονώδη διαδικασία στην ΣΚΠ. Το Alemtuzumab έχει ελάχιστη επίδραση σε άλλα κύτταρα του ανοσοποιητικού. Η άμεση αντιφλεγμονώδης δράση του Alemtuzumab ακολουθείται από ένα διακριτό πρότυπο επαναποικισμού των Τα και Β κυττάρων που συνεχίζεται σε βάθος χρόνου και το οποίο επανισορροπεί το ανοσοποιητικό σύστημα με τέτοιο τρόπο που δυνητικά περιορίζει την δράση της ΣΚΠ.

Η Genzyme διατηρεί τα παγκόσμια δικαιώματα για το Alemtuzumab και φέρει την κύρια ευθύνη για την ανάπτυξη και εμπορική προώθησή του στην σκλήρυνση κατά πλάκας. Η Bayer HealthCare έχει ενημερώσει την Genzyme για την πρόθεσή της να συν-προωθήσει το προϊόν. Μετά από την έγκριση από τις ρυθμιστικές αρχές και την εμπορική διάθεση του προϊόντος, η Bayer μπορεί να λάβει έκτακτες πληρωμές βάσει των εσόδων από τις πωλήσεις.
    Στην κορυφή