Διατροφικές "παραξενιές" της παιδικής ηλικίας: πού οφείλονται και πώς να τις αντιμετωπίσετε!


Πολλά παιδιά να έχουν περιορισμένη γκάμα τροφίμων που δέχονται να φάνε. Στην κορυφή της λίστας των αποκλειόμενων τροφίμων είναι τα φρούτα και τα λαχανικά, ενώ εκείνα που συνήθως προτιμούνται είναι εύγεστα, επεξεργασμένα τρόφιμα χαμηλής διατροφικής αξίας. Αποτέλεσμα; Γονείς που ανησυχούν για την υγεία των παιδιών τους, όμως παράλληλα δυσκολεύονται να εντάξουν περισσότερα τρόφιμα στο διαιτολόγιο τους. Πού οφείλονται όμως αυτές οι διατροφικές ιδιαιτερότητες της παιδικής ηλικίας;

Τροφική νεοφοβία

Ένας από τους σημαντικότερους ψυχολογικούς παράγοντες που εμποδίζουν την αύξηση της ποικιλίας στη διατροφή των παιδιών είναι η τροφική νεοφοβία. Ως τροφική νεοφοβία ορίζεται η απόρριψη ενός άγνωστου τροφίμου. Πρόκειται για κληρονομούμενο χαρακτηριστικό γνώρισμα όλων των ανθρώπων. Η τροφική νεοφοβία είναι μια εξελικτικά χρήσιμη ικανότητα για την επιβίωση του ανθρώπου, αφού δρα προστατευτικά, προφυλάσσοντας τα παιδιά από την κατανάλωση τοξικών και δηλητηριωδών ουσιών. Στην περίπτωση αυτή η απόρριψη γίνεται πριν ακόμα το παιδί το δοκιμάσει το τρόφιμο.

Η τροφική νεοφοβία είναι πιο έντονη σε μικρές ηλικίες και μειώνεται καθώς μεγαλώνουμε. Μετά τον απογαλακτισμό και όταν το παιδί αρχίζει να περπατάει, η νεοφοβία αυξάνεται κατακόρυφα και μεγιστοποιείται στις ηλικίες από 2 έως 6 ετών, ενώ μειώνεται στην εφηβεία και ελαχιστοποιείται στην ενήλικη ζωή.

Διατροφικές «παραξενιές»

Παρότι η τροφική νεοφοβία μπορεί να είναι χαρακτηριστικό ενός παιδιού που είναι «δύσκολο» στο φαγητό, οι διατροφικές ιδιοτροπίες των παιδιών δεν αποτελούν μέρος της τροφικής νεοφοβίας, αφού περιλαμβάνουν και τον αποκλεισμό τροφίμων που έχουν ήδη δοκιμαστεί (και επομένως για τα οποία έχει ξεπεραστεί το κομμάτι της νεοφοβίας).

Τα παιδιά που παρουσιάζουν αυτή την ιδιαιτερότητα και είναι πιο «δύσκολα» στο φαγητό, έχουν χαμηλότερες προσλήψεις σε απαραίτητα θρεπτικά συστατικά όπως η βιταμίνη Ε, η βιταμίνη C και οι φυτικές ίνες, πιθανότατα γιατί τα τρόφιμα που αποφεύγουν είναι τα φρούτα και τα λαχανικά. Χαμηλή πρόσληψη αυτών των θρεπτικών συστατικών μπορεί να οδηγήσει σε αδύναμο ανοσοποιητικό σύστημα και γαστρεντερικές διαταραχές, π.χ. δυσκοιλιότητα. Ειδικά το πρόβλημα της δυσκοιλιότητας μπορεί να κάνει το παιδί ακόμα πιο ιδιότροπο στις διατροφικές του επιλογές, λόγω λανθασμένης συσχέτισης τροφίμων με κοιλιακούς πόνους που οφείλονται στη δυσκοιλιότητα.

