Αντιαιμοπεταλιακά και γαστροπροστασία


Εδώ και αρκετό καιρό υπάρχει έντονος προβληματισμός στην καρδιολογική κοινότητα για το αν πρέπει και ποιο φάρμακο πρέπει να χορηγείται για την προστασία του γαστρεντερικού συστήματος σε ασθενείς που λαμβάνουν το ευρέως χρησιμοποιούμενο αντιαιμοπεταλιακό φάρμακο κλοπιδογρέλη. Μέχρι τώρα τα στοιχεία ήταν αντικρουόμενα, γι' αυτό και το FDA (η Διεύθυνση Φαρμάκων και Τροφίμων των ΗΠΑ) δεν είχε εκδώσει ώς τώρα κάποια σαφή οδηγία. Μόλις πριν από λίγες ημέρες δημοσιεύτηκε μια μελέτη η οποία έφερε στο φως νέα στοιχεία για την αλληλεπίδραση της κλοπιδογρέλης και των γαστροπροστατευτικών παραγόντων (ομεπραζόλης και παντοπραζόλης) που ανήκουν στην ομάδα των αναστολέων της αντλίας πρωτονίων.

Η προαναφερθείσα μελέτη που συμπεριέλαβε 282 υγιείς εθελοντές έδειξε ότι υπάρχει σημαντική αλληλεπίδραση μεταξύ της κλοπιδογρέλης και της ομεπραζόλης. Πιο συγκεκριμένα, διεξήχθησαν συνολικά τέσσερις μελέτες με διαφορετικά δοσολογικά σχήματα κλοπιδογρέλης, ομεπραζόλης και παντοπραζόλης, τα οποία συγκρίθηκαν με αντίστοιχα εικονικά φάρμακα. Οπως διαπιστώθηκε, όταν οι δύο φαρμακευτικοί παράγοντες χορηγούνταν μαζί, τότε μειωνόταν η ποσότητα του παραγόμενου ενεργού μεταβολίτη της κλοπιδογρέλης, δηλαδή της ουσίας που έχει τελικά την αντιαιμοπεταλιακή δράση, και συνεπώς ελαττωνόταν ο βαθμός αναστολής της συσσώρευσης και συγκόλλησης των αιμοπεταλίων. Εκείνο που είχε ενδιαφέρον ήταν το γεγονός ότι η αλληλεπίδραση δεν άλλαζε με τη διαφοροποίηση της δοσολογίας φαρμάκων ούτε ακόμα και με την αύξηση της δόσης της κλοπιδογρέλης. Στην ίδια μελέτη, επίσης, διαπιστώθηκε ότι ο άλλος αναστολέας της αντλίας πρωτονίων, η παντοπαζόλη, είχε πολύ μικρότερη αλληλεπίδραση με την κλοπιδογρέλη.

Αν και η καρδιολογική κοινότητα ήταν εκείνη που πρώτη έθεσε τον προβληματισμό για την αλληλεπίδραση κλοπιδογρέλης και ομεπραζόλης, υπάρχουν ακόμα αρκετές αμφιβολίες για το αν τα ευρήματα της νέας αυτής μελέτης έχουν κλινική εφαρμογή. Η μελέτη έδειξε σε εργαστηριακό επίπεδο ότι η ομεπραζόλη μειώνει τη δράση της κλοπιδογρέλης. Δεν έχει, όμως, ακόμα αποδειχτεί ότι στην πράξη αυτό μεταφράζεται και σε αύξηση των δυσμενών καρδιακών συμβάντων. Αν και ακούγεται περίεργο, η διαφαινόμενη δυσπιστία οφείλεται στο γεγονός ότι τα εργαστηριακά ευρήματα δεν συνάδουν πάντα με την κλινική δράση ενός φαρμάκου. Μάλιστα, υπάρχουν κάποιες μεγάλες κλινικές μελέτες, οι οποίες δεν επιβεβαίωσαν ότι οι αναστολείς της αντλίας πρωτονίων σχετίζονται με αύξηση των δυσμενών καρδιακών συμβάντων σε ασθενείς που βρίσκονται υπό αγωγή με κλοπιδογρέλη.

Τα παραπάνω αντικρουόμενα δεδομένα δείχνουν, ότι περισσότερη έρευνα είναι απαραίτητη για την καλύτερη κατανόηση του μηχανισμού αλληλεπίδρασης των συγκεκριμένων φαρμάκων. Από την άλλη, η μη χορήγηση γαστροπροστασίας σε ασθενείς που λαμβάνουν ασπιρίνη και κλοπιδογρέλη μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές αιμορραγίες από το πεπτικό με δυνητικά μοιραίες συνέπειες για το καρδιαγγειακό. Ετσι, για την ώρα, μετά τα καινούργια αυτά ευρήματα, μέχρι να έχουμε περισσότερα διαθέσιμα στοιχεία, το FDA επέστησε την προσοχή στη χορήγηση γαστροπροστασίας σε ασθενείς υπό κλοπιδογρέλη. Σύμφωνα με τα παραπάνω, το FDA συνιστά την αποφυγή της ομεπραζόλης και τη συνταγογράφηση παντοπραζόλης αν είναι οπωσδήποτε απαραίτητη η προστασία του γαστρεντερικού σε αυτούς τους ασθενείς. Εναλλακτικά, επίσης, συνιστά τη χορήγηση άλλης κατηγορίας γαστροπροστατευτικών φαρμάκων, όπως είναι η ρανιτιδίνη.

Χριστόδουλος Ι. Στεφανάδης
Καθηγητής Καρδιολογίας
Πρόεδρος Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών



    Στην κορυφή