Ουροδόχος κύστη: Έχει και αυτή τον καρκίνο της


Η ουροδόχος κύστη είναι κοίλο όργανο της πυέλου με ελαστικό μυϊκό τοίχωμα που συλλέγει ούρα με μέγιστο όγκο στον ενήλικα περίπου 2 ποτήρια. Τα ούρα παράγονται στα δύο νεφρά και δια μέσου των συστοίχων ουρητήρων συλλέγονται στην κύστη, η οποία με τη σειρά της αδειάζει μέσω ενός τρίτου κοινού σωλήνα, της ουρήθρας. Στις γυναίκες η ουρήθρα είναι βραχύτερη και εκβάλλει άνωθεν της εισόδου του κόλπου της, ενώ στους άνδρες είναι μακρύτερη διότι διαπερνά τον προστάτη αδένα και το σώμα του πέους.

Το τοίχωμα της ουροδόχου κύστεως είναι φτιαγμένο από πολλαπλές στιβάδες. Η εσωτερική στιβάδα ονομάζεται ουροθήλιο ή μεταβατικό επιθήλιο (από αυτό εξορμάται ο καρκίνος) διότι συνιστάται εκ μεταβατικών κυττάρων. Εκτός της κύστης το ουροθήλιο επενδύει εσωτερικά επίσης την νεφρική πύελο, τους ουρητήρες και την ουρήθρα, Κάτωθεν του ουροθήλιου, μεσολαβώντας ένα λεπτό στρώμα συνδετικού ιστού το χόριο (lamina propria), υπάρχει η επόμενη στιβάδα ο υποβλεννογόνιος μυϊκός χιτώνας (muscularis propria). Επόμενη υποκείμενη στιβάδα είναι η κύρια μυϊκή ακολουθούμενη από την εξωτερική λιπώδη στιβάδα, η οποία διαχωρίζει την ουροδόχο κύστη από τα παρακείμενα όργανα. Οι χιτώνες αυτοί διαδραματίζουν σπουδαίο ρόλο στον καρκίνο, διότι όσο βαθύτερα τους διαπερνά αυτός, τόσο δυσκολεύει η θεραπεία του.
Όπως με όλους τους καρκίνους, η ακριβής αιτιολογία καρκίνου ουροδόχου κύστεως (ΚΚ) είναι άγνωστη. Εντούτοις οι παρακάτω παράγοντες φαίνεται να συμβάλλουν στην ανάπτυξή του.
Κάπνισμα: 5πλασιάζει τον κίνδυνο ανάπτυξης ΚΚ (50%
όλων των καρκίνων ουροδόχου κύστεως στους άνδρες και 30% στις γυναίκες αφορά σε χρήστες καπνού σιγαρέτων).
Χημική επαγγελματική έκθεση: ¼ των περιπτώσεων ΚΚ προϋποθέτει σε έκθεση καρκινογόνων ουσιών στην εργασία {εργαζόμενοι σε χρωστικές (βαφές), απορρίμματα, αλουμινοκατασκεύες, κατεργαστίες δερμάτων, οδηγοί φορτηγών, κ.ά) Οι αρυλαμίνες (arylamines) είναι τα πλέον επικίνδυνα χημικά.
Ακτινοβολία – χημειοθεραπεία: γυναίκες που υπεβλήθησαν σε ακτινοθεραπεία για καρκίνο τραχήλου μήτρας ή σε χημειοθεραπεία με κυκλοφωσφαμίδη (Cytoxan) έχουν αυξημένο κίνδυνο.
Λοίμωξη παρατεταμένη ουροδόχου κύστεως οδηγεί σε καρκίνο εκ πλακώδους επιθηλίου.
Παρασιτική λοίμωξη σχιστοσωμίασης (schistosomiasis) σε τριτοκοσμικές χώρες οδηγεί σε ΚΚ.


Τύποι καρκίνου ουροδόχου κύστεως: αυτοί ταξινομούνται ανάλογα των μορφολογικών μικροσκοπικών χαρακτήρων σε:
  • Ουροθηλιακό καρκίνωμα ή εκ μεταβατικών κυττάρων > 90% (συχνότερος)
  • Εκ πλακώδων κυττάρων καρκίνωμα < 4%
  • Αδενοκαρκίνωμα 1-2%
  • Μικροκυτταρικό καρκίνωμα 1%
Σημείωση: παρόμοιοι τύποι καρκίνων μπορεί να αναπτυχθούν ταυτόχρονα σε όλες τις θέσεις του ουροθηλίου (νεφρική πύελο, ουρητήρες και ουρήθρα), γι’ αυτό επιβάλλεται πλήρης έλεγχος για το ουροποιητικό σύστημα, στην περίπτωση εμφανίσεως ουροθηλιακού καρκίνου.


Επίσης οι ΚΚ σταδιοποιούνται επί τη βάσει βαθμού επιθετικότητος σε παρακείμενους ιστούς και μορφολογικών διαφορών (ιστολογικής διαφοροποιήσεως). Πρόσφατα χρησιμοποιείται η μέθοδος (κλίμακα) TNM (Tumor=όγκος, Nodes=λεμφαδένες, Metastasis=μεταστάσεις), ως εξής:
Στάδιο 0: μη διηθητικοί όγκοι περιοριζόμενοι στο ουροθήλιο
Στάδιο Ι: οι όγκοι διηθούν ουροθήλιο + υποβλεννογόνιο μυϊκό χιτώνα, μα δεν εκτείνονται στον μυϊκό χιτώνα
Στάδιο ΙΙ: οι όγκοι εκτείνονται & διηθούν τον μυϊκό χιτώνα
Στάδιο ΙΙΙ: οι όγκοι διηθούν (διαπερνούν) όλο το πάχος μυϊκού χιτώνα έως υποκείμενο λιπώδη ιστό.
Στάδιο IV: οι όγκοι διηθούν επιχώριους λεμφαδένες ή αναπτύσσουν ήδη απομεμακρυσμένες μεταστάσεις (συνήθως σε προστάτη αδένα, ορθό, ουρητήρες σωλήνες, μήτρα, κολπικό τοίχωμα). Επίσης διηθούν λεμφαδένες πυέλου, οστά, ήπαρ, πνεύμονες.


Συμπτωματολογία ΚΚ: τα κυρίαρχα συμπτώματα ΚΚ, αν και αυτά απαντώνται επίσης σε μη καρκινοματώδεις καταστάσεις, είναι:

• Αιματουρία
• Δυσουρία
• Συχνουρία
• Επείγουσα ούρηση
Άλλα γενικευμένα συμπτώματα είναι: άλγος πυέλου, αναιμία, οστεαλγία, λήθαργος-κόπωση, ακράτεια ούρων και ανεξήγητη απώλεια βάρους.


Εξετάσεις & έλεγχοι ΚΚ: η φροντίδα υγείας ουροδόχου κύστεως απαιτεί φυσική εξέταση αυτής (διορθική – πυελική) και διαγνωστικά τεστ όπως:
• αξονική τομογραφία κοιλίας (CT scan),
• βιοψία κύστεως στη διάρκεια κυστεοσκοπίσεως,
• κυστεοσκόπιση (απεικόνιση εσωτερικού τοιχώματος κύστεως μέσω κάμερας),
• ενδοφλέβια πυελογραφία,
• ουρανάλυση,
• κυτταρολογική ούρων.

Υπότυποι ουροθηλιακών όγκων: Διακρίνονται σε μη διηθητικούς και διηθητικούς, ως επίσης αναλόγως του σχήματός τους σε θηλώδεις ή επίπεδους.

Μη διηθητικοί ουροθηλιακοί όγκοι: ο καρκίνος περιορίζεται στο ουροθήλιο.
Διηθητικοί ουροθηλιακοί όγκοι: ο καρκίνος εξορμάται από το ουροθήλιο και διηθεί βαθύτερες στιβάδες του τοιχώματος της κύστεως. Είναι καθοριστικός προγνωστικός παράγων η εξακρίβωση του πάχους διήθησης του καρκίνου (βαθύτερη διήθηση σηματοδοτεί χειρότερη πρόγνωση).

Επιφανειακά επεκτεινόμενοι ουροθηλιακοί όγκοι: περιλαμβάνονται καρκίνοι κύστεως μη διηθητικοί ή κάποιοι μικροδιηθητικοί χωρίς εν τω βάθει διατοιχωματική διήθηση (ο καρκίνος δεν διηθεί τον κύριο μυϊκό χιτώνα).

Θηλώδεις ουροθηλιακοί όγκοι: φέρουν λεπτές δακτυλιοειδείς προσεκβολές (σαν κάκτο) και αναπτύσσονται προς το κοίλο εσωτερικό της κύστεως. Κάποιοι από αυτούς αναπτύσσονται πλησίον της κεντρικής μοίρας της κύστεως ονομαζόμενοι μη διηθητικοί θηλώδεις ουροθηλιακοί όγκοι.

Θήλωμα: καλοήθης τύπος θηλώδους ουροθηλιακού όγκου που δεν διασπείρεται αλλού και εάν εξαιρεθεί σπάνια επανεμφανίζεται.
Τα θηλώδη ουροθηλιακά νεοπλάσματα χαμηλού κακοήθους δυναμικού είναι καρκίνοι. Αυτά συνήθως θεραπεύονται μετά την επιτυχή εξαίρεσή τους. Κάποιες φορές υποτροπιάζουν επανεμφανιζόμενα σε άλλες θέσεις του ουροποιητικού συστήματος με παρόμοιους ή περισσότερο διηθητικούς χαρακτήρες.

Θηλώδες ουροθηλιακό καρκίνωμα: είναι θηλώδης όγκος με ποικίλου βαθμού ανωμαλίες σχήματος, μεγέθους και διάταξης κυττάρων. Αυτό που φέρει ήπιες κυτταρικές ανωμαλίες ονομάζεται χαμηλού βαθμού, σπάνια διηθεί το τοίχωμα και συχνά επανεμφανίζεται (υποτροπιάζει) μετά την εξαίρεση. Καρκινώματα με μεγαλύτερες κυτταρικές ανωμαλίες ονομάζονται υψηλού βαθμού και είναι περισσότερο πιθανόν να διηθήσουν βαθύτερα ή να διασπαρθούν σε άλλα μέρη του σώματος (μεταστάσεις).

Κάποια θηλώδη καρκινώματα αναπτύσσονται εσωτερικά ή έξωθεν του τοιχώματος της κύστεως ονομαζόμενα διηθητικά θηλώδη ουροθηλιακά καρκινώματα.

Επίπεδοι ουροθηλιακοί όγκοι: αναπτύσσονται εγγύς του κοίλου μέρους της ουροδόχου κύστης. Μερικοί αφορούν στον εσωτερικό χιτώνα(ουροθήλιο) μόνο, ονομαζόμενοι μη διηθητικοί επίπεδοι ή in situ (CIS), άλλοι διηθούν βαθύτερα, ιδιαίτερα τον μυϊκό χιτώνα, καλούμενοι επίπεδα διηθητικά καρκινώματα.

Θεραπεία ΚΚ: η εκλογή αυτής εξαρτάται από το στάδιο, τη σοβαρότητα συμπτωμάτων και την παρουσία υποκείμενων νοσημάτων.
Θεραπείες σταδίων 0-Ι: χειρουργική εξαίρεση όγκου ή χημειοθεραπεία ή ανοσοθεραπεία απ’ευθείας στην κύστη.
Θεραπείες σταδίων ΙΙ & ΙΙΙ: - ριζική κυστεκτομή
- μερική κυστεκτομή ακολουθούμενη από συνδυασμό ακτινοβολίας-χημειοθεραπείας.
- προεγχειρητική χημειοθεραπεία μείωσης όγκου.
- συνδυασμένη χημειοθεραπεία – ακτινοβολία (σε ασθενείς που δεν επιθυμούν να χειρουργηθούν ή είναι μη χειρουργήσιμοι).
Πλείστοι ασθενείς σταδίου VI μη χειρουργήσιμοι, υποβάλλονται σε χημειοθεραπεία.

Πρόγνωση – παρακολούθηση (follow-up): ασθενείς με ΚΚ υποβάλλονται σε συμβουλευτικές εξετάσεις, ανάλογα των θεραπευτικών σχημάτων που δεχθήκαν.

Αυτές είναι:

Σπινθηρογράφημα (scan) ή αξονική τομογραφία (CT) οστών ελέγχοντας πιθανές καρκινικές διασπορές
Άλλα συμπτώματα επιδείνωσης της νόσου είναι τα παρακάτω: κόπωση, απώλεια βάρους, πόνος, λειτουργική έκπτωση εντέρου - κύστεως και αδυναμία.

Έλεγχος για αναιμία

Κυστεοσκόπιση κάθε 3 έως 6 μήνες μετά την θεραπεία (επίσης κυτταρολογική ούρων σε ασθενείς που δεν υπεβλήθησαν σε κυστεκτομή).
Η απάντηση στην θεραπεία ΚΚ συναρτάται καλά από το αρχικό στάδιο αυτού. Η πρόγνωση – έκβαση για καρκίνους σταδίου 0-Ι είναι καλή, έστω και αν ο κίνδυνος επανεμφάνισης αυτών είναι υψηλός, οι πλείστοι τυγχάνουν φροντισμένης χειρουργικής αντιμετώπισης.
Το ποσοστό επιβίωσης ασθενών σταδίου ΙΙΙ είναι λιγότερο από 50%, ενώ αυτοί σταδίου ΙV σπάνια αντιμετωπίζονται.

Επιπλοκές: ο ΚΚ κάνει διασπορά σε παρακείμενα όργανα. Δύναται να ταξιδεύσει δια των λεμφαδένων πυέλου και να διασπαρθεί σε ήπαρ, πνεύμονες, οστά. Επίσης προκαλεί αναιμία, υδρονέφροση (οίδημα ουρητήρων), στένωση ουρήθρας, ακράτεια ούρων.

Πρόβλεψη - Πρόληψη: απευθύνσου στον γιατρό σου εάν ανιχνεύσεις αίμα στα ούρα, ή έχεις συχνουρία, δυσουρία (επώδυνη ούρηση) και επείγουσα ούρηση. Επίσης εάν εκτίθεσαι επαγγελματικά σε καρκινογόνες χημικές ουσίες, ή είσαι καπνιστής. Απαλλάξου από τον καπνό σιγαρέττων και εξάλειψε την βλαβερή περιβαλλοντική έκθεση προκειμένου να μειώσεις τον κίνδυνο ανάπτυξης Καρκίνου Κύστεως.



ΓΚΙΚΑΣ Ι. ΧΡΗΣΤΟΣ
Κυτταρολόγος-Παθολογοανατόμος
Ειδικευμένος στην παρακέντηση(FNAB)

Διαβάστε περισσότερα άρθρα...

    Στην κορυφή