Εκτός από τις ελλείψεις σε ορισμένα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά, πολλά παιδιά με διατροφικές ιδιαιτερότητες αναπτύσσουν διαταραχή της απτικής άμυνας (tactile defensiveness), έχουν δηλαδή την τάση να αντιδρούν αρνητικά στο άγγιγμα και τινάζονται όταν αντιληφθούν ότι κάποιος επιχειρεί να τα αγγίξει. Επίσης τα παιδιά αυτά αρκετές φορές αποζητούν τη γλυκιά γεύση και έτσι συνηθίζουν να καταναλώνουν εύγευστα τρόφιμα υψηλά σε ενέργεια, τα οποία συμβάλλουν στην πέραν του επιθυμητού αύξηση του σωματικού βάρους.

Τι μπορούν να κάνουν οι γονείς;

Αντίθετα με τα αμιγώς νεοφοβικά παιδιά, τα παιδιά που έχουν διατροφικές «ιδιοτροπίες» απορρίπτουν τα γεύματα που έχουν πολλά συστατικά, γιατί δεν μπορούν να διαπιστώσουν αν σε αυτά υπάρχει «κρυμμένο» κάποιο τρόφιμο που δεν τους αρέσει. Επομένως, η μέθοδος συνδυασμού τροφίμων που αρέσουν στο παιδί με άλλα που αποφεύγει μέσω της ανάμιξης, ενώ μπορεί να είναι επιτυχής στη νεοφοβία, στην περίπτωση αυτή αποτυγχάνει.

Η συνεχής επιτυχημένη έκθεση σε ένα τρόφιμο που το παιδί αρχικά απορρίπτει, μειώνει τις αντιστάσεις του και τελικά μπορεί να οδηγήσει σε δοκιμή. Ωστόσο πρόκειται για διαδικασία που απαιτεί υπομονή και επιμονή, αφού μπορεί να χρειαστούν περισσότερες από 15 επιτυχημένες προσπάθειες προκειμένου το παιδί να εντάξει το τρόφιμο στη διατροφή του. Το εγχείρημα μπορεί να γίνει πιο εύκολο αν το νέο τρόφιμο προσφέρεται χωρίς πίεση, με ευπαρουσίαστο τρόπο (π.χ. πολύχρωμα φρούτα και λαχανικά κομμένα σε διάφορα σχήματα), ειδικά όταν υπάρχει και παρουσία άλλων ατόμων τα οποία το καταναλώνουν με ευχαρίστηση. Η εμπλοκή του παιδιού στην προετοιμασία του φαγητού (π.χ. το να βοηθήσει στο κόψιμο ή τη διακόσμηση της σαλάτας) και η προσφορά επιλογών (π.χ. «προτιμάς να φας μαρούλι ή καρότο;») μπορούν επίσης να διευκολύνουν την αποδοχή τροφίμων.

Σε γενικές γραμμές, ένα παιδί μαθαίνει να αποδέχεται τρόφιμα με τη συνεχή έκθεση και παρατηρώντας σημαντικά άτομα του περιβάλλοντος του (γονείς, αδέρφια, φίλους). Η προσπάθεια των γονέων να «ξεγελάσουν» ή να «νουθετήσουν» λεκτικά το παιδί τους, οι καυγάδες και η πίεση που ασκείται εξαιτίας της ανησυχίας για την ανάπτυξη του, δυσχεραίνουν περαιτέρω την προσπάθεια. Με τις σωστές πρακτικές, τα περισσότερα παιδιά σιγά-σιγά ξεπερνάνε τις ιδιοτροπίες τους, ωστόσο οι γονείς θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί στον τρόπο με τον οποίο θα επιλέξουν να χειριστούν την κατάσταση.

Βιβλιογραφία:
1. Dovey, T.M., et al., Food neophobia and 'picky/fussy' eating in children: a review. Appetite, 2008. 50(2-3): p. 181-93.

Μαρία Κολοτούρου
Κλινική Διαιτολόγος–Διατροφολόγος, MSc,
Με την επιμέλεια του Πανελλήνιου Συλλόγου Διαιτολόγων
www.dietforall.gr


    Στην κορυφή