Συνιστώμενες Θεραπείες για την πάθηση: Καρκίνος της ουροδόχου κύστης

Αναζήτηση Θεραπειών - Παθήσεων:


Καρκίνος της ουροδόχου κύστης Θεραπεία/ αντιμετώπιση

Η επιλογή της θεραπευτικής αντιμετώπισης εξαρτάται από τη σταδιοποίηση του όγκου, τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων, και την παρουσία άλλων παθολογικών καταστάσεων.

Θεραπευτική αντιμετώπιση σταδίου 0 και Ι:
  • χειρουργική αφαίρεση του όγκου χωρίς να αφαιρεθεί η υπόλοιπη κύστη
  • χημειοθεραπεία ή ανοσοθεραπεία με απευθείας ενδοκυστικές εγχύσεις

Θεραπευτική αντιμετώπιση σταδίου ΙΙ και ΙΙΙ:
  • χειρουργική αφαίρεση ολόκληρης της ουροδόχου κύστης (ριζική κυστεκτομή)
  • χειρουργική αφαίρεση τμήματος της κύστης, ακολουθούμενη από ακτινοθεραπεία και χημειοθεραπεία
  • χημειοθεραπεία για τη συρρίκνωση του όγκου πριν την εγχείρηση
  • συνδυασμός χημειοθεραπείας και ακτινοθεραπείας (εφαρμόζεται σε ασθενείς που επιλέγουν να μη χειρουργηθούν ή σε αυτούς που η εγχείριση αντενδείκνυται)

Στους περισσότερους ασθενείς με όγκους σταδίου IV η χειρουργική παρέμβαση αντενδείκνυται. Σε αυτούς τους ασθενείς συχνά εφαρμόζεται χημειοθεραπεία.

Χημειοθεραπεία


Η χημειοθεραπεία μπορεί να εφαρμοσθεί σε ασθενείς με νόσο σταδίου ΙΙ και ΙΙΙ, είτε πριν είτε μετά τη χειρουργική θεραπεία ώστε να προληφθεί η επανεμφάνιση του όγκου.

Η χημειοθεραπεία ενδέχεται να περιλαμβάνει τη χορήγηση ενός μόνο φαρμάκου ή συνδυασμούς πολλών. Σε αυτά τα φάρμακα περιλαμβάνονται:
  • καρβοπλατίνη
  • σισπλατίνη
  • κυκλοφωσφαμίδη
  • δωκεταξέλη
  • δοξορουβικίνη
  • γεμσιταμπίνη
  • ιφωσφαμίδη
  • μεθοτρεξάτη
  • πακλιταξέλη
  • βιμπλαστίνη

Ο συνδυασμός της γεμσιταμπίνης και της σισπλατίνης είναι εξίσου αποτελεσματικός με την παλαιότερη θεραπεία MVAC (μεθοτρεξάτη,βιμπλαστίνη, δοξορουβικίνη και σισπλατίνη) αλλά με λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες. Πολλά θεραπευτικά κέντρα έχουν αντικαταστήσει το σχήμα MVAC με αυτόν το νέο συνδυασμό. Η πακλιταξέλη και η καρβοπλατίνη αποτελούν άλλον έναν αποτελεσματικό συνδυασμό που χρησιμοποιείται συχνά.

Για αρχικά στάδια της νόσου (στάδια 0 και Ι), η χημειοθεραπεία συνήθως χορηγείται απευθείας μέσα στην ουροδόχο κύστη (ενδοκυστικές εγχύσεις). Αρκετοί διαφορετικοί τύποι χημειοθεραπευτικών φαρμάκων μπορούν να εγχυθούν ενδοκυστικά. Σε αυτούς περιλαμβάνονται:
  • η δοξορουβικίνη (Adriamycin)
  • η μιτομυκίνη – C (Mutamycin)
  • Thiotepa (Thioplex)

Ένας ουροκαθετήρας Foley μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την έγχυση των φαρμάκων εντός της κύστης. Συνήθεις ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνουν τον ερεθισμό του τοιχώματος της κύστης και πόνο κατά την ούρηση. Σε περισσότερο προχωρημένα στάδια της νόσου (ΙΙ- ΙV), η χημειοθεραπεία συνήθως χορηγείται ενδοφλεβίως.


Ανοσοθεραπεία


Οι καρκίνοι της ουροδόχου κύστης συχνά αντιμετωπίζονται με ανοσοθεραπεία. Σε αυτού του είδους τη θεραπευτική αντιμετώπιση ο φαρμακευτικός παράγοντας κινητοποιεί το ανοσοποιητικό σύστημα του ασθενή ώστε να επιτεθεί και να εξολοθρεύσει τα καρκινικά κύτταρα. Η ανοσοθεραπεία για τον καρκίνο της ουροδόχου κύστης πραγματοποιείται συνήθως με χρήση του εμβολίου BCG (βάκιλλος Calmette- Guerin). Αυτό χορηγείται μέσω ουροκαθετήρα Foley απευθείας εντός της κύστης.

Πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνουν:
  • συχνουρία
  • ερεθισμός της ουροδόχου κύστης
  • δυσουρία
  • έντονη επιθυμία (έπειξη) για ούρηση

Αυτά τα συμπτώματα συνήθως βελτιώνονται εντός ολίγων ημερών μετά τη θεραπεία. Σπάνιες ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνουν:
  • αιματουρία/ αίμα στα ούρα
  • ρίγος
  • κνησμός
  • αρθραλγίες
  • αδιαθεσία
  • ναυτία

Σπανίως μπορεί να αναπτυχθεί λοίμωξη που προσομοιάζει με φυματίωση. Σε αυτήν την περίπτωση απαιτείται η χορήγηση αντιφυματικής αγωγής.


Διουρηθρική εκτομή της ουροδόχου κύστης (TURB)


Ασθενείς με καρκίνο ουροδόχου κύστης σταδίου 0 και Ι μπορούν να αντιμετωπισθούν θεραπευτικά με διουρηθρική εκτομή του όγκου της κύστης (TURB). Αυτή η χειρουργική διαδικασία πραγματοποιείται υπό γενική ή ραχιαία αναισθησία. Το όργανο που θα εκτελέσει την εκτομή του όγκου από την κύστη εισέρχεται διαμέσου της ουρήθρας.


Αφαίρεση της ουροδόχου κύστης

Πολλοί ασθενείς με καρκίνο ουροδόχου κύστης σταδίου ΙΙ και ΙΙΙ ενδέχεται να χρειάζονται την πλήρη αφαίρεση της κύστης τους (ριζική κυστεκτομή). Μερική αφαίρεση της κύστης μπορεί να εφαρμοσθεί σε ορισμένους ασθενείς. Η μερική αφαίρεση της κύστης συνήθως ακολουθείται από ακτινοθεραπεία και χημειοθεραπεία προκειμένου να μειωθούν οι πιθανότητες υποτροπής του καρκίνου. Οι ασθενείς που υπόκεινται σε ριζική κυστεκτομή θα λάβουν χημειοθεραπεία κατόπιν της εγχείρησης ώστε να ελαττώσουν τον κίνδυνο επανεμφάνισης του καρκίνου.

Η ριζική κυστεκτομή στους άνδρες συνήθως περιλαμβάνει την αφαίρεση της ουροδόχου κύστης, του προστάτη και των όρχεων. Στις γυναίκες, η ουρήθρα, η μήτρα, και το πρόσθιο τοίχωμα του κόλπου αφαιρούνται μαζί με την ουροδόχο κύστη. Συχνά, οι πυελικοί λεμφαδένες αφαιρούνται επίσης κατά τη χειρουργική επέμβαση ώστε να εξετασθούν εργαστηριακά.

Εγχείρηση εκτροπής των ούρων (χειρουργική διαδικασία δημιουργίας ενός εναλλακτικού τρόπου αποθήκευσης των ούρων) συνήθως πραγματοποιείται μαζί με τη ριζική κυστεκτομή. Δύο συνήθεις τύποι εκτροπής των ούρων είναι με δημιουργία αγωγού από τμήμα ειλεού (ουρητηροειλεοστομία στο δέρμα) και με εγκρατή δεξαμενή ούρων.

Εκτροπή ούρων με αγωγό από τμήμα ειλεού (ουρητηροειλεοστομία στο δέρμα)

Με την ουρητηροειλεοστομία στο δέρμα ένας αγωγός συλλογής ούρων δημιουργείται χειρουργικά από μικρό τμήμα του λεπτού εντέρου (ειλεός). Οι ουρητήρες που αποχετεύουν τα ούρα από τους νεφρούς προσφύονται στο ένα άκρο του χρησιμοποιούμενου εντερικού τμήματος. Το άλλο άκρο φέρεται σε ένα άνοιγμα του δέρματος (στόμα). Το στόμα επιτρέπει στον ασθενή να παροχετεύει τα συλλεχθέντα ούρα έξω από τη νεοσχηματησθείσα δεξαμενή.

Ασθενείς που έχουν υποβληθεί σε ουρητηροειλεοστομία στο δέρμα πρέπει να φέρουν μαζί τους μια εξωσωματική συσκευή συλλογής ούρων. Πιθανές επιπλοκές της μεθόδου περιλαμβάνουν:
  • εντερική απόφραξη
  • θρόμβους αίματος
  • χρόνια βλάβη του ανώτερου ουροποιητικού
  • πνευμονία
  • βλάβες του δέρματος στην περιοχή του στομίου
  • λοιμώξεις του ουροποιητικού


Εγκρατής δεξαμενή ούρων


Η εγκρατής δεξαμενή ούρων αποτελεί μια εναλλακτική μέθοδο αποθήκευσής τους. Τμήμα από το κόλον αφαιρείται και χρησιμοποιείται για τη δημιουργία ενός εσωτερικού θύλακα αποθήκευσης των ούρων. Οι ασθενείς μπορούν να εισάγουν περιοδικά έναν καθετήρα για να παροχετεύσουν τα ούρα. Ένα μικρού μεγέθους στόμιο τοποθετείται στο δέρμα.

Πιθανές επιπλοκές περιλαμβάνουν:
  • θρόμβους αίματος
  • εντερική απόφραξη
  • πνευμονία
  • βλάβες του δέρματος στην περιοχή του στομίου
  • απόφραξη των ουρητήρων
  • ουρητηρική παλινδρόμηση
  • λοιμώξεις του ουροποιητικού


Ορθότοπη νεοκύστη


Αυτή η χειρουργική επέμβαση εφαρμόζεται όλο και συχνότερα σε ασθενείς που υποβάλλονται σε κυστεκτομή. Τμήμα του εντέρου αναδιπλώνεται με τρόπο που να σχηματίζει έναν θύλακα (νεοκύστη) και αναστομώνεται με την ουρήθρα από όπου αποχετεύονται φυσιολογικά τα ούρα.

Αυτή η μέθοδος επιτρέπει στον ασθενή να διατηρήσει κάποιον έλεγχο της ούρησης. Ωστόσο, υπάρχουν επιπλοκές (συμπεριλαμβανομένης της διαφυγής ούρων στη διάρκεια της νύχτας). Η ούρηση συνήθως διαφέρει από ότι πριν την χειρουργική επέμβαση. Ορισμένοι ασθενείς ενδέχεται να μην είναι κατάλληλοι υποψήφιοι για αυτήν τη μέθοδο. Συζητήστε τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα με τον ουρολόγο σας.




























Σοβαρή Υπενθύμιση:

Οι πληροφορίες που περιέχονται στο www.eumedline.eu έχουν σαν μοναδικό σκοπό την ενημέρωση και δεν αποτελούν πρόταση για οποιαδήποτε ιατρική-διαγνωστική εξέταση ή θεραπεία. Προτείνεται τα ανωτέρω να γίνονται σε συνεννόηση με τον γιατρό σας η άλλους επαγγελματίες υγείας.


Η ιατρική είναι μια συνεχώς μεταβαλλόμενη επιστήμη και η θεραπεία δεν είναι πάντα σαφώς καθορισμένη. Η νέα έρευνα αλλάζει καθημερινά τις διαγνωστικές και θεραπευτικές ενδείξεις. Το euMEDLINE προσπαθεί να παρέχει ενημερωμένες και ακριβείς πληροφορίες που είναι αποδεκτές γενικά μέσα στα ιατρικά πρότυπα κατά την διάρκεια της δημοσίευσης. Εντούτοις, δεδομένου ότι η ιατρική επιστήμη αλλάζει συνεχώς και το ανθρώπινο λάθος είναι πάντα δυνατό, το euMEDLINE δεν μπορεί να διαβεβαιώσει ότι οι πληροφορίες που περιέχονται σε αυτό είναι ακριβείς ή πλήρεις, ούτε είναι υπεύθυνο για τυχόν παραλείψεις, λάθη ή για τα αποτελέσματα της χρησιμοποίησης αυτών των πληροφοριών.


Ο αναγνώστης πρέπει να επιβεβαιώσει τις πληροφορίες που περιέχονται στο euMEDLINE από άλλες πηγές πριν από τη χρήση και ιδιαίτερα από τους επαγγελματίες υγείας. Ειδικότερα, όλες οι δόσεις, οι ενδείξεις, και οι αντενδείξεις των φαρμάκων πρέπει να επιβεβαιωθούν στο πληροφοριακό ένθετο των συσκευασιών των φαρμάκων. Η χρήση των εμπορικών ονομασιών των φαρμάκων γίνεται αποκλειστικά για ενημερωτικούς-πληροφοριακούς λόγους και δεν υποδηλώνει μεροληψία υπέρ αυτών.


Το euMEDLINE δεν μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνο, άμεσα ή έμμεσα, για τη ζημιά ή την επιπλοκή που μπορεί να προκύψει με την εφαρμογή των πληροφοριών που περιέχονται στις σελίδες του. Για κάθε απορία επικοινωνήστε μαζί μας μέσω e-mail